Οποιαδήποτε προσπάθεια να ανακατασκευάσει την πορεία των γεγονότων στη μυκηναϊκή ελληνική ηπειρωτική χώρα και κατ επέκταση στην αρχαία Άνθεια τον 13ο και τον 12ο αιώνα π.Χ. και να καθορίσει τις πιθανές αιτίες της καταστροφής των μυκηναϊκών ανακτόρων και της κατάρρευσης του εξαιρετικά συγκεντρωτικού πολιτικού και οικονομικού σύστηματος πάνω στο οποίο είχε δομηθεί η μυκηναϊκή άνθιση, θο πρέπει να βασίζεται σε ένα σωστό και αναλυτικό χρονολόγιο.
Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν ιστορικά έγγραφα και δεδομένου ότι η απόλυτη χρονολόγηση των ΥΕ ΙΙΙΒ(1330 – 1190 Π.Κ.Χ.) και ΥΕ ΙΙΙΓ(1190 – 1060 Π.Κ.Χ.) κεραμικών φάσεων δεν είναι τόσο ακριβής , η χρονολόγηση των γεγονότων στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Άνθειας κατά την εν λόγω περίοδο δεν έχει μεγάλη ακρίβεια αφού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κεραμική.
Οι ημερομηνίες για την καταστροφή ή την εγκατάλειψη δεν είναι ακριβείς αλλά οι πολυάριθμες τοπικές καταστροφές που συνέβησαν μεταξύ 1250 και 1050 Π.Κ.Χ. στην περιοχή μπορούν να τοποθετηθούν με ικανό βαθμό εμπιστοσύνης στην σειρά με την οποία συνέβησαν.
Εκτός από τα προβλήματα με τη χρονολόγηση, υπάρχει και το πρόβλημα που προκαλείται από τη συνεχή πολλαπλασιασμό των θεωριών που φιλοδοξούν να εξηγήσουν τη Μυκηναϊκή κατάρρευση. Βέβαια σήμερα η Αρχαιολογία έχει αναπτύξει τεχνολογικά εξελιγμένες μεθόδους, τόσο για την ανεύρεση, όσο και για την ερμηνεία και χρονολόγηση των ευρημάτων.
Στο έργο της αυτό συνεπικουρείται από ένα πλήθος άλλων επιστημόνων, όπως χημικών, φυσικών, περιβαλλοντολόγων, εθνολόγων, πολιτισμολόγων, τοπογράφων κ.ά. Αυτό σημαίνει ότι σύντομα θα τεκμηριωθούν οι αντικειμενικές θεωρίες.
Τα πρώτα σημάδια κρίσης στα ανακτορικά κέντρα εμφανίζονται με εκτεταμένες καταστροφές από σεισμό στο τέλος της ΥΕ ΙΙΙΒ1 (1330 – 1250 Π.Κ.Χ.). Λίγο αργότερα καίγεται η ακρόπολη του Γλα και εγκαταλείπεται. Στην Τίρυνθα, τις Μυκήνες και την Αθήνα συνεχίζεται η ζωή, στις αρχές της ΥΕ ΙΙΙΒ2 (1250 – 1190) όμως προστίθενται ολόκληρες πτέρυγες στους οχυρωματικούς περιβόλους για να διασφαλιστεί η πρόσβαση στις πηγές νερού από το εσωτερικό των ακροπόλεων.
Εργασίες οχύρωσης καταγράφονται στη Μιδέα και στη Φυλακωπή της Μήλου την ίδια περίοδο, ενώ στις Μυκήνες και την Πύλο επεκτείνονται οι αποθηκευτικοί χώροι και οι βιοτεχνικές εγκαταστάσεις που γειτνιάζουν άμεσα με τα ανάκτορα. Όλα αυτά μοιάζουν με μέτρα ασφαλείας σε αναμονή κάποιας πολιορκίας. Επίσης κατά την ΥΕ ΙΙΙΒ2 αρχίζει η ανάπτυξη τοπικών ιδιαιτεροτήτων στο μυκηναϊκό κόσμο και η διάσπαση της πολιτισμικής ομοιομορφίας της ανακτορικής περιόδου, προφανώς λόγω χειροτέρευσης της επικοινωνίας.
Τα στοιχεία για τη μαζική μείωση του πληθυσμού κατά την περίοδο ΥΕ ΙΙΙΓ (1190 – 1060 Π.Κ.Χ.) είναι πιο έκδηλα στη Μεσσηνία απ ότι σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή της νότιας Ελλάδα. Το ανάκτορο της Πύλου κάηκε στο τέλος της περιόδου ΥΕ ΙΙΙΒ (1330 – 1190 Π.Κ.Χ.) . Την ίδια περίπου εποχή δηλαδή γύρω στο 1200 Π.Κ.Χ. καταστράφηκαν τα Νιχώρια και η Άνθεια.
Μανόλης Ανδρόνικος 1954:
Η κατάρρευση ήρθε ως αποτέλεσμα της ακραίας κοινωνικής αναταραχής στην μυκηναϊκή κοινωνία με τη μορφή εξεγέρσεων της αγροτιάς ενάντια στην άρχουσα τάξη.
Σχόλιο: Η θεωρία της εσωτερικής κοινωνικής επανάστασης ως η αιτία της κατάρρευσης των μυκηναϊκών κέντρων αδυνατεί να εξηγήσει την επακόλουθη εκτεταμένη ερήμωση σε μεγάλες και εύφορες περιοχές, όπως η περιοχή της αρχαίας Άνθειας.
Emily Vermeule 1964
Η διαταραχή του εμπορίου στα τέλη του 13ου αιώνα, που προκλήθηκε από τον ερχομό των Λαών της Θάλασσας, οι οποίοι αναζητούσαν καινούργια γη, έριξε το Αιγαίο στο χάος και οδήγησε άμεσα στην καταστροφή των ανακτόρων, δεδομένου ότι είχε συνδέθεί η ύπαρξή τους με το εμπόριο.
Δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις για την παρουσία των Λαών της Θάλασσας στο Αιγαίο .
Στην πραγματικότητα , η περιορισμένη ποσότητα των αρχαιολογικών στοιχείων που είναι διαθέσιμα από την κεντρικά και νοτιοανατολικά νησιά του Αιγαίου ( Νάξος , Μήλος , Ρόδος , Κως) για την περίοδο 1250-1150 Π.Κ.Χ. δείχνει ότι στις περιοχές αυτές δεν συνέβη κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων. Η θεωρία Vermeule δίνει μια καλύτερη απάντηση στο ερώτημα γιατί τα ανάκτορα δεν ξαναχτίστηκαν από ότι το ποιος κατέστρεψε αυτά και γιατί.
V. R. d’A. Desborough 1964:
Ο Desborough πρότεινε το ενδεχόμενο μιας εισβολής από το βορρά. Τη θεωρία την στήριξε στην εμφάνιση νέων κατηγοριών χάλκινων αντικειμένων και των ξιφών τύπου « Naue ΙΙ “.
Η απειλή από εξωτερικούς εισβολείς μπορεί να είναι η αιτία για την ενίσχυση των οχυρώσεων, όμως ο υλικός πολιτισμός της ΥΕ ΙΙΙΓ (1190 – 1060 Π.Κ.Χ.) δείχνει αδιάκοπη συνέχεια με την ανακτορική περίοδο πριν την καταστροφή. Ακόμα και αν επιτέθηκαν τελικά εξωτερικοί εισβολείς, δεν εγκαταστάθηκαν στις περιοχές που έλεγχαν οι Μυκηναίοι.
Και τα δύο όμως εμφανίζονται ήδη πριν από τις καταστροφές και όχι με την έλευση πληθυσμών που μπορεί να ευθύνονται για τις καταστροφές. Νέα ταφικά έθιμα (καύση νεκρών, κιβωτιόσχημοι τάφοι) εμφανίζονται με χρονική απόσταση από το τέλος της ΥΕ ΙΙΙΒ (1330 – 1190 Π.Κ.Χ.), στην προχωρημένη ΥΕ ΙΙΙΓ(1190 – 1060 Π.Κ.Χ.). Ο μύθος της Καθόδου των Δωριέων, που έπλασαν οι Έλληνες της πρώτης χιλιετίας για να εξηγήσουν την καταγωγή τους, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί αρχαιολογικά.
Στα μέσα της ΥΕ ΙΙΙΓ σημειώνεται μια «αναγέννηση», που εκφράζεται κυρίως στη διακόσμηση αγγείων με εικονιστικές σκηνές. Το υπερπόντιο εμπόριο εξακολουθεί και τώρα μάλιστα στρέφεται και προς τα δυτικά, στην Ιταλία. Τελευταίες έρευνες στην Τίρυνθα, τη Μιδέα και τη Νάξο δείχνουν πως στην ΥΕ ΙΙΙΓ υπήρξαν ακόμα και προσπάθειες να επισκευαστούν τα μέγαρα της ανακτορικής περιόδου και να ανασυγκροτηθούν οι δομές εξουσίας. Όμως οι προσπάθειες αυτές δεν απέτρεψαν το οριστικό τέλος με ένα τρίτο κύμα καταστροφών στα τέλη του 12ου αι. Π.Κ.Χ.
Γεώργιος Μυλωνάς (1966):
Θεωρεί ότι έχει δοθεί υπερβολική έμφαση στην σύμπτωση των ανακτορικών καταστροφών . Κατά την άποψή του τα επιμέρους μυκηναϊκά κέντρα καταστράφηκαν από διαφορετικές αιτίες και από πολύ διαφορετικούς ανθρώπους. Προκειμένου να τεκμηριώσει τη θεωρία του επικαλείται την διαφορετικότητα των μύθων που αναφέρονται στις διαφορετικές καταστροφές.
Η προσέγγιση Μυλωνά δεν λαμβάνει επαρκή γνώση της αξιοσημείωτης σύμπτωσης της πλήρους κατάρρευσης του ανακτορικού πολιτισμού στην ελληνική ηπειρωτική χώρα μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, αναμφισβήτητα όχι περισσότερο από μια γενιά στην Πελοπόννησο. Δεν γίνεται σαφές από την εξήγηση του γιατί τα ανάκτορα δεν ανακατασκευάστηκαν ποτέ.
Rhys Carpenter(1966) David Kaniewskii (2013)
Ο Carpenter πρότεινε ότι τα χρόνια γύρω στο 1200 π.Χ. , δηλαδή , γύρω από το τέλος της περιόδου ΥΕ ΙΙΙΒ , υπήρξε μια εκτεταμένη ξηρασία που κατέστρεψε την παραγωγή της νότιας Πελοποννήσου. Επειδή ο Carpenter δεν ήταν μετεωρολόγος , πολλοί μελετητές θεώρησαν ότι δεν είχε την απαιτούμενη εμπειρία για να τεκμηριώσει τη θεωρία του .
Το 1974 , μια ομάδα μετεωρολόγων τεκμηρίωσαν τη θεωρία του υπό την έννοια ότι θα μπορούσε να έχει συμβεί γύρω στο 1200 Π.Κ.Χ. μία παρατεταμένη ξηρασία. Αργότερα , μελέτες από Kuniholm και τους συνεργάτες πάνω στα δακτιλίδια των κορμών των δέντρων στην Τουρκία έδειξαν ότι μπορεί να υπήρχε μια ξηρασία στην κεντρική Ανατολία κατά το κρίσιμο χρονικό σημείο το οποίο μπορεί να συνδέεται με την κατάρρευση της αυτοκρατορίας των Χετταίων ca . 1200 Π.Κ.Χ.
Πρόσφατη επιστημονική έρευνα του Πανεπιστημίου της τουλούζης ( David Kaniewskii κ.α ) προσπαθεί να τεκμηριώσει ότι πίσω από την κατάρρευση των πολιτισμών βρίσκονταν μια ξηρασία διάρκειας περίπου 300 ετών. Για την πραγματοποίηση της μελέτης, οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Ντέιβιντ Κανιέβσκι, μελέτησαν υπολείμματα γύρης και πλαγκτού, που βρέθηκαν σε διαδοχικά ιζήματα του βυθού μιας αρχαίας λίμνης στη Λάρνακα της Κύπρου, η οποία κάποτε ήταν λιμάνι, αλλά μετά (γύρω στο 1350 π.Χ.) περικλείστηκε από την ξηρά.
Με την ανάλυση των στοιχείων που βρήκαν στη λίμνη, δημιούργησαν μια εικόνα για τις διαχρονικές μεταβολές του κλίματος που συνέβησαν στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Έτσι, συμπέραναν ότι μετά τον 13ο αιώνα π.Χ. σημειώθηκε μια παρατεταμένης διάρκειας ξηρασία η οποία προκάλεσε μια σειρά από πολέμους, λιμούς και εσωτερικές αναταραχές, οι οποίοι οδήγησαν τελικά στην κατάρρευση των ισχυρών και ένδοξων πολιτισμών. Μεταξύ αυτών, εκτός του Μυκηναϊκού, εντάσσεται και ο πολιτισμός των Χετταίων της Ανατολίας και άλλων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού.
Οι μεταβολές στα ισότοπα άνθρακα και στα είδη φυτών που βρέθηκαν στη λίμνη, δείχνουν ότι βαθμιαία το κλίμα έγινε ολοένα πιο ξηρό και άνυδρο λόγω της σημαντικής μείωσης των βροχών, με συνέπεια οι γεωργικές καλλιέργειες να καταστραφούν.
Αυτή η εξέλιξη εκτιμάται ότι οδήγησε τους πληθυσμούς της ευρύτερης περιοχής σε αδυναμία διατροφής, σε πολιτικοοικονομικές κρίσεις, μαζικές μεταναστεύσεις, πολέμους και επιδρομές,όπως των αινιγματικών «λαών της θάλασσας» κατά της Αιγύπτου περίπου το 1300 π.Χ. Η μελέτη της κυπριακής λίμνης δείχνει ότι η γεωργία στην περιοχή είχε εισέλθει σε περίοδο κρίσης έως το 1200 π.Χ. και δεν κατάφερε να ανακάμψει πριν το 850 π.Χ.
Η θεωρία αυτή μολονότι έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να τεκμηριωθεί σχετικά εύκολα με μετεωρολογικές και φυσικοχημικές μελέτες δεν μπορει να εξηγήσει την καταστροφή των παλατιών. Θα μπορούσε κάποιος να δεχτεί ότι τα παλάτια λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν από τον πεινασμένο λαό που προσπάθησε να πάρει τα πλεονάσματα των τροφίμων από τις αποθήκες των παλατιών.
Σπύρος Ιακωβίδης (1974)
Οι οικονομίες των μυκηναϊκών ανακτόρων είχαν βασική εξάρτηση από τις συναλλαγές με την Κύπρο και την Ανατολή. Όταν οι εμπορικές διαδρομές που συνέδεαν την Ελλάδα με αυτές τις περιοχές κόπηκαν ως αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων των Λαών της Θάλασσας, ο μυκηναϊκός ανακτορικός πολιτισμός κατέρρευσε σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα.
Αυτή η θεωρία , είναι μια ελαφρώς αναθεωρημένη εκδοχή της υπόθεσης Vermeule του 1960. Εκτός από το γεγονός ότι οι δραστηριότητες των Λαών της Θάλασσας εχουν τεκμηριωθεί μόνο στο ανατολικότερο τμήμα της Μεσογείου η θεωρία αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει την ξαφνική ερήμωση της Πελοποννήσου κατά την περίοδο ΥΕ ΙΙΙΓ ή να προσδιορίσει ποιος κατέστρεψε πραγματικά τα μυκηναϊκά ανάκτορα .
Η μείωση στις επαφές μεταξύ της μυκηναϊκής ελληνικής ηπειρωτικής χώρας με την Κύπρο και τη δυτική Ανατολία αρχίζει να είναι εμφανής στο τελευταίο μέρος της περιόδου ΥΕ ΙΙΙΒ , γεγονός που υποδηλώνει ότι η διαταραχή των μυκηναϊκών εμπορικών δραστηριοτήτων με την ανατολή ήταν μια σταδιακή και, ενδεχομένως, μάλλον πολύ αργή διαδικασία και όχι ξαφνική.
Η σπανιότητα των πρώτων υλών , καθώς και του χαλκού ειδικότερα για εξειδικευμένους εργαζόμενους μέσα στο βασίλειο της Πύλου προκύπτει από κείμενα της Γραμμικής Β. Ακόμη έχει διαπιστωθεί ότι και σε άλλα μυκηναϊκά κέντρα υπήρχε αυτή η έλειψη πρώτων υλών σε όλο το νότιο Αιγαίο από τα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ.
Rutter (1975, 1990), Walberg (1976), Deger-Jalkotzy (1977, 1983), Small (1990, 1997), Pilides (1994), Bankoff, Meyer, and Stefanovich (1996)
Η θεωρίες των ανωτέρω στηρίζονται στην διαφορετικότητα μερικών κεραμικών που έχουν βρεθεί κατά περιόδους στις ανασκαφές των μυκηναϊκών ανακτόρων. Πάνω στην διαφορετικότητα και τον “πρωτογονισμό” των κεραμικών αυτών στηρίζουν την επιδρομή άλλων λαών από τον βορρά.
Οι θεωρίες των επιδρομών δεν μπορούν να τεκμηριωθούν με τα μη εξελιγμένα κεραμικά που βρέθηκαν διότι θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι πολλές φορές τα κεραμικά κατασκευάζονταν στα σπίτια και όχι από επαγγελματίες. Ακόμη μερικά κεραμικά μπορει να είχαν μεταφερθεί μαζί με προϊόντα από άλλες περιοχές.
Winter F.A. (1977)
Ο Winter στηρίζει την θεωρία της “από βορράν επιδρομής”, με κάτι ανάλογο με την εισβολή των Γαλάτων τον 3ο αιώνα π.Χ. στην Ανατολή και το 6ο μ.Χ. αιώνα την εισβολή Σλαβικών φύλων στην Ελλάδα.
Και οι δύο αυτοί επιδρομείς δεν άφησαν ανασκαφικά στοιχεία διότι όταν οι εισβολείς είναι σε χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο από τους κατοίκους της περιοχής που εισβάλλουν συχνά δεν αφήνουν πίσω τους κανένα σημάδι της παρουσίας τους, εκτός από την καταστροφή και τη δραστική μείωση του πληθυσμού.
Ακόμα και όταν παραμένουν στην περιοχή που εισβάλουν , όπως και οι Γαλάτες και οι Σλάβοι , συχνά δεν είναι αρχαιολογικά ανιχνεύσιμοι ή παρατηρήσιμοι, δεδομένου ότι μπορεί να αφομοιωθουν πολιτιστικά από τον πληθυσμό που έχουν κατακτήσει.
Σχόλια: Ανεξάρτητα από το αν η χειροποίητη και στιλβωμένη κεραμική και τα νέα χάλκινα είδη έχουν καμία σημασία ως δείκτες της ταυτότητας μιας ομάδας των εισβολέων, τα εμφανή επίπεδα καταστροφής και ερήμωσης σην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της περιόδου ca. 1250-1150 Π.Κ.Χ. είναι ικανά αποδεικτικά στοιχεία για να στηρηχθεί η θεωρία της εισβολής από το εξωτερικό στην Μυκηναϊκή Ελλάδα ως σκεπτικό για την κατάρρευση του μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος.
Η θεωρία δεν έγινε αποδεκτή από τους ιστορικούς και τους αρχαιολόγους διότι δεν μπορεί να εξηγήσει την καθολική καταστροφή και την ερήμωση της περιοχής. Επιπρόσθετα δεν απαντά στο ερώτημα της μη ανοικοδόμησης των ανακτόρων.
Betancourt Philip P. (1976)
O Betancourt υποστήριξε ότι η οικονομία της μυκηναϊκής περιόδου ήταν τόσο εξειδικευμένη οπότε μια σύντομη περίοδος διαταραχής της κάθε είδους, σαν αποτέλεσμα των εσωτερικών κοινωνικών αναταραχών, της εισβολής από το εξωτερικό, της περιόδου με κακές καιρικές συνθήκες, θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην κατάρρευση των μεγάλων οικονομικών κέντρων , τα ανάκτορα, ένα φαινόμενο το οποίο με τη σειρά του θα προκαλούσε ένα είδος εσωτερικού χάους που θα οδηγούσε στην εκτεταμένη ερήμωση μεγάλων περιοχών της ελληνικής ηπειρωτικής χώρας, ακόμη και αν ήταν εύφορη γεωργικά όπως αυτή της αρχαίας Άνθειας.
Σχόλιο: Η εύθραυστη μυκηναϊκή ανακτορική οικονομία μπορει να εξηγήσει την εξαφάνιση του ανακτορικού πολιτισμού από την Ελλάδα μετά το 1200 Π.Κ.Χ. αλλά δεν εξηγεί την γενεσιουργό αιτία που οδήγησε στις καταστροφές των ανακτόρων, σε πρώτη φάση.
Robert Drews (1993)
Σε μια ευρεία αναθεώρηση της σχετικά ξαφνικής εξαφάνισης πολλών βασιλείων και αυτοκρατοριών σε όλη την ανατολική Μεσόγειο στα μεταγενέστερα 13ο και στις αρχές του 12ου αιώνα Π.Κ.Χ., ο Drews δείχνει ότι αυτές οι καταρρεύσεις σημειώθηκαν ως αποτέλεσμα μια θεμελιώδους αλλαγής στη φύση του πολέμου σε αυτή την περίοδο .
Κατά την άποψή του , αυτό που συνέβη είναι η αντικατάσταση του σφοδρότατου άρματος που ήταν κυρίαρχηο στα πεδία μαχών με ελαφρά οπλισμένους πεζικάριους που φέρουν κυρίως το ακόντιο ως όπλο .
Η επιτυχία αυτών των νέων στρατευμάτων στην μάχη ενάντια στα άρματα του παραδοσιακού τύπου επιφέρει ένα μοιραίο πλήγμα στις μιλιταριστικές πολιτείες των οποίων η ισχύς είχε βασιστεί πάνω σε άρματα επανδρωμένα με πολεμιστές της κοινωνικά και οικονομικά προνομιούχου ελίτ, που είχαν την οικονομική δυνατότητα να συντηρούν το άρμα .
Οπότε ο νέος τρόπος πολέμου συνεπάγεται την εγκατάλειψη μιας ολόκληρης κοινωνικής τάξης που βασίζεται στην ανάδειξη της μέσα από την ιππήλατη μάχη με αποτέλεσμα είτε εντελώς να διαλυθεί ή τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό να τροποποιηθεί.
Ο εντοπισμός μίας και μοναδικής αιτίας για ένα πολύ σύνθετο και πολύπλευρο συνδυασμό γεγονότων που περιλαμβάνουν μια πολύ μεγάλη περιοχή πάνω από έναν αιώνα μπορεί να θεωρηθεί σαν υπεραπλούστευση. Από την άλλη μεριά το άρμα εξακολουθεί να είναι στη μεταανακτορική μυκηναϊκή τέχνη πολύ συχνό στις απεικονήσεις και μάλιστα συνδέεται ρητά με πόλεμο.
Οι παραπάνω θεωρίες μπορεί χονδρικά να κατηγοριοποιηθούν σε αυτές που αναφέρονται σε οικονομικούς παράγοντες, στην αλλαγή του κλίματος, στις εσωτερικές κοινωνικές αναταραχές, στις εξωτερικές επιδρομές και στις αλλαγές της πολεμικής τέχνης. Εκτός απ αυτές έχουν διατυπωθεί και πολλές άλλες , όπως αυτή που δικαιολογεί την κατάρρευση σαν αποτέλεσμα της εκστρατεία ς στην Τροία των αξιόλογων ηγεμόνων οπότε αυτοί που απέμειναν μετά από έριδες και κακή διαχείρηση αποδυνάμωσαν τα παλάτια με αποτέλεσμα να καταστραφούν.
Το γενικό συμπέρασμα είναι πως όλες οι παραπάνω αιτίες δικαιολογούν ως ένα βαθμό την παρακμή του ανακτορικού μυκηναϊκού πολιτισμού, με διαφορετική βαρύτητα σε κάθε συγκεκριμένη περιοχή. Καμία από αυτές τις θεωρίες δεν μπορεί να εξηγήσει το τέλος από μόνη της ή να εφαρμοστεί σε ολόκληρο το μυκηναϊκό κόσμο.
Τα ερωτήματα που μένουν αναπάντητα χωρίς να είναι τα μοναδικά θα μπορούσαν να είναι:
Βιβλιογραφία:
Δεδομένου ότι δεν υπάρχουν ιστορικά έγγραφα και δεδομένου ότι η απόλυτη χρονολόγηση των ΥΕ ΙΙΙΒ(1330 – 1190 Π.Κ.Χ.) και ΥΕ ΙΙΙΓ(1190 – 1060 Π.Κ.Χ.) κεραμικών φάσεων δεν είναι τόσο ακριβής , η χρονολόγηση των γεγονότων στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Άνθειας κατά την εν λόγω περίοδο δεν έχει μεγάλη ακρίβεια αφού εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την κεραμική.
Οι ημερομηνίες για την καταστροφή ή την εγκατάλειψη δεν είναι ακριβείς αλλά οι πολυάριθμες τοπικές καταστροφές που συνέβησαν μεταξύ 1250 και 1050 Π.Κ.Χ. στην περιοχή μπορούν να τοποθετηθούν με ικανό βαθμό εμπιστοσύνης στην σειρά με την οποία συνέβησαν.
Εκτός από τα προβλήματα με τη χρονολόγηση, υπάρχει και το πρόβλημα που προκαλείται από τη συνεχή πολλαπλασιασμό των θεωριών που φιλοδοξούν να εξηγήσουν τη Μυκηναϊκή κατάρρευση. Βέβαια σήμερα η Αρχαιολογία έχει αναπτύξει τεχνολογικά εξελιγμένες μεθόδους, τόσο για την ανεύρεση, όσο και για την ερμηνεία και χρονολόγηση των ευρημάτων.
Στο έργο της αυτό συνεπικουρείται από ένα πλήθος άλλων επιστημόνων, όπως χημικών, φυσικών, περιβαλλοντολόγων, εθνολόγων, πολιτισμολόγων, τοπογράφων κ.ά. Αυτό σημαίνει ότι σύντομα θα τεκμηριωθούν οι αντικειμενικές θεωρίες.
Τα πρώτα σημάδια κρίσης στα ανακτορικά κέντρα εμφανίζονται με εκτεταμένες καταστροφές από σεισμό στο τέλος της ΥΕ ΙΙΙΒ1 (1330 – 1250 Π.Κ.Χ.). Λίγο αργότερα καίγεται η ακρόπολη του Γλα και εγκαταλείπεται. Στην Τίρυνθα, τις Μυκήνες και την Αθήνα συνεχίζεται η ζωή, στις αρχές της ΥΕ ΙΙΙΒ2 (1250 – 1190) όμως προστίθενται ολόκληρες πτέρυγες στους οχυρωματικούς περιβόλους για να διασφαλιστεί η πρόσβαση στις πηγές νερού από το εσωτερικό των ακροπόλεων.
Εργασίες οχύρωσης καταγράφονται στη Μιδέα και στη Φυλακωπή της Μήλου την ίδια περίοδο, ενώ στις Μυκήνες και την Πύλο επεκτείνονται οι αποθηκευτικοί χώροι και οι βιοτεχνικές εγκαταστάσεις που γειτνιάζουν άμεσα με τα ανάκτορα. Όλα αυτά μοιάζουν με μέτρα ασφαλείας σε αναμονή κάποιας πολιορκίας. Επίσης κατά την ΥΕ ΙΙΙΒ2 αρχίζει η ανάπτυξη τοπικών ιδιαιτεροτήτων στο μυκηναϊκό κόσμο και η διάσπαση της πολιτισμικής ομοιομορφίας της ανακτορικής περιόδου, προφανώς λόγω χειροτέρευσης της επικοινωνίας.
Τα στοιχεία για τη μαζική μείωση του πληθυσμού κατά την περίοδο ΥΕ ΙΙΙΓ (1190 – 1060 Π.Κ.Χ.) είναι πιο έκδηλα στη Μεσσηνία απ ότι σε οποιαδήποτε άλλη περιοχή της νότιας Ελλάδα. Το ανάκτορο της Πύλου κάηκε στο τέλος της περιόδου ΥΕ ΙΙΙΒ (1330 – 1190 Π.Κ.Χ.) . Την ίδια περίπου εποχή δηλαδή γύρω στο 1200 Π.Κ.Χ. καταστράφηκαν τα Νιχώρια και η Άνθεια.
ΘΕΩΡΙΕΣ που έχουν προταθεί για την κατάρρευση των μυκηναϊκών βασιλείων και κατά συνέπεια της αρχαίας Άνθειας :
Μανόλης Ανδρόνικος 1954:
Η κατάρρευση ήρθε ως αποτέλεσμα της ακραίας κοινωνικής αναταραχής στην μυκηναϊκή κοινωνία με τη μορφή εξεγέρσεων της αγροτιάς ενάντια στην άρχουσα τάξη.
Σχόλιο: Η θεωρία της εσωτερικής κοινωνικής επανάστασης ως η αιτία της κατάρρευσης των μυκηναϊκών κέντρων αδυνατεί να εξηγήσει την επακόλουθη εκτεταμένη ερήμωση σε μεγάλες και εύφορες περιοχές, όπως η περιοχή της αρχαίας Άνθειας.
Emily Vermeule 1964
Η διαταραχή του εμπορίου στα τέλη του 13ου αιώνα, που προκλήθηκε από τον ερχομό των Λαών της Θάλασσας, οι οποίοι αναζητούσαν καινούργια γη, έριξε το Αιγαίο στο χάος και οδήγησε άμεσα στην καταστροφή των ανακτόρων, δεδομένου ότι είχε συνδέθεί η ύπαρξή τους με το εμπόριο.
Δεν υπάρχουν σαφείς αποδείξεις για την παρουσία των Λαών της Θάλασσας στο Αιγαίο .
Στην πραγματικότητα , η περιορισμένη ποσότητα των αρχαιολογικών στοιχείων που είναι διαθέσιμα από την κεντρικά και νοτιοανατολικά νησιά του Αιγαίου ( Νάξος , Μήλος , Ρόδος , Κως) για την περίοδο 1250-1150 Π.Κ.Χ. δείχνει ότι στις περιοχές αυτές δεν συνέβη κατάρρευση των μυκηναϊκών ανακτόρων. Η θεωρία Vermeule δίνει μια καλύτερη απάντηση στο ερώτημα γιατί τα ανάκτορα δεν ξαναχτίστηκαν από ότι το ποιος κατέστρεψε αυτά και γιατί.
V. R. d’A. Desborough 1964:
Ο Desborough πρότεινε το ενδεχόμενο μιας εισβολής από το βορρά. Τη θεωρία την στήριξε στην εμφάνιση νέων κατηγοριών χάλκινων αντικειμένων και των ξιφών τύπου « Naue ΙΙ “.
Η απειλή από εξωτερικούς εισβολείς μπορεί να είναι η αιτία για την ενίσχυση των οχυρώσεων, όμως ο υλικός πολιτισμός της ΥΕ ΙΙΙΓ (1190 – 1060 Π.Κ.Χ.) δείχνει αδιάκοπη συνέχεια με την ανακτορική περίοδο πριν την καταστροφή. Ακόμα και αν επιτέθηκαν τελικά εξωτερικοί εισβολείς, δεν εγκαταστάθηκαν στις περιοχές που έλεγχαν οι Μυκηναίοι.
Και τα δύο όμως εμφανίζονται ήδη πριν από τις καταστροφές και όχι με την έλευση πληθυσμών που μπορεί να ευθύνονται για τις καταστροφές. Νέα ταφικά έθιμα (καύση νεκρών, κιβωτιόσχημοι τάφοι) εμφανίζονται με χρονική απόσταση από το τέλος της ΥΕ ΙΙΙΒ (1330 – 1190 Π.Κ.Χ.), στην προχωρημένη ΥΕ ΙΙΙΓ(1190 – 1060 Π.Κ.Χ.). Ο μύθος της Καθόδου των Δωριέων, που έπλασαν οι Έλληνες της πρώτης χιλιετίας για να εξηγήσουν την καταγωγή τους, δεν μπορεί να επιβεβαιωθεί αρχαιολογικά.
Στα μέσα της ΥΕ ΙΙΙΓ σημειώνεται μια «αναγέννηση», που εκφράζεται κυρίως στη διακόσμηση αγγείων με εικονιστικές σκηνές. Το υπερπόντιο εμπόριο εξακολουθεί και τώρα μάλιστα στρέφεται και προς τα δυτικά, στην Ιταλία. Τελευταίες έρευνες στην Τίρυνθα, τη Μιδέα και τη Νάξο δείχνουν πως στην ΥΕ ΙΙΙΓ υπήρξαν ακόμα και προσπάθειες να επισκευαστούν τα μέγαρα της ανακτορικής περιόδου και να ανασυγκροτηθούν οι δομές εξουσίας. Όμως οι προσπάθειες αυτές δεν απέτρεψαν το οριστικό τέλος με ένα τρίτο κύμα καταστροφών στα τέλη του 12ου αι. Π.Κ.Χ.
Γεώργιος Μυλωνάς (1966):
Θεωρεί ότι έχει δοθεί υπερβολική έμφαση στην σύμπτωση των ανακτορικών καταστροφών . Κατά την άποψή του τα επιμέρους μυκηναϊκά κέντρα καταστράφηκαν από διαφορετικές αιτίες και από πολύ διαφορετικούς ανθρώπους. Προκειμένου να τεκμηριώσει τη θεωρία του επικαλείται την διαφορετικότητα των μύθων που αναφέρονται στις διαφορετικές καταστροφές.
Η προσέγγιση Μυλωνά δεν λαμβάνει επαρκή γνώση της αξιοσημείωτης σύμπτωσης της πλήρους κατάρρευσης του ανακτορικού πολιτισμού στην ελληνική ηπειρωτική χώρα μέσα σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, αναμφισβήτητα όχι περισσότερο από μια γενιά στην Πελοπόννησο. Δεν γίνεται σαφές από την εξήγηση του γιατί τα ανάκτορα δεν ανακατασκευάστηκαν ποτέ.
Rhys Carpenter(1966) David Kaniewskii (2013)
Ο Carpenter πρότεινε ότι τα χρόνια γύρω στο 1200 π.Χ. , δηλαδή , γύρω από το τέλος της περιόδου ΥΕ ΙΙΙΒ , υπήρξε μια εκτεταμένη ξηρασία που κατέστρεψε την παραγωγή της νότιας Πελοποννήσου. Επειδή ο Carpenter δεν ήταν μετεωρολόγος , πολλοί μελετητές θεώρησαν ότι δεν είχε την απαιτούμενη εμπειρία για να τεκμηριώσει τη θεωρία του .
Το 1974 , μια ομάδα μετεωρολόγων τεκμηρίωσαν τη θεωρία του υπό την έννοια ότι θα μπορούσε να έχει συμβεί γύρω στο 1200 Π.Κ.Χ. μία παρατεταμένη ξηρασία. Αργότερα , μελέτες από Kuniholm και τους συνεργάτες πάνω στα δακτιλίδια των κορμών των δέντρων στην Τουρκία έδειξαν ότι μπορεί να υπήρχε μια ξηρασία στην κεντρική Ανατολία κατά το κρίσιμο χρονικό σημείο το οποίο μπορεί να συνδέεται με την κατάρρευση της αυτοκρατορίας των Χετταίων ca . 1200 Π.Κ.Χ.
Πρόσφατη επιστημονική έρευνα του Πανεπιστημίου της τουλούζης ( David Kaniewskii κ.α ) προσπαθεί να τεκμηριώσει ότι πίσω από την κατάρρευση των πολιτισμών βρίσκονταν μια ξηρασία διάρκειας περίπου 300 ετών. Για την πραγματοποίηση της μελέτης, οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αρχαιολόγο Ντέιβιντ Κανιέβσκι, μελέτησαν υπολείμματα γύρης και πλαγκτού, που βρέθηκαν σε διαδοχικά ιζήματα του βυθού μιας αρχαίας λίμνης στη Λάρνακα της Κύπρου, η οποία κάποτε ήταν λιμάνι, αλλά μετά (γύρω στο 1350 π.Χ.) περικλείστηκε από την ξηρά.
Με την ανάλυση των στοιχείων που βρήκαν στη λίμνη, δημιούργησαν μια εικόνα για τις διαχρονικές μεταβολές του κλίματος που συνέβησαν στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Έτσι, συμπέραναν ότι μετά τον 13ο αιώνα π.Χ. σημειώθηκε μια παρατεταμένης διάρκειας ξηρασία η οποία προκάλεσε μια σειρά από πολέμους, λιμούς και εσωτερικές αναταραχές, οι οποίοι οδήγησαν τελικά στην κατάρρευση των ισχυρών και ένδοξων πολιτισμών. Μεταξύ αυτών, εκτός του Μυκηναϊκού, εντάσσεται και ο πολιτισμός των Χετταίων της Ανατολίας και άλλων της Ύστερης Εποχής του Χαλκού.
Οι μεταβολές στα ισότοπα άνθρακα και στα είδη φυτών που βρέθηκαν στη λίμνη, δείχνουν ότι βαθμιαία το κλίμα έγινε ολοένα πιο ξηρό και άνυδρο λόγω της σημαντικής μείωσης των βροχών, με συνέπεια οι γεωργικές καλλιέργειες να καταστραφούν.
Αυτή η εξέλιξη εκτιμάται ότι οδήγησε τους πληθυσμούς της ευρύτερης περιοχής σε αδυναμία διατροφής, σε πολιτικοοικονομικές κρίσεις, μαζικές μεταναστεύσεις, πολέμους και επιδρομές,όπως των αινιγματικών «λαών της θάλασσας» κατά της Αιγύπτου περίπου το 1300 π.Χ. Η μελέτη της κυπριακής λίμνης δείχνει ότι η γεωργία στην περιοχή είχε εισέλθει σε περίοδο κρίσης έως το 1200 π.Χ. και δεν κατάφερε να ανακάμψει πριν το 850 π.Χ.
Η θεωρία αυτή μολονότι έχει το πλεονέκτημα ότι μπορεί να τεκμηριωθεί σχετικά εύκολα με μετεωρολογικές και φυσικοχημικές μελέτες δεν μπορει να εξηγήσει την καταστροφή των παλατιών. Θα μπορούσε κάποιος να δεχτεί ότι τα παλάτια λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν από τον πεινασμένο λαό που προσπάθησε να πάρει τα πλεονάσματα των τροφίμων από τις αποθήκες των παλατιών.
Σπύρος Ιακωβίδης (1974)
Οι οικονομίες των μυκηναϊκών ανακτόρων είχαν βασική εξάρτηση από τις συναλλαγές με την Κύπρο και την Ανατολή. Όταν οι εμπορικές διαδρομές που συνέδεαν την Ελλάδα με αυτές τις περιοχές κόπηκαν ως αποτέλεσμα των δραστηριοτήτων των Λαών της Θάλασσας, ο μυκηναϊκός ανακτορικός πολιτισμός κατέρρευσε σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα.
Αυτή η θεωρία , είναι μια ελαφρώς αναθεωρημένη εκδοχή της υπόθεσης Vermeule του 1960. Εκτός από το γεγονός ότι οι δραστηριότητες των Λαών της Θάλασσας εχουν τεκμηριωθεί μόνο στο ανατολικότερο τμήμα της Μεσογείου η θεωρία αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει την ξαφνική ερήμωση της Πελοποννήσου κατά την περίοδο ΥΕ ΙΙΙΓ ή να προσδιορίσει ποιος κατέστρεψε πραγματικά τα μυκηναϊκά ανάκτορα .
Η μείωση στις επαφές μεταξύ της μυκηναϊκής ελληνικής ηπειρωτικής χώρας με την Κύπρο και τη δυτική Ανατολία αρχίζει να είναι εμφανής στο τελευταίο μέρος της περιόδου ΥΕ ΙΙΙΒ , γεγονός που υποδηλώνει ότι η διαταραχή των μυκηναϊκών εμπορικών δραστηριοτήτων με την ανατολή ήταν μια σταδιακή και, ενδεχομένως, μάλλον πολύ αργή διαδικασία και όχι ξαφνική.
Η σπανιότητα των πρώτων υλών , καθώς και του χαλκού ειδικότερα για εξειδικευμένους εργαζόμενους μέσα στο βασίλειο της Πύλου προκύπτει από κείμενα της Γραμμικής Β. Ακόμη έχει διαπιστωθεί ότι και σε άλλα μυκηναϊκά κέντρα υπήρχε αυτή η έλειψη πρώτων υλών σε όλο το νότιο Αιγαίο από τα τέλη του 13ου αιώνα π.Χ.
Rutter (1975, 1990), Walberg (1976), Deger-Jalkotzy (1977, 1983), Small (1990, 1997), Pilides (1994), Bankoff, Meyer, and Stefanovich (1996)
Η θεωρίες των ανωτέρω στηρίζονται στην διαφορετικότητα μερικών κεραμικών που έχουν βρεθεί κατά περιόδους στις ανασκαφές των μυκηναϊκών ανακτόρων. Πάνω στην διαφορετικότητα και τον “πρωτογονισμό” των κεραμικών αυτών στηρίζουν την επιδρομή άλλων λαών από τον βορρά.
Οι θεωρίες των επιδρομών δεν μπορούν να τεκμηριωθούν με τα μη εξελιγμένα κεραμικά που βρέθηκαν διότι θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι πολλές φορές τα κεραμικά κατασκευάζονταν στα σπίτια και όχι από επαγγελματίες. Ακόμη μερικά κεραμικά μπορει να είχαν μεταφερθεί μαζί με προϊόντα από άλλες περιοχές.
Winter F.A. (1977)
Ο Winter στηρίζει την θεωρία της “από βορράν επιδρομής”, με κάτι ανάλογο με την εισβολή των Γαλάτων τον 3ο αιώνα π.Χ. στην Ανατολή και το 6ο μ.Χ. αιώνα την εισβολή Σλαβικών φύλων στην Ελλάδα.
Και οι δύο αυτοί επιδρομείς δεν άφησαν ανασκαφικά στοιχεία διότι όταν οι εισβολείς είναι σε χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο από τους κατοίκους της περιοχής που εισβάλλουν συχνά δεν αφήνουν πίσω τους κανένα σημάδι της παρουσίας τους, εκτός από την καταστροφή και τη δραστική μείωση του πληθυσμού.
Ακόμα και όταν παραμένουν στην περιοχή που εισβάλουν , όπως και οι Γαλάτες και οι Σλάβοι , συχνά δεν είναι αρχαιολογικά ανιχνεύσιμοι ή παρατηρήσιμοι, δεδομένου ότι μπορεί να αφομοιωθουν πολιτιστικά από τον πληθυσμό που έχουν κατακτήσει.
Σχόλια: Ανεξάρτητα από το αν η χειροποίητη και στιλβωμένη κεραμική και τα νέα χάλκινα είδη έχουν καμία σημασία ως δείκτες της ταυτότητας μιας ομάδας των εισβολέων, τα εμφανή επίπεδα καταστροφής και ερήμωσης σην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της περιόδου ca. 1250-1150 Π.Κ.Χ. είναι ικανά αποδεικτικά στοιχεία για να στηρηχθεί η θεωρία της εισβολής από το εξωτερικό στην Μυκηναϊκή Ελλάδα ως σκεπτικό για την κατάρρευση του μυκηναϊκού ανακτορικού συστήματος.
Η θεωρία δεν έγινε αποδεκτή από τους ιστορικούς και τους αρχαιολόγους διότι δεν μπορεί να εξηγήσει την καθολική καταστροφή και την ερήμωση της περιοχής. Επιπρόσθετα δεν απαντά στο ερώτημα της μη ανοικοδόμησης των ανακτόρων.
Betancourt Philip P. (1976)
O Betancourt υποστήριξε ότι η οικονομία της μυκηναϊκής περιόδου ήταν τόσο εξειδικευμένη οπότε μια σύντομη περίοδος διαταραχής της κάθε είδους, σαν αποτέλεσμα των εσωτερικών κοινωνικών αναταραχών, της εισβολής από το εξωτερικό, της περιόδου με κακές καιρικές συνθήκες, θα οδηγούσε αναπόφευκτα στην κατάρρευση των μεγάλων οικονομικών κέντρων , τα ανάκτορα, ένα φαινόμενο το οποίο με τη σειρά του θα προκαλούσε ένα είδος εσωτερικού χάους που θα οδηγούσε στην εκτεταμένη ερήμωση μεγάλων περιοχών της ελληνικής ηπειρωτικής χώρας, ακόμη και αν ήταν εύφορη γεωργικά όπως αυτή της αρχαίας Άνθειας.
Σχόλιο: Η εύθραυστη μυκηναϊκή ανακτορική οικονομία μπορει να εξηγήσει την εξαφάνιση του ανακτορικού πολιτισμού από την Ελλάδα μετά το 1200 Π.Κ.Χ. αλλά δεν εξηγεί την γενεσιουργό αιτία που οδήγησε στις καταστροφές των ανακτόρων, σε πρώτη φάση.
Robert Drews (1993)
Σε μια ευρεία αναθεώρηση της σχετικά ξαφνικής εξαφάνισης πολλών βασιλείων και αυτοκρατοριών σε όλη την ανατολική Μεσόγειο στα μεταγενέστερα 13ο και στις αρχές του 12ου αιώνα Π.Κ.Χ., ο Drews δείχνει ότι αυτές οι καταρρεύσεις σημειώθηκαν ως αποτέλεσμα μια θεμελιώδους αλλαγής στη φύση του πολέμου σε αυτή την περίοδο .
Κατά την άποψή του , αυτό που συνέβη είναι η αντικατάσταση του σφοδρότατου άρματος που ήταν κυρίαρχηο στα πεδία μαχών με ελαφρά οπλισμένους πεζικάριους που φέρουν κυρίως το ακόντιο ως όπλο .
Η επιτυχία αυτών των νέων στρατευμάτων στην μάχη ενάντια στα άρματα του παραδοσιακού τύπου επιφέρει ένα μοιραίο πλήγμα στις μιλιταριστικές πολιτείες των οποίων η ισχύς είχε βασιστεί πάνω σε άρματα επανδρωμένα με πολεμιστές της κοινωνικά και οικονομικά προνομιούχου ελίτ, που είχαν την οικονομική δυνατότητα να συντηρούν το άρμα .
Οπότε ο νέος τρόπος πολέμου συνεπάγεται την εγκατάλειψη μιας ολόκληρης κοινωνικής τάξης που βασίζεται στην ανάδειξη της μέσα από την ιππήλατη μάχη με αποτέλεσμα είτε εντελώς να διαλυθεί ή τουλάχιστον σε μεγάλο βαθμό να τροποποιηθεί.
Ο εντοπισμός μίας και μοναδικής αιτίας για ένα πολύ σύνθετο και πολύπλευρο συνδυασμό γεγονότων που περιλαμβάνουν μια πολύ μεγάλη περιοχή πάνω από έναν αιώνα μπορεί να θεωρηθεί σαν υπεραπλούστευση. Από την άλλη μεριά το άρμα εξακολουθεί να είναι στη μεταανακτορική μυκηναϊκή τέχνη πολύ συχνό στις απεικονήσεις και μάλιστα συνδέεται ρητά με πόλεμο.
Οι παραπάνω θεωρίες μπορεί χονδρικά να κατηγοριοποιηθούν σε αυτές που αναφέρονται σε οικονομικούς παράγοντες, στην αλλαγή του κλίματος, στις εσωτερικές κοινωνικές αναταραχές, στις εξωτερικές επιδρομές και στις αλλαγές της πολεμικής τέχνης. Εκτός απ αυτές έχουν διατυπωθεί και πολλές άλλες , όπως αυτή που δικαιολογεί την κατάρρευση σαν αποτέλεσμα της εκστρατεία ς στην Τροία των αξιόλογων ηγεμόνων οπότε αυτοί που απέμειναν μετά από έριδες και κακή διαχείρηση αποδυνάμωσαν τα παλάτια με αποτέλεσμα να καταστραφούν.
Το γενικό συμπέρασμα είναι πως όλες οι παραπάνω αιτίες δικαιολογούν ως ένα βαθμό την παρακμή του ανακτορικού μυκηναϊκού πολιτισμού, με διαφορετική βαρύτητα σε κάθε συγκεκριμένη περιοχή. Καμία από αυτές τις θεωρίες δεν μπορεί να εξηγήσει το τέλος από μόνη της ή να εφαρμοστεί σε ολόκληρο το μυκηναϊκό κόσμο.
Τα ερωτήματα που μένουν αναπάντητα χωρίς να είναι τα μοναδικά θα μπορούσαν να είναι:
- Πόσο σταθερή ήταν η μυκηναϊκή ανακτορική κοινωνία πριν την καταστροφή; Ήταν αρκετά ευέλικτη ώστε να αντέξει ουσιαστικά στο επερχόμενο “σοκ”;Υπήρχαν ορισμένα “σοκ” που έπληξαν τον μυκηναϊκό ανακτορικό πολιτισμό στο σύνολό του;
- Είχαν αυτά σε κάθε περίπτωση την τελική ευθύνη για την καταστροφή των επιμέρους ανακτορικών κέντρων ή ήταν τέτοιες καταστροφές αλληλοσυνδεόμενες με πολύ εντοπισμένες αλυσίδες αιτιώδους συνάφειας;
- Γιατί τα ανάκτορα δεν ξανακατοικήθηκαν;
- Γιατί οι μεγάλες περιοχές της Πελοποννήσου, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων από τις πλουσιότερες γεωργικές περιοχές στη νότια Ελλάδα όπως αυτή της Αρχαίας Άνθειας, ερημώθηκαν τόσο πολύ κατά τη διάρκεια του αιώνα που ακολούθησε την καταστροφή των ανακτόρων;
- Τι ποσοστά του πληθυσμού που εξαφανίστηκε πέθαναν στην Ελλάδα από την πείνα και τις ασθένειες ή στη μάχη, και τι ποσοστό μετανάστευσαν νότια στην Κρήτη, ανατολικά έως την Κύπρος και δυτικά στα νησιά του Ιονίου;
- Robert Drews The End of the Bronze Age
- Winter, F.A. 1977. ‘An historically derived model for the Dorian invasion.’ In Symposium on the Dark Ages in Greece. New York: New York University, 51-59.
- The collapse of palatial society in LBA Greece and the postpalatial period Durcham University
- Environmental Roots of the Late Bronze Age Crisis University of Oxford
- Rhys Carpenter Discontinuity in Greek civilization Cambridge University Press, 1966
- V. R. d’A. Desborough, The End of the Mycenaean Age, Oxford: Clarendon Press, 1964
- grepolis
- Emily Vermeule, Greece in the Bronze Age ,University of Chicago Press
- Aegean Prehistoric Archaeology
- ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ,http://arxaiathouria.wordpress.com