Ο Αγέλαος από τη Ναύπακτο, ήταν στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας και θεωρούταν μία από τις σπουδαιότερες προσωπικότητες της εποχής του. Ιδιαίτερα γνωστός είναι για τον αγώνα του για ειρήνη στη Ναύπακτο και την προσπάθειά του όλοι οι Έλληνες να ζήσουν αδελφικά.
«Ος έφη δείν μάλιστα μεν μηδέποτε πολεμείν τούς Έλληνας αλλήλοις, αλλά μεγάλην χάριν έχειν τοις θεοίς, ει λέγοντες εν και ταυτό πάντες, και συμπλέκοντες τας χείρας, καθάπερ οι τούς ποταμούς διαβαίνοντες, δύναιντο τας των βαρβάρων εφόδους αποτριβόμενοι συσσώζειν σφας αυτούς και τας πόλεις…».
«Αυτός είπε ότι κατ’ εξοχήν οι Έλληνες σε καμμιά περίπτωση πια δεν πρέπει να πολεμούν μεταξύ τους, αλλά να χρεωστούν μεγάλη χάρη στο θεό, εάν με το να λένε όλοι να και το αυτό, δηλαδή να ομονοήσουν, και με το να συμπλέξουν τα χέρια, όπως κάνουν αυτοί πού διαβαίνουν τούς ποταμούς, θα μπορέσουν, αποκρούοντας τις εφόδους των βαρβάρων, να σώσουν, μαζί με τον εαυτό τους, και τις πόλεις τους…»
Ένας ακόμη σπουδαίος στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας, ήταν ο Αγέλαος, Ναυπάκτιος στην καταγωγή. Η θητεία του ως
στρατηγός ή Αιτωλάρχης, συνέπεσε με τις δραματικές εξελίξεις της περιόδου του 3ου-2ου αιώνα π.Χ., όπου η Ελλάδα αλληλοσπαραζόταν από εμφύλιες συγκρούσεις και οι Ρωμαίοι από τα δυτικά, ορέγονταν τα ελληνικά εδάφη. Ελάχιστοι ήταν αυτοί όπου μπορούσαν να προβλέψουν τις μελλοντικές κινήσεις των Ρωμαίων, που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά να εκμεταλλευτούν τις εσωτερικές διαμάχες και αδυναμίες των Ελλήνων.
Ο Αγέλαος αποτελούσε μια τέτοια προσωπικότητα και με το κύρος που τον χαρακτήριζε ως ηγέτη των Αιτωλών, πρωτοστάτησε να πραγματοποιηθεί μια συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων των ελληνικών πόλεων, προκειμένου να ληφθούν μέτρα και να συζητηθούν τα πάντα που είχαν σχέση με το μέλλον της Ελλάδας. Πίστευε – κι αυτή ήταν η πραγματικότητα – ότι Μακεδόνες, Αιτωλοί και Αχαιοί, ήταν οι μοναδικοί που μπορούσαν να προβάλλουν αντίσταση στον ρωμαϊκό επεκτατισμό.
Η διάσκεψη πραγματοποιήθηκε το 217 π.Χ. κοντά στην πόλη της Ναυπάκτου, αφού πρώτα είχε απελευθερωθεί ο Αιτωλός Κλεόνικος από τους Αχαιούς (σημ. υπήρχαν ήδη συγκρούσεις Αιτωλών και Αχαιών). Είναι άγνωστο εάν ο Αγέλαος ήταν ήδη στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας κατά τη διάρκεια της διάσκεψης ή είχε κάποιον τιμητικό τίτλο ως εκπρόσωπος των Αιτωλών.
Οι μόνες πληροφορίες που έχουμε για την ύστατη συνάντηση αυτή των ελληνικών αντιπροσώπων στη Ναύπακτο, προέρχονται από τον φιλορωμαίο ιστορικό Πολύβιο, ο οποίος απορρίπτει σαν πληροφορία τις διάφορες απόψεις που εκτέθηκαν εκεί ως ανάξιες λόγου και αναφέρει την ομιλία του Αγέλαου, ως τη μόνη σπουδαία. Εξάλλου, η γενικότερη αρνητική τοποθέτηση του Πολύβιου προς τους Αιτωλούς, δικαιολογεί και την περιφρόνησή του σε αυτή τη συνάντηση.
Σύμφωνα με τον Πολύβιο λοιπόν, μέρος της ομιλίας του Αγέλαου ήταν και η κάτωθι:
«Ποτέ δεν πρέπει να πολεμούν οι Έλληνες μεταξύ τους, αλλά να χρωστούν μεγάλη χάρη στους θεούς, αν μπορούσαν, με μια σκέψη και δένοντας τα χέρια, όπως αυτοί που περνάνε ποτάμια, να αποκρούουν τις επιθέσεις των βαρβάρων σώζοντας τον εαυτό τους και τις πόλεις τους. Αν όμως αυτό είναι εντελώς αδύνατον, τουλάχιστον τώρα έπρεπε να συμφωνήσουν και να φυλάγονται λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρούς στρατούς και το μεγάλο πόλεμο που έχει αρχίσει στη Δύση. Γιατί είναι φανερό στον καθένα, που και λίγο ανακατεύεται με την πολιτική, ότι, είτε ο Καρχηδόνιοι νικήσουν τους Ρωμαίους είτε οι Ρωμαίοι τους Καρχηδόνιους, είναι φυσικό να μην περιοριστούν οι νικητές με κανέναν τρόπο στην κυριαρχία της Ιταλίας και της Σικελίας, αλλά να έρθουν στην Ελλάδα και να προσπαθήσουν να επεκτείνουν τα σχέδια τους και την εξουσία τους.
Γι’ αυτό λοιπόν, πρέπει όλοι να καιροφυλακτούν και ιδιαίτερα ο Φίλιππος. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να σταματήσει να φθείρει τις δυνάμεις των άλλων Ελλήνων πολεμώντας εναντίον τους και κάνοντάς τους εύκολη λεία των επιτιθέμενων, αλλά αντίθετα να φροντίζει εξίσου για όλους, σαν να ανήκει όλη η Ελλάδα στον ίδιο. Γιατί μόνο έτσι θα έχει την εύνοια και ακόμα την υποστήριξή τους σε κάθε ξένη επιβουλή. Έπειτα εκείνος που θα θελήσει να επιτεθεί εναντίον του θα διστάσει να το πράξει, αν γνωρίζει ότι οι άλλοι Έλληνες είναι με το μέρος του.
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας πρέπει να στρέψει τη δραστηριότητά του στη Δύση, γιατί δεν θα ήταν καθόλου απίθανο στην κατάλληλη περίσταση να επεκτείνει την κυριαρχία του και εκεί. Η παρούσα περίσταση, είναι κατάλληλη για την πραγματοποίηση αυτής της ελπίδας. Τυχόν διαφορές του με τους άλλους Έλληνες, να τις αναβάλει για αργότερα, όταν δηλαδή δεν θα υπήρχε εξωτερικός κίνδυνος. Γιατί αν ποτέ τα νέφη της Δύσης έρθουν στην Ελλάδα, πολύ φοβούμαι ότι, χωρίς να το θέλουμε, θα σταματήσουμε να φιλονικούμε μεταξύ μας, ή να συμβιβαζόμαστε όπως τώρα. Τότε θα παρακαλούμε τους Θεούς να μας δώσουν και πάλι την ελευθερία να ρυθμίζουμε τις διαφορές μας μόνοι μας, όποτε θέλουμε-αλλά θα είναι πολύ αργά. Δεν πρέπει να περιμένουμε να σταθούν πάνω από την Ελλάδα τα νέφη που συσσωρεύονται στη Δύση».
Δυστυχώς, δεν έχουν διασωθεί ή ανευρεθεί τα πρακτικά της συνάντησης, κι έτσι δεν έχουμε πλήρη εικόνα των λόγων των υπόλοιπων συνέδρων, αλλά και ούτε ολόκληρη την ομιλία του Αγέλαου. Ωστόσο, μέσα από τα παραπάνω δραματικά αυτά λόγια του Αιτωλού εκπροσώπου, διαφαίνεται η διορατικότητα, η πολιτική του αντίληψη και το φιλειρηνικό του πνεύμα. Τα εμπνευσμένα λόγια του, προκάλεσαν βαθιά απήχηση, ώστε όλοι οι αντιπρόσωποι, μετέφεραν τα λόγια ειρήνης στις πόλεις τους, ενισχύοντας την ελπίδα για μια ένωση των ελληνικών πόλεων απέναντι στους Ρωμαίους.
Μάλιστα, οι Αθηναίοι τίμησαν τον Αγέλαο, ανακηρύσσοντάς τον στρατηγό της πόλης τους. Δυστυχώς, η καχυποψία σε συνδυασμό με τη ρωμαϊκή προπαγάνδα, έθεσαν τον Αγέλαο στο περιθώριο, δεχόμενος μάλιστα κατηγορίες πως ο σκοπός του ήταν να ωφελήσει την Αιτωλική Συμπολιτεία. Έτσι, λίγο καιρό μετά, ξανάρχισαν οι εμφύλιες διαμάχες και οι φόβοι του Αγέλαου επαληθεύτηκαν. Ήταν ζήτημα χρόνου να εισέλθουν οι Ρωμαίοι στην Ελλάδα ως «απελευθερωτές», γεγονός το οποίο συνέβη μετά από 20 χρόνια.
Η διάσκεψη της Ναυπάκτου και ο βαρυσήμαντος λόγος του Αγέλαου, είναι μια μεγάλη στιγμή του Ελληνισμού της αρχαιότητας.
Λίγα χρόνια αργότερα, ένας Ακαρνάνας, ο Λυκίσκος, εξέθετε τις ίδιες ανησυχίες για το μέλλον της Ελλάδας. Ήταν η τελευταία φορά, που ένας Αιτωλός κι ένας Ακαρνάνας, δύο Έλληνες μίλησαν για αλληλεγγύη, ενότητα και ομόνοια κι αυτό συγκλόνισε πολλούς, δυστυχώς όμως χωρίς αποτέλεσμα.
Τα λόγια του Αγέλαου, αλλά και του Λυκίσκου, θα πρέπει να διδάσκονται σε όλους τους Έλληνες, αφού πάντοτε είναι επίκαιρα.
Πηγή
«Ος έφη δείν μάλιστα μεν μηδέποτε πολεμείν τούς Έλληνας αλλήλοις, αλλά μεγάλην χάριν έχειν τοις θεοίς, ει λέγοντες εν και ταυτό πάντες, και συμπλέκοντες τας χείρας, καθάπερ οι τούς ποταμούς διαβαίνοντες, δύναιντο τας των βαρβάρων εφόδους αποτριβόμενοι συσσώζειν σφας αυτούς και τας πόλεις…».
«Αυτός είπε ότι κατ’ εξοχήν οι Έλληνες σε καμμιά περίπτωση πια δεν πρέπει να πολεμούν μεταξύ τους, αλλά να χρεωστούν μεγάλη χάρη στο θεό, εάν με το να λένε όλοι να και το αυτό, δηλαδή να ομονοήσουν, και με το να συμπλέξουν τα χέρια, όπως κάνουν αυτοί πού διαβαίνουν τούς ποταμούς, θα μπορέσουν, αποκρούοντας τις εφόδους των βαρβάρων, να σώσουν, μαζί με τον εαυτό τους, και τις πόλεις τους…»
Ένας ακόμη σπουδαίος στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας, ήταν ο Αγέλαος, Ναυπάκτιος στην καταγωγή. Η θητεία του ως
στρατηγός ή Αιτωλάρχης, συνέπεσε με τις δραματικές εξελίξεις της περιόδου του 3ου-2ου αιώνα π.Χ., όπου η Ελλάδα αλληλοσπαραζόταν από εμφύλιες συγκρούσεις και οι Ρωμαίοι από τα δυτικά, ορέγονταν τα ελληνικά εδάφη. Ελάχιστοι ήταν αυτοί όπου μπορούσαν να προβλέψουν τις μελλοντικές κινήσεις των Ρωμαίων, που δεν ήταν τίποτε άλλο παρά να εκμεταλλευτούν τις εσωτερικές διαμάχες και αδυναμίες των Ελλήνων.
Ο Αγέλαος αποτελούσε μια τέτοια προσωπικότητα και με το κύρος που τον χαρακτήριζε ως ηγέτη των Αιτωλών, πρωτοστάτησε να πραγματοποιηθεί μια συνάντηση μεταξύ εκπροσώπων των ελληνικών πόλεων, προκειμένου να ληφθούν μέτρα και να συζητηθούν τα πάντα που είχαν σχέση με το μέλλον της Ελλάδας. Πίστευε – κι αυτή ήταν η πραγματικότητα – ότι Μακεδόνες, Αιτωλοί και Αχαιοί, ήταν οι μοναδικοί που μπορούσαν να προβάλλουν αντίσταση στον ρωμαϊκό επεκτατισμό.
Η διάσκεψη πραγματοποιήθηκε το 217 π.Χ. κοντά στην πόλη της Ναυπάκτου, αφού πρώτα είχε απελευθερωθεί ο Αιτωλός Κλεόνικος από τους Αχαιούς (σημ. υπήρχαν ήδη συγκρούσεις Αιτωλών και Αχαιών). Είναι άγνωστο εάν ο Αγέλαος ήταν ήδη στρατηγός της Αιτωλικής Συμπολιτείας κατά τη διάρκεια της διάσκεψης ή είχε κάποιον τιμητικό τίτλο ως εκπρόσωπος των Αιτωλών.
Οι μόνες πληροφορίες που έχουμε για την ύστατη συνάντηση αυτή των ελληνικών αντιπροσώπων στη Ναύπακτο, προέρχονται από τον φιλορωμαίο ιστορικό Πολύβιο, ο οποίος απορρίπτει σαν πληροφορία τις διάφορες απόψεις που εκτέθηκαν εκεί ως ανάξιες λόγου και αναφέρει την ομιλία του Αγέλαου, ως τη μόνη σπουδαία. Εξάλλου, η γενικότερη αρνητική τοποθέτηση του Πολύβιου προς τους Αιτωλούς, δικαιολογεί και την περιφρόνησή του σε αυτή τη συνάντηση.
Σύμφωνα με τον Πολύβιο λοιπόν, μέρος της ομιλίας του Αγέλαου ήταν και η κάτωθι:
«Ποτέ δεν πρέπει να πολεμούν οι Έλληνες μεταξύ τους, αλλά να χρωστούν μεγάλη χάρη στους θεούς, αν μπορούσαν, με μια σκέψη και δένοντας τα χέρια, όπως αυτοί που περνάνε ποτάμια, να αποκρούουν τις επιθέσεις των βαρβάρων σώζοντας τον εαυτό τους και τις πόλεις τους. Αν όμως αυτό είναι εντελώς αδύνατον, τουλάχιστον τώρα έπρεπε να συμφωνήσουν και να φυλάγονται λαμβάνοντας υπόψη τους ισχυρούς στρατούς και το μεγάλο πόλεμο που έχει αρχίσει στη Δύση. Γιατί είναι φανερό στον καθένα, που και λίγο ανακατεύεται με την πολιτική, ότι, είτε ο Καρχηδόνιοι νικήσουν τους Ρωμαίους είτε οι Ρωμαίοι τους Καρχηδόνιους, είναι φυσικό να μην περιοριστούν οι νικητές με κανέναν τρόπο στην κυριαρχία της Ιταλίας και της Σικελίας, αλλά να έρθουν στην Ελλάδα και να προσπαθήσουν να επεκτείνουν τα σχέδια τους και την εξουσία τους.
Γι’ αυτό λοιπόν, πρέπει όλοι να καιροφυλακτούν και ιδιαίτερα ο Φίλιππος. Αυτό σημαίνει, ότι πρέπει να σταματήσει να φθείρει τις δυνάμεις των άλλων Ελλήνων πολεμώντας εναντίον τους και κάνοντάς τους εύκολη λεία των επιτιθέμενων, αλλά αντίθετα να φροντίζει εξίσου για όλους, σαν να ανήκει όλη η Ελλάδα στον ίδιο. Γιατί μόνο έτσι θα έχει την εύνοια και ακόμα την υποστήριξή τους σε κάθε ξένη επιβουλή. Έπειτα εκείνος που θα θελήσει να επιτεθεί εναντίον του θα διστάσει να το πράξει, αν γνωρίζει ότι οι άλλοι Έλληνες είναι με το μέρος του.
Ο βασιλιάς της Μακεδονίας πρέπει να στρέψει τη δραστηριότητά του στη Δύση, γιατί δεν θα ήταν καθόλου απίθανο στην κατάλληλη περίσταση να επεκτείνει την κυριαρχία του και εκεί. Η παρούσα περίσταση, είναι κατάλληλη για την πραγματοποίηση αυτής της ελπίδας. Τυχόν διαφορές του με τους άλλους Έλληνες, να τις αναβάλει για αργότερα, όταν δηλαδή δεν θα υπήρχε εξωτερικός κίνδυνος. Γιατί αν ποτέ τα νέφη της Δύσης έρθουν στην Ελλάδα, πολύ φοβούμαι ότι, χωρίς να το θέλουμε, θα σταματήσουμε να φιλονικούμε μεταξύ μας, ή να συμβιβαζόμαστε όπως τώρα. Τότε θα παρακαλούμε τους Θεούς να μας δώσουν και πάλι την ελευθερία να ρυθμίζουμε τις διαφορές μας μόνοι μας, όποτε θέλουμε-αλλά θα είναι πολύ αργά. Δεν πρέπει να περιμένουμε να σταθούν πάνω από την Ελλάδα τα νέφη που συσσωρεύονται στη Δύση».
Δυστυχώς, δεν έχουν διασωθεί ή ανευρεθεί τα πρακτικά της συνάντησης, κι έτσι δεν έχουμε πλήρη εικόνα των λόγων των υπόλοιπων συνέδρων, αλλά και ούτε ολόκληρη την ομιλία του Αγέλαου. Ωστόσο, μέσα από τα παραπάνω δραματικά αυτά λόγια του Αιτωλού εκπροσώπου, διαφαίνεται η διορατικότητα, η πολιτική του αντίληψη και το φιλειρηνικό του πνεύμα. Τα εμπνευσμένα λόγια του, προκάλεσαν βαθιά απήχηση, ώστε όλοι οι αντιπρόσωποι, μετέφεραν τα λόγια ειρήνης στις πόλεις τους, ενισχύοντας την ελπίδα για μια ένωση των ελληνικών πόλεων απέναντι στους Ρωμαίους.
Μάλιστα, οι Αθηναίοι τίμησαν τον Αγέλαο, ανακηρύσσοντάς τον στρατηγό της πόλης τους. Δυστυχώς, η καχυποψία σε συνδυασμό με τη ρωμαϊκή προπαγάνδα, έθεσαν τον Αγέλαο στο περιθώριο, δεχόμενος μάλιστα κατηγορίες πως ο σκοπός του ήταν να ωφελήσει την Αιτωλική Συμπολιτεία. Έτσι, λίγο καιρό μετά, ξανάρχισαν οι εμφύλιες διαμάχες και οι φόβοι του Αγέλαου επαληθεύτηκαν. Ήταν ζήτημα χρόνου να εισέλθουν οι Ρωμαίοι στην Ελλάδα ως «απελευθερωτές», γεγονός το οποίο συνέβη μετά από 20 χρόνια.
Η διάσκεψη της Ναυπάκτου και ο βαρυσήμαντος λόγος του Αγέλαου, είναι μια μεγάλη στιγμή του Ελληνισμού της αρχαιότητας.
Λίγα χρόνια αργότερα, ένας Ακαρνάνας, ο Λυκίσκος, εξέθετε τις ίδιες ανησυχίες για το μέλλον της Ελλάδας. Ήταν η τελευταία φορά, που ένας Αιτωλός κι ένας Ακαρνάνας, δύο Έλληνες μίλησαν για αλληλεγγύη, ενότητα και ομόνοια κι αυτό συγκλόνισε πολλούς, δυστυχώς όμως χωρίς αποτέλεσμα.
Τα λόγια του Αγέλαου, αλλά και του Λυκίσκου, θα πρέπει να διδάσκονται σε όλους τους Έλληνες, αφού πάντοτε είναι επίκαιρα.
Πηγή