Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Ο Ιερός Λόχος Θηβών

Ο Ιερός Λόχος αποτέλεσε μια επίλεκτη μονάδα, δεν ήταν η πρώτη της ελληνικής ιστορίας, ως τακτική στρατιωτική δύναμη μιας πόλης-κράτους αλλά ήταν η πιο ξακουστή. Σχηματίστηκε αρχικά από τον Γοργίδα αλλά διαμορφώθηκε από τους ιδιοφυείς στρατηγούς Πελοπίδα και Επαμεινώνδα. Επρόκειτο για ένα σώμα 150 ζευγών. Ήταν ονομαστή τόσο για τις εξαιρετικές επιδόσεις της, όσο και για το τραγικό της τέλος, όταν στη μάχη της Χαιρώνειας σκοτώθηκαν ανεξαιρέτως όλοι οι πολεμιστές.

Οι ιερολοχίτες στην λαίλαπα της μάχης πολεμούσαν όχι μόνο για τον εαυτό τους αλλά και για το ζευγάρι που είχαν χρεωθεί. Οι Θηβαίοι διέθεταν το καλύτερο ιππικό της Νοτίου Ελλάδας με διαφορά από το μέχρι τότε μέτριο αντίστοιχο πελοποννησιακό. Με την χρήση των νεότερων στρατιωτικών μεθόδων οι Θηβαίοι κατόρθωσαν να αποτελέσουν ισχυρή δύναμη εκείνη την εποχή, οδηγούμενοι στη θηβαϊκή ηγεμονία χρησιμοποιώντας την οπλιτική φάλαγγα υπό την καθοδήγηση των εμπνευσμένων στρατηγών.

Οι μάχες των Ιερολοχιτών:


  • Ορχομενού 376 π.Χ εναντίον Σπαρτιατών
  • Λεύκτρων 371 π.Χ εναντίον Σπαρτιατών

Σε αυτή τη μάχη ο Επαμεινώνδας αναδείχθηκε σε ηγετική μορφή της Θήβας, καθώς επινόησε τη Λοξή Φάλαγγα, χάρη στην οποία το στράτευμά του κατατρόπωσε τον ισχυρό στρατό της Σπάρτης και η Θήβα κυριάρχησε στον ελλαδικό χώρο.

  • Χαιρώνειας 338π.Χ αντιμετωπίζοντας τον Αλέξανδρο γιο του Φιλίππου Β της Μακεδονίας

Τα όπλα του Ιερού Λόχου


  • Η οκτώσχημη ασπίδα
  • Βοιωτικό κράνος
  • Γοργόνα έμβλημα ασπίδας

Στην Ολυμπία βρέθηκαν αρκετά δείγματα χάλκινων εμβλημάτων τα οποία πρέπει να δημιουργήθηκαν ειδικά ως αφιερώματα, καθώς θα ξεκολλούσαν εύκολα στη μάχη με το πρώτο χτύπημα. Στις πολεμικές ασπίδες τα εμβλήματα ήταν ζωγραφιστά.

Η αντιπαλότητα Σπάρτης – Θήβας


Η αντιπαλότητα Σπάρτης- Θήβας είχε ξεκινήσει από την Άνοιξη του 371 π.Χ., στην Σπάρτη έλαβε χώρα το συνέδριο των ελληνικών πόλεων με στόχο την επίτευξη γενικής ειρήνης. Ωστόσο οι σύνεδροι αρνήθηκαν στον Επαμεινώνδα να εκπροσωπήσει όλους τους Βοιωτούς και να συμπεριλάβουν την Θήβα στη συνθήκη  κηρύσσοντάς  την «έκσπονδη».

Οι Σπαρτιάτες δεν έβλεπαν με καλό μάτι την ηγεμονία της Θήβας στις βοιωτικές πόλεις. Έτσι αποφάσισαν να επιτεθούν στη Θήβα με επικεφαλής τον βασιλιά Κλεόμβροτο, ο οποίος είχε στη διάθεση του 10.000 πεζούς και 1.000 ιππείς, ενώ οι Θηβαίοι είχαν στη διάθεσή τους ένα στράτευμα αποτελούμενο από 6.000 άνδρες.

Ο Κλεόμβροτος κατάφερε στην αρχή να κυριεύσει 12 θηβαϊκές τριήρεις, στο βοιωτικό λιμανάκι Κρεύση και στη συνέχεια στρατοπέδευσε στον λόφο  ανάμεσα  στα βουνά Κιθαιρώνα και Ελικώνα. Όταν ο Επαμεινώνδας και ο Πελοπίδας αντίκρισαν τον αριθμητικά υπέρτερο στρατό της Σπάρτης, κράτησαν την ψυχραιμία τους και αναπτέρωσαν το ηθικό των Θηβαίων.

Ο Επαμεινώνδας επινόησε τη Λοξή Φάλαγγα, ώστε να αντιμετωπίσει τους αριθμητικά περισσότερους Σπαρτιάτες αλλά όχι ταυτόχρονα. 

Ισχυροποίησε την αριστερή πτέρυγα, ενώ στο κέντρο και δεξιά τοποθέτησε λιγότερους άνδρες, παρατάσσοντας τους λοξά σε βάθος 50 ανδρών στην αριστερή πτέρυγα, ενώ στο κέντρο και στο δεξιό του στρατεύματος τους παρέταξε σε βάθος 6 ανδρών.

Η αριστερή πλευρά θα εξαπέλυσε επίθεση στη δεξιά και οι υπόλοιποι  θα απέκρουαν τις επιθέσεις (θα επιτίθονταν μόνο όταν οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές). Στην πρώτη γραμμή παρέταξε το   ιππικό, ενώ ως εφεδρεία στην αριστερή του πτέρυγα θα υπήρχε και ο Ιερός Λόχος του Πελοπίδα.

Αντίθετα ο Σπαρτιάτης βασιλιάς παρέταξε το στρατό του σε ευθεία γραμμή, σε βάθος 12 ανδρών, και μπροστά από το πεζικό τοποθέτησε επίσης το ιππικό. Ο Επαμεινώνδας για να αποφύγει την λιποταξία στην μάχη εξέδωσε διακήρυξη επιτρέποντας να αναχωρήσουν από την πόλη όσοι δεν ήθελαν να πολεμήσουν.

Έτσι οι Θεσπιείς και μερικοί άλλοι Βοιωτοί έφυγαν. Πρώτοι στη μάχη έπεσαν οι Σπαρτιάτες ιππείς, με το ιππικό των Θηβαίων να αναδεικνύεται ικανότερο αναγκάζοντας τους Σπαρτιάτες ιππείς σε υποχώρηση.

Ο Κλεόμβροτος τραυματίστηκε θανάσιμα στην μάχη. Η Θήβα κατάφερε να υπερισχύσει σημειώνοντας μια τεράστια νίκη.

Η Αθήνα αποδυναμωμένη εκείνη τη χρονική περίοδο αδυνατούσε να αντιδράσει και δρούσε παρασκηνιακά. Οι Αθηναίοι σκόπευαν να συμμαχήσουν με τους αιώνιους αντιπάλους τους, τους Σπαρτιάτες, ώστε να υποτάξουν τη Θήβα και αργότερα να επιτεθούν στους Σπαρτιάτες, για να τους νικήσουν και εν τέλει να ανακτήσουν τη χαμένη τους δόξα.

Στην Αθήνα ο Πελοπίδας προσπάθησε να συσπειρώσει τους εξόριστους Θηβαίους, ώστε να μπορέσουν να απελευθερώσουν την πόλη από τους δύο τυράννους της Θήβας τον Αρχία και τον Λεωνίδα. Τα κατάφερε μετά την ανάκτηση της εξουσίας των αντι-λακώνων  και την εκδίωξη της σπαρτιατικής φρουράς.

Από ένα χαρακτηριστικό περιστατικό που έχει μείνει στην ιστορία προέκυψε η φράση:  «Ες αύριον τα σπουδαία». Ο  συνονόματος με τον τύραννο,  Αρχίας έστειλε με επιστολή όλες τις λεπτομέρειες την συνωμοσίας και τους συμμετέχοντες σε αυτήν.

Ωστόσο ο τύραννος Αρχίας ήταν ήδη μεθυσμένος μετά από σχετικές, επιτυχημένες προσπάθειες του Φιλίδα και έτσι απάντησε απλώς με τη γνωστή φράση «Ες αύριον τα σπουδαία».

Ο Επαμεινώνδας προέβλεψε τις προθέσεις των Αθηναίων και αποφάσισε να τους αντιμετωπίσει στον Ισθμό της Κορίνθου, αλλά η αλλαγή πλεύσης των Αθηναίων στην Σπάρτη αποσόβησε τον κίνδυνο.

Ο στρατός των Θηβαίων συνέχισε την πορεία του προς την Σπάρτη, καθώς ο Επαμεινώνδας ήλπιζε να τους αιφνιδιάσει. Η Σπάρτη δεν είχε τείχη έτσι εκτιμούσε πως ήταν ευάλωτη σε αιφνίδια επίθεση.

Όμως ο Βασιλιάς της Σπάρτης Αγησίλαος είχε ενημερωθεί από έναν λιποτάκτη και έτσι η άμυνα της πόλης ήταν σε ετοιμότητα. Με τον τρόπο αυτό χάθηκε για ακόμα μια φορά το πλεονέκτημα του Θηβαίου στρατηγού, ο επόμενος στόχος ήταν η μάχη της Μαντίνειας στις 4 Ιουλίου του 362 π.Χ.

Ο Επαμεινώνδας χρησιμοποίησε ξανά στρατηγικά τεχνάσματα για τα οποία ήταν γνωστός. Διέταξε τους στρατιώτες του να αφήσουν τα όπλα τους, σαν να μην σκόπευαν να πολεμήσουν. Οι αντίπαλοι τους είδαν και υπέθεσαν ότι η μάχη θα γινόταν την επόμενη μέρα, έτσι οι Θηβαίοι πήραν την νίκη. Ενώ πολεμούσε στην πρώτη γραμμή τραυματίστηκε θανάσιμα.

Είχαν σκοτωθεί ήδη οι ικανοί άντρες, που προόριζε για διαδόχους του και λίγο πριν πεθάνει ζήτησε από τους Θηβαίους να υπογράψουν συνθήκη ειρήνης με τους Σπαρτιάτες.

Οι οποίοι και το σεβάστηκαν εξάλλου χωρίς τον Επαμεινώνδα, η ηγεμονία της Θήβας ήταν ένα απατηλό όνειρο. Μπορεί η ηγεμονία της Θήβας να έληξε άδοξα αλλά η πορεία της ιστορίας θα ήταν σίγουρα διαφορετική χωρίς αυτήν.

Οι συνεχείς διαμάχες αποδυνάμωσαν τις παλιές ηγεμονίες με αποτέλεσμα να αδράξει την ευκαιρία ο Φίλιππος της Μακεδονίας να επιβληθεί. Δημιούργησε έναν καλά εκπαιδευμένο στρατό, που μελέτησε την στρατηγική της μάχης των Θηβαίων, ικανό να ανταπεξέλθει σε όλες τις καιρικές και γεωλογικές συνθήκες.

Αυτό τον στρατό ανέλαβε στην πορεία ο  γιος του. Ενδεχομένως αν δεν υπήρξε η Θήβα και ο ιερός λόχος, ο Μέγας Αλέξανδρος να μην είχε καταφέρει να αναπτύξει τόσο ιδιαίτερες ικανότητες στην μάχη και να μην είχε ποτέ καταφέρει να εξαπλώσει τον ελληνισμό μέχρι τα βάθη της Ασίας.

Λέων της Χαιρώνειας


Μεγαλοπρεπές ηρώο για τους Θηβαίους Ιερολοχίτες που έπεσαν στη μάχη το 338 π.Χ. Αποκαλύφθηκε σε διάφορα κομμάτια στις ανασκαφές του 1881 και αναστηλώθηκε σε βάση ύψους 3 μέτρων.

Η κληρονομιά του Ιερού Λόχου


Εμπνεόμενος από  την στρατιωτική ιδιοφυία του στρατηγού Επαμεινώνδα ο Αλέξανδρος Υψηλάντης μέλος της Φιλικής εταιρείας δημιούργησε έναν σύγχρονο Ιερό Λόχο. Αποφάσισε να καταλάβει το Δραγατσάνι (πόλη που βρίσκεται στη σημερινή Ρουμανία), η οποία διέθετε μικρή τουρκική φρουρά.

Ο Ανδρέας Κάλβος (Απρίλιος 1792 – 3 Νοεμβρίου 1869) συνέθεσε την «Ωδή Τετάρτη. Eις τον Ιερόν Λόχον» εμπνεόμενος από την κληρονομιά που άφησε ο Ιερός Λόχος Θηβών.

Ωδή Τετάρτη. Eις τον Ιερόν Λόχον


Ενδεικτικά παραθέτω μια στροφή…

θ΄.

Έλληνες, της πατρίδοςκαι των προγόνων άξιοι·Έλληνες σεις, πώς ήθελεναπό σας προκριθείνάδοξος τάφος;     45

Ο Δεύτερος Ιερός Λόχος συστάθηκε στον Εθνικοαπελευθερωτικό Αγώνα κατά του Τουρκικού ζυγού την 3η Μαρτίου του 1821, από τον Αλέξανδρο Υψηλάντη απαρτιζόμενος από 500 νέους εθελοντές οι περισσότεροι των οποίων ήταν σπουδαστές.

Ο Γ’ Ιερός Λόχος έδρασε κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ωστόσο υπήρξαν 2 ακόμα Ιεροί Λόχοι μεταξύ του 1821-1942. Όπως και πιο πριν 300 εξαίρετοι Θηβαίοι το 1877 πολέμησαν εναντίον των Τούρκων. Για τη Θεσσαλική επανάσταση του 1878, η εφημερίδα «Times» του Λονδίνου δημοσίευσαν μια επιστολή του ανταποκριτή στην Αθήνα, που αναφέρει «… αναγιγνώσκοντες αισθανόμεθα αναγεννούμενον το αρχαίον γόητρον της Ελλάδος».



Εφημ. Βοιωτία αριθ. Φυλ. 127.


Πηγή