Ο Θρακιώτης που έγινε αρχιγραμματέας και σωματοφύλακας του Μακεδόνα στρατηλάτη και αγωνίστηκε να διατηρήσει ενιαίο το αχανές κράτος του.
Ανάμεσα στους, λεγόμενους, διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ξεχωριστή θέση κατέχει ο Θρακιώτης Ευμένιος ο Καρδιανός. Πολλοί ιστορικοί τον θεωρούν ως τον ικανότερο από όλους και μάλλον δεν έχουν άδικο. Ο Πλούταρχος είναι γνωστός, βασικά, από το μεγαλειώδες έργο του “Βίοι Παράλληλοι”.
Ένα από τα βιβλία του έργου αυτού, είναι αφιερωμένο στον Ρωμαίο στρατηγό Κόιντο Σερτώριο (123-72 π.Χ.), που έμεινε στην ιστορία από τη διαμάχη του με τον Σύλλα και τη δράση του στην Ιβηρική Χερσόνησο και στον Ευμένη, δείγμα της μεγάλης εκτίμησης που έτρεφε ο Βοιωτός ιστορικός γι’ αυτόν, αλλά και το πόσο σημαντικός ήταν ο Θρακιώτης στρατιωτικός και διπλωμάτης.
Ο Ευμένης, γεννήθηκε το 362 π.Χ. στην Καρδία της Θράκης. Η Καρδία, ήταν η πιο μεγάλη από τις πόλεις της Θρακικής Χερσονήσου στον Μέλανα Κόλπο, γνωστό επίσης και ως Κόλπο Ξηρού ή Κόλπο του Σάρου, ο οποίος βρίσκεται 30 περίπου ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά της Αλεξανδρούπολης, βόρεια της Χερσονήσου της Καλλίπολης.
Η Καρδία, ήταν αποικία Μιλησίων και Κλαζομενίων. Ο Ευμένης καταγόταν από επιφανή ελληνική θρακική οικογένεια. Φαίνεται ότι ο πατέρας του Ιερώνυμος, ήταν φίλος του Φίλιππου Β’, πατέρα του Αλέξανδρου.
Το 344 π.Χ., όταν ο Ευμένης ήταν μόλις 18 ετών, ο Φίλιππος εκτιμώντας τα πνευματικά του προσόντα, τον κάλεσε στη Μακεδονία και τον έκανε γραμματέα του. Ο Ευμένης αποδείχτηκε τόσο ικανός και αποτελεσματικός, ώστε όταν πέθανε (δολοφονήθηκε για την ακρίβεια), ο Φίλιππος Β’, το 336 π.Χ., ο Μέγας Αλέξανδρος που ανέβηκε στον θρόνο, τον διατήρησε στη θέση του και τον περιέβαλε με την εμπιστοσύνη του. Ο Ευμένης τίμησε την εμπιστοσύνη αυτή, ακόμα και μετά τον θάνατο του μεγάλου στρατηλάτη.
Ο Ευμένης ακολούθησε τον Αλέξανδρο στην εκστρατεία του, ως επιτελής, αρχιγραμματέας και υπεύθυνος για τη σύνταξη των “Βασιλείων Εφημερίδων” (του πολεμικού ημερολογίου δηλαδή), οι οποίες περιλάμβαναν όχι μόνο στρατιωτικές και πολιτικές πληροφορίες, αλλά και σχετικές με τα ήθη, τα έθιμα, τη θρησκεία και τις τέχνες των λαών που συναντούσαν.
Για τη σύνταξή τους, ο Ευμένης είχε δημιουργήσει μια πολυάριθμη ομάδα ειδικών συνεργατών με βασικό βοηθό του τον Διόδοτο από τις Ερυθρές της Ιωνίας. Αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του, ο Μέγας Αλέξανδρος, τον τοποθέτησε στην τάξη των “εταίρων”, τον ονόμασε τριήραρχο (326 π.Χ.) και στους γάμους των Μακεδόνων με ευγενείς Περσίδες στα Σούσα (324 π.Χ.), του έδωσε ως σύζυγο την Άρτωνη, κόρη του Αρτάβαζου και συγγενή του Δαρείου Γ’.
Οι Μακεδόνες αξιωματούχοι όμως, δεν έβλεπαν με καλό μάτι τον Ευμένη. Τον περιφρονούσαν ως ξένο (“Θράκα”) και παράλληλα τον θεωρούσαν περισσότερο λόγιο παρά στρατιωτικό,ενώ τον φθονούσαν για τα αξιώματα που είχε καταλάβει.
Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.), ο Ευμένης χρησιμοποιώντας τις πολιτικές και διπλωματικές του ικανότητες συμφιλίωσε τις αντιμαχόμενες παρατάξεις του Περδίκκα και του Μελέαγρου και όταν έγινε η διανομή των επαρχιών του κράτους, πήρε την Καππαδοκία. Όμως αυτή δεν είχε κατακτηθεί κι έτσι ο Ευμένης μαζί με τον Περδίκκα εκστράτευσαν εναντίον του βασιλιά της Αριαράθη Α’ και τον κατανίκησαν, καταλαμβάνοντας την Καππαδοκία (322 π.Χ.).
Αν και δέχθηκε δελεαστικές προτάσεις από τον Κρατερό και τον Αντίπατρο, στον πόλεμο των Διαδόχων ο Ευμένης στήριξε τον “νόμιμο διάδοχο” του Μεγάλου Αλεξάνδρου Περδίκκα.
Προσφέρθηκε να μεσολαβήσει για να συμφιλιωθούν ο Περδίκκας με τον Κρατερό, τον οποίο τιμούσε ως παλιό και έμπειρο συμπολεμιστή του. Όμως ο Κρατερός όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκε, αλλά κινήθηκε εναντίον του.
Ο Κρατερός όμως, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους Μακεδόνες στρατιώτες. Γράφει σχετικά ο Πλούταρχος: “Γιατί τον ήθελαν πολύ οι Μακεδόνες (ενν. τον Κρατερό) κι αν έβλεπαν την περικεφαλαία του κι άκουγαν τη φωνή του, θα έτρεχαν με τα όπλα προς το μέρος του.
Ήταν άλλωστε στ’ αλήθεια σπουδαίο το όνομα του Κρατερού και οι στρατιώτες τον ζητούσαν και μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου για χάρη τους, με το να τους υπερασπίζεται, όταν εκείνος παρασυρόταν από τον ζήλο για τα Περσικά και πως υπεράσπισε τα πάτρια ήθη που υποβιβάζονταν από την τρυφηλότητα και την πολυτέλεια”.
Έτσι ο Ευμένης, διέδωσε στους στρατιώτες του, ότι καταφτάνουν με ιππικό από Καππαδόκες και Παφλαγόνες, ο Νεοπτόλεμος και ο Πίγρης. Στη μάχη που ακολούθησε, δεν έστειλε Μακεδόνες να πολεμήσουν τον Περδίκκα, αλλά δύο “ξενικά” τάγματα ιππικού, με αρχηγούς τον Φαρνάβαζο, γιο του Αρτάβαζου και τον Φοίνικα τον Τενέδιο.
Ο ίδιος ο Ευμένης, κινήθηκε εναντίον του Νεοπτόλεμου, τον οποίο και σκότωσε. Στη μάχη αυτή, που έγινε κάπου στη Φρυγία ή την Καππαδοκία, ο Κρατερός πληγώθηκε από έναν Θράκα που του επιτέθηκε από τα πλάγια και λίγο αργότερα πέθανε. Ο Ευμένης, έτρεξε κοντά του, του συμπαραστάθηκε στις τελευταίες του στιγμές και φρόντισε να κηδευτεί με τιμές, ικανοποιώντας έτσι τα αισθήματα των Μακεδόνων στρατιωτών του.
Όταν όμως λίγες μέρες αργότερα (τέλη Μαΐου 321 π.Χ.), δολοφονήθηκε ο Περδίκκας, κατά τη διάρκεια ανταρσίας στην Αίγυπτο (“κατά στάσιν εν Αιγύπτω” γράφει ο Πλούταρχος), οι Μακεδόνες διάδοχοι, γεμάτοι οργή αποφάσισαν “ευθύς” τον θάνατο του Ευμένη.
Ο Αντίγονος και ο Αντίπατρος εκλέχτηκαν στρατηγοί στον εναντίον του πόλεμο. Ο Ευμένης κατηγορήθηκε ότι ήταν υπεύθυνος για τον φόνο του Περδίκκα και καταδικάστηκε μαζί με 50 συνεργάτες του, στην περίφημη σύνοδο που έγινε στην Τριπαράδεισο.
Στο μεταξύ, ο Ευμένης συγκρότησε στην Τρωάδα ισχυρό ιππικό και πήγε στη Λυδία, θέλοντας να εμποδίσει την επιστροφή του Αντίπατρου στη Μακεδονία, αλλά τελικά αποσύρθηκε στις Κελαινές της Φρυγίας, καθώς η προσπάθειά του να προσεταιριστεί στις Σάρδεις την αδελφή του Αλέξανδρου Κλεοπάτρα, απέτυχε.
Την άνοιξη του 320 π.Χ., κινήθηκε εναντίον του Ευμένη ο Αντίγονος, ο οποίος πείθοντας έναν αξιωματικό του, τον Απολλωνίδη, να τον εγκαταλείψει με το ιππικό του στο πεδίο της μάχης, κατάφερε να τον συντρίψει στα Ορκύνια Πεδία. Μάταια ο Ευμένης αναζήτησε συμμάχους στην Αρμενία.
Οι στρατιώτες του τον εγκατέλειψαν και με 600 άνδρες, κατέφυγε στα βόρεια υψώματα του Ταύρου και οχυρώθηκε στη θέση Νώρα.
Ο Αντίγονος με ισχυρές δυνάμεις τον πολιόρκησε. Ωστόσο επειδή η πολιορκία διαρκούσε πολύ καιρό, προσπάθησε να προσεταιριστεί τον Ευμένη. Εκείνος, αξίωσε να τον αποδοθεί η σατραπεία του, να απαλλαγεί από κάθε κατηγορία και ο όρκος που θα έδινε να μην τον έφερνε αντιμέτωπο με τους νόμιμους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου (Αλέξανδρο Δ’ και Φίλιππο Γ’ Αριδαίο).
Ο Αντίγονος παρέπεμψε το θέμα στην Αντίπατρο και έφυγε, αφήνοντας όμως δυνάμεις για να συνεχίσουν την πολιορκία. Τελικά, ο ικανότατος διπλωμάτης Ευμένης πέτυχε να πείσει τους πολιορκητές του, Μακεδόνες στρατιώτες ήταν άλλωστε, να τον αφήσουν ελεύθερο (319 π.Χ.)
Έπειτα, επικαλούμενος το όνομα των νόμιμων διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου προσπάθησε να συγκεντρώσει στρατό.
Είχε άριστες σχέσεις με τον βασιλικό οίκο της Μακεδονίας, του οποίου αποτελούσε στήριγμα. Μάλιστα, αλληλογραφούσε με την Ολυμπιάδα, τη μητέρα του Αλέξανδρου.
Μετά τον θάνατο του Αντίπατρου (318 π.Χ.), “επιμελητής” του κράτους έγινε ο Πολυπέρχων. Ο Ευμένης συνεργάστηκε μαζί του, αποκαταστάθηκε στη σατραπεία του και έλαβε τον τίτλο του “στρατηγού αυτοκράτορα” όλης της Ασίας.
Ανέλαβε να πολεμήσει τον Αντίγονο και να αγωνιστεί για την ενότητα του κράτους. Το 318 π.Χ. πήγε στην Κύνιδα όπου συνάντησε τους περίφημους “αργυράσπιδες”. Επρόκειτο για 300 παλαίμαχους σωματοφύλακες του Αλέξανδρου που φρουρούσαν τον βασιλικό θησαυρό.
Ο Ευμένης τους πρότεινε να δημιουργήσουν ένα συμβούλιο στο όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους, πέτυχε να του δώσουν χρήματα από τον βασιλικό θησαυρό και δημιούργησε έτσι έναν αξιόμαχο στρατό από μισθοφόρους: 10.000 πεζούς και 2.000 ιππείς.
Σ’ αυτόν εντάχθηκαν και οι μπαρουτοκαπνισμένοι “αργυράσπιδες”, που παρά την ηλικία τους (ήταν τότε μεταξύ 60 και 70 ετών περίπου), θεωρούνταν ασυναγώνιστοι πολεμιστές. Ο Αντίγονος προσπάθησε να προσεταιριστεί αξιωματικούς του Ευμένη χωρίς αποτέλεσμα. Άλλωστε ο Θρακιώτης στρατηγός είχε συμμάχους την Ολυμπιάδα και τον Πολυπέρχοντα.
Το καλοκαίρι του 317 π.Χ., ο Ευμένης νίκησε τον στρατό του Αντίγονου κοντά στον ποταμό Κοπράτο και όταν ο αντίπαλός του πήγε στη Μηδία, ο Ευμένης κατευθύνθηκε στην Περσία όπου δεν μπόρεσε όμως να προσεταιριστεί τους συμμάχους του ηττημένου. Πέτυχε όμως να περιορίσει τις φιλοδοξίες του στρατηγού.
Πευκέστα που ήθελε να πάρει το αξίωμά του, επέβαλε πειθαρχία στο στράτευμα και δανειζόμενος, στο όνομα των βασιλέων μεγάλα ποσά από τους σατράπες, συγκρότησε αξιόμαχο στρατό. Το φθινόπωρο του 317 π.Χ., ο Ευμένης νίκησε τον Αντίγονο, που είχε μεγάλες απώλειες, στην Παραιτακηνή.
Λίγους μήνες αργότερα, ο Αντίγονος προσπάθησε, χωρίς επιτυχία, να αιφνιδιάσει τον Ευμένη στη Γαβηνή. Στη μάχη όμως που ακολούθησε, ο Ευμένης αντιμετώπισε δύο απρόσμενα γεγονότα. «Ο Πευκέστας πολέμησε υποτονικά και χωρίς ανδρεία», όπως γράφει ο Πλούταρχος (αργότερα μάλιστα προσχώρησε στον Αντίγονο με 10.000 άνδρες και, στη σύγχυση της μάχης, οι άντρες του Αντίγονου κατόρθωσαν να καταλάβουν το στρατόπεδο του Ευμένη όπου βρίσκονταν οι οικογένειες των «αργυράσπιδων» και οι περιουσίες τους.
Εκείνοι, για να τα ξαναπάρουν, συμφώνησαν να παραδώσουν τον Ευμένη στον Αντίγονο. Άλλωστε, οι αρχηγοί τους ο Αντιγένης και ο Τεύταμος, σε σύσκεψη με σατράπες και στρατηγούς, αποφάσισαν να σκοτώσουν τον Ευμένη, αφού πρώτα τον αξιοποιήσουν στη μάχη (χρησιμοποιήσουν γράφει ο Πλούταρχος…)
«… συνδόξαν δε πάσιν αποχρήσασθαι προς την μάχην αυτώ, μετά δε την μάχην ευθύς ανελείν…».
Όμως ο Εύδαμος, αρχηγός της ίλης των ελεφάντων και ο Φαίδιμος αποκάλυψαν στον Ευμένη τη συνωμοσία, όχι γιατί τον συμπαθούσαν ή για να του κάνουν χάρη, αλλά επειδή φοβήθηκαν μήπως χάσουν τα χρήματα που του είχαν δανείσει. Ο Ευμένης τους ευχαρίστησε και είπε στους φίλους του πώς είναι σαν να βρίσκεται σε πανηγύρι θηρίων (!).
Τότε συνέταξε τη διαθήκη του και έσκισε ή κατέστρεψε τα γράμματα του, για να μην προδοθούν τα μυστικά του.
Οι «αργυράσπιδες», αν και στη διάρκεια της μάχης φώναζαν στους στρατιώτες του Αντίγονου «Ανόητοι, αμαρτάνετε εναντίον των πατέρων σας», τελικά αφόπλισαν τον Ευμένη και του έδεσαν με τη ζώνη του, τα χέρια πίσω.
Όταν στάλθηκε ο Νικάνορας από τον Αντίγονο να τον παραλάβει, ο Ευμένης ζήτησε να μιλήσει στους «αργυράσπιδες». Σε μία συγκλονιστική ομιλία, με τα χέρια του προτεταμένα και δεμένα, είπε μεταξύ άλλων:
«Κάκιστοι Μακεδόνες, ποιο τρόπαιο θα ήθελε ο Αντίγονος να στήσει εναντίον σας, όπως αυτό που σεις οι ίδιοι στήνετε τώρα εις βάρος σας, παραδίνοντας αιχμάλωτο τον στρατηγό σας; Και δεν είναι φοβερό, αν και νικητές, θα θεωρείτε τον εαυτό σας νικημένο λόγω των αποσκευών»; Στη συνέχεια τους ζήτησε να τον σκοτώσουν ή να τον βοηθήσουν ν’ αυτοκτονήσει.
Τελικά, ο Ευμένης έπεσε στα χέρια του Αντίγονου, που έδωσε εντολή να τον φυλάξουν «σαν ελέφαντα ή σαν λιοντάρι»
Ο Αντίγονος λόγω της παλιάς τους φιλίας δεν ήθελε να τον αντικρίσει. Έδωσε αργότερα εντολή να του χαλαρώσουν τα δεσμά και να τον επισκέπτεται όποιος φίλος του ήθελε να τον δει. Ο Νέαρχος, ο φημισμένος ναύαρχος από την Κρήτη και ο γιος του Αντίγονου, Δημήτριος ο Πολιορκητής, τον εκλιπαρούσαν να χαρίσει την ζωή στον Ευμένη.
Μετά από πολλές μέρες σκέψεις, ο Αντίγονος αποφάσισε ότι ο Ευμένης έπρεπε να πεθάνει. Έδωσε εντολή να τον αφήσουν νηστικό, αλλά 2-3 μέρες αργότερα διέταξε να τον σκοτώσουν. Παρέδωσε το σώμα του στους φίλους του, τους επέτρεψε να το κάψουν, να μεταφέρουν τα λείψανα του συγκεντρωμένα σε αργυρή υδρία και να τα δώσουν στη γυναίκα του και στα παιδιά του.
Όσο για τους «αργυράσπιδες», θεωρώντας τους ασεβείς και θηριώδεις, ο Αντίγονος τους παρέδωσε στον διοικητή της Αραχωσίας Σιβύρτιο, διατάζοντάς τον να τους καταστρέψει και να τους εξαφανίσει με κάθε τρόπο, ώστε κάνεις τους να μην επιστρέψει στη Μακεδονία και να μην δει την ελληνική θάλασσα.
Με τον θάνατο του Ευμένη, το 316 π.Χ., ναυάγησε οριστικά η προσπάθεια για ενότητα του κράτους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Δυστυχώς, ο σπουδαίος αυτός διπλωμάτης και στρατηγός, δεν κατόρθωσε ποτέ να έχει δίπλα του πιστούς συνεργάτες.
Και ο βασανιστικός και ταπεινωτικός θάνατός του, δεν ήταν αντάξιος του ανθρώπου που διαδέχτηκε σε αξιώματα τον Περδίκκα και τον Ηφαιστίωνα και που, αν δεν πέθανε στα 46 του χρόνια, πιθανότητα η τύχη της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα ήταν διαφορετική.
Βιβλιογραφία:
Πηγή
Ανάμεσα στους, λεγόμενους, διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ξεχωριστή θέση κατέχει ο Θρακιώτης Ευμένιος ο Καρδιανός. Πολλοί ιστορικοί τον θεωρούν ως τον ικανότερο από όλους και μάλλον δεν έχουν άδικο. Ο Πλούταρχος είναι γνωστός, βασικά, από το μεγαλειώδες έργο του “Βίοι Παράλληλοι”.
Ένα από τα βιβλία του έργου αυτού, είναι αφιερωμένο στον Ρωμαίο στρατηγό Κόιντο Σερτώριο (123-72 π.Χ.), που έμεινε στην ιστορία από τη διαμάχη του με τον Σύλλα και τη δράση του στην Ιβηρική Χερσόνησο και στον Ευμένη, δείγμα της μεγάλης εκτίμησης που έτρεφε ο Βοιωτός ιστορικός γι’ αυτόν, αλλά και το πόσο σημαντικός ήταν ο Θρακιώτης στρατιωτικός και διπλωμάτης.
Ποιος ήταν ο Ευμένης ο Καρδιανός;
Ο Ευμένης, γεννήθηκε το 362 π.Χ. στην Καρδία της Θράκης. Η Καρδία, ήταν η πιο μεγάλη από τις πόλεις της Θρακικής Χερσονήσου στον Μέλανα Κόλπο, γνωστό επίσης και ως Κόλπο Ξηρού ή Κόλπο του Σάρου, ο οποίος βρίσκεται 30 περίπου ναυτικά μίλια νοτιοανατολικά της Αλεξανδρούπολης, βόρεια της Χερσονήσου της Καλλίπολης.
Η Καρδία, ήταν αποικία Μιλησίων και Κλαζομενίων. Ο Ευμένης καταγόταν από επιφανή ελληνική θρακική οικογένεια. Φαίνεται ότι ο πατέρας του Ιερώνυμος, ήταν φίλος του Φίλιππου Β’, πατέρα του Αλέξανδρου.
Το 344 π.Χ., όταν ο Ευμένης ήταν μόλις 18 ετών, ο Φίλιππος εκτιμώντας τα πνευματικά του προσόντα, τον κάλεσε στη Μακεδονία και τον έκανε γραμματέα του. Ο Ευμένης αποδείχτηκε τόσο ικανός και αποτελεσματικός, ώστε όταν πέθανε (δολοφονήθηκε για την ακρίβεια), ο Φίλιππος Β’, το 336 π.Χ., ο Μέγας Αλέξανδρος που ανέβηκε στον θρόνο, τον διατήρησε στη θέση του και τον περιέβαλε με την εμπιστοσύνη του. Ο Ευμένης τίμησε την εμπιστοσύνη αυτή, ακόμα και μετά τον θάνατο του μεγάλου στρατηλάτη.
Ο Ευμένης στην εκστρατεία του Αλέξανδρου
Ο Ευμένης ακολούθησε τον Αλέξανδρο στην εκστρατεία του, ως επιτελής, αρχιγραμματέας και υπεύθυνος για τη σύνταξη των “Βασιλείων Εφημερίδων” (του πολεμικού ημερολογίου δηλαδή), οι οποίες περιλάμβαναν όχι μόνο στρατιωτικές και πολιτικές πληροφορίες, αλλά και σχετικές με τα ήθη, τα έθιμα, τη θρησκεία και τις τέχνες των λαών που συναντούσαν.
Για τη σύνταξή τους, ο Ευμένης είχε δημιουργήσει μια πολυάριθμη ομάδα ειδικών συνεργατών με βασικό βοηθό του τον Διόδοτο από τις Ερυθρές της Ιωνίας. Αναγνωρίζοντας τις ικανότητές του, ο Μέγας Αλέξανδρος, τον τοποθέτησε στην τάξη των “εταίρων”, τον ονόμασε τριήραρχο (326 π.Χ.) και στους γάμους των Μακεδόνων με ευγενείς Περσίδες στα Σούσα (324 π.Χ.), του έδωσε ως σύζυγο την Άρτωνη, κόρη του Αρτάβαζου και συγγενή του Δαρείου Γ’.
Οι Μακεδόνες αξιωματούχοι όμως, δεν έβλεπαν με καλό μάτι τον Ευμένη. Τον περιφρονούσαν ως ξένο (“Θράκα”) και παράλληλα τον θεωρούσαν περισσότερο λόγιο παρά στρατιωτικό,ενώ τον φθονούσαν για τα αξιώματα που είχε καταλάβει.
Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου
Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου (323 π.Χ.), ο Ευμένης χρησιμοποιώντας τις πολιτικές και διπλωματικές του ικανότητες συμφιλίωσε τις αντιμαχόμενες παρατάξεις του Περδίκκα και του Μελέαγρου και όταν έγινε η διανομή των επαρχιών του κράτους, πήρε την Καππαδοκία. Όμως αυτή δεν είχε κατακτηθεί κι έτσι ο Ευμένης μαζί με τον Περδίκκα εκστράτευσαν εναντίον του βασιλιά της Αριαράθη Α’ και τον κατανίκησαν, καταλαμβάνοντας την Καππαδοκία (322 π.Χ.).
Αν και δέχθηκε δελεαστικές προτάσεις από τον Κρατερό και τον Αντίπατρο, στον πόλεμο των Διαδόχων ο Ευμένης στήριξε τον “νόμιμο διάδοχο” του Μεγάλου Αλεξάνδρου Περδίκκα.
Προσφέρθηκε να μεσολαβήσει για να συμφιλιωθούν ο Περδίκκας με τον Κρατερό, τον οποίο τιμούσε ως παλιό και έμπειρο συμπολεμιστή του. Όμως ο Κρατερός όχι μόνο δεν ανταποκρίθηκε, αλλά κινήθηκε εναντίον του.
Ο Κρατερός όμως, ήταν ιδιαίτερα αγαπητός στους Μακεδόνες στρατιώτες. Γράφει σχετικά ο Πλούταρχος: “Γιατί τον ήθελαν πολύ οι Μακεδόνες (ενν. τον Κρατερό) κι αν έβλεπαν την περικεφαλαία του κι άκουγαν τη φωνή του, θα έτρεχαν με τα όπλα προς το μέρος του.
Ήταν άλλωστε στ’ αλήθεια σπουδαίο το όνομα του Κρατερού και οι στρατιώτες τον ζητούσαν και μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου για χάρη τους, με το να τους υπερασπίζεται, όταν εκείνος παρασυρόταν από τον ζήλο για τα Περσικά και πως υπεράσπισε τα πάτρια ήθη που υποβιβάζονταν από την τρυφηλότητα και την πολυτέλεια”.
Έτσι ο Ευμένης, διέδωσε στους στρατιώτες του, ότι καταφτάνουν με ιππικό από Καππαδόκες και Παφλαγόνες, ο Νεοπτόλεμος και ο Πίγρης. Στη μάχη που ακολούθησε, δεν έστειλε Μακεδόνες να πολεμήσουν τον Περδίκκα, αλλά δύο “ξενικά” τάγματα ιππικού, με αρχηγούς τον Φαρνάβαζο, γιο του Αρτάβαζου και τον Φοίνικα τον Τενέδιο.
Ο ίδιος ο Ευμένης, κινήθηκε εναντίον του Νεοπτόλεμου, τον οποίο και σκότωσε. Στη μάχη αυτή, που έγινε κάπου στη Φρυγία ή την Καππαδοκία, ο Κρατερός πληγώθηκε από έναν Θράκα που του επιτέθηκε από τα πλάγια και λίγο αργότερα πέθανε. Ο Ευμένης, έτρεξε κοντά του, του συμπαραστάθηκε στις τελευταίες του στιγμές και φρόντισε να κηδευτεί με τιμές, ικανοποιώντας έτσι τα αισθήματα των Μακεδόνων στρατιωτών του.
Όταν όμως λίγες μέρες αργότερα (τέλη Μαΐου 321 π.Χ.), δολοφονήθηκε ο Περδίκκας, κατά τη διάρκεια ανταρσίας στην Αίγυπτο (“κατά στάσιν εν Αιγύπτω” γράφει ο Πλούταρχος), οι Μακεδόνες διάδοχοι, γεμάτοι οργή αποφάσισαν “ευθύς” τον θάνατο του Ευμένη.
Ο Αντίγονος και ο Αντίπατρος εκλέχτηκαν στρατηγοί στον εναντίον του πόλεμο. Ο Ευμένης κατηγορήθηκε ότι ήταν υπεύθυνος για τον φόνο του Περδίκκα και καταδικάστηκε μαζί με 50 συνεργάτες του, στην περίφημη σύνοδο που έγινε στην Τριπαράδεισο.
Στο μεταξύ, ο Ευμένης συγκρότησε στην Τρωάδα ισχυρό ιππικό και πήγε στη Λυδία, θέλοντας να εμποδίσει την επιστροφή του Αντίπατρου στη Μακεδονία, αλλά τελικά αποσύρθηκε στις Κελαινές της Φρυγίας, καθώς η προσπάθειά του να προσεταιριστεί στις Σάρδεις την αδελφή του Αλέξανδρου Κλεοπάτρα, απέτυχε.
Την άνοιξη του 320 π.Χ., κινήθηκε εναντίον του Ευμένη ο Αντίγονος, ο οποίος πείθοντας έναν αξιωματικό του, τον Απολλωνίδη, να τον εγκαταλείψει με το ιππικό του στο πεδίο της μάχης, κατάφερε να τον συντρίψει στα Ορκύνια Πεδία. Μάταια ο Ευμένης αναζήτησε συμμάχους στην Αρμενία.
Οι στρατιώτες του τον εγκατέλειψαν και με 600 άνδρες, κατέφυγε στα βόρεια υψώματα του Ταύρου και οχυρώθηκε στη θέση Νώρα.
Ο Αντίγονος με ισχυρές δυνάμεις τον πολιόρκησε. Ωστόσο επειδή η πολιορκία διαρκούσε πολύ καιρό, προσπάθησε να προσεταιριστεί τον Ευμένη. Εκείνος, αξίωσε να τον αποδοθεί η σατραπεία του, να απαλλαγεί από κάθε κατηγορία και ο όρκος που θα έδινε να μην τον έφερνε αντιμέτωπο με τους νόμιμους διαδόχους του Μεγάλου Αλεξάνδρου (Αλέξανδρο Δ’ και Φίλιππο Γ’ Αριδαίο).
Ο Αντίγονος παρέπεμψε το θέμα στην Αντίπατρο και έφυγε, αφήνοντας όμως δυνάμεις για να συνεχίσουν την πολιορκία. Τελικά, ο ικανότατος διπλωμάτης Ευμένης πέτυχε να πείσει τους πολιορκητές του, Μακεδόνες στρατιώτες ήταν άλλωστε, να τον αφήσουν ελεύθερο (319 π.Χ.)
Έπειτα, επικαλούμενος το όνομα των νόμιμων διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου προσπάθησε να συγκεντρώσει στρατό.
Είχε άριστες σχέσεις με τον βασιλικό οίκο της Μακεδονίας, του οποίου αποτελούσε στήριγμα. Μάλιστα, αλληλογραφούσε με την Ολυμπιάδα, τη μητέρα του Αλέξανδρου.
Ο Ευμένης “στρατηγός-αυτοκράτορας” της Ασίας
Μετά τον θάνατο του Αντίπατρου (318 π.Χ.), “επιμελητής” του κράτους έγινε ο Πολυπέρχων. Ο Ευμένης συνεργάστηκε μαζί του, αποκαταστάθηκε στη σατραπεία του και έλαβε τον τίτλο του “στρατηγού αυτοκράτορα” όλης της Ασίας.
Ανέλαβε να πολεμήσει τον Αντίγονο και να αγωνιστεί για την ενότητα του κράτους. Το 318 π.Χ. πήγε στην Κύνιδα όπου συνάντησε τους περίφημους “αργυράσπιδες”. Επρόκειτο για 300 παλαίμαχους σωματοφύλακες του Αλέξανδρου που φρουρούσαν τον βασιλικό θησαυρό.
Ο Ευμένης τους πρότεινε να δημιουργήσουν ένα συμβούλιο στο όνομα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Κερδίζοντας την εμπιστοσύνη τους, πέτυχε να του δώσουν χρήματα από τον βασιλικό θησαυρό και δημιούργησε έτσι έναν αξιόμαχο στρατό από μισθοφόρους: 10.000 πεζούς και 2.000 ιππείς.
Σ’ αυτόν εντάχθηκαν και οι μπαρουτοκαπνισμένοι “αργυράσπιδες”, που παρά την ηλικία τους (ήταν τότε μεταξύ 60 και 70 ετών περίπου), θεωρούνταν ασυναγώνιστοι πολεμιστές. Ο Αντίγονος προσπάθησε να προσεταιριστεί αξιωματικούς του Ευμένη χωρίς αποτέλεσμα. Άλλωστε ο Θρακιώτης στρατηγός είχε συμμάχους την Ολυμπιάδα και τον Πολυπέρχοντα.
Το καλοκαίρι του 317 π.Χ., ο Ευμένης νίκησε τον στρατό του Αντίγονου κοντά στον ποταμό Κοπράτο και όταν ο αντίπαλός του πήγε στη Μηδία, ο Ευμένης κατευθύνθηκε στην Περσία όπου δεν μπόρεσε όμως να προσεταιριστεί τους συμμάχους του ηττημένου. Πέτυχε όμως να περιορίσει τις φιλοδοξίες του στρατηγού.
Πευκέστα που ήθελε να πάρει το αξίωμά του, επέβαλε πειθαρχία στο στράτευμα και δανειζόμενος, στο όνομα των βασιλέων μεγάλα ποσά από τους σατράπες, συγκρότησε αξιόμαχο στρατό. Το φθινόπωρο του 317 π.Χ., ο Ευμένης νίκησε τον Αντίγονο, που είχε μεγάλες απώλειες, στην Παραιτακηνή.
Το τέλος του Ευμένη
Λίγους μήνες αργότερα, ο Αντίγονος προσπάθησε, χωρίς επιτυχία, να αιφνιδιάσει τον Ευμένη στη Γαβηνή. Στη μάχη όμως που ακολούθησε, ο Ευμένης αντιμετώπισε δύο απρόσμενα γεγονότα. «Ο Πευκέστας πολέμησε υποτονικά και χωρίς ανδρεία», όπως γράφει ο Πλούταρχος (αργότερα μάλιστα προσχώρησε στον Αντίγονο με 10.000 άνδρες και, στη σύγχυση της μάχης, οι άντρες του Αντίγονου κατόρθωσαν να καταλάβουν το στρατόπεδο του Ευμένη όπου βρίσκονταν οι οικογένειες των «αργυράσπιδων» και οι περιουσίες τους.
Εκείνοι, για να τα ξαναπάρουν, συμφώνησαν να παραδώσουν τον Ευμένη στον Αντίγονο. Άλλωστε, οι αρχηγοί τους ο Αντιγένης και ο Τεύταμος, σε σύσκεψη με σατράπες και στρατηγούς, αποφάσισαν να σκοτώσουν τον Ευμένη, αφού πρώτα τον αξιοποιήσουν στη μάχη (χρησιμοποιήσουν γράφει ο Πλούταρχος…)
«… συνδόξαν δε πάσιν αποχρήσασθαι προς την μάχην αυτώ, μετά δε την μάχην ευθύς ανελείν…».
Όμως ο Εύδαμος, αρχηγός της ίλης των ελεφάντων και ο Φαίδιμος αποκάλυψαν στον Ευμένη τη συνωμοσία, όχι γιατί τον συμπαθούσαν ή για να του κάνουν χάρη, αλλά επειδή φοβήθηκαν μήπως χάσουν τα χρήματα που του είχαν δανείσει. Ο Ευμένης τους ευχαρίστησε και είπε στους φίλους του πώς είναι σαν να βρίσκεται σε πανηγύρι θηρίων (!).
Τότε συνέταξε τη διαθήκη του και έσκισε ή κατέστρεψε τα γράμματα του, για να μην προδοθούν τα μυστικά του.
Οι «αργυράσπιδες», αν και στη διάρκεια της μάχης φώναζαν στους στρατιώτες του Αντίγονου «Ανόητοι, αμαρτάνετε εναντίον των πατέρων σας», τελικά αφόπλισαν τον Ευμένη και του έδεσαν με τη ζώνη του, τα χέρια πίσω.
Όταν στάλθηκε ο Νικάνορας από τον Αντίγονο να τον παραλάβει, ο Ευμένης ζήτησε να μιλήσει στους «αργυράσπιδες». Σε μία συγκλονιστική ομιλία, με τα χέρια του προτεταμένα και δεμένα, είπε μεταξύ άλλων:
«Κάκιστοι Μακεδόνες, ποιο τρόπαιο θα ήθελε ο Αντίγονος να στήσει εναντίον σας, όπως αυτό που σεις οι ίδιοι στήνετε τώρα εις βάρος σας, παραδίνοντας αιχμάλωτο τον στρατηγό σας; Και δεν είναι φοβερό, αν και νικητές, θα θεωρείτε τον εαυτό σας νικημένο λόγω των αποσκευών»; Στη συνέχεια τους ζήτησε να τον σκοτώσουν ή να τον βοηθήσουν ν’ αυτοκτονήσει.
Τελικά, ο Ευμένης έπεσε στα χέρια του Αντίγονου, που έδωσε εντολή να τον φυλάξουν «σαν ελέφαντα ή σαν λιοντάρι»
Ο Αντίγονος λόγω της παλιάς τους φιλίας δεν ήθελε να τον αντικρίσει. Έδωσε αργότερα εντολή να του χαλαρώσουν τα δεσμά και να τον επισκέπτεται όποιος φίλος του ήθελε να τον δει. Ο Νέαρχος, ο φημισμένος ναύαρχος από την Κρήτη και ο γιος του Αντίγονου, Δημήτριος ο Πολιορκητής, τον εκλιπαρούσαν να χαρίσει την ζωή στον Ευμένη.
Μετά από πολλές μέρες σκέψεις, ο Αντίγονος αποφάσισε ότι ο Ευμένης έπρεπε να πεθάνει. Έδωσε εντολή να τον αφήσουν νηστικό, αλλά 2-3 μέρες αργότερα διέταξε να τον σκοτώσουν. Παρέδωσε το σώμα του στους φίλους του, τους επέτρεψε να το κάψουν, να μεταφέρουν τα λείψανα του συγκεντρωμένα σε αργυρή υδρία και να τα δώσουν στη γυναίκα του και στα παιδιά του.
Όσο για τους «αργυράσπιδες», θεωρώντας τους ασεβείς και θηριώδεις, ο Αντίγονος τους παρέδωσε στον διοικητή της Αραχωσίας Σιβύρτιο, διατάζοντάς τον να τους καταστρέψει και να τους εξαφανίσει με κάθε τρόπο, ώστε κάνεις τους να μην επιστρέψει στη Μακεδονία και να μην δει την ελληνική θάλασσα.
Με τον θάνατο του Ευμένη, το 316 π.Χ., ναυάγησε οριστικά η προσπάθεια για ενότητα του κράτους του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Δυστυχώς, ο σπουδαίος αυτός διπλωμάτης και στρατηγός, δεν κατόρθωσε ποτέ να έχει δίπλα του πιστούς συνεργάτες.
Και ο βασανιστικός και ταπεινωτικός θάνατός του, δεν ήταν αντάξιος του ανθρώπου που διαδέχτηκε σε αξιώματα τον Περδίκκα και τον Ηφαιστίωνα και που, αν δεν πέθανε στα 46 του χρόνια, πιθανότητα η τύχη της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα ήταν διαφορετική.
Βιβλιογραφία:
- ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ, «ΒΙΟΙ-ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ», «ΣΕΡΤΩΡΙΟΣ-ΕΥΜΕΝΗΣ», Εκδόσεις ΚΑΚΤΟΣ,
- «ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ», τ.3, ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΘΗΝΩΝ, όπου τα λήμμα υπογράφει η Χριστίνα Πρωτόπαπα.
Πηγή