Πέραν όμως των διατροφικών τους συνηθειών, αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι από τα αρχαιολογικά ευρήματα μπορεί κανείς να καταλάβει πόσο δημοκράτης ήταν κάποιος. Πώς;
Για παράδειγμα ένα σύνηθες δείγμα αντιδημοκρατικής συμπεριφοράς ήταν στην Κλασσική Αθήνα, όταν ένας εύπορος πολίτης αγόραζε όλα τα ψάρια, αφήνοντας τους υπόλοιπους νηστικούς.
Οι αρχαίοι Έλληνες έδειχναν προτίμηση στα μεγάλα φρέσκα ψάρια, ενώ αγαπούσαν ιδιαίτερα τα μπαρμπούνια, τα χέλια και τους τόνους.
Την ιχθυοφαγία στην αρχαία Ελλάδα μελετάει η ζωο-αρχαιολόγος στο Ινστιτούτο Αιγιακής Προϊστορίας για την Ανατολική Κρήτη και συνεργάτιδα στο Ινστιτούτο Αλιευτικής Έρευνας (ΙΝ.ΑΛ.Ε.), Δρ Δήμητρα Μυλωνά, συλλέγοντας στοιχεία από γραπτές πηγές, επιστημονικά κείμενα αλλά και από τη μελέτη διαφόρων ευρημάτων.
Σύμφωνα με την κ. Μυλωνά, οι αρχαίοι Έλληνες είχαν ιδιαίτερη προτίμηση στα πετρόψαρα του Αιγαίου, αλλά επιδίδονταν και στην αλιεία πολλών πελαγικών ειδών, όπως ο τόνος -ο οποίος κατείχε ιδιαίτερη θέση στην προτίμηση των αρχαίων- οι παλαμίδες, τα σκουμπριά και ο γαύρος, ο οποίος κατά εποχές ήταν εξαιρετικά άφθονος και ψαρευόταν πολύ εύκολα με κυκλικά δίχτυα.
«Μπορούμε επίσης να κατανοήσουμε πολλά από τα ψαροκόκαλα που φέρνει στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη και από τα σκεύη μέσα στα οποία μαγείρευαν, προχωρώντας σε χημική ανάλυση των υπολειμμάτων των τροφών», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Μυλωνά.
Για κάποια ψάρια, μάλιστα, όπως το μπαρμπούνι ή το χέλι, η τιμή τους έφτανε σε αστρονομικά για την εποχή ύψη. Για παράδειγμα «Ο γάρος ήταν ένα είδος σάλτσας, φτιαγμένος από σιτεμένα εντόσθια λιπαρών ψαριών με αλάτι, αντίστοιχος με τη σάλτσα ψαριού (fishsauce) της κουζίνας της Άπω Ανατολής. Ήταν πανάκριβος. Υπήρχαν πόλεις γύρω από τη Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο που ζούσαν από την παραγωγή και το εμπόριο του γάρου και των λοιπών ιχθυηρών προϊόντων. Σήμερα, βρίσκουμε τους αμφορείς στους οποίους διακινούνταν, οι οποίοι εκτός από το χαρακτηριστικό τους σχήμα, συχνά περιέχουν υπολείμματα των μεταποιημένων ψαριών.»
Από τον 2ο αι. π.Χ. σώζεται ένας τιμοκατάλογος ψαριών σε μία λίθινη επιγραφή από το Ακραίφνιο της Βοιωτίας, που την εποχή εκείνη βρισκόταν στις όχθες της λίμνης Κωπαΐδας. Ο τιμοκατάλογος αυτός περιλαμβάνει θαλασσινά και λιμναία ψάρια σε ποικίλες τιμές. Το επάγγελμα του ψαρά θεωρούνταν ένα από τα πιο δύσκολα, ιδιαίτερα για όσους ψάρευαν στη θάλασσα, αν και επιγραφικές μαρτυρίες μιλάνε για εύπορες συντεχνίες ψαράδων κοντά σε πλούσιους ψαρότοπους. Ιδιαίτερα κερδοφόρο, όμως, φαίνεται να ήταν το επάγγελμα του ιχθυέμπορου.
«Παράλληλα», συνεχίζει η κ. Μυλωνά στο ΑΠΕ, «υπάρχουν αναφορές σε πολλά αρχαία κείμενα, όπου, για παράδειγμα, στην Κλασσική Αθήνα, η αγορά όλων των ψαριών από έναν πλούσιο πολίτη, θεωρήθηκε αντιδημοκρατική πράξη αφού δεν άφησε τίποτα για τους υπόλοιπους»
Πηγή