Σύμφωνα με την παράδοση, στην περιοχή των Δελφών υπήρχε ιερό αφιερωμένο στη γυναικεία θεότητα της Γαίας και φύλακάς του είχε τοποθετηθεί ο φοβερός δράκοντας Πύθων. Σύμφωνα με τοπικούς μύθους κύριος του ιερού έγινε ο Απόλλων όταν σκότωσε τον Πύθωνα.
Στη συνέχεια ο θεός μεταμορφωμένος σε δελφίνι μετέφερε στην περιοχή Κρήτες, οι οποίοι ίδρυσαν το ιερό του. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις στις τοπικές γιορτές, όπως τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλια, τα Θεοφάνεια, και τα Πύθια [1]
Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών έχουν εντοπιστεί στο Κωρύκειο Άντρο και χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.) Από το 4.000 π.Χ. μέχρι τα Μυκηναϊκά χρόνια (1550 π.Χ.) δεν υπάρχουν ευρήματα, γεγονός που δείχνει ότι η περιοχή πιθανόν έμεινε ακατοίκητη στο διάστημα αυτό. Στο ξεκίνημα της Μυκηναϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στο χώρο των Δελφών Αχαιοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία και ίδρυσαν οργανωμένη πόλη. [2].
Από την πόλη αυτή έχουν βρεθεί κατάλοιπα μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου. Πιστεύεται πως αντιστοιχεί στην πόλη που αναφέρεται στον κατάλογο των Νεών της Ιλιάδας, με το όνομα Πυθώ. Η Πυθώ ήταν μία από τις εννέα Φωκικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο, στο πλευρό των υπολοίπων Αχαιών. [3]
Με το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου η πόλη εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά ακόμα Μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για τους επόμενους τέσσερις αιώνες δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική εγκατάσταση στην περιοχή. Τα ευρήματα από την περιοχή παρέμειναν ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αι. π.Χ., οπότε και επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του ιερού και του μαντείου.
Προς το τέλος του 7ου αι. π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία» ή «Προνοία» και είχε δικό της τέμενος. Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα, στους Δελφούς λατρεύονταν ακόμη η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ζευς Πολιεύς, η Υγιεία και η Ειλείθυια. [1]
Από τον 8ο αιώνα, όταν πλέον επικράτησε η λατρεία του Απόλλωνα, το ιερό των Δελφών απέκτησε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ενώ η επιρροή του εξαπλώθηκε σταδιακά σε ένα μεγάλο τμήμα του ευρύτερου χώρου της ανατολικής Μεσογείου. Σημαντικός αριθμός αφιερωμάτων που βρέθηκαν στους Δελφούς, προέρχεται ακόμα και από περιοχές της Συρίας και της Αρμενίας, γεγονός που μαρτυρά την έκταση της επιρροής του ιερού. Λόγω του μεγάλου κύρους του μαντείου, οι ελληνικές πόλεις κατέφευγαν σ’ αυτό για να βοηθηθούν στη λήψη σημαντικών αποφάσεων.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αποικισμού, όπου οι μητροπόλεις κατέφευγαν στο μαντείο για να το συμβουλευτούν, για την επιλογή κατάλληλης θέσης για την ίδρυση αποικίας. Το ιερό των Δελφών έγινε σταδιακά κέντρο της σημαντικότερης Αμφικτυονίας του αρχαίου ελληνικού κόσμου, Η Αμφικτυονία αυτή που έγινε γνωστή ως Δελφική Αμφικτυονία, ήταν μία ομοσπονδιακή ένωση δώδεκα φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα.[1]
Συμμετείχαν σε αυτή οι φυλές της κεντρικής Ελλάδας και ηγετική θέση ανάμεσά τους κατείχαν οι Θεσσαλοί. Αρχικά είχε κέντρο της την Ανθήλη της Μαλίδας, αλλά από τα μέσα του 7ου αιώνα έκανε κέντρο της τους Δελφούς.
Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα η Δελφική Αμφικτυονία διεξήγαγε πόλεμο με την γειτονική πόλη των Δελφών, την Κρίσα. Ο πόλεμος αυτός ονομάστηκε Α΄ Ιερός πόλεμος και είχε ως κατάληξη την καταστροφή της Κρίσας [4]
Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν οι Δελφοί να αυξήσουν την πανελλήνια θρησκευτική και πολιτική τους επιρροή και να μεγαλώσουν σε έκταση, αποκτώντας εδάφη που μέχρι τότε ανήκαν στην Κρίσα. Παράλληλα μετά το τέλος του πολέμου διοργανώθηκαν για πρώτη φορά τα Πύθια, οι δεύτεροι σε σημασία πανελλήνιοι αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς.
Στα πρώτα Πύθια που διοργανώθηκαν το 586 π.Χ. δόθηκαν ως έπαθλα στους νικητές των αγώνων, χρηματικά δώρα από τα λάφυρα της Κρίσας.[2] Από τους επόμενους αγώνες καθιερώθηκε ως τιμητικό βραβείο των νικητών το δάφνινο στεφάνι.
Την περίοδο των Περσικών πολέμων το μαντείο των Δελφών εξέδωσε αρκετούς δυσοίωνους χρησμούς για τις ελληνικές πόλεις, γεγονός που αποδόθηκε από μεταγενέστερους ιστορικούς σε φιλοπερσική στάση που κράτησε. [2]
Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως οι Δελφοί δέχτηκαν επίθεση από τους Πέρσες. Συγκεκριμένα αναφέρει πως αφού ο Ξέρξης πέρασε τις Θερμοπύλες και κατευθυνόταν προς τη Φωκίδα, έστειλα ένα στρατιωτικό σώμα προς τους Δελφούς για να αποσπάσει θησαυρούς. Όταν οι Πέρσες πλησίασαν στους Δελφούς, δύο κορυφές από τον Παρνασσό αποκόπηκαν και έπεσαν πάνω τους, ενώ παράλληλα καταδιώχθηκαν από δύο τοπικούς ήρωες, τον Φύλακο και τον Αυτόνοο.[5]
Οι Δελφοί παρέμειναν ανεξάρτητη πόλη μέχρι το 448 π.Χ. όταν οι Αθηναίοι βοήθησαν του Φωκείς να εντάξουν το ιερό στην ομοσπονδία τους. Τότε οι Σπαρτιάτες αντέδρασαν με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ο δεύτερος ιερός πόλεμος .
Οι Σπαρτιάτες αρχικά επανέφεραν την πόλη στην προηγούμενη κατάστασή της αλλά με νέα παρέμβαση των Αθηναίων η πόλη αποδόθηκε πάλι στους Φωκείς. [2] Οι Φωκείς διατήρησαν τον έλεγχο του μαντειου μέχρι το 421 π.Χ. Τη χρονιά αυτή η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε και πάλι ως συνέπεια της Νικίειου ειρήνης. Το 356 π.Χ. οι Φωκείς κατέλαβαν τους Δελφούς, όταν το αμφικτυονικό συνέδριο, που ελεγχόταν τότε από τη Θήβα, τους επέβαλλε ένα βαρύ πρόστιμο.
Το γεγονός αυτό οδήγησε στο ξέσπασμα του τρίτου ιερού πολέμου. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου λεηλατήθηκαν όλοι οι θησαυροί των Δελφών για να χρηματοδοτηθεί ο στρατός των Φωκέων.
Οι Φωκείς τελικά ηττήθηκαν δέκα χρόνια μετά με επέμβαση του Φιλίππου και οι Δελφοί πέρασαν πάλι στον έλεγχο της Δελφικής αμφικτυονίας που πλέον ελεγχόταν από τους Μακεδόνες [2]. Ένας τέταρτος ιερός πόλεμος ξέσπασε το 339 π.Χ. στον οποίο αναμείχθηκαν οι Λοκροί της Άμφισσας και οδήγησε τελικά στην επέμβαση του Φιλίππου στη νότια Ελλάδα.
Κατά τον 3ο αι. π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν στον έλεγχο της νέας δύναμης που αναδείχτηκε στην νότια Ελλάδα, της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Οι Αιτωλοί κατέλαβαν το ιερό το 290 π.Χ. Λίγα χρόνια μετά, το 279 π.Χ., η πόλη των Δελφών βρέθηκε σε κίνδυνο από την επιδρομή των Γαλατών στον ελλαδικό χώρο.
Την επιδρομή αυτή αντιμετώπισαν με επιτυχία οι Αιτωλοί και προστάτευσαν το ιερό [2]. Η πόλη συνέχισε να ευδοκιμεί και να πλουτίζει σε δώρα και αφιερώματα και κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Τα περισσότερα αφιερώματα αυτής της περιόδους προέρχονται από τις πόλεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας. [6]
Το 190 π.Χ. οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν από τους Αιτωλούς την κυριαρχία στο μαντείο των Δελφών. [2] Λίγα χρόνια μετά, το 168 π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν σε ρωμαϊκή κυριαρχία. Κατά τη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων οι Δελφοί λεηλατήθηκαν από τον Ρωμαίο στρατηγό Σύλλα το 86 π.Χ.. [1], ο οποίος απαίτησε και πέτυχε να του παραχωρηθούν τα πολύτιμα μετάλλινα αναθήματα του ναού. [7]
Το 83 π.Χ., οι Μαίδοι, θρακικό φύλο, πραγματοποίησαν επιδρομή στους Δελφούς, πυρπόλησαν το ναό, λεηλάτησαν το ιερό και έκλεψαν το «άσβεστο πυρ» από το βωμό. Στη διάρκεια αυτής της επιδρομής, ένα μέρος της στέγης του ιερού ναού κατέρρευσε. [7]
Στη διάρκεια των πρώτων χριστιανικών χρόνων το Μαντείο των Δελφών είχε πια παρακμάσει. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των λιγοστών πλέον επισκεπτών δεν ήταν τόσο η θρησκευτική πίστη και η ανάγκη προσκύνησης, όσο το να θαυμάσουν τα πλούσια και επιβλητικά καλλιτεχνικά αρχιτεκτονήματα του χώρου.
Σχετική άνθηση του μαντείου παρατηρήθηκε ξανά επί αυτοκράτορα Αδριανού, ο οποίος φαίνεται πως επισκέφθηκε το μαντείο δύο φορές. Η περίοδος παρακμής συνεχίζεται όμως στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου, και του Κωνσταντίνου Β’.
Το μαντείο των Δελφών έκλεισε οριστικά με διάταγμα του Θεοδοσίου Α' το 395 μ.Χ. Ωστόσο ο χώρος δεν εγκαταλείφθηκε. Αρχαιολογικά δεδομένα μαρτυρούν ότι η πόλη συνέχισε να ευημερεί μέχρι περίπου τις αρχές του 7ου αιώνα. Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός προσπάθησε να ανατρέψει το κλίμα παρακμής των παγανιστικών λατρειών, όμως η βασιλεία του ήταν ιδιαίτερα βραχύβια. Όταν απέστειλε τον έμπιστό του Ορειβάσιο στο μαντείο των Δελφών να πληροφορηθεί για την τύχη των ιερών, πήρε μια αποκαρδιωτική απάντηση:
[Πείτε στο βασιλιά, ότι ο αυλός έχει πεσει στο χώμα. Ο Φοίβος δεν έχει πια σπίτι, ούτε δάφνη μαντική, ούτε και πηγή που μιλάει, γιατί στέρεψε το νερό που μιλούσε] Οι ανασκαφές, ιδιαίτερα αυτές των τελευταίων δεκαετιών, απέδειξαν ότι η ζωή στους Δελφούς δεν σταμάτησε με το κλείσιμο του μαντείου.
Απεναντίας, φαίνεται ότι η πόλη συνέχισε να ανθεί για τρεις ακόμη αιώνες, αποδεσμευμένη όμως πια από τις αρχαίες λατρείες. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ανασκαφής αποκαλύφθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αιώνα, την περίοδο που οι Δελφοί ήταν έδρα επισκόπου. Σημαντικά υστερορωμαϊκά κτίσματα είναι οι Ανατολικές Θέρμες, η οικία με το περιστύλιο, η ρωμαϊκή αγορά, η μεγάλη δεξαμενή, η έπαυλη της δυτικής στοάς.
Έξω από την πόλη απλώθηκαν νεκροπόλεις. Η λεγόμενη Νοτιοανατολική Έπαυλη, που οικοδομήθηκε εκτός του ιερού περιβόλου του τεμένους του Απόλλωνα, είναι ιδιαίτερα πολυτελής. Η πρόσοψή της έχει μήκος 65 μέτρα και το ίδιο το κτίριο αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα. Η οικία διέθετε τέσσερα τρικλίνια και ιδιωτικά λουτρά. Οι προμήθειες αποθηκεύονταν σε μεγάλους πακτωμένους πίθους [8].
Ανακαλύφθηκαν αντικείμενα πολυτελείας, αρκετά από αυτά εισηγμένα, όπως μια μικρή λεοπάρδαλη από μάργαρο, σασσανιδικής μάλλον προέλευσης, που κοσμούσε κάποιο ξύλινο στέλεχος, όπως σκήπτρο ή κάθισμα [9]. Σήμερα εκτίθεται στην αίθουσα του ισογείου του Αρχαιολογικού Μουσείου των Δελφών.
Το κτίριο κτίστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία περίπου ως το 580, ενώ αργότερα μετατράπηκε σε συγκρότημα εργαστηρίων αγγειοπλαστών. Στα τέλη του 6ου αιώνα η πόλη συρρικνώθηκα και σταμάτησαν σε μεγάλο βαθμό οι εμπορικές επαφές με άλλες περιοχές. Η εγχώρια παραγωγή, η οποία είναι χονδροειδέστερη, κάλυπτε πλέον τις ανάγκες των κατοίκων [10].
Κατά την ύστερη αρχαιότητα η Ιερά Οδός πλακοστρώθηκε με επαναχρησιμοποίηση αρχαίων αρχιτεκτονικών μελών, ο χαρακτήρας της όμως είναι πια κυρίως βιοτεχνικός και εμπορικός [11]. Στον χώρο της αγοράς δημιουργήθηκαν εργαστήρια, και οικοδομήθηκε παλαιοχριστιανική βασιλική.
Δύο μεγάλες δεξαμενές κατασκευάστηκαν για να εξασφαλίζουν νερό στις οικίες. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του 7ου αι. μ.Χ. [12], κατά την περίοδο των Σλαβικών επιδρομών. [1]Ο χρόνος και οι φυσικές καταστροφές συμπλήρωσαν το κάδρο της ερήμωσης του τόπου, και στην θέση των ερειπίων του ιδρύθηκε το μικρό και άσημο χωριό Καστρί. [7] [13]
Στη συνέχεια ο θεός μεταμορφωμένος σε δελφίνι μετέφερε στην περιοχή Κρήτες, οι οποίοι ίδρυσαν το ιερό του. Ο μύθος αυτός σχετικά με την κυριαρχία του Απόλλωνα επιβίωσε σε εορταστικές αναπαραστάσεις στις τοπικές γιορτές, όπως τα Σεπτήρια, τα Δελφίνια, τα Θαργήλια, τα Θεοφάνεια, και τα Πύθια [1]
Τα παλαιότερα ευρήματα στην περιοχή των Δελφών έχουν εντοπιστεί στο Κωρύκειο Άντρο και χρονολογούνται στη νεολιθική εποχή (4000 π.Χ.) Από το 4.000 π.Χ. μέχρι τα Μυκηναϊκά χρόνια (1550 π.Χ.) δεν υπάρχουν ευρήματα, γεγονός που δείχνει ότι η περιοχή πιθανόν έμεινε ακατοίκητη στο διάστημα αυτό. Στο ξεκίνημα της Μυκηναϊκής περιόδου εγκαταστάθηκαν στο χώρο των Δελφών Αχαιοί προερχόμενοι από τη Θεσσαλία και ίδρυσαν οργανωμένη πόλη. [2].
Από την πόλη αυτή έχουν βρεθεί κατάλοιπα μυκηναϊκού οικισμού και νεκροταφείου. Πιστεύεται πως αντιστοιχεί στην πόλη που αναφέρεται στον κατάλογο των Νεών της Ιλιάδας, με το όνομα Πυθώ. Η Πυθώ ήταν μία από τις εννέα Φωκικές πόλεις που συμμετείχαν στον Τρωικό πόλεμο, στο πλευρό των υπολοίπων Αχαιών. [3]
Με το τέλος της Μυκηναϊκής περιόδου η πόλη εγκαταλείφθηκε, όπως και πολλά ακόμα Μυκηναϊκά κέντρα της ηπειρωτικής Ελλάδας. Για τους επόμενους τέσσερις αιώνες δεν παρατηρήθηκε καμία σημαντική εγκατάσταση στην περιοχή. Τα ευρήματα από την περιοχή παρέμειναν ελάχιστα και πολύ αποσπασματικά μέχρι τον 8ο αι. π.Χ., οπότε και επικράτησε οριστικά η λατρεία του Απόλλωνα και άρχισε η ανάπτυξη του ιερού και του μαντείου.
Προς το τέλος του 7ου αι. π.Χ. οικοδομήθηκαν οι πρώτοι λίθινοι ναοί, αφιερωμένοι ο ένας στον Απόλλωνα και ο άλλος στην Αθηνά, που λατρευόταν επίσημα, με την επωνυμία «Προναία» ή «Προνοία» και είχε δικό της τέμενος. Σύμφωνα με αρχαίες μαρτυρίες και αρχαιολογικά ευρήματα, στους Δελφούς λατρεύονταν ακόμη η Άρτεμη, ο Ποσειδώνας, ο Διόνυσος, ο Ερμής, ο Ζευς Πολιεύς, η Υγιεία και η Ειλείθυια. [1]
Ιστορικά χρόνια
Από τον 8ο αιώνα, όταν πλέον επικράτησε η λατρεία του Απόλλωνα, το ιερό των Δελφών απέκτησε ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ενώ η επιρροή του εξαπλώθηκε σταδιακά σε ένα μεγάλο τμήμα του ευρύτερου χώρου της ανατολικής Μεσογείου. Σημαντικός αριθμός αφιερωμάτων που βρέθηκαν στους Δελφούς, προέρχεται ακόμα και από περιοχές της Συρίας και της Αρμενίας, γεγονός που μαρτυρά την έκταση της επιρροής του ιερού. Λόγω του μεγάλου κύρους του μαντείου, οι ελληνικές πόλεις κατέφευγαν σ’ αυτό για να βοηθηθούν στη λήψη σημαντικών αποφάσεων.
Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του αποικισμού, όπου οι μητροπόλεις κατέφευγαν στο μαντείο για να το συμβουλευτούν, για την επιλογή κατάλληλης θέσης για την ίδρυση αποικίας. Το ιερό των Δελφών έγινε σταδιακά κέντρο της σημαντικότερης Αμφικτυονίας του αρχαίου ελληνικού κόσμου, Η Αμφικτυονία αυτή που έγινε γνωστή ως Δελφική Αμφικτυονία, ήταν μία ομοσπονδιακή ένωση δώδεκα φυλών με θρησκευτικό κυρίως χαρακτήρα.[1]
Συμμετείχαν σε αυτή οι φυλές της κεντρικής Ελλάδας και ηγετική θέση ανάμεσά τους κατείχαν οι Θεσσαλοί. Αρχικά είχε κέντρο της την Ανθήλη της Μαλίδας, αλλά από τα μέσα του 7ου αιώνα έκανε κέντρο της τους Δελφούς.
Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα η Δελφική Αμφικτυονία διεξήγαγε πόλεμο με την γειτονική πόλη των Δελφών, την Κρίσα. Ο πόλεμος αυτός ονομάστηκε Α΄ Ιερός πόλεμος και είχε ως κατάληξη την καταστροφή της Κρίσας [4]
Αποτέλεσμα του πολέμου ήταν οι Δελφοί να αυξήσουν την πανελλήνια θρησκευτική και πολιτική τους επιρροή και να μεγαλώσουν σε έκταση, αποκτώντας εδάφη που μέχρι τότε ανήκαν στην Κρίσα. Παράλληλα μετά το τέλος του πολέμου διοργανώθηκαν για πρώτη φορά τα Πύθια, οι δεύτεροι σε σημασία πανελλήνιοι αγώνες μετά τους Ολυμπιακούς.
Στα πρώτα Πύθια που διοργανώθηκαν το 586 π.Χ. δόθηκαν ως έπαθλα στους νικητές των αγώνων, χρηματικά δώρα από τα λάφυρα της Κρίσας.[2] Από τους επόμενους αγώνες καθιερώθηκε ως τιμητικό βραβείο των νικητών το δάφνινο στεφάνι.
Την περίοδο των Περσικών πολέμων το μαντείο των Δελφών εξέδωσε αρκετούς δυσοίωνους χρησμούς για τις ελληνικές πόλεις, γεγονός που αποδόθηκε από μεταγενέστερους ιστορικούς σε φιλοπερσική στάση που κράτησε. [2]
Ο Ηρόδοτος αναφέρει πως οι Δελφοί δέχτηκαν επίθεση από τους Πέρσες. Συγκεκριμένα αναφέρει πως αφού ο Ξέρξης πέρασε τις Θερμοπύλες και κατευθυνόταν προς τη Φωκίδα, έστειλα ένα στρατιωτικό σώμα προς τους Δελφούς για να αποσπάσει θησαυρούς. Όταν οι Πέρσες πλησίασαν στους Δελφούς, δύο κορυφές από τον Παρνασσό αποκόπηκαν και έπεσαν πάνω τους, ενώ παράλληλα καταδιώχθηκαν από δύο τοπικούς ήρωες, τον Φύλακο και τον Αυτόνοο.[5]
Οι Δελφοί παρέμειναν ανεξάρτητη πόλη μέχρι το 448 π.Χ. όταν οι Αθηναίοι βοήθησαν του Φωκείς να εντάξουν το ιερό στην ομοσπονδία τους. Τότε οι Σπαρτιάτες αντέδρασαν με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ο δεύτερος ιερός πόλεμος .
Οι Σπαρτιάτες αρχικά επανέφεραν την πόλη στην προηγούμενη κατάστασή της αλλά με νέα παρέμβαση των Αθηναίων η πόλη αποδόθηκε πάλι στους Φωκείς. [2] Οι Φωκείς διατήρησαν τον έλεγχο του μαντειου μέχρι το 421 π.Χ. Τη χρονιά αυτή η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε και πάλι ως συνέπεια της Νικίειου ειρήνης. Το 356 π.Χ. οι Φωκείς κατέλαβαν τους Δελφούς, όταν το αμφικτυονικό συνέδριο, που ελεγχόταν τότε από τη Θήβα, τους επέβαλλε ένα βαρύ πρόστιμο.
Το γεγονός αυτό οδήγησε στο ξέσπασμα του τρίτου ιερού πολέμου. Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου λεηλατήθηκαν όλοι οι θησαυροί των Δελφών για να χρηματοδοτηθεί ο στρατός των Φωκέων.
Οι Φωκείς τελικά ηττήθηκαν δέκα χρόνια μετά με επέμβαση του Φιλίππου και οι Δελφοί πέρασαν πάλι στον έλεγχο της Δελφικής αμφικτυονίας που πλέον ελεγχόταν από τους Μακεδόνες [2]. Ένας τέταρτος ιερός πόλεμος ξέσπασε το 339 π.Χ. στον οποίο αναμείχθηκαν οι Λοκροί της Άμφισσας και οδήγησε τελικά στην επέμβαση του Φιλίππου στη νότια Ελλάδα.
Κατά τον 3ο αι. π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν στον έλεγχο της νέας δύναμης που αναδείχτηκε στην νότια Ελλάδα, της Αιτωλικής Συμπολιτείας. Οι Αιτωλοί κατέλαβαν το ιερό το 290 π.Χ. Λίγα χρόνια μετά, το 279 π.Χ., η πόλη των Δελφών βρέθηκε σε κίνδυνο από την επιδρομή των Γαλατών στον ελλαδικό χώρο.
Την επιδρομή αυτή αντιμετώπισαν με επιτυχία οι Αιτωλοί και προστάτευσαν το ιερό [2]. Η πόλη συνέχισε να ευδοκιμεί και να πλουτίζει σε δώρα και αφιερώματα και κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Τα περισσότερα αφιερώματα αυτής της περιόδους προέρχονται από τις πόλεις της Αιτωλικής Συμπολιτείας. [6]
Τα Κυριότερα Ιερά της Αρχαίας Ελλάδας
Το 190 π.Χ. οι Ρωμαίοι αφαίρεσαν από τους Αιτωλούς την κυριαρχία στο μαντείο των Δελφών. [2] Λίγα χρόνια μετά, το 168 π.Χ. οι Δελφοί πέρασαν σε ρωμαϊκή κυριαρχία. Κατά τη διάρκεια των Μιθριδατικών πολέμων οι Δελφοί λεηλατήθηκαν από τον Ρωμαίο στρατηγό Σύλλα το 86 π.Χ.. [1], ο οποίος απαίτησε και πέτυχε να του παραχωρηθούν τα πολύτιμα μετάλλινα αναθήματα του ναού. [7]
Το 83 π.Χ., οι Μαίδοι, θρακικό φύλο, πραγματοποίησαν επιδρομή στους Δελφούς, πυρπόλησαν το ναό, λεηλάτησαν το ιερό και έκλεψαν το «άσβεστο πυρ» από το βωμό. Στη διάρκεια αυτής της επιδρομής, ένα μέρος της στέγης του ιερού ναού κατέρρευσε. [7]
Στη διάρκεια των πρώτων χριστιανικών χρόνων το Μαντείο των Δελφών είχε πια παρακμάσει. Στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των λιγοστών πλέον επισκεπτών δεν ήταν τόσο η θρησκευτική πίστη και η ανάγκη προσκύνησης, όσο το να θαυμάσουν τα πλούσια και επιβλητικά καλλιτεχνικά αρχιτεκτονήματα του χώρου.
Σχετική άνθηση του μαντείου παρατηρήθηκε ξανά επί αυτοκράτορα Αδριανού, ο οποίος φαίνεται πως επισκέφθηκε το μαντείο δύο φορές. Η περίοδος παρακμής συνεχίζεται όμως στα χρόνια του Μεγάλου Κωνσταντίνου, και του Κωνσταντίνου Β’.
Ύστερη Αρχαιότητα
Το μαντείο των Δελφών έκλεισε οριστικά με διάταγμα του Θεοδοσίου Α' το 395 μ.Χ. Ωστόσο ο χώρος δεν εγκαταλείφθηκε. Αρχαιολογικά δεδομένα μαρτυρούν ότι η πόλη συνέχισε να ευημερεί μέχρι περίπου τις αρχές του 7ου αιώνα. Ο αυτοκράτορας Ιουλιανός προσπάθησε να ανατρέψει το κλίμα παρακμής των παγανιστικών λατρειών, όμως η βασιλεία του ήταν ιδιαίτερα βραχύβια. Όταν απέστειλε τον έμπιστό του Ορειβάσιο στο μαντείο των Δελφών να πληροφορηθεί για την τύχη των ιερών, πήρε μια αποκαρδιωτική απάντηση:
Εἴπατε τῷ βασιλεῖ, χαμαὶ πέσε δαίδαλος αὐλά,οὐκέτι Φοῖβος ἔχει καλύβην, οὐ μάντιδα δάφνην,οὐ παγὰν λαλέουσαν, ἀπέσβετο καὶ λάλον ὕδωρ.
[Πείτε στο βασιλιά, ότι ο αυλός έχει πεσει στο χώμα. Ο Φοίβος δεν έχει πια σπίτι, ούτε δάφνη μαντική, ούτε και πηγή που μιλάει, γιατί στέρεψε το νερό που μιλούσε] Οι ανασκαφές, ιδιαίτερα αυτές των τελευταίων δεκαετιών, απέδειξαν ότι η ζωή στους Δελφούς δεν σταμάτησε με το κλείσιμο του μαντείου.
Απεναντίας, φαίνεται ότι η πόλη συνέχισε να ανθεί για τρεις ακόμη αιώνες, αποδεσμευμένη όμως πια από τις αρχαίες λατρείες. Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ανασκαφής αποκαλύφθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη μιας παλαιοχριστιανικής βασιλικής του 5ου αιώνα, την περίοδο που οι Δελφοί ήταν έδρα επισκόπου. Σημαντικά υστερορωμαϊκά κτίσματα είναι οι Ανατολικές Θέρμες, η οικία με το περιστύλιο, η ρωμαϊκή αγορά, η μεγάλη δεξαμενή, η έπαυλη της δυτικής στοάς.
Έξω από την πόλη απλώθηκαν νεκροπόλεις. Η λεγόμενη Νοτιοανατολική Έπαυλη, που οικοδομήθηκε εκτός του ιερού περιβόλου του τεμένους του Απόλλωνα, είναι ιδιαίτερα πολυτελής. Η πρόσοψή της έχει μήκος 65 μέτρα και το ίδιο το κτίριο αναπτύσσεται σε τέσσερα επίπεδα. Η οικία διέθετε τέσσερα τρικλίνια και ιδιωτικά λουτρά. Οι προμήθειες αποθηκεύονταν σε μεγάλους πακτωμένους πίθους [8].
Ανακαλύφθηκαν αντικείμενα πολυτελείας, αρκετά από αυτά εισηγμένα, όπως μια μικρή λεοπάρδαλη από μάργαρο, σασσανιδικής μάλλον προέλευσης, που κοσμούσε κάποιο ξύλινο στέλεχος, όπως σκήπτρο ή κάθισμα [9]. Σήμερα εκτίθεται στην αίθουσα του ισογείου του Αρχαιολογικού Μουσείου των Δελφών.
Το κτίριο κτίστηκε στις αρχές του 5ου αιώνα και χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία περίπου ως το 580, ενώ αργότερα μετατράπηκε σε συγκρότημα εργαστηρίων αγγειοπλαστών. Στα τέλη του 6ου αιώνα η πόλη συρρικνώθηκα και σταμάτησαν σε μεγάλο βαθμό οι εμπορικές επαφές με άλλες περιοχές. Η εγχώρια παραγωγή, η οποία είναι χονδροειδέστερη, κάλυπτε πλέον τις ανάγκες των κατοίκων [10].
Κατά την ύστερη αρχαιότητα η Ιερά Οδός πλακοστρώθηκε με επαναχρησιμοποίηση αρχαίων αρχιτεκτονικών μελών, ο χαρακτήρας της όμως είναι πια κυρίως βιοτεχνικός και εμπορικός [11]. Στον χώρο της αγοράς δημιουργήθηκαν εργαστήρια, και οικοδομήθηκε παλαιοχριστιανική βασιλική.
Δύο μεγάλες δεξαμενές κατασκευάστηκαν για να εξασφαλίζουν νερό στις οικίες. Με την επικράτηση του Χριστιανισμού, οι Δελφοί έγιναν έδρα επισκοπής, αλλά εγκαταλείφθηκαν στις αρχές του 7ου αι. μ.Χ. [12], κατά την περίοδο των Σλαβικών επιδρομών. [1]Ο χρόνος και οι φυσικές καταστροφές συμπλήρωσαν το κάδρο της ερήμωσης του τόπου, και στην θέση των ερειπίων του ιδρύθηκε το μικρό και άσημο χωριό Καστρί. [7] [13]
Παραπομπές
[1] Υπουργείο Πολιτισμού, Δελφοί, Ιστορικό
[2] Arxaiologia.gr[νεκρός σύνδεσμος] Άρθρο της Μαρίας Πεντάζου
[3] Βικιθήκη - Ιλιάδα Ραψωδία Β΄στίχοι 517-520 Αὐτὰρ Φωκήων Σχεδίος καὶ Ἐπίστροφος ἦρχον υἷες Ἰφίτου μεγαθύμου Ναυβολίδαο, οἳ Κυπάρισσον ἔχον Πυθῶνά τε πετρήεσσαν Κρῖσάν τε ζαθέην καὶ Δαυλίδα καὶ Πανοπῆα, οἵ τ' Ἀνεμώρειαν καὶ Ὑάμπολιν ἀμφενέμοντο, οἵ τ' ἄρα πὰρ ποταμὸν Κηφισὸν δῖον ἔναιον, οἵ τε Λίλαιαν ἔχον πηγῇς ἔπι Κηφισοῖο·
[4] Arxaiologia.gr Άρθρο της Κατερίνας Τυπάλδου-Φακίρη
[5] Ηρόδοτος 8.39 τούτους δὲ τοὺς δύο Δελφοὶ λέγουσι εἶναι ἐπιχωρίους ἥρωας, Φύλακόν τε καὶ Αὐτόνοον, τῶν τὰ τεμένεα ἐστὶ περὶ τὸ ἱρόν, Φυλάκου μὲν παρ᾽ αὐτὴν τὴν ὁδὸν κατύπερθε τοῦ ἱροῦ τῆς Προναίης, Αὐτονόου δὲ πέλας τῆς Κασταλίης ὑπὸ τῇ Ὑαμπείῃ κορυφῇ. οἱ δὲ πεσόντες ἀπὸ τοῦ Παρνησοῦ λίθοι ἔτι καὶ ἐς ἡμέας ἦσαν σόοι, ἐν τῷ τεμένεϊ τῆς Προναίης Ἀθηναίης κείμενοι, ἐς τὸ ἐνέσκηψαν διὰ τῶν βαρβάρων φερόμενοι. τούτων μέν νυν τῶν ἀνδρῶν αὕτη ἀπὸ τοῦ ἱροῦ ἀπαλλαγὴ γίνεται.
[6] Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού, Δελφοί
[6] Γιάννης Λάμψας, Λεξικό του Αρχαίου Κόσμου, τ. Α’, Αθήνα, εκδόσεις Δομή, 1984 , 761—762.
[8] Petrides, P., La céramique protobyzantine de Delphes. Une production et son contexte, École française d’Athènes, Fouilles de Delphes V, Monuments figurés 4, Paris – Athènes 2010.
[9] Π., «Μάργαρον ἐς χεῖρας τὰς ἐμὰς τῇ προτεραίᾳ ἐμπέπτωκεν : Η λεοπάρδαλη των Δελφών και τα αντικείμενα μικροτεχνίας από μάργαρο», στο Ο. Γκράτζιου-Χ.Λούκος (επιμ.), Ψηφίδες. Μελέτες Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Τέχνης στη μνήμη της Στέλλας Παπαδάκη-Oekland, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης – Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 2009, σ. 73-84.
[10] Petrides, P., «Delphes dans l’Antiquité tardive : première approche topographique et céramologique», BCH 121 (1997)
[11] Πετρίδης Π., «Βιοτεχνικές εγκαταστάσεις της πρώιμης βυζαντινής περιόδου στους Δελφούς», Αρχαιολογικά Τεκμήρια Βιοτεχνικών Εγκαταστάσεων κατά τη Βυζαντινή Εποχή 5ος–15ος αιώνας, Χριστιανική Αρχαιολογική Εταιρεία – Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς, Αθήνα 2004, σ. 243-256
[12] Πετρίδης, Π., «Από την Πυθία στην Αθανασία: οι Δελφοί της Ύστερης Αρχαιότητας υπό το φως των νέων ανασκαφικών δεδομένων», Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης, Βόλος 27.2 – 2.3.2003, Βόλος 2006, σ. 1093-1103.
[13] Πάνος Βαλαβάνης, Ιερά και Αγώνες στην Αρχαία Ελλάδα. Ολυμπία – Δελφοί – Ίσθμια – Νέμεα – Αθήνα, Αθήνα, 2004, 228-235.
Βιβλιογραφία
- Chandler, R, Revett, N., Pars, W., Ionian Antiquities, London 1769
- Chandler, R, Revett, N., Pars, W., Inscriptiones antiquae, pleraeque nondum editae, in Asia Minore et Graecia, praesertim Athensis, collectae, Oxford, 1774.
- Chandler, R, Revett, N., Pars, W., Travels in Asia Minor, Oxford, 1775.
- Chandler, R, Revett, N., Pars, W., Travels in Greece, Oxford, 1776.
- Delphes cent ans après la Grande fouille. Essai de bilan. Actes du colloque organisé par l' EFA, 17-20 septembre 1992, BCH Suppl. 36, 2000, 7-21
- Elliot, C.W.J., “Lord Byron, Early Travelers and the Monastery at Delphi”, AJA 1967, 283-291, πιν. 85-86
- Πετρίδης, Π., «Από την Πυθία στην Αθανασία: οι Δελφοί της Ύστερης Αρχαιότητας υπό το φως των νέων ανασκαφικών δεδομένων», Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας, Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης, Βόλος 27.2 – 2.3.2003, Βόλος 2006, σ. 1093-1103.
- Πετρίδης, Π., «Μάργαρον ἐς χεῖρας τὰς ἐμὰς τῇ προτεραίᾳ ἐμπέπτωκεν : Η λεοπάρδαλη των Δελφών και τα αντικείμενα μικροτεχνίας από μάργαρο», στο Ο. ΓΚΡΑΤΖΙΟΥ – Χ. ΛΟΥΚΟΣ (επιμ.), Ψηφίδες. Μελέτες Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Τέχνης στη μνήμη της Στέλλας Παπαδάκη-Oekland, Πανεπιστημιακές εκδόσεις Κρήτης – Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών, Ηράκλειο 2009, σ. 73-84.
- Petrides, P., La céramique protobyzantine de Delphes. Une production et son contexte, École française d’Athènes, Fouilles de Delphes V, Monuments figurés 4, Paris – Athènes 2010.
- Petrides, P., Delphes de l’Antiquité tardive. Secteur au Sud-est du Péribole, École française d’Athènes, Fouilles de Delphes II, Topographie et Architecture 15, Paris-Athènes 2014 (με τους V. Déroche, A. Badie).
- Petrides, P., «Delphes dans l’Antiquité tardive : première approche topographique et céramologique», BCH 121 (1997), σ. 681-695.
- Petrides, P., «Αteliers de potiers protobyzantins à Delphes », στο Χ. ΜΠΑΚΙΡΤΖΗΣ (επιμ.), 7ο Διεθνές Συνέδριο Μεσαιωνικής Κεραμικής της Μεσογείου, Θεσσαλονίκη 11-16 Οκτωβρίου 1999, Πρακτικά, Αθήνα 2003, σ. 443-446.
- Wheler, George. A Journey into Greece… In Company of Dr Spon of Lyons. In six books. Containing I…, II…, III…, IV…, V…, VI…, London, William Cademan, Robert Kettlewell and Awnsham Churchill, 1682.