Ο διάλογος Μηλίων και Αθηναίων, τον οποίο έχει διασώσει ο Θουκυδίδης είναι διαχρονικά επίκαιρος. Όπως φαίνεται πως η ιστορία συνεχώς επαναλαμβάνεται, εφόσον η ισχύς ενός έθνους, προϋποθέτει τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πόρων και της ενέργειας, στο ευρύτερο γεωπολιτικό χώρο. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο δεν ισχύουν ηθικοί φραγμοί, αλλά το δίκαιο του ισχυρού. Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι Αθηναίοι σε ένα απόσπασμα του διαλόγου : «Όταν δεν υπάρχει ανάμεσα σε δύο δυνάμεις ίση δύναμη προς εξασφάλιση των συμφερόντων τους, τότε οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται» .
ΤΟ 416-415 π.Χ. ο Πελοποννησιακός Πόλεμος βρίσκεται ήδη στο 16ο έτος του και τίποτε δεν δείχνει ποια θα είναι η κατάληξή του . ( Έντεκα, περίπου χρόνια αργότερα τελείωσε με πλήρη νίκη της Σπάρτης και ήττα των Αθηνών).
Τότε, το 16ο έτος του πολέμου, οι Αθηναίοι, υπό τους στρατηγούς Κλεομήδη, γιο του Λυκομήδου και Τεισία γιο του Τεισιμάχου, εξεστράτευσαν κατά της νήσου Μήλου. Είχαν μαζί τους τριάντα δικά τους πλοία και οκτώ συμμαχικά (έξι από τη Χίο και δύο από τη Λέσβο) και η στρατιωτική τους δύναμη αποτελείτο από Αθηναίους μεν 1.200 οπλίτες, 300 τοξότες και 20 ιπποτοξότες, συμμάχους δε, κυρίως νησιώτες, 1.500 περίπου: συνολικά, δηλαδή είχαν μια δύναμη 3.000 περίπου ανδρών.
Η Μήλος αποικία των Λακεδαιμονίων, είχε δώσει στο παρελθόν χρήματα στη Σπάρτη για τη διεξαγωγή του πολέμου, και αρνούντο να υποταχθούν στους Αθηναίους, όπως οι λοιποί νησιώτες.. Είχε επίσης είχε αναγραφεί στο φορολογικό κατάλογο της αθηναϊκής συμμαχίας του έτους 425-424, αλλά δεν κατέβαλε φόρο. Φαίνεται ότι προσπαθούσε να κρατήσει τις αποστάσεις της από τους δύο αντιπάλους, αλλά σε τέτοιους άγριους καιρούς η ουδετερότητα μάλλον βλάπτει παρά ωφελεί, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Οι Αθηναίοι , θέλοντας να ξεκαθαρίσουν το πρόβλημα της Μήλου, στρατοπέδευσαν έξω από τα τείχη της πόλης, και έστειλαν προς διαπραγμάτευση πρέσβεις, σε μια προσπάθεια ειρηνικής υποταγής της νήσου. Οι Μήλιοι δεν παρουσίασαν τους πρέσβεις ενώπιον του λαού όπως γινόταν σε άλλες περιπτώσεις, προφανώς φοβούμενοι μήπως ο λαός παρασυρθεί από τα επιχειρήματα των πρέσβεων και δεν λάβει τη σωστή απόφαση, ζήτησαν για αυτό από αυτούς να εκθέσουν τον σκοπό της έλευσης των προς τις αρχές του τόπου και το κυβερνητικό συμβούλιο της Μήλου.
Οι Αθηναίοι πρέσβεις αρχίζοντας την ομιλία τους, είπαν ότι αφού δεν πρόκειται να μιλήσουν ενώπιον του λαού αλλά η συνδιάσκεψη θα είναι κλειστή, επιτρέπουν στους Μηλίους, αντί να περιμένουν το τέλος του λόγου των Αθηναίων, να απαντούν αμέσως σε κάθε σημείο που διαφωνούν εκθέτοντας την αντίθετη άποψή τους. Και ρώτησαν τους Μηλίους συμφωνούν με αυτό. Τότε άρχισε ένας από τους σημαντικότερους διαλόγους που έχει διασώσει η παγκόσμια Ιστορία. Πρόκειται για ένα κείμενο πολιτικού ρεαλισμού όπως θα δούμε παρακάτω από τα ελάχιστα που μπορεί να βρει κανείς. Επί πλέον: είναι ένα από τα λίγα ιστορικά κείμενα, που έχουν διασωθεί υπό μορφήν διαλόγου - και όχι συνεχούς κειμένου ή αλλεπαλλήλων, έστω, δημηγοριών. Είναι δε ο μόνος διάλογος που περιλαμβάνεται στις «Ιστορίες» του Θουκυδίδη.
...Το επόμενο καλοκαίρι ο Αλκιβιάδης έφτασε στο Άργος με είκοσι καράβια κι έπιασε όσους Αργείους θεωρούνταν ακόμη ύποπτοι και άνθρωποι των Λακεδαιμονίων, τριακόσιους άνδρες, και οι Aθηναίοι τους απόθεσαν για ασφάλεια στα κοντινά νησιά, σε όσα εξουσίαζαν. Εκστρατεύσανε επίσης οι Αθηναίοι εναντίον της Μήλου με τριάντα δικά τους καράβια, έξι Χιώτικα και δύο Λεσβιακά, και με χίλιους διακόσιους οπλίτες, τριακόσιους τοξότες και είκοσι ιπποτοξότες Αθηναίους, και περίπου χίλιους πεντακόσιους οπλίτες σύμμαχους νησιώτες. Οι Μήλιοι είναι άποικοι των Λακεδαιμονίων και δεν ήθελαν να γίνουν υπήκοοι των Αθηναίων, όπως οι άλλοι νησιώτες. Στην αρχή κράτησαν ουδετερότητα και έμειναν ήσυχοι. Έπειτα, όταν οι Αθηναίοι μεταχειρίζονταν βία εναντίον τους καταστρέφοντας τη γη τους, έφτασαν σε ανοιχτό πόλεμο.
Όταν λοιπόν στρατοπέδευσαν στη γη τους με τη στρατιωτική αυτή ετοιμασία οι στρατηγοί Κλεομήδης του Λυκομήδη και Τεισίας του Τεισιμάχου, και πριν αρχίσουν να την καταστρέφουν, έστειλαν πρέσβεις για να κάνουν πρώτα διαπραγματεύσεις. Τους πρέσβεις αυτούς οι Μήλιοι δεν τους παρουσίασαν στη συνέλευση του λαού, αλλά τους κάλεσαν να πουν αυτά για τα οποία είχαν έρθει στους άρχοντες και τους προκρίτους. Οι Αθηναίοι πρέσβεις είπαν στην ουσία τα εξής:
85. ΑΘ. «Επειδή οι προτάσεις μας δε θα γίνουν προς το λαό, για να μην εξαπατηθεί το πλήθος ακούγοντας μας να εκθέτουμε, σε μια συνεχή αγόρευση, επιχειρήματα ελκυστικά και ανεξέλεγκτα (γιατί καταλαβαίνουμε πως αυτό το νόημα έχει το ότι μας φέρατε μπροστά στους λίγους), σεις οι συγκεντρωμένοι εδώ κάμετε κάτι ακόμη πιο σίγουρο. Μη μας απαντάτε και σεις μ’ ένα συνεχή λόγο αλλά σε κάθε σημείο που νομίζετε πως δε μιλάμε όπως είναι το συμφέρον σας, να μας σταματάτε και να λέτε τη γνώμη σας. Και πρώτα πρώτα πείτε μας αν συμφωνείτε με όσα προτείνουμε».
86. ΜΗΛ. Οι αντιπρόσωποι των Μηλίων αποκρίθηκαν: «Την καλή σας ιδέα να δώσουμε μεταξύ μας με ησυχία εξηγήσεις δεν την κατακρίνουμε, οι πολεμικές όμως ετοιμασίες που δεν είναι μελλοντικές, αλλά παρούσες ήδη, βρίσκονται σε φανερή αντίθεση με την πρότασή σας αυτή. Γιατί βλέπουμε ότι έχετε ρθει σεις οι ίδιοι δικαστές για όσα πρόκειται να ειπωθούν και ότι το τέλος της συζήτησης, σύμφωνα με κάθε πιθανότητα, θα φέρει σε μας πόλεμο, αν υπερισχύσουμε εξαιτίας του δίκιου μας και γι’ αυτό αρνηθούμε να υποχωρήσουμε, δουλεία αν πειστούμε».
87. ΑΘ. Αν ήρθατε σ’ αυτή τη συνεδρίαση για να κάμετε εικασίες για τα μελλούμενα ή για τίποτε άλλο, κι όχι, απ’ την τωρινή κατάσταση κι από όσα βλέπετε να σκεφτείτε για τη σωτηρία της πολιτείας σας, μπορούμε να σταματήσουμε, αν όμως ήρθατε γι’ αυτό, μπορούμε να συνεχίσουμε.
88. ΜΗΛ. Είναι φυσικό και συγχωρείται, στη θέση που βρισκόμαστε, να πηγαίνει ο νους μας σε πολλά, κι επιχειρήματα και σκέψεις. Αναγνωρίζουμε ότι η σημερινή συνάντηση γίνεται βέβαια για τη σωτηρία μας, κι η συζήτηση, αν νομίζετε σωστό, ας γίνει με τον τρόπο που προτείνετε.
89. ΑΘ. Κι εμείς λοιπόν δε θα πούμε με ωραίες φράσεις μακρούς λόγους, που δεν πρόκειται να σας πείσουν, ή ότι δίκαια έχουμε την ηγεμονία μας, επειδή νικήσαμε τους Πέρσες, ή ότι τώρα εκστρατεύουμε εναντίον σας, επειδή αδικούμαστε, κι από σας ζητούμε να μη νομίσετε πως θα μας πείσετε λέγοντας ή ότι, ενώ είστε άποικοι των Λακεδαιμόνιων, δεν πήρατε μέρος στον πόλεμο στο πλευρό τους ή δε μας κάματε κανένα κακό. Έχουμε την απαίτηση να επιδιώξουμε πιο πολύ να επιτύχουμε τα δυνατά από όσα κι οι δυο μας αληθινά έχουμε στο νου μας, αφού ξέρετε και ξέρουμε ότι κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του κι ότι, όταν αυτό δε συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται.
90. ΜΗΛ. Όπως εμείς τουλάχιστο νομίζουμε, είναι χρήσιμο (ανάγκη να μιλάμε γι’ αυτό, επειδή εσείς τέτοια βάση βάλατε στη συζήτησή μας, να αφήσουμε κατά μέρος το δίκαιο και να μιλάμε για το συμφέρον) να μην καταργήσετε σεις αυτό το κοινό καλό, αλλά να υπάρχουν, γι’ αυτόν που κάθε φορά βρίσκεται σε κίνδυνο, τα εύλογα και τα δίκαια και να ωφελείται κάπως αν πείσει, έστω κι αν τα επιχειρήματά του δε βρίσκονται μέσα στα πλαίσια του αυστηρού δικαίου. Κι αυτό δεν είναι σε σας λιγότερο συμφέρον από ό,τι σε μας, γιατί, αν νικηθείτε, θα μπορούσατε να γίνετε παράδειγμα στους άλλους για να σας επιβάλουν την πιο μεγάλη τιμωρία.
91. ΑΘ. Εμείς για το τέλος της ηγεμονίας μας, αν αυτή θα καταλυθεί κάποτε, δεν ανησυχούμε, γιατί δεν είναι επικίνδυνοι στους νικημένους όσοι, όπως οι Λακεδαιμόνιοι, ασκούν ηγεμονία πάνω σε άλλους (άλλωστε η αντιδικία μας δεν είναι με τους Λακεδαιμονίους) αλλά επικίνδυνοι είναι οι υπήκοοι, αν τυχόν αυτοί ξεσηκωθούν και νικήσουν εκείνους που τους εξουσίαζαν. Όσο γι αυτό, ας μείνει σε μας η φροντίδα να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο. Εκείνο όμως που θέλουμε τώρα να κάνουμε φανερό σε σας είναι ότι βρισκόμαστε εδώ για το συμφέρον της ηγεμονίας μας και όσα θα πούμε τώρα σκοπό έχουν τη σωτηρία της πολιτείας σας, επειδή θέλουμε και χωρίς κόπο να σας εξουσιάσουμε και για το συμφέρον και των δυο μας να σωθείτε.
92. ΜΗΛ. Και πώς μπορεί να συμβεί να είναι ίδια συμφέρον σε μας να γίνουμε δούλοι , όπως σε σας να γίνετε κύριοί μας;
93. ΑΘ. Επειδή σεις θα έχετε τη δυνατότητα να υποταχθείτε πριν να πάθετε τις πιο μεγάλες συμφορές, κι εμείς, αν δε σας καταστρέψουμε, θα έχουμε κέρδος.
94. ΜΗΛ. Ώστε δε θα δεχθείτε, μένοντας εμείς ήσυχοι, να είμαστε φίλοι αντί εχθροί, σύμμαχοι όμως κανενός από τους δυο σας;
95.ΑΘ. Όχι, γιατί δε μας βλάφτει τόσο ή έχθρα σας όσο η φιλία σας. Η φιλία σας, στα μάτια των υπηκόων μας, θα ήταν απόδειξη αδυναμίας μας, ενώ το μίσος σας απόδειξη της δύναμής μας.
96. ΜΗΛ. Έτσι σκέφτονται οι υπήκοοι σας για το σωστό, ώστε να βάζουν στην ίδια μοίρα εκείνους που δεν έχουν καμιά φυλετική σχέση μαζί σας κι εκείνους που οι περισσότεροι τους είναι άποικοι σας, μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς αποστάτησαν κι υποτάχτηκαν;
97. ΑΘ. Ναι, γιατί νομίζουν ότι λόγια που να στηρίζονται στο δίκαιο δε λείπουν από κανένα, πιστεύουν όμως πως όσοι διατηρούν την ελευθερία τους το χρωστούν στη δύναμή τους κι ότι εμείς δεν εκστρατεύουμε εναντίον τους από φόβο. Ώστε το να σας υποτάξουμε εκτός που θα αύξαινε τους υπηκόους μας θα μας πρόσφερε και ασφάλεια, και μάλιστα αν σεις, νησιώτες και πιο αδύναμοι από άλλους δεν υπερισχύσετε απέναντί μας που είμαστε κυρίαρχοι στη θάλασσα.
98. ΜΗΛ. Και δε νομίζετε ότι υπάρχει ασφάλεια στην πρότασή μας εκείνη; Γιατί κι εδώ πάλι είναι ανάγκη, όπως εσείς μας υποχρεώσατε να αφήσουμε τους δίκαιους λόγους και ζητάτε να μας πείσετε να υποχωρήσουμε μπροστά στο δικό σας συμφέρον, έτσι κι εμείς να σας εξηγήσουμε το δικό μας συμφέρον, αν αυτό τυχαίνει να είναι μαζί και δικό σας, και να προσπαθήσουμε να σας πείσουμε. Γιατί πώς είναι δυνατό να μην κάμετε εχθρούς σας όσους τώρα είναι ουδέτεροι, όταν αυτοί, βλέποντας τα όσα έγιναν εδώ, πιστέψουν πως κάποτε σεις θα επιτεθείτε κι εναντίον τους; Και μ’ αυτό τι άλλο θα πετύχετε παρά να ενισχύσετε αυτούς που είναι τώρα εχθροί σας, κι εκείνους που ποτέ δε σκέφτηκαν να γίνουν, παρά τη θέλησή τους, να τους στρέψετε εναντίον σας;
99.ΑΘ. Καθόλου, γιατί δε νομίζουμε ότι είναι πιο επικίνδυνοι για μας αυτοί που, κατοικώντας κάπου στη στεριά, εξαιτίας της ελευθερίας τους, θ’ αργήσουν πολύ να πάρουν προφυλακτικά μέτρα εναντίον μας, αλλά οι νησιώτες, όσοι, όπως σεις, βρίσκονται κάπου ανεξάρτητοι, κι όσοι είναι κιόλας ερεθισμένοι από τις αναγκαίες πιέσεις της ηγεμονίας μας. Αυτοί λοιπόν, με το να στηριχτούν πολύ στην απερισκεψία, μπορούν να φέρουν, και τον εαυτό τους κι εμάς, σε φανερούς κινδύνους.
100.ΜΗΛ. Αν σεις για να μη χάσετε την ηγεμονία σας, κι οι υπήκοοι σας για να απαλλαγούν από αυτήν αψηφάτε τόσους κινδύνους, φανερό πως εμείς, που είμαστε ακόμη ελεύθεροι, θα δείχναμε μεγάλη ευτέλεια και δειλία, αν δεν κάναμε το παν προτού γίνουμε δούλοι.
101.ΑΘ. Όχι , αν αποφασίσετε συνετά. Γιατί δεν αγωνίζεστε με ίσους όρους για να δείξετε την ανδρεία σας, δηλαδή για να μην ντροπιαστείτε. Πιο πολύ πρόκειται να αποφασίσετε για τη σωτηρία σας, δηλαδή για το να μην αντιστέκεστε στους πολύ πιο δυνατούς σας.
102. ΜΗΛ. Ξέρουμε όμως πως καμιά φορά οι τύχες του πολέμου κρίνονται πιο δίκαια, κι όχι ανάλογα με τη διαφορά σε πλήθος ανάμεσα στους δυο αντιπάλους. Και σε μας η άμεση υποχώρηση δε δίνει καμιά ελπίδα, ενώ με το να αγωνιστούμε υπάρχει ακόμη ελπίδα να μείνουμε όρθιοι.
103. ΑΘ. Η ελπίδα, παρηγοριά την ώρα του κινδύνου, όσους την έχουν από περίσσια δύναμη κι αν τους βλάψει δεν τους καταστρέφει. Όσοι όμως, στηριγμένοι πάνω της, τα παίζουν όλα για όλα, (γιατί απ’ τη φύση της είναι σπάταλη), μονάχα όταν αποτύχουν τη γνωρίζουν, όταν πια, για κείνον που έκαμε τη γνωριμία της, δεν έχει τίποτε για να το προφυλάξει απ’ αυτήν. Αυτό σεις, αδύναμοι και που η τύχη σας κρίνεται από μια μονάχα κλίση της ζυγαριάς , μη θελήσετε να το πάθετε ούτε να μοιάσετε τους πολλούς που, ενώ μπορούν ακόμη να σωθούν με ανθρώπινα μέσα, όταν τους βρουν οι συμφορές και τους εγκαταλείψουν οι βέβαιες ελπίδες, καταφεύγουν στις αβέβαιες ελπίδες, τη μαντική και τους χρησμούς και όσα άλλα τέτοια, με τις ελπίδες που δίνουν φέρνουν στην καταστροφή.
104. ΜΗΛ. Κι εμείς το ξέρετε καλά, θεωρούμε πως είναι δύσκολο να αγωνιστούμε ενάντια στη δύναμή σας, μαζί κι ενάντια στην τύχη, αν αυτή δε σταθεί αμερόληπτη. Όσο για την τύχη όμως πιστεύουμε, ότι δε θα αξιωθούμε από τους θεούς χειρότερη τύχη, γιατί θεοφοβούμενοι εμείς αντιμετωπίζουμε άδικους. Όσο για τη δύναμη που δεν έχουμε, τις ελλείψεις μας θα τις συμπληρώσει η συμμαχία των Λακεδαιμονίων, που είναι αναγκασμένοι να μας βοηθήσουν, αν όχι γι’ άλλο λόγο, τουλάχιστον από φυλετική συγγένεια κι από ντροπή. Δεν έχουμε λοιπόν καθόλου παράλογα τόσο θάρρος.
105. ΑΘ. Αλλά κι εμείς νομίζουμε ότι δε θα μας λείψει η εύνοια των θεών, γιατί δε ζητούμε και δεν κάνουμε τίποτε που να βρίσκεται έξω από ό,τι πιστεύουν οι άνθρωποι για τους θεούς ή θέλουν στις αναμεταξύ τους σχέσεις. Έχουμε τη γνώμη για τους θεούς και τη βεβαιότητα για τους ανθρώπους, ότι, αναγκασμένοι από ένα φυσικό νόμο επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους όπου είναι πιο δυνατοί . Το νόμο αυτό ούτε εμείς τον θεσπίσαμε ούτε θεσπισμένο πρώτοι εμείς τον εφαρμόσαμε , αλλά τον βρήκαμε να υπάρχει και θα τον αφήσουμε να υπάρχει παντοτινά, και τον εφαρμόζουμε ξέροντας ότι κι εσείς και άλλοι, αν αποκτούσατε την ίδια δύναμη με μας, θα κάνατε τα ίδια. Όσο λοιπόν για την εύνοια των θεών, έχουμε κάθε λόγο να μη φοβόμαστε ότι θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση. Όσο για την ιδέα σας για τους Λακεδαιμόνιους, στην οποία στηρίζετε την πεποίθηση ότι από ντροπή θα σας βοηθήσουν, ενώ μακαρίζουμε την αθωότητά σας δε ζηλεύουμε την αφροσύνη σας. Πραγματικά οι Λακεδαιμόνιοι στις μεταξύ τους σχέσεις και στις συνήθειες του τόπου τους δείχνονται πολύ ενάρετοι. Για τη συμπεριφορά τους όμως απέναντι στους άλλους, μόλο που θα ’χε κανείς πολλά να πει για το πώς φέρονται, θα μπορούσε πολύ καλά να τα συνοψίσει αν έλεγε ότι, από όλους τους ανθρώπους που ξέρουμε, αυτοί δείχνουν ολοφάνερα ότι θεωρούν τα ευχάριστα έντιμα και τα συμφέροντα δίκαια. Και αλήθεια, η τέτοια νοοτροπία τους δεν είναι καθόλου ευνοϊκή προς τις τωρινές παράλογες ελπίδες σας για σωτηρία.
106.ΜΗΛ. Αλλά εμείς γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έχουμε αυτή τη στιγμή πιο πολύ την πεποίθηση ότι οι Λακεδαιμόνιοι, για το συμφέρον το δικό τους, δε θα θελήσουν να προδώσουν τους Μήλιους, που είναι άποικοι τους, και να φτάσουν να γίνουν αναξιόπιστοι στους φίλους τους Έλληνες κι ωφέλιμοι στους εχθρούς τους.
107. ΑΘ. Και δε νομίζετε ότι το συμφέρον βρίσκεται στην ασφάλεια, ενώ το δίκαιο και το έντιμο κατορθώνονται με κινδύνους τους οποίους οι Λακεδαιμόνιοι, τις περισσότερες φορές, ελάχιστα αποτολμούν;
108. ΜΗΛ. Αλλά νομίζουμε ότι και τους κινδύνους για χάρη μας θα αναλάβουν αυτοί πιο πρόθυμα, κι ότι θα θεωρήσουν πως είναι πιο σίγουροι αν για μας κι όχι για τους άλλους τους αναλάμβαναν, τόσο γιατί για τις πολεμικές επιχειρήσεις βρισκόμαστε κοντά στην Πελοπόννησο όσο και γιατί στα φρονήματα, εξαιτίας της φυλετικής συγγένειας, είμαστε πιο αξιόπιστοι από άλλους.
109. ΑΘ. Εγγύηση γι’ αυτούς που θα συμπολεμήσουν δεν είναι η φιλική διάθεση αυτών που τους καλούν, αλλά αν υπερέχουν σε πραγματική δύναμη. Κι αυτό το λογαριάζουν οι Λακεδαιμόνιοι περισσότερο από κάθε άλλον (από έλλειψη άλλωστε εμπιστοσύνης στη δική τους ετοιμασία, μονάχα με πολλούς συμμάχους εκστρατεύουν εναντίον των γειτόνων τους), ώστε δε φαίνεται πιθανό ότι αυτοί θα στείλουν στρατό σ’ ένα νησί την ώρα που είμαστε εμείς θαλασσοκράτορες.
110. ΜΗΛ. Αλλά θα μπορούσαν να στείλουν κι άλλους. Κι ακόμη το Κρητικό πέλαγος είναι πλατύ και μέσα σ’ αυτό είναι πιο δύσκολο οι θαλασσοκράτορες να συλλάβουν παρά να σωθούν αυτοί που θέλουν να ξεφύγουν. Κι αν όμως αποτύγχαναν σ’ αυτό, θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον της γης σας κι εναντίον των υπόλοιπων συμμάχων σας, σε όσους δεν έφτασε ο Βρασίδας. Και τότε θα έχετε να αγωνισθείτε όχι μόνο για μια χώρα που δε σας ανήκε ποτέ, αλλά για πράγματα πιο δικά σας, τη συμμαχία σας και τη γη σας.
111. ΑΘ. Ξέρετε από την πείρα σας πως απ’ αυτό κάτι μπορεί να συμβεί, αλλά δεν αγνοείτε επίσης ότι οι Αθηναίοι ποτέ ως σήμερα δεν αποτραβήχτηκαν από καμιά πολιορκία, επειδή φοβήθηκαν άλλους. Παρατηρούμε όμως ότι ενώ είπατε ότι θα σκεφτείτε για τη σωτηρία σας, στην πιο πλατιά συζήτηση δεν έχετε πει τίποτε στο οποίο βασισμένοι λογικοί άνθρωποι θα πίστευαν ότι μπορούν να σωθούν , αλλά τα πιο δυνατά σας στηρίγματα είναι μελλοντικές ελπίδες, ενώ τα μέσα που έχετε είναι πολύ μικρά για να υπερισχύσετε, αν συγκριθούν με εκείνα που αυτή τη στιγμή βρίσκονται παραταγμένα εναντίον σας. Και δείχνετε μεγάλη απερισκεψία αν, αφού ζητήσετε να αποσυρθούμε, δεν αποφασίσετε όσο ακόμη είναι καιρός κάτι άλλο πιο φρόνιμο απ’ αυτά. Να μην πάει ο νους σας στη ντροπή που τόσο συχνά καταστρέφει τους ανθρώπους, όταν αντιμετωπίζουν κινδύνους φανερούς και ταπεινωτικούς. Γιατί πολλούς, ενώ ήταν ακόμη σε θέση να ιδούν καθαρά σε ποιους κινδύνους οδηγούνταν, τους παρέσυρε η δύναμη μιας ελκυστικής λέξης, της λεγόμενης ντροπής, και, νικημένοι απ’ τη λέξη, στην πράξη έπεσαν θεληματικά σε αγιάτρευτες συφορές κι ακόμη απόχτησαν ντροπή πιο ταπεινωτική, αφού αυτή ήταν αποτέλεσμα ανοησίας παρά τύχης. Αυτό σεις, αν σκεφτείτε φρόνιμα, θα το αποφύγετε και δε θα νομίστε άπρεπο να υποχωρήσετε στην πολιτεία την πιο δυνατή που σας προτείνει όρους λογικούς, να γίνετε δηλαδή σύμμαχοί της πληρώνοντας φόρο, διατηρώντας τη χώρα σας, και, ενώ σας δίνεται η εκλογή ανάμεσα στον πόλεμο και στην ασφάλεια, εσείς να διαλέξετε τα χειρότερα επιζητώντας να φανείτε ανώτεροι. Γιατί όσοι στους ίσους δεν υποχωρούν, στους δυνατότερους φέρονται φρόνιμα και στους κατώτερους δείχνονται μετριοπαθείς, αυτοί πιο πολύ προκόβουν. Σκεφτείτε, λοιπόν, όταν εμείς αποσυρθούμε, και συλλογιστείτε πολλές φορές ότι αποφασίζετε για την πατρίδα, για τη μια και μόνη πατρίδα σας, κι ότι απ’ τη μιαν αυτή απόφασή σας θα εξαρτηθεί το να ευτυχήσει τούτη ή να δυστυχήσει.
112. Οι Αθηναίοι αποχώρησαν από τη συζήτηση και οι Μήλιοι , όταν μείνανε μόνοι τους, επειδή αποφάσισαν παραπλήσια με εκείνα που έλεγαν πρωτύτερα, αποκρίθηκαν τα εξής: «Ούτε γνώμη διαφορετική από την προηγούμενη έχουμε, Αθηναίοι, ούτε μέσα σε λίγες στιγμές θα στερήσουμε μια πόλη, που υπάρχει εδώ και εφτακόσια χρόνια, από την ελευθερία της, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στην τύχη, που χάρη στην εύνοια των θεών την προστατεύει ως τώρα, και στη βοήθεια των ανθρώπων, ιδιαίτερα των Λακεδαιμονίων, θα προσπαθήσουμε να τη σώσουμε. Σας προτείνουμε όμως να είμαστε φίλοι σας, εχθροί με κανένα από τους δυο σας, και να φύγετε από τη γη μας, αφού κάνουμε συνθήκη που θα την κρίνουμε ωφέλιμη και στους δυο μας».
113.Οι Μήλιοι λοιπόν τόσα μονάχα αποκρίθηκαν. Οι Αθηναίοι αποχωρώντας πια οριστικά από τις διαπραγματεύσεις είπαν: «Πραγματικά, όπως νομίζουμε ύστερα από την απόφασή σας αυτή, είστε οι μόνοι που κρίνετε τα μελλοντικά πιο καθαρά από αυτά που βλέπετε μπροστά στα μάτια σας, και τα άγνωστα, επειδή τα θέλετε, τα θεωρείτε σαν να γίνονται στην πραγματικότητα. Τα έχετε παίξει όλα και - στηριγμένοι ολότελα στους Λακεδαιμόνιους, την τύχη και τις ελπίδες - θα τα χάσετε όλα».
114. Οι Αθηναίοι πρέσβεις γύρισαν στο στρατόπεδο και οι στρατηγοί, αφού οι Μήλιοι δεν υποχωρούσαν σε τίποτε, άρχισαν αμέσως τις εχθροπραξίες, κι αφού μοίρασαν τη δουλειά στα στρατιωτικά τμήματα της κάθε πόλης, έζωσαν κυκλικά με τείχος τους Μήλιους. Ύστερα οι Αθηναίοι άφησαν φρουρά από δικούς τους στρατιώτες και συμμάχους, στη στεριά και τη θάλασσα, κι έφυγαν με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού. Οι υπόλοιποι έμειναν και πολιορκούσαν τον τόπο.
116…Την ίδια εποχή οι Μήλιοι πάλι σε άλλο σημείο κυρίεψαν ένα μέρος από το τείχος των Αθηναίων που τους έζωνε, όπου οι φρουροί δεν ήταν πολλοί. Ύστερα από το γεγονός αυτό ήρθε κι άλλος στρατός από την Αθήνα, με αρχηγό το Φιλοκράτη του Δημέα. Και οι Μήλιοι, επειδή πολιορκούνταν πια πολύ στενά, έγινε μάλιστα και κάποια προδοσία από ανάμεσά τους, συνθηκολόγησαν με τους Αθηναίους με τον όρο να αποφασίσουν εκείνοι για την τύχη τους. Κι αυτοί σκότωσαν όσους Μήλιους ενήλικους έπιασαν, κι έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Το νησί το αποικίσανε οι ίδιοι στέλνοντας αργότερα πεντακόσιους αποίκους (Θουκυδίδη, Ε 84-116).
Πηγή
ΤΟ 416-415 π.Χ. ο Πελοποννησιακός Πόλεμος βρίσκεται ήδη στο 16ο έτος του και τίποτε δεν δείχνει ποια θα είναι η κατάληξή του . ( Έντεκα, περίπου χρόνια αργότερα τελείωσε με πλήρη νίκη της Σπάρτης και ήττα των Αθηνών).
Τότε, το 16ο έτος του πολέμου, οι Αθηναίοι, υπό τους στρατηγούς Κλεομήδη, γιο του Λυκομήδου και Τεισία γιο του Τεισιμάχου, εξεστράτευσαν κατά της νήσου Μήλου. Είχαν μαζί τους τριάντα δικά τους πλοία και οκτώ συμμαχικά (έξι από τη Χίο και δύο από τη Λέσβο) και η στρατιωτική τους δύναμη αποτελείτο από Αθηναίους μεν 1.200 οπλίτες, 300 τοξότες και 20 ιπποτοξότες, συμμάχους δε, κυρίως νησιώτες, 1.500 περίπου: συνολικά, δηλαδή είχαν μια δύναμη 3.000 περίπου ανδρών.
Η Μήλος αποικία των Λακεδαιμονίων, είχε δώσει στο παρελθόν χρήματα στη Σπάρτη για τη διεξαγωγή του πολέμου, και αρνούντο να υποταχθούν στους Αθηναίους, όπως οι λοιποί νησιώτες.. Είχε επίσης είχε αναγραφεί στο φορολογικό κατάλογο της αθηναϊκής συμμαχίας του έτους 425-424, αλλά δεν κατέβαλε φόρο. Φαίνεται ότι προσπαθούσε να κρατήσει τις αποστάσεις της από τους δύο αντιπάλους, αλλά σε τέτοιους άγριους καιρούς η ουδετερότητα μάλλον βλάπτει παρά ωφελεί, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Οι Αθηναίοι , θέλοντας να ξεκαθαρίσουν το πρόβλημα της Μήλου, στρατοπέδευσαν έξω από τα τείχη της πόλης, και έστειλαν προς διαπραγμάτευση πρέσβεις, σε μια προσπάθεια ειρηνικής υποταγής της νήσου. Οι Μήλιοι δεν παρουσίασαν τους πρέσβεις ενώπιον του λαού όπως γινόταν σε άλλες περιπτώσεις, προφανώς φοβούμενοι μήπως ο λαός παρασυρθεί από τα επιχειρήματα των πρέσβεων και δεν λάβει τη σωστή απόφαση, ζήτησαν για αυτό από αυτούς να εκθέσουν τον σκοπό της έλευσης των προς τις αρχές του τόπου και το κυβερνητικό συμβούλιο της Μήλου.
Οι Αθηναίοι πρέσβεις αρχίζοντας την ομιλία τους, είπαν ότι αφού δεν πρόκειται να μιλήσουν ενώπιον του λαού αλλά η συνδιάσκεψη θα είναι κλειστή, επιτρέπουν στους Μηλίους, αντί να περιμένουν το τέλος του λόγου των Αθηναίων, να απαντούν αμέσως σε κάθε σημείο που διαφωνούν εκθέτοντας την αντίθετη άποψή τους. Και ρώτησαν τους Μηλίους συμφωνούν με αυτό. Τότε άρχισε ένας από τους σημαντικότερους διαλόγους που έχει διασώσει η παγκόσμια Ιστορία. Πρόκειται για ένα κείμενο πολιτικού ρεαλισμού όπως θα δούμε παρακάτω από τα ελάχιστα που μπορεί να βρει κανείς. Επί πλέον: είναι ένα από τα λίγα ιστορικά κείμενα, που έχουν διασωθεί υπό μορφήν διαλόγου - και όχι συνεχούς κειμένου ή αλλεπαλλήλων, έστω, δημηγοριών. Είναι δε ο μόνος διάλογος που περιλαμβάνεται στις «Ιστορίες» του Θουκυδίδη.
...Το επόμενο καλοκαίρι ο Αλκιβιάδης έφτασε στο Άργος με είκοσι καράβια κι έπιασε όσους Αργείους θεωρούνταν ακόμη ύποπτοι και άνθρωποι των Λακεδαιμονίων, τριακόσιους άνδρες, και οι Aθηναίοι τους απόθεσαν για ασφάλεια στα κοντινά νησιά, σε όσα εξουσίαζαν. Εκστρατεύσανε επίσης οι Αθηναίοι εναντίον της Μήλου με τριάντα δικά τους καράβια, έξι Χιώτικα και δύο Λεσβιακά, και με χίλιους διακόσιους οπλίτες, τριακόσιους τοξότες και είκοσι ιπποτοξότες Αθηναίους, και περίπου χίλιους πεντακόσιους οπλίτες σύμμαχους νησιώτες. Οι Μήλιοι είναι άποικοι των Λακεδαιμονίων και δεν ήθελαν να γίνουν υπήκοοι των Αθηναίων, όπως οι άλλοι νησιώτες. Στην αρχή κράτησαν ουδετερότητα και έμειναν ήσυχοι. Έπειτα, όταν οι Αθηναίοι μεταχειρίζονταν βία εναντίον τους καταστρέφοντας τη γη τους, έφτασαν σε ανοιχτό πόλεμο.
Όταν λοιπόν στρατοπέδευσαν στη γη τους με τη στρατιωτική αυτή ετοιμασία οι στρατηγοί Κλεομήδης του Λυκομήδη και Τεισίας του Τεισιμάχου, και πριν αρχίσουν να την καταστρέφουν, έστειλαν πρέσβεις για να κάνουν πρώτα διαπραγματεύσεις. Τους πρέσβεις αυτούς οι Μήλιοι δεν τους παρουσίασαν στη συνέλευση του λαού, αλλά τους κάλεσαν να πουν αυτά για τα οποία είχαν έρθει στους άρχοντες και τους προκρίτους. Οι Αθηναίοι πρέσβεις είπαν στην ουσία τα εξής:
85. ΑΘ. «Επειδή οι προτάσεις μας δε θα γίνουν προς το λαό, για να μην εξαπατηθεί το πλήθος ακούγοντας μας να εκθέτουμε, σε μια συνεχή αγόρευση, επιχειρήματα ελκυστικά και ανεξέλεγκτα (γιατί καταλαβαίνουμε πως αυτό το νόημα έχει το ότι μας φέρατε μπροστά στους λίγους), σεις οι συγκεντρωμένοι εδώ κάμετε κάτι ακόμη πιο σίγουρο. Μη μας απαντάτε και σεις μ’ ένα συνεχή λόγο αλλά σε κάθε σημείο που νομίζετε πως δε μιλάμε όπως είναι το συμφέρον σας, να μας σταματάτε και να λέτε τη γνώμη σας. Και πρώτα πρώτα πείτε μας αν συμφωνείτε με όσα προτείνουμε».
86. ΜΗΛ. Οι αντιπρόσωποι των Μηλίων αποκρίθηκαν: «Την καλή σας ιδέα να δώσουμε μεταξύ μας με ησυχία εξηγήσεις δεν την κατακρίνουμε, οι πολεμικές όμως ετοιμασίες που δεν είναι μελλοντικές, αλλά παρούσες ήδη, βρίσκονται σε φανερή αντίθεση με την πρότασή σας αυτή. Γιατί βλέπουμε ότι έχετε ρθει σεις οι ίδιοι δικαστές για όσα πρόκειται να ειπωθούν και ότι το τέλος της συζήτησης, σύμφωνα με κάθε πιθανότητα, θα φέρει σε μας πόλεμο, αν υπερισχύσουμε εξαιτίας του δίκιου μας και γι’ αυτό αρνηθούμε να υποχωρήσουμε, δουλεία αν πειστούμε».
87. ΑΘ. Αν ήρθατε σ’ αυτή τη συνεδρίαση για να κάμετε εικασίες για τα μελλούμενα ή για τίποτε άλλο, κι όχι, απ’ την τωρινή κατάσταση κι από όσα βλέπετε να σκεφτείτε για τη σωτηρία της πολιτείας σας, μπορούμε να σταματήσουμε, αν όμως ήρθατε γι’ αυτό, μπορούμε να συνεχίσουμε.
88. ΜΗΛ. Είναι φυσικό και συγχωρείται, στη θέση που βρισκόμαστε, να πηγαίνει ο νους μας σε πολλά, κι επιχειρήματα και σκέψεις. Αναγνωρίζουμε ότι η σημερινή συνάντηση γίνεται βέβαια για τη σωτηρία μας, κι η συζήτηση, αν νομίζετε σωστό, ας γίνει με τον τρόπο που προτείνετε.
89. ΑΘ. Κι εμείς λοιπόν δε θα πούμε με ωραίες φράσεις μακρούς λόγους, που δεν πρόκειται να σας πείσουν, ή ότι δίκαια έχουμε την ηγεμονία μας, επειδή νικήσαμε τους Πέρσες, ή ότι τώρα εκστρατεύουμε εναντίον σας, επειδή αδικούμαστε, κι από σας ζητούμε να μη νομίσετε πως θα μας πείσετε λέγοντας ή ότι, ενώ είστε άποικοι των Λακεδαιμόνιων, δεν πήρατε μέρος στον πόλεμο στο πλευρό τους ή δε μας κάματε κανένα κακό. Έχουμε την απαίτηση να επιδιώξουμε πιο πολύ να επιτύχουμε τα δυνατά από όσα κι οι δυο μας αληθινά έχουμε στο νου μας, αφού ξέρετε και ξέρουμε ότι κατά την κρίση των ανθρώπων το δίκαιο λογαριάζεται όταν υπάρχει ίση δύναμη για την επιβολή του κι ότι, όταν αυτό δε συμβαίνει, οι δυνατοί κάνουν ό,τι τους επιτρέπει η δύναμή τους κι οι αδύναμοι υποχωρούν κι αποδέχονται.
90. ΜΗΛ. Όπως εμείς τουλάχιστο νομίζουμε, είναι χρήσιμο (ανάγκη να μιλάμε γι’ αυτό, επειδή εσείς τέτοια βάση βάλατε στη συζήτησή μας, να αφήσουμε κατά μέρος το δίκαιο και να μιλάμε για το συμφέρον) να μην καταργήσετε σεις αυτό το κοινό καλό, αλλά να υπάρχουν, γι’ αυτόν που κάθε φορά βρίσκεται σε κίνδυνο, τα εύλογα και τα δίκαια και να ωφελείται κάπως αν πείσει, έστω κι αν τα επιχειρήματά του δε βρίσκονται μέσα στα πλαίσια του αυστηρού δικαίου. Κι αυτό δεν είναι σε σας λιγότερο συμφέρον από ό,τι σε μας, γιατί, αν νικηθείτε, θα μπορούσατε να γίνετε παράδειγμα στους άλλους για να σας επιβάλουν την πιο μεγάλη τιμωρία.
91. ΑΘ. Εμείς για το τέλος της ηγεμονίας μας, αν αυτή θα καταλυθεί κάποτε, δεν ανησυχούμε, γιατί δεν είναι επικίνδυνοι στους νικημένους όσοι, όπως οι Λακεδαιμόνιοι, ασκούν ηγεμονία πάνω σε άλλους (άλλωστε η αντιδικία μας δεν είναι με τους Λακεδαιμονίους) αλλά επικίνδυνοι είναι οι υπήκοοι, αν τυχόν αυτοί ξεσηκωθούν και νικήσουν εκείνους που τους εξουσίαζαν. Όσο γι αυτό, ας μείνει σε μας η φροντίδα να αντιμετωπίσουμε τον κίνδυνο. Εκείνο όμως που θέλουμε τώρα να κάνουμε φανερό σε σας είναι ότι βρισκόμαστε εδώ για το συμφέρον της ηγεμονίας μας και όσα θα πούμε τώρα σκοπό έχουν τη σωτηρία της πολιτείας σας, επειδή θέλουμε και χωρίς κόπο να σας εξουσιάσουμε και για το συμφέρον και των δυο μας να σωθείτε.
92. ΜΗΛ. Και πώς μπορεί να συμβεί να είναι ίδια συμφέρον σε μας να γίνουμε δούλοι , όπως σε σας να γίνετε κύριοί μας;
93. ΑΘ. Επειδή σεις θα έχετε τη δυνατότητα να υποταχθείτε πριν να πάθετε τις πιο μεγάλες συμφορές, κι εμείς, αν δε σας καταστρέψουμε, θα έχουμε κέρδος.
94. ΜΗΛ. Ώστε δε θα δεχθείτε, μένοντας εμείς ήσυχοι, να είμαστε φίλοι αντί εχθροί, σύμμαχοι όμως κανενός από τους δυο σας;
95.ΑΘ. Όχι, γιατί δε μας βλάφτει τόσο ή έχθρα σας όσο η φιλία σας. Η φιλία σας, στα μάτια των υπηκόων μας, θα ήταν απόδειξη αδυναμίας μας, ενώ το μίσος σας απόδειξη της δύναμής μας.
96. ΜΗΛ. Έτσι σκέφτονται οι υπήκοοι σας για το σωστό, ώστε να βάζουν στην ίδια μοίρα εκείνους που δεν έχουν καμιά φυλετική σχέση μαζί σας κι εκείνους που οι περισσότεροι τους είναι άποικοι σας, μερικοί μάλιστα απ’ αυτούς αποστάτησαν κι υποτάχτηκαν;
97. ΑΘ. Ναι, γιατί νομίζουν ότι λόγια που να στηρίζονται στο δίκαιο δε λείπουν από κανένα, πιστεύουν όμως πως όσοι διατηρούν την ελευθερία τους το χρωστούν στη δύναμή τους κι ότι εμείς δεν εκστρατεύουμε εναντίον τους από φόβο. Ώστε το να σας υποτάξουμε εκτός που θα αύξαινε τους υπηκόους μας θα μας πρόσφερε και ασφάλεια, και μάλιστα αν σεις, νησιώτες και πιο αδύναμοι από άλλους δεν υπερισχύσετε απέναντί μας που είμαστε κυρίαρχοι στη θάλασσα.
98. ΜΗΛ. Και δε νομίζετε ότι υπάρχει ασφάλεια στην πρότασή μας εκείνη; Γιατί κι εδώ πάλι είναι ανάγκη, όπως εσείς μας υποχρεώσατε να αφήσουμε τους δίκαιους λόγους και ζητάτε να μας πείσετε να υποχωρήσουμε μπροστά στο δικό σας συμφέρον, έτσι κι εμείς να σας εξηγήσουμε το δικό μας συμφέρον, αν αυτό τυχαίνει να είναι μαζί και δικό σας, και να προσπαθήσουμε να σας πείσουμε. Γιατί πώς είναι δυνατό να μην κάμετε εχθρούς σας όσους τώρα είναι ουδέτεροι, όταν αυτοί, βλέποντας τα όσα έγιναν εδώ, πιστέψουν πως κάποτε σεις θα επιτεθείτε κι εναντίον τους; Και μ’ αυτό τι άλλο θα πετύχετε παρά να ενισχύσετε αυτούς που είναι τώρα εχθροί σας, κι εκείνους που ποτέ δε σκέφτηκαν να γίνουν, παρά τη θέλησή τους, να τους στρέψετε εναντίον σας;
99.ΑΘ. Καθόλου, γιατί δε νομίζουμε ότι είναι πιο επικίνδυνοι για μας αυτοί που, κατοικώντας κάπου στη στεριά, εξαιτίας της ελευθερίας τους, θ’ αργήσουν πολύ να πάρουν προφυλακτικά μέτρα εναντίον μας, αλλά οι νησιώτες, όσοι, όπως σεις, βρίσκονται κάπου ανεξάρτητοι, κι όσοι είναι κιόλας ερεθισμένοι από τις αναγκαίες πιέσεις της ηγεμονίας μας. Αυτοί λοιπόν, με το να στηριχτούν πολύ στην απερισκεψία, μπορούν να φέρουν, και τον εαυτό τους κι εμάς, σε φανερούς κινδύνους.
100.ΜΗΛ. Αν σεις για να μη χάσετε την ηγεμονία σας, κι οι υπήκοοι σας για να απαλλαγούν από αυτήν αψηφάτε τόσους κινδύνους, φανερό πως εμείς, που είμαστε ακόμη ελεύθεροι, θα δείχναμε μεγάλη ευτέλεια και δειλία, αν δεν κάναμε το παν προτού γίνουμε δούλοι.
101.ΑΘ. Όχι , αν αποφασίσετε συνετά. Γιατί δεν αγωνίζεστε με ίσους όρους για να δείξετε την ανδρεία σας, δηλαδή για να μην ντροπιαστείτε. Πιο πολύ πρόκειται να αποφασίσετε για τη σωτηρία σας, δηλαδή για το να μην αντιστέκεστε στους πολύ πιο δυνατούς σας.
102. ΜΗΛ. Ξέρουμε όμως πως καμιά φορά οι τύχες του πολέμου κρίνονται πιο δίκαια, κι όχι ανάλογα με τη διαφορά σε πλήθος ανάμεσα στους δυο αντιπάλους. Και σε μας η άμεση υποχώρηση δε δίνει καμιά ελπίδα, ενώ με το να αγωνιστούμε υπάρχει ακόμη ελπίδα να μείνουμε όρθιοι.
103. ΑΘ. Η ελπίδα, παρηγοριά την ώρα του κινδύνου, όσους την έχουν από περίσσια δύναμη κι αν τους βλάψει δεν τους καταστρέφει. Όσοι όμως, στηριγμένοι πάνω της, τα παίζουν όλα για όλα, (γιατί απ’ τη φύση της είναι σπάταλη), μονάχα όταν αποτύχουν τη γνωρίζουν, όταν πια, για κείνον που έκαμε τη γνωριμία της, δεν έχει τίποτε για να το προφυλάξει απ’ αυτήν. Αυτό σεις, αδύναμοι και που η τύχη σας κρίνεται από μια μονάχα κλίση της ζυγαριάς , μη θελήσετε να το πάθετε ούτε να μοιάσετε τους πολλούς που, ενώ μπορούν ακόμη να σωθούν με ανθρώπινα μέσα, όταν τους βρουν οι συμφορές και τους εγκαταλείψουν οι βέβαιες ελπίδες, καταφεύγουν στις αβέβαιες ελπίδες, τη μαντική και τους χρησμούς και όσα άλλα τέτοια, με τις ελπίδες που δίνουν φέρνουν στην καταστροφή.
104. ΜΗΛ. Κι εμείς το ξέρετε καλά, θεωρούμε πως είναι δύσκολο να αγωνιστούμε ενάντια στη δύναμή σας, μαζί κι ενάντια στην τύχη, αν αυτή δε σταθεί αμερόληπτη. Όσο για την τύχη όμως πιστεύουμε, ότι δε θα αξιωθούμε από τους θεούς χειρότερη τύχη, γιατί θεοφοβούμενοι εμείς αντιμετωπίζουμε άδικους. Όσο για τη δύναμη που δεν έχουμε, τις ελλείψεις μας θα τις συμπληρώσει η συμμαχία των Λακεδαιμονίων, που είναι αναγκασμένοι να μας βοηθήσουν, αν όχι γι’ άλλο λόγο, τουλάχιστον από φυλετική συγγένεια κι από ντροπή. Δεν έχουμε λοιπόν καθόλου παράλογα τόσο θάρρος.
105. ΑΘ. Αλλά κι εμείς νομίζουμε ότι δε θα μας λείψει η εύνοια των θεών, γιατί δε ζητούμε και δεν κάνουμε τίποτε που να βρίσκεται έξω από ό,τι πιστεύουν οι άνθρωποι για τους θεούς ή θέλουν στις αναμεταξύ τους σχέσεις. Έχουμε τη γνώμη για τους θεούς και τη βεβαιότητα για τους ανθρώπους, ότι, αναγκασμένοι από ένα φυσικό νόμο επιβάλλουν πάντα την εξουσία τους όπου είναι πιο δυνατοί . Το νόμο αυτό ούτε εμείς τον θεσπίσαμε ούτε θεσπισμένο πρώτοι εμείς τον εφαρμόσαμε , αλλά τον βρήκαμε να υπάρχει και θα τον αφήσουμε να υπάρχει παντοτινά, και τον εφαρμόζουμε ξέροντας ότι κι εσείς και άλλοι, αν αποκτούσατε την ίδια δύναμη με μας, θα κάνατε τα ίδια. Όσο λοιπόν για την εύνοια των θεών, έχουμε κάθε λόγο να μη φοβόμαστε ότι θα βρεθούμε σε μειονεκτική θέση. Όσο για την ιδέα σας για τους Λακεδαιμόνιους, στην οποία στηρίζετε την πεποίθηση ότι από ντροπή θα σας βοηθήσουν, ενώ μακαρίζουμε την αθωότητά σας δε ζηλεύουμε την αφροσύνη σας. Πραγματικά οι Λακεδαιμόνιοι στις μεταξύ τους σχέσεις και στις συνήθειες του τόπου τους δείχνονται πολύ ενάρετοι. Για τη συμπεριφορά τους όμως απέναντι στους άλλους, μόλο που θα ’χε κανείς πολλά να πει για το πώς φέρονται, θα μπορούσε πολύ καλά να τα συνοψίσει αν έλεγε ότι, από όλους τους ανθρώπους που ξέρουμε, αυτοί δείχνουν ολοφάνερα ότι θεωρούν τα ευχάριστα έντιμα και τα συμφέροντα δίκαια. Και αλήθεια, η τέτοια νοοτροπία τους δεν είναι καθόλου ευνοϊκή προς τις τωρινές παράλογες ελπίδες σας για σωτηρία.
106.ΜΗΛ. Αλλά εμείς γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο έχουμε αυτή τη στιγμή πιο πολύ την πεποίθηση ότι οι Λακεδαιμόνιοι, για το συμφέρον το δικό τους, δε θα θελήσουν να προδώσουν τους Μήλιους, που είναι άποικοι τους, και να φτάσουν να γίνουν αναξιόπιστοι στους φίλους τους Έλληνες κι ωφέλιμοι στους εχθρούς τους.
107. ΑΘ. Και δε νομίζετε ότι το συμφέρον βρίσκεται στην ασφάλεια, ενώ το δίκαιο και το έντιμο κατορθώνονται με κινδύνους τους οποίους οι Λακεδαιμόνιοι, τις περισσότερες φορές, ελάχιστα αποτολμούν;
108. ΜΗΛ. Αλλά νομίζουμε ότι και τους κινδύνους για χάρη μας θα αναλάβουν αυτοί πιο πρόθυμα, κι ότι θα θεωρήσουν πως είναι πιο σίγουροι αν για μας κι όχι για τους άλλους τους αναλάμβαναν, τόσο γιατί για τις πολεμικές επιχειρήσεις βρισκόμαστε κοντά στην Πελοπόννησο όσο και γιατί στα φρονήματα, εξαιτίας της φυλετικής συγγένειας, είμαστε πιο αξιόπιστοι από άλλους.
109. ΑΘ. Εγγύηση γι’ αυτούς που θα συμπολεμήσουν δεν είναι η φιλική διάθεση αυτών που τους καλούν, αλλά αν υπερέχουν σε πραγματική δύναμη. Κι αυτό το λογαριάζουν οι Λακεδαιμόνιοι περισσότερο από κάθε άλλον (από έλλειψη άλλωστε εμπιστοσύνης στη δική τους ετοιμασία, μονάχα με πολλούς συμμάχους εκστρατεύουν εναντίον των γειτόνων τους), ώστε δε φαίνεται πιθανό ότι αυτοί θα στείλουν στρατό σ’ ένα νησί την ώρα που είμαστε εμείς θαλασσοκράτορες.
110. ΜΗΛ. Αλλά θα μπορούσαν να στείλουν κι άλλους. Κι ακόμη το Κρητικό πέλαγος είναι πλατύ και μέσα σ’ αυτό είναι πιο δύσκολο οι θαλασσοκράτορες να συλλάβουν παρά να σωθούν αυτοί που θέλουν να ξεφύγουν. Κι αν όμως αποτύγχαναν σ’ αυτό, θα μπορούσαν να στραφούν εναντίον της γης σας κι εναντίον των υπόλοιπων συμμάχων σας, σε όσους δεν έφτασε ο Βρασίδας. Και τότε θα έχετε να αγωνισθείτε όχι μόνο για μια χώρα που δε σας ανήκε ποτέ, αλλά για πράγματα πιο δικά σας, τη συμμαχία σας και τη γη σας.
111. ΑΘ. Ξέρετε από την πείρα σας πως απ’ αυτό κάτι μπορεί να συμβεί, αλλά δεν αγνοείτε επίσης ότι οι Αθηναίοι ποτέ ως σήμερα δεν αποτραβήχτηκαν από καμιά πολιορκία, επειδή φοβήθηκαν άλλους. Παρατηρούμε όμως ότι ενώ είπατε ότι θα σκεφτείτε για τη σωτηρία σας, στην πιο πλατιά συζήτηση δεν έχετε πει τίποτε στο οποίο βασισμένοι λογικοί άνθρωποι θα πίστευαν ότι μπορούν να σωθούν , αλλά τα πιο δυνατά σας στηρίγματα είναι μελλοντικές ελπίδες, ενώ τα μέσα που έχετε είναι πολύ μικρά για να υπερισχύσετε, αν συγκριθούν με εκείνα που αυτή τη στιγμή βρίσκονται παραταγμένα εναντίον σας. Και δείχνετε μεγάλη απερισκεψία αν, αφού ζητήσετε να αποσυρθούμε, δεν αποφασίσετε όσο ακόμη είναι καιρός κάτι άλλο πιο φρόνιμο απ’ αυτά. Να μην πάει ο νους σας στη ντροπή που τόσο συχνά καταστρέφει τους ανθρώπους, όταν αντιμετωπίζουν κινδύνους φανερούς και ταπεινωτικούς. Γιατί πολλούς, ενώ ήταν ακόμη σε θέση να ιδούν καθαρά σε ποιους κινδύνους οδηγούνταν, τους παρέσυρε η δύναμη μιας ελκυστικής λέξης, της λεγόμενης ντροπής, και, νικημένοι απ’ τη λέξη, στην πράξη έπεσαν θεληματικά σε αγιάτρευτες συφορές κι ακόμη απόχτησαν ντροπή πιο ταπεινωτική, αφού αυτή ήταν αποτέλεσμα ανοησίας παρά τύχης. Αυτό σεις, αν σκεφτείτε φρόνιμα, θα το αποφύγετε και δε θα νομίστε άπρεπο να υποχωρήσετε στην πολιτεία την πιο δυνατή που σας προτείνει όρους λογικούς, να γίνετε δηλαδή σύμμαχοί της πληρώνοντας φόρο, διατηρώντας τη χώρα σας, και, ενώ σας δίνεται η εκλογή ανάμεσα στον πόλεμο και στην ασφάλεια, εσείς να διαλέξετε τα χειρότερα επιζητώντας να φανείτε ανώτεροι. Γιατί όσοι στους ίσους δεν υποχωρούν, στους δυνατότερους φέρονται φρόνιμα και στους κατώτερους δείχνονται μετριοπαθείς, αυτοί πιο πολύ προκόβουν. Σκεφτείτε, λοιπόν, όταν εμείς αποσυρθούμε, και συλλογιστείτε πολλές φορές ότι αποφασίζετε για την πατρίδα, για τη μια και μόνη πατρίδα σας, κι ότι απ’ τη μιαν αυτή απόφασή σας θα εξαρτηθεί το να ευτυχήσει τούτη ή να δυστυχήσει.
112. Οι Αθηναίοι αποχώρησαν από τη συζήτηση και οι Μήλιοι , όταν μείνανε μόνοι τους, επειδή αποφάσισαν παραπλήσια με εκείνα που έλεγαν πρωτύτερα, αποκρίθηκαν τα εξής: «Ούτε γνώμη διαφορετική από την προηγούμενη έχουμε, Αθηναίοι, ούτε μέσα σε λίγες στιγμές θα στερήσουμε μια πόλη, που υπάρχει εδώ και εφτακόσια χρόνια, από την ελευθερία της, αλλά έχοντας εμπιστοσύνη στην τύχη, που χάρη στην εύνοια των θεών την προστατεύει ως τώρα, και στη βοήθεια των ανθρώπων, ιδιαίτερα των Λακεδαιμονίων, θα προσπαθήσουμε να τη σώσουμε. Σας προτείνουμε όμως να είμαστε φίλοι σας, εχθροί με κανένα από τους δυο σας, και να φύγετε από τη γη μας, αφού κάνουμε συνθήκη που θα την κρίνουμε ωφέλιμη και στους δυο μας».
113.Οι Μήλιοι λοιπόν τόσα μονάχα αποκρίθηκαν. Οι Αθηναίοι αποχωρώντας πια οριστικά από τις διαπραγματεύσεις είπαν: «Πραγματικά, όπως νομίζουμε ύστερα από την απόφασή σας αυτή, είστε οι μόνοι που κρίνετε τα μελλοντικά πιο καθαρά από αυτά που βλέπετε μπροστά στα μάτια σας, και τα άγνωστα, επειδή τα θέλετε, τα θεωρείτε σαν να γίνονται στην πραγματικότητα. Τα έχετε παίξει όλα και - στηριγμένοι ολότελα στους Λακεδαιμόνιους, την τύχη και τις ελπίδες - θα τα χάσετε όλα».
114. Οι Αθηναίοι πρέσβεις γύρισαν στο στρατόπεδο και οι στρατηγοί, αφού οι Μήλιοι δεν υποχωρούσαν σε τίποτε, άρχισαν αμέσως τις εχθροπραξίες, κι αφού μοίρασαν τη δουλειά στα στρατιωτικά τμήματα της κάθε πόλης, έζωσαν κυκλικά με τείχος τους Μήλιους. Ύστερα οι Αθηναίοι άφησαν φρουρά από δικούς τους στρατιώτες και συμμάχους, στη στεριά και τη θάλασσα, κι έφυγαν με το μεγαλύτερο μέρος του στρατού. Οι υπόλοιποι έμειναν και πολιορκούσαν τον τόπο.
116…Την ίδια εποχή οι Μήλιοι πάλι σε άλλο σημείο κυρίεψαν ένα μέρος από το τείχος των Αθηναίων που τους έζωνε, όπου οι φρουροί δεν ήταν πολλοί. Ύστερα από το γεγονός αυτό ήρθε κι άλλος στρατός από την Αθήνα, με αρχηγό το Φιλοκράτη του Δημέα. Και οι Μήλιοι, επειδή πολιορκούνταν πια πολύ στενά, έγινε μάλιστα και κάποια προδοσία από ανάμεσά τους, συνθηκολόγησαν με τους Αθηναίους με τον όρο να αποφασίσουν εκείνοι για την τύχη τους. Κι αυτοί σκότωσαν όσους Μήλιους ενήλικους έπιασαν, κι έκαμαν δούλους τα παιδιά και τις γυναίκες. Το νησί το αποικίσανε οι ίδιοι στέλνοντας αργότερα πεντακόσιους αποίκους (Θουκυδίδη, Ε 84-116).
Πηγή