Οι ειδικοί λένε ότι τα τέσσερα πρώτα από τα εννέα βιβλία του Ηροδότου, είναι περισσότερο πολιτικά κουτσομπολιά, μύθοι και ανέκδοτα και λιγότερο εμπεριστατωμένη ιστορία, η πραγματικότητα είναι αμείλικτη στους αμφισβητίες.
Στο τρίτο βιβλίο του τη «Θάλεια», ο Ηρόδοτος διηγείται μια απίθανη ιστορία για τον γιο του Κύρου, τον Καμβύση. Αυτός λοιπόν το 525 π.Χ. θέλησε να καταλάβει την υπόλοιπη Αφρική αφού κατέλαβε πρώτα την Αίγυπτο. Από τις Θήβες, όπου βρίσκονταν λοιπόν, έστειλε ένα σώμα στρατιωτών αποτελούμενο από 50.000 άνδρες στη Σίβα, με διαταγές να αιχμαλωτίσουν τον λαό και να κάψουν τον Ναό του Άμμωνα Δία αλλά:
«όταν οι Πέρσες ξεκίνησαν από την πόλη Όαση εναντίον των Αμμωνίων διασχίζοντας την έρημο και ήταν περίπου στα μισά της διαδρομής μεταξύ της πόλης τους και της Όασης, κατά τη διάρκεια του φαγητού φύσηξε ένας δυνατός άνεμος και τους έθαψε όλους. Ετσι χάθηκαν…».
Πέραν του τρομακτικού για το φυσικό μέγεθος του γεγονότος αλλά και το μέγεθος της ανθρώπινης καταστροφής σχεδόν κανείς από τους μετέπειτα ιστορικούς δεν πίστεψε την ιστορία. Φάνταζε σαν ένα απίθανο παραμύθι με όλα τα στοιχειά της υπερβολής. Είναι δυνατόν να εξαφανιστεί ένας στρατός 50.000 ανδρών από ένα σύννεφο σκόνης; Εξ άλλου κανένας άλλος ιστορικός δεν ανέφερε ποτέ τίποτα γι’ αυτό και οι ίδιος ο Ηρόδοτος δεν ήταν καν παρών. Και εκτός της παραπομπής του στις καλένδες των μύθων αποδόθηκαν στον Ηρόδοτο εύσημα του αναξιόπιστου και του «ολίγον ιστορικού».
Το 1996 λοιπόν, δύο μη ιστορικοί, Ιταλοί σκηνοθέτες οι Αντζελο και Αλφρέντο Καστιλιόνι που έψαχναν κοντά στη Σίβα για υπολείμματα σιδηρούχων μετεωριτών είδαν μια μισοθαμμένη πήλινη στάμνα και υπολείμματα ανθρώπινου σκελετού ενώ ο ανιχνευτής μετάλλων του Αιγυπτίου γεωλόγου που είχαν μαζί τους άρχισε να χτυπάει. Ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα σκουλαρίκι πολεμιστή, χάντρες από περιδέραιο, τη λαβή από ένα χάλκινο σπαθί και αιχμές από βέλη βρέθηκαν και στάλθηκαν για ανάλυση. Βρέθηκε ότι ήταν του 500 πΧ., εποχή της ιστορίας του Καβμύση.
Ακολούθησαν αυτόν τον βορειότερο δρόμο και βρήκαν τεχνητά πηγάδια (φτιαγμένα από εκατοντάδες πήλινα αγγεία χωμένα στην άμμο. Όλα ηλικίας 2.500 ετών) και συνέχισαν την έρευνα. Το 2002, ακολουθώντας τις ιστορίες των Βεδουίνων που μιλούσαν για χιλιάδες κρανία και κόκαλα που ξέθαψε ο άνεμος πριν από δεκαετίες, βρήκαν έναν μαζικό τάφο με εκατοντάδες σκελετούς. Μέσα σ’ αυτά αιχμές βελών και ένας συνδετήρας από γκέμια αλόγου ίδιο με αυτά που εικονίζονταν σε τοιχογραφίες της Βαβυλώνας!
Ο Ηρόδοτος (485-415 πΧ), ήταν αρχαίος Έλληνας ιστορικός και γεωγράφος γεννημένος στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας. Το έργο του “Ιστορίη” (Ιστορίαι) είναι από τα αριστουργήματα της κλασσικής γραμματείας με πολύτιμες ιστορικές, εθνολογικές και γεωγραφικές πληροφορίες και εξαιρετικό ύφος.
Ως πήγες χρησιμοποίησε έργα λογογράφων, τα αρχεία πόλεων και κάθε άλλη επίσημη πηγή αλλά και συλλογές χρησμών. Κύρια όμως πηγή του έργου του αποτέλεσαν οι προφορικές παραδόσεις και η προσωπική του αναζήτηση.
Παρ’ ότι χρησιμοποίησε ως θεμέλιο του έργου του αυτό που ονόμασε «Ιστορίης απόδεξις», δηλαδή την έρευνα, την αυτοψία και την κριτική αντιμετώπιση, ο Ηρόδοτος «πριμοδοτήθηκε» με ενός είδους αμφιβολία σε σχέση με την αντικειμενικότητα από μέρος ειδικών.
Το έργο του σε κάθε περίπτωση είναι η μόνη πηγή, με συνέχεια και πληρότητα και βασική δεξαμενή για την ιστορία της εποχής του. Ο Ηρόδοτος διέσωσε εξαιρετικής σημασίας γεγονότα, κατανόησε την σπουδαιότητα της ιστορίας για την εξέλιξη του πολιτισμού αξιολογώντας ποια από αυτά έχουν βαρύνουσα σημασία και έθεσε σε πρώτο πλάνο την αντικειμενική μεταφορά, αξιολογώντας τις πηγές τους.
Οι γεωγράφοι ερίζουν με τους ιστορικούς στην απόδοση του χαρακτήρα ως πατέρα των επιστημών τους. Σε κάθε περίπτωση οι δύο επιστήμες (ιστορία και γεωγραφία) είναι στενά δεμένες μεταξύ τους πέραν των κατά καιρούς διαφορετικών μεθοδολογικών προσεγγίσεων.
Η προφορική παράδοση είναι ένας τρόπος διατήρησης και μεταφοράς της ιστορίας, του νόμου της και τη λογοτεχνίας από γενιά σε γενιά στις ανθρώπινες κοινωνίες που δεν έχουν σύστημα γραφής ή σε ορισμένες περιπτώσεις, αναγκάζονται ή επιλέγουν να μην το χρησιμοποιήσουν.
Μέχρι το τέλος της Ύστερης Αρχαιότητας, αρκετό μυθολογικό και θρησκευτικό υλικό, κατ’ αρχή μεταφέρεται με την προφορική παράδοση, πριν καταγραφεί. Ένα τέτοιο διάσημο κείμενο είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια του Ομήρου.
Η θεωρία της προφορικότητας (oral-formulaic composition), που αρχικά διατυπώθηκε από τους Parry και Lord για τα έπη του Ομήρου, αργότερα εφαρμόστηκε και σε άλλα είδη κειμένων (η θεωρία επιχειρεί να αποσαφηνίσει του τρόπους επεξεργασίας της μετάδοσης έργων με προφορικό χαρακτήρα).
Ο αριθμός των ιστορικών ατοπημάτων του Ηροδότου, που έκαναν τους νεότερους ιστορικούς να αποστρέφονται την επιστημονικότητα του είναι μεγάλος. Ένα από αυτά είναι ο αριθμός των αντιπάλων των 300 Σπαρτιατών στην μάχη των Θερμοπυλών, αν ήταν δηλαδή 1.500.000 ή 100.000; Άγνωστο μέχρι στιγμής και αυτό.
Ανέκδοτο επίσης θεωρούσαν τα λεγόμενα για την εξόρυξη του Δαρείου (στο σημερινό Πακιστάν) με χρυσό για τον οποίο έλεγε ότι, «γιγάντια μυρμήγκια με γούνα, μεγέθους λίγο μικρότερου από σκύλου, εξορύσσουν το χρυσάφι»! Το 1996 ο εθνολόγος Πεϊσέλ (Μichel Ρeissel), ανακάλυψε ότι η φυλή Μινάρο (στο Ντανσάρ) συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αντλεί χρυσό με τον ίδιο τρόπο. Το ίδιο ανακάλυψαν και Αμερικανοί στρατιωτικοί όταν είδαν Πακιστανούς στρατιώτες να επιστρέφουν από περιπολίες με τις χούφτες γεμάτες χρυσόσκονη. Ποια ήταν η λύση; τρωκτικά (μαρμότες), που είχαν τις φωλιές τους σε κοιτάσματα χρυσού που κατά διαστήματα έκαναν καθαριότητα.
Ιστορικό μύθο αποτελούσε και η ύπαρξη Αμαζόνων. Το 1994 το «Νational Geographic» δημοσίευσε άρθρο με θέμα μούμια, στο Καζακστάν, στα χρόνια του Ηροδότου, που ανήκε σε γυναίκα θαμμένη με τα όπλα της, που έφερε στο σώμα πολεμικά τατουάζ (ο Ηρόδοτος ανέφερε ότι οι Αμαζόνες σημάδευαν στο σώμα τους κάθε εχθρό που σκότωναν). Επτά ακόμη γυναικείες μούμιες με οπλισμό βρέθηκαν κοντά στη ρωσική πόλη Ποκρόβκα, χρονολογημένοι την ίδια εποχή αλλά και στη Βρετανία, σε τάφους Σαρματών (Σαυροματών κατά τον Ηρόδοτο) που υπηρετούσαν ως μισθοφόροι στον ρωμαϊκό στρατό.
Άλλος «μύθος του Ηροδότου» ήταν η περί αποίκησης της Ιταλία από τους Ετρούσκους (από την Λυδία του Κροίσου). Κανείς δεν έδωσε σοβαρότητα στη διήγηση ως το 1885 όταν στήλη με Ετρουσκικά του 6ου αιώνα π.Χ. βρέθηκε στη Λήμνο. Το 2007, μετά από σειρά αναλύσεων DΝΑ του πληθυσμού της πρώην ετρουσκικής πόλης Μurlo (Ιταλία), ο καθηγητής Πιάτσα (Αlberto Ρiazza), του Πανεπιστημίου του Τορίνου, ανακοίνωσε ότι «ο Ηρόδοτος είχε δίκιο».
Ένα ακόμη ζήτημα αποτελούσε το υπερβολικό των 250 χλμ. Αθήνας- Σπάρτης που έτρεξε ο Φειδιππίδης σε μόλις 36 ώρες στην διάρκεια των Περσικών Πολέμων. Το 1982, μια παρέα Βρετανών αξιωματικών της RΑF επανέλαβε έτσι απλά το εγχείρημα και διέλυσε την «αναξιοπιστία» του Ηροδότου.
Πηγή
Στο τρίτο βιβλίο του τη «Θάλεια», ο Ηρόδοτος διηγείται μια απίθανη ιστορία για τον γιο του Κύρου, τον Καμβύση. Αυτός λοιπόν το 525 π.Χ. θέλησε να καταλάβει την υπόλοιπη Αφρική αφού κατέλαβε πρώτα την Αίγυπτο. Από τις Θήβες, όπου βρίσκονταν λοιπόν, έστειλε ένα σώμα στρατιωτών αποτελούμενο από 50.000 άνδρες στη Σίβα, με διαταγές να αιχμαλωτίσουν τον λαό και να κάψουν τον Ναό του Άμμωνα Δία αλλά:
«όταν οι Πέρσες ξεκίνησαν από την πόλη Όαση εναντίον των Αμμωνίων διασχίζοντας την έρημο και ήταν περίπου στα μισά της διαδρομής μεταξύ της πόλης τους και της Όασης, κατά τη διάρκεια του φαγητού φύσηξε ένας δυνατός άνεμος και τους έθαψε όλους. Ετσι χάθηκαν…».
Πέραν του τρομακτικού για το φυσικό μέγεθος του γεγονότος αλλά και το μέγεθος της ανθρώπινης καταστροφής σχεδόν κανείς από τους μετέπειτα ιστορικούς δεν πίστεψε την ιστορία. Φάνταζε σαν ένα απίθανο παραμύθι με όλα τα στοιχειά της υπερβολής. Είναι δυνατόν να εξαφανιστεί ένας στρατός 50.000 ανδρών από ένα σύννεφο σκόνης; Εξ άλλου κανένας άλλος ιστορικός δεν ανέφερε ποτέ τίποτα γι’ αυτό και οι ίδιος ο Ηρόδοτος δεν ήταν καν παρών. Και εκτός της παραπομπής του στις καλένδες των μύθων αποδόθηκαν στον Ηρόδοτο εύσημα του αναξιόπιστου και του «ολίγον ιστορικού».
Το 1996 λοιπόν, δύο μη ιστορικοί, Ιταλοί σκηνοθέτες οι Αντζελο και Αλφρέντο Καστιλιόνι που έψαχναν κοντά στη Σίβα για υπολείμματα σιδηρούχων μετεωριτών είδαν μια μισοθαμμένη πήλινη στάμνα και υπολείμματα ανθρώπινου σκελετού ενώ ο ανιχνευτής μετάλλων του Αιγυπτίου γεωλόγου που είχαν μαζί τους άρχισε να χτυπάει. Ένα ασημένιο βραχιόλι, ένα σκουλαρίκι πολεμιστή, χάντρες από περιδέραιο, τη λαβή από ένα χάλκινο σπαθί και αιχμές από βέλη βρέθηκαν και στάλθηκαν για ανάλυση. Βρέθηκε ότι ήταν του 500 πΧ., εποχή της ιστορίας του Καβμύση.
Ακολούθησαν αυτόν τον βορειότερο δρόμο και βρήκαν τεχνητά πηγάδια (φτιαγμένα από εκατοντάδες πήλινα αγγεία χωμένα στην άμμο. Όλα ηλικίας 2.500 ετών) και συνέχισαν την έρευνα. Το 2002, ακολουθώντας τις ιστορίες των Βεδουίνων που μιλούσαν για χιλιάδες κρανία και κόκαλα που ξέθαψε ο άνεμος πριν από δεκαετίες, βρήκαν έναν μαζικό τάφο με εκατοντάδες σκελετούς. Μέσα σ’ αυτά αιχμές βελών και ένας συνδετήρας από γκέμια αλόγου ίδιο με αυτά που εικονίζονταν σε τοιχογραφίες της Βαβυλώνας!
Ηρόδοτος
Ο Ηρόδοτος (485-415 πΧ), ήταν αρχαίος Έλληνας ιστορικός και γεωγράφος γεννημένος στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας. Το έργο του “Ιστορίη” (Ιστορίαι) είναι από τα αριστουργήματα της κλασσικής γραμματείας με πολύτιμες ιστορικές, εθνολογικές και γεωγραφικές πληροφορίες και εξαιρετικό ύφος.
Ως πήγες χρησιμοποίησε έργα λογογράφων, τα αρχεία πόλεων και κάθε άλλη επίσημη πηγή αλλά και συλλογές χρησμών. Κύρια όμως πηγή του έργου του αποτέλεσαν οι προφορικές παραδόσεις και η προσωπική του αναζήτηση.
Παρ’ ότι χρησιμοποίησε ως θεμέλιο του έργου του αυτό που ονόμασε «Ιστορίης απόδεξις», δηλαδή την έρευνα, την αυτοψία και την κριτική αντιμετώπιση, ο Ηρόδοτος «πριμοδοτήθηκε» με ενός είδους αμφιβολία σε σχέση με την αντικειμενικότητα από μέρος ειδικών.
Το έργο του σε κάθε περίπτωση είναι η μόνη πηγή, με συνέχεια και πληρότητα και βασική δεξαμενή για την ιστορία της εποχής του. Ο Ηρόδοτος διέσωσε εξαιρετικής σημασίας γεγονότα, κατανόησε την σπουδαιότητα της ιστορίας για την εξέλιξη του πολιτισμού αξιολογώντας ποια από αυτά έχουν βαρύνουσα σημασία και έθεσε σε πρώτο πλάνο την αντικειμενική μεταφορά, αξιολογώντας τις πηγές τους.
Οι γεωγράφοι ερίζουν με τους ιστορικούς στην απόδοση του χαρακτήρα ως πατέρα των επιστημών τους. Σε κάθε περίπτωση οι δύο επιστήμες (ιστορία και γεωγραφία) είναι στενά δεμένες μεταξύ τους πέραν των κατά καιρούς διαφορετικών μεθοδολογικών προσεγγίσεων.
Η προφορική παράδοση είναι ένας τρόπος διατήρησης και μεταφοράς της ιστορίας, του νόμου της και τη λογοτεχνίας από γενιά σε γενιά στις ανθρώπινες κοινωνίες που δεν έχουν σύστημα γραφής ή σε ορισμένες περιπτώσεις, αναγκάζονται ή επιλέγουν να μην το χρησιμοποιήσουν.
Μέχρι το τέλος της Ύστερης Αρχαιότητας, αρκετό μυθολογικό και θρησκευτικό υλικό, κατ’ αρχή μεταφέρεται με την προφορική παράδοση, πριν καταγραφεί. Ένα τέτοιο διάσημο κείμενο είναι η Ιλιάδα και η Οδύσσεια του Ομήρου.
Η θεωρία της προφορικότητας (oral-formulaic composition), που αρχικά διατυπώθηκε από τους Parry και Lord για τα έπη του Ομήρου, αργότερα εφαρμόστηκε και σε άλλα είδη κειμένων (η θεωρία επιχειρεί να αποσαφηνίσει του τρόπους επεξεργασίας της μετάδοσης έργων με προφορικό χαρακτήρα).
«Μύθοι του Ηροδότου» που αποδείχτηκαν αληθινοί
Ο αριθμός των ιστορικών ατοπημάτων του Ηροδότου, που έκαναν τους νεότερους ιστορικούς να αποστρέφονται την επιστημονικότητα του είναι μεγάλος. Ένα από αυτά είναι ο αριθμός των αντιπάλων των 300 Σπαρτιατών στην μάχη των Θερμοπυλών, αν ήταν δηλαδή 1.500.000 ή 100.000; Άγνωστο μέχρι στιγμής και αυτό.
Ανέκδοτο επίσης θεωρούσαν τα λεγόμενα για την εξόρυξη του Δαρείου (στο σημερινό Πακιστάν) με χρυσό για τον οποίο έλεγε ότι, «γιγάντια μυρμήγκια με γούνα, μεγέθους λίγο μικρότερου από σκύλου, εξορύσσουν το χρυσάφι»! Το 1996 ο εθνολόγος Πεϊσέλ (Μichel Ρeissel), ανακάλυψε ότι η φυλή Μινάρο (στο Ντανσάρ) συνεχίζει ακόμη και σήμερα να αντλεί χρυσό με τον ίδιο τρόπο. Το ίδιο ανακάλυψαν και Αμερικανοί στρατιωτικοί όταν είδαν Πακιστανούς στρατιώτες να επιστρέφουν από περιπολίες με τις χούφτες γεμάτες χρυσόσκονη. Ποια ήταν η λύση; τρωκτικά (μαρμότες), που είχαν τις φωλιές τους σε κοιτάσματα χρυσού που κατά διαστήματα έκαναν καθαριότητα.
Ιστορικό μύθο αποτελούσε και η ύπαρξη Αμαζόνων. Το 1994 το «Νational Geographic» δημοσίευσε άρθρο με θέμα μούμια, στο Καζακστάν, στα χρόνια του Ηροδότου, που ανήκε σε γυναίκα θαμμένη με τα όπλα της, που έφερε στο σώμα πολεμικά τατουάζ (ο Ηρόδοτος ανέφερε ότι οι Αμαζόνες σημάδευαν στο σώμα τους κάθε εχθρό που σκότωναν). Επτά ακόμη γυναικείες μούμιες με οπλισμό βρέθηκαν κοντά στη ρωσική πόλη Ποκρόβκα, χρονολογημένοι την ίδια εποχή αλλά και στη Βρετανία, σε τάφους Σαρματών (Σαυροματών κατά τον Ηρόδοτο) που υπηρετούσαν ως μισθοφόροι στον ρωμαϊκό στρατό.
Άλλος «μύθος του Ηροδότου» ήταν η περί αποίκησης της Ιταλία από τους Ετρούσκους (από την Λυδία του Κροίσου). Κανείς δεν έδωσε σοβαρότητα στη διήγηση ως το 1885 όταν στήλη με Ετρουσκικά του 6ου αιώνα π.Χ. βρέθηκε στη Λήμνο. Το 2007, μετά από σειρά αναλύσεων DΝΑ του πληθυσμού της πρώην ετρουσκικής πόλης Μurlo (Ιταλία), ο καθηγητής Πιάτσα (Αlberto Ρiazza), του Πανεπιστημίου του Τορίνου, ανακοίνωσε ότι «ο Ηρόδοτος είχε δίκιο».
Ένα ακόμη ζήτημα αποτελούσε το υπερβολικό των 250 χλμ. Αθήνας- Σπάρτης που έτρεξε ο Φειδιππίδης σε μόλις 36 ώρες στην διάρκεια των Περσικών Πολέμων. Το 1982, μια παρέα Βρετανών αξιωματικών της RΑF επανέλαβε έτσι απλά το εγχείρημα και διέλυσε την «αναξιοπιστία» του Ηροδότου.
Πηγή