Η Ολυμπία, ως ιερός χώρος, όπου κάθε τέσσερα χρόνια τελούνταν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, συγκέντρωνε πλήθος ναών και άλλων λατρευτικών χώρων, όπου δεσπόζουσα θέση κατείχε ο ναός του Δία.
Στα πρώτα στάδια τελέσεως των Ολυμπιακών αγώνων ήταν μια λιτή κατασκευή. Με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκε η ανάγκη για ένα αντάξιο οικοδόμημα.
Έτσι το 466 π.Χ. ξεκίνησε η κατασκευή ενός λαμπρού δωρικού ναού αντάξιου του
Παρθενώνα. Το έργο ανέλαβε ο αρχιτέκτων Λίβων ο Ηλείος και τελείωσε το 456 π.Χ., παραδίδοντας στην ανθρωπότητα ένα εξαίρετο δημιούργημα αρμονίας, τον δεύτερο σε μέγεθος μετά τον Παρθενώνα ναό στον Ελληνικό χώρο, με διαστάσεις 64, 12Χ27, 68 μέτρα και συνολικό ύψος 20,25 μέτρα.
Ένας μεγαλόπρεπος ναός έπρεπε να φιλοξενεί και το ανάλογο άγαλμα του θεού στον οποίο ήταν αφιερωμένος. Το άγαλμα ανατέθηκε στον περίφημο Αθηναίο γλύπτη Φειδία γύρω στο 435 π.Χ. και είχε ύψος περίπου 14 μέτρα χωρίς το βάθρο του.
Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ολυμπίου Διός ήταν από τα μεγαλύτερα μνημεία του αρχαίου κόσμου και ήταν ένα από τα επτά θαύματα για μια περίοδο 800 ετών ενώ αποτέλεσε αριστούργημα τέχνης και τεχνική, δέσποζε στον ναό της Ολυμπίας και συγκέντρωνε χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο.
Το βάθρο του αγάλματος, από γαλάζιο ελευσίνιο μάρμαρο με πλουσιότατη γλυπτή διακόσμηση, είχε διστάσεις 1 μέτρο ύψος, 6,65 μέτρα μήκος και δέκα μέτρα βάθος.
Μεγάλη ποικιλία πολύτιμων υλικών χρησιμοποιήθηκαν για το αριστούργημα αυτό. Ο Δίας καθόταν επάνω σε ένα θρόνο, ο οποίος ήταν εβένινος και είχε κατασκευασθεί από χαλκό, χρυσό, ελεφαντόδοντο και διάφορες πολύτιμες πέτρες.
Ο θρόνος ήταν διακοσμημένος από τους μαθητές του, Πάναινο και Κωλώτη, με μυθολογικές παραστάσεις. Το γυμνό σώμα του Δία ήταν φτιαγμένο από ελεφαντόδοντο και ο μανδύας του ήταν καλυμμένος από χρυσά φύλλα, διακοσμημένα με κρίνους και ζωδιακές σκηνές και κάλυπτε το υπόλοιπο σώμα ως τα πόδια.
Τα σανδάλια του ήταν χρυσά, το κεφάλι του ήταν στεφανωμένο με ασημένιο στεφάνι ελιάς, και τα μαλλιά του και η γενειάδα του ήταν από χρυσό. Διάφοροι πολύτιμοι λίθοι ήταν κολλημένοι πάνω στην πυκνή του γενειάδα. Στο δεξί του χέρι κρατούσε την νίκη φτιαγμένη από χρυσό και ελεφαντόδοντο και στο αριστερό του κρατούσε σκήπτρο, φτιαγμένο από όλα τα γνωστά μέταλλα εκείνων των χρόνων, με αετό στην κορυφή.
Η ευαισθησία του ελεφαντόδοντου στην υγρασία, σε συνδυασμό με το υγρό κλίμα της περιοχής, δημιούργησε την ανάγκη για ειδική περιποίηση του αγάλματος. Για το λόγο αυτό, το άγαλμα τοποθετείτο κατά περιόδους σε μια ειδική δεξαμενή με λάδι, η οποία υπήρχε κάτω από το δάπεδο.
Το πρόσωπο ήταν επιβλητικό, και όταν ο Πάναινος ρώτησε τον Φειδία από πού το εμπνεύστηκε αυτός απάντησε από τον Όμηρο.
Πηγή
Στα πρώτα στάδια τελέσεως των Ολυμπιακών αγώνων ήταν μια λιτή κατασκευή. Με την πάροδο του χρόνου δημιουργήθηκε η ανάγκη για ένα αντάξιο οικοδόμημα.
Έτσι το 466 π.Χ. ξεκίνησε η κατασκευή ενός λαμπρού δωρικού ναού αντάξιου του
Παρθενώνα. Το έργο ανέλαβε ο αρχιτέκτων Λίβων ο Ηλείος και τελείωσε το 456 π.Χ., παραδίδοντας στην ανθρωπότητα ένα εξαίρετο δημιούργημα αρμονίας, τον δεύτερο σε μέγεθος μετά τον Παρθενώνα ναό στον Ελληνικό χώρο, με διαστάσεις 64, 12Χ27, 68 μέτρα και συνολικό ύψος 20,25 μέτρα.
Ένας μεγαλόπρεπος ναός έπρεπε να φιλοξενεί και το ανάλογο άγαλμα του θεού στον οποίο ήταν αφιερωμένος. Το άγαλμα ανατέθηκε στον περίφημο Αθηναίο γλύπτη Φειδία γύρω στο 435 π.Χ. και είχε ύψος περίπου 14 μέτρα χωρίς το βάθρο του.
Το χρυσελεφάντινο άγαλμα του Ολυμπίου Διός ήταν από τα μεγαλύτερα μνημεία του αρχαίου κόσμου και ήταν ένα από τα επτά θαύματα για μια περίοδο 800 ετών ενώ αποτέλεσε αριστούργημα τέχνης και τεχνική, δέσποζε στον ναό της Ολυμπίας και συγκέντρωνε χιλιάδες επισκέπτες κάθε χρόνο.
Το βάθρο του αγάλματος, από γαλάζιο ελευσίνιο μάρμαρο με πλουσιότατη γλυπτή διακόσμηση, είχε διστάσεις 1 μέτρο ύψος, 6,65 μέτρα μήκος και δέκα μέτρα βάθος.
Μεγάλη ποικιλία πολύτιμων υλικών χρησιμοποιήθηκαν για το αριστούργημα αυτό. Ο Δίας καθόταν επάνω σε ένα θρόνο, ο οποίος ήταν εβένινος και είχε κατασκευασθεί από χαλκό, χρυσό, ελεφαντόδοντο και διάφορες πολύτιμες πέτρες.
Ο θρόνος ήταν διακοσμημένος από τους μαθητές του, Πάναινο και Κωλώτη, με μυθολογικές παραστάσεις. Το γυμνό σώμα του Δία ήταν φτιαγμένο από ελεφαντόδοντο και ο μανδύας του ήταν καλυμμένος από χρυσά φύλλα, διακοσμημένα με κρίνους και ζωδιακές σκηνές και κάλυπτε το υπόλοιπο σώμα ως τα πόδια.
Τα σανδάλια του ήταν χρυσά, το κεφάλι του ήταν στεφανωμένο με ασημένιο στεφάνι ελιάς, και τα μαλλιά του και η γενειάδα του ήταν από χρυσό. Διάφοροι πολύτιμοι λίθοι ήταν κολλημένοι πάνω στην πυκνή του γενειάδα. Στο δεξί του χέρι κρατούσε την νίκη φτιαγμένη από χρυσό και ελεφαντόδοντο και στο αριστερό του κρατούσε σκήπτρο, φτιαγμένο από όλα τα γνωστά μέταλλα εκείνων των χρόνων, με αετό στην κορυφή.
Η ευαισθησία του ελεφαντόδοντου στην υγρασία, σε συνδυασμό με το υγρό κλίμα της περιοχής, δημιούργησε την ανάγκη για ειδική περιποίηση του αγάλματος. Για το λόγο αυτό, το άγαλμα τοποθετείτο κατά περιόδους σε μια ειδική δεξαμενή με λάδι, η οποία υπήρχε κάτω από το δάπεδο.
Το πρόσωπο ήταν επιβλητικό, και όταν ο Πάναινος ρώτησε τον Φειδία από πού το εμπνεύστηκε αυτός απάντησε από τον Όμηρο.
Πηγή