Ο μυθικός έρωτας του Ορφέα και της Ευρυδίκης. Για χάρη της κατέβηκε στον κάτω κόσμο, αλλά δεν κατάφεραν να γυρίσουν μαζί γιατί δεν τήρησε τον μοναδικό όρο του Πλούτωνα. Γύρισε το κεφάλι του να τη δει και την έχασε για πάντα.
Η μυθική ερωτική ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης είναι πολύ γνωστή μέχρι τη σύγχρονη εποχή και έχει εμπνεύσει την τέχνη στη μουσική, στον κινηματογράφο και το θέατρο. Ο Ορφέας ήταν γιος του Θίαγρου, του βασιλιά της Θράκης και ήταν ένας πολύ προικισμένος μουσικός, που είχε μαθητεύσει στον Απόλλωνα και ήξερε να παίζει τόσο όμορφες μελωδίες με τη λύρα του που μάγευε ακόμα και τα άγρια ζώα του δάσους. Ο Ορφέας συμμετείχε στην Αργοναυτική εκστρατεία, βοηθώντας τον Ιάσονα να αντιμετωπίσει τις Σειρήνες. Όταν ολοκληρώθηκε η εκστρατεία επέστρεψε στην πατρίδα του, την Πιερία.
Κάνοντας μια βόλτα στο δάσος, όπως συνήθιζε, συνάντησε τη νύμφη Ευρυδίκη με την οποία ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε. Το ζευγάρι έμοιαζε ευτυχισμένο μέχρι τη στιγμή που ο Αρισταίος, ο αγαπημένος φίλος του Ορφέα, προσπάθησε να βιάσει την Ευρυδίκη. Η νύμφη κατάφερε να του ξεφύγει και άρχισε να τρέχει στο δάσος, αλλά τη δάγκωσε ένα φίδι και σκοτώθηκε. Η θλίψη του Ορφέα ήταν απερίγραπτη. Οι μουσικές του έγιναν μοιρολόγια και ο απαρηγόρητος νέος περνούσε τις μέρες του θρηνώντας και παίζοντας λυπημένες μελωδίες με τη λύρα του.
Η μουσική του γέμισε θλίψη και συγκίνησε ακόμα και τους Θεούς, οι οποίοι τον λυπήθηκαν και αποφάσισαν να του δώσουν άδεια να κατέβει στον κάτω κόσμο για να συναντήσει την αγαπημένη του. Για μια ακόμη φορά η λύρα του αποδείχθηκε «θαυματουργή», αφού όταν έφτασε στις πύλες του ‘Αδη, έπαιξε μια μελωδία, μάγεψε τον τρομερό Κέρβερο και αυτός του επέτρεψε να περάσει. Το ίδιο συνέβη και όταν συνάντησε τον Πλούτωνα, τον Θεό του Κάτω κόσμου. Ακούγοντας τη μουσική του Ορφέα, ο Πλούτωνας πείστηκε να του δώσει πίσω την Ευρυδίκη και να την πάρει μαζί του στη Γη. Κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί ποτέ και σύμφωνα με τον μύθο ο μεγάλος έρωτας του ζευγαριού σε συνδυασμό με τη μελωδία του Ορφέα, «λύγισαν» τον Πλούτωνα, ο οποίος έθεσε έναν όρο....
Είπε στον Ορφέα πως στη διαδρομή μέχρι τη Γη, την Ευρυδίκη θα συνόδευε ο Ερμής. Ο Ορφέας έπρεπε να προχωράει μπροστά και ο φτεροπόδαρος Θεός, με την αγαπημένη του να τον ακολουθούν. Απαγορευόταν όμως να γυρίσει έστω και για μια στιγμή το κεφάλι του προς τα πίσω και να δει την Ευρυδίκη, αλλιώς θα την έχανε για πάντα. Ο Ορφέας δέχτηκε και προκειμένου να κερδίζει πάλι την αγαπημένη του, ήταν βέβαιος πως θα μπορούσε να κάνει υπομονή σε όλη τη διαδρομή. Όμως, λίγο πριν φτάσουν στο τέλος, ο Ορφέας δεν άντεξε. Παρασύρθηκε από την αγάπη του.
Η απόλυτη ησυχία τον έκανε να σκεφτεί πως κάτι είχε συμβεί και η Ευρυδίκη με τον Ερμή είχαν σταματήσει να τον ακολουθούν. Γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος τους και αμέσως η Ευρυδίκη εξαφανίστηκε και επέστρεψε στον Άδη. Ο Ορφέας έμεινε για πάντα μόνος και απαρηγόρητος, γνωρίζοντας ότι έχασε την αγαπημένη του από δικό του λάθος. Τριγυρνούσε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του στο δάσος και έπαιζε θλιμμένες μελωδίες. Σύμφωνα με τον μύθο, πολλές νύμφες προσπάθησαν να τον γοητεύσουν, αλλά ο Ορφέας δεν θέλησε ποτέ καμία άλλη εκτός από την Ευρυδίκη. Τη γυναίκα που έχασε, επειδή δεν μπόρεσε να ελέγξει την αδυναμία του....
Ο δε Πλάτωνας κατέκρινε τον Ορφέα, λέγοντας πως αφού δεν ήταν διατεθειμένος να πεθάνει ο ίδιος για να είναι μαζί με την αγαπημένη του, ο Άδης τον ξεγέλασε παρουσιάζοντάς του ένα φάσμα και όχι την ίδια την Ευρυδίκη. Σύμφωνα δε, με αναφορά του Αισχύλου, στο τέλος της ζωής του ο Ορφέας αποκήρυξε την λατρεία του Διονύσου και στράφηκε προς τη λατρεία του Απόλλωνα, με αποτέλεσμα να διαμελιστεί από οργισμένες Μαινάδες, ως τιμωρία που εγκατέλειψε τον Διόνυσο. Τα κομμάτια του νεκρού Ορφέα κατέληξαν στον ποταμό Έβρο, όπου η λύρα και το κεφάλι του – που συνέχισε να ψέλνει μελαγχολικούς ύμνους – ταξίδεψαν μέχρι τη Λέσβο, όπου και το έθαψαν (σύμφωνα με μία από τις πολλές εκδοχές του μύθου). Σε άλλη εκδοχή, τοποθετήθηκαν μέσα σε ένα μαντείο, όπου ο Ορφέας έδινε χρησμούς σε όσους το ζητούσαν.
Εκτός όμως από τους γνωστούς – και λιγότερο γνωστούς – μύθους, το πρόσωπο του Ορφέα περιβάλλεται από πλήθος άλλων ιστοριών και θρύλων, που άλλοι τον θέλουν γιό του Απόλλωνα ή γιο του βασιλιά της Θράκης, Οίαγρου και μαθητή του Απόλλωνα. Σύμφωνα με αναφορές του Απολλόδωρου, ο Ορφέας υπήρξε ιδρυτής των Διονυσίων μυστηρίων, των οποίων τα Ορφικά Μυστήρια θεωρείται ότι αποτελούν μεταγενέστερη εξέλιξη. Και στις δύο περιπτώσεις βρίσκουμε εντονότατα μυητικό περιεχόμενο συνυφασμένο με τα μυστήρια του θανάτου και της αναγέννησης με καλλιτεχνικά και τελετουργικά στοιχεία.
Σύμφωνα με μία περίληψη της Ύστερης Αρχαιότητας ενός χαμένου έργου του Αισχύλου, ο Ορφέας στο τέλος της ζωής του περιφρόνησε την λατρεία όλων των θεών εκτός από του ήλιου, τον οποίο αποκαλούσε Απόλλωνα. Ένα πρωινό ανέβηκε το όρος Παγγαίον (όπου ο Διόνυσος είχε ένα μαντείο) για να χαιρετήσει τον θεό κατά την ανατολή, αλλά σκοτώθηκε από Θρακικές Μαινάδες, επειδή δεν τιμούσε τον πρώην προστάτη του, το Διόνυσο. Είναι σημαντικό πως ο θάνατός του είναι ανάλογος με το θάνατο του Διονύσου.
Το πιο σίγουρο όμως είναι, ότι ο Ορφέας φονεύθηκε από τις Πιερίδες Μούσες στον Ελικώνα ποταμό βορειοδυτικά του Ολύμπου, στο σημείο όπου αυτός χάνεται στα έγκατα της γης, λίγα χιλιόμετρα από την γενέτειρά του τα Λείβηθρα. Μάλιστα, ευθύς αμέσως μετανιωμένες οι Μούσες για το άγριο έγκλημα που διέπραξαν, θέλησαν να εξαγνιστούν στον ίδιο ποταμό, αλλά ο Ελικών απέστρεψε το πρόσωπό του από αυτές, χάθηκε στη γη, και ξαναβγήκε στο Δίον, με το όνομα Βαφύρας. Βαμμένος δηλαδή, από το αθώο αίμα του Ορφέα.
Ο Οβίδιος (Μεταμορφώσεις XI) επίσης αφηγείται πως οι Θρακικές Μαινάδες, ακόλουθοι του Διονύσου, περιφρονημένες από τον Ορφέα, αρχικά του έριξαν ραβδιά και πέτρες ενώ έπαιζε, αλλά η μουσική του ήταν τόσο όμορφη που ακόμα και οι πέτρες και τα κλαδιά αρνιόντουσαν να τον χτυπήσουν. Εξαγριωμένες οι Μαινάδες τον έσκισαν σε κομμάτια κατά τη φρενίτιδα των Βακχικών τους οργίων. Μεσαιωνικές παραδόσεις έχουν μια άλλη προσθήκη: στο σχέδιο του Albrecht Durer η κορδέλα ψηλά στο δέντρο αναφέρει: Orfeus der erst puseran (Ορφέας, ο πρώτος σοδομίτης).
Το κεφάλι και η λύρα του, ακόμα τραγουδώντας θρηνητικά τραγούδια, επέπλευσαν από τον Έβρο ως την Μεσογειακή ακτή. Εκεί, οι άνεμοι και τα κύματα τα μετέφεραν στη Λεσβιακή ακτή, όπου οι κάτοικοι έθαψαν το κεφάλι του και ένας ναός κατασκευάστηκε προς τιμήν του κοντά στην Άντισσα. Αυτός ο ναός-μαντείο εντοπίστηκε πρόσφατα σε σπήλαιο κοντά στο σημερινό χωριό της Άντισσας. Η λύρα μεταφέρθηκε στον ουρανό από τις Μούσες και τοποθετήθηκε ανάμεσα στα αστέρια. Οι Μούσες συνέλεξαν και τα κομμάτια του κορμιού του και τα έθαψαν κάτω από τον Όλυμπο, όπου τα αηδόνια κελαηδούσαν πάνω από τον τάφο του. Η ψυχή του επέστρεψε στον κάτω κόσμο, όπου επανενώθηκε τελικά με την αγαπημένη του Ευρυδίκη. Όσο για την λύρα του, έγινε αστερισμός στον ουράνιο θόλο.
Στην Αττική κεραμική, ωστόσο, οι γυναίκες που επιτίθενται στον Ορφέα εμφανίζονται να είναι κανονικές Θρακιώτισσες, που εξαγριώθηκαν, επειδή τα τραγούδια του βάρδου είχαν κλέψει τους συζύγους τους μακρυά τους.
Bιβλιογραφία:
Πηγή1
Πηγή2
Πηγή3
Η μυθική ερωτική ιστορία του Ορφέα και της Ευρυδίκης είναι πολύ γνωστή μέχρι τη σύγχρονη εποχή και έχει εμπνεύσει την τέχνη στη μουσική, στον κινηματογράφο και το θέατρο. Ο Ορφέας ήταν γιος του Θίαγρου, του βασιλιά της Θράκης και ήταν ένας πολύ προικισμένος μουσικός, που είχε μαθητεύσει στον Απόλλωνα και ήξερε να παίζει τόσο όμορφες μελωδίες με τη λύρα του που μάγευε ακόμα και τα άγρια ζώα του δάσους. Ο Ορφέας συμμετείχε στην Αργοναυτική εκστρατεία, βοηθώντας τον Ιάσονα να αντιμετωπίσει τις Σειρήνες. Όταν ολοκληρώθηκε η εκστρατεία επέστρεψε στην πατρίδα του, την Πιερία.
Κάνοντας μια βόλτα στο δάσος, όπως συνήθιζε, συνάντησε τη νύμφη Ευρυδίκη με την οποία ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε. Το ζευγάρι έμοιαζε ευτυχισμένο μέχρι τη στιγμή που ο Αρισταίος, ο αγαπημένος φίλος του Ορφέα, προσπάθησε να βιάσει την Ευρυδίκη. Η νύμφη κατάφερε να του ξεφύγει και άρχισε να τρέχει στο δάσος, αλλά τη δάγκωσε ένα φίδι και σκοτώθηκε. Η θλίψη του Ορφέα ήταν απερίγραπτη. Οι μουσικές του έγιναν μοιρολόγια και ο απαρηγόρητος νέος περνούσε τις μέρες του θρηνώντας και παίζοντας λυπημένες μελωδίες με τη λύρα του.
Η μουσική του γέμισε θλίψη και συγκίνησε ακόμα και τους Θεούς, οι οποίοι τον λυπήθηκαν και αποφάσισαν να του δώσουν άδεια να κατέβει στον κάτω κόσμο για να συναντήσει την αγαπημένη του. Για μια ακόμη φορά η λύρα του αποδείχθηκε «θαυματουργή», αφού όταν έφτασε στις πύλες του ‘Αδη, έπαιξε μια μελωδία, μάγεψε τον τρομερό Κέρβερο και αυτός του επέτρεψε να περάσει. Το ίδιο συνέβη και όταν συνάντησε τον Πλούτωνα, τον Θεό του Κάτω κόσμου. Ακούγοντας τη μουσική του Ορφέα, ο Πλούτωνας πείστηκε να του δώσει πίσω την Ευρυδίκη και να την πάρει μαζί του στη Γη. Κάτι τέτοιο δεν είχε συμβεί ποτέ και σύμφωνα με τον μύθο ο μεγάλος έρωτας του ζευγαριού σε συνδυασμό με τη μελωδία του Ορφέα, «λύγισαν» τον Πλούτωνα, ο οποίος έθεσε έναν όρο....
Είπε στον Ορφέα πως στη διαδρομή μέχρι τη Γη, την Ευρυδίκη θα συνόδευε ο Ερμής. Ο Ορφέας έπρεπε να προχωράει μπροστά και ο φτεροπόδαρος Θεός, με την αγαπημένη του να τον ακολουθούν. Απαγορευόταν όμως να γυρίσει έστω και για μια στιγμή το κεφάλι του προς τα πίσω και να δει την Ευρυδίκη, αλλιώς θα την έχανε για πάντα. Ο Ορφέας δέχτηκε και προκειμένου να κερδίζει πάλι την αγαπημένη του, ήταν βέβαιος πως θα μπορούσε να κάνει υπομονή σε όλη τη διαδρομή. Όμως, λίγο πριν φτάσουν στο τέλος, ο Ορφέας δεν άντεξε. Παρασύρθηκε από την αγάπη του.
Η απόλυτη ησυχία τον έκανε να σκεφτεί πως κάτι είχε συμβεί και η Ευρυδίκη με τον Ερμή είχαν σταματήσει να τον ακολουθούν. Γύρισε το κεφάλι του προς το μέρος τους και αμέσως η Ευρυδίκη εξαφανίστηκε και επέστρεψε στον Άδη. Ο Ορφέας έμεινε για πάντα μόνος και απαρηγόρητος, γνωρίζοντας ότι έχασε την αγαπημένη του από δικό του λάθος. Τριγυρνούσε σε όλη την υπόλοιπη ζωή του στο δάσος και έπαιζε θλιμμένες μελωδίες. Σύμφωνα με τον μύθο, πολλές νύμφες προσπάθησαν να τον γοητεύσουν, αλλά ο Ορφέας δεν θέλησε ποτέ καμία άλλη εκτός από την Ευρυδίκη. Τη γυναίκα που έχασε, επειδή δεν μπόρεσε να ελέγξει την αδυναμία του....
Ο θρήνος του Ορφέα
Ο δε Πλάτωνας κατέκρινε τον Ορφέα, λέγοντας πως αφού δεν ήταν διατεθειμένος να πεθάνει ο ίδιος για να είναι μαζί με την αγαπημένη του, ο Άδης τον ξεγέλασε παρουσιάζοντάς του ένα φάσμα και όχι την ίδια την Ευρυδίκη. Σύμφωνα δε, με αναφορά του Αισχύλου, στο τέλος της ζωής του ο Ορφέας αποκήρυξε την λατρεία του Διονύσου και στράφηκε προς τη λατρεία του Απόλλωνα, με αποτέλεσμα να διαμελιστεί από οργισμένες Μαινάδες, ως τιμωρία που εγκατέλειψε τον Διόνυσο. Τα κομμάτια του νεκρού Ορφέα κατέληξαν στον ποταμό Έβρο, όπου η λύρα και το κεφάλι του – που συνέχισε να ψέλνει μελαγχολικούς ύμνους – ταξίδεψαν μέχρι τη Λέσβο, όπου και το έθαψαν (σύμφωνα με μία από τις πολλές εκδοχές του μύθου). Σε άλλη εκδοχή, τοποθετήθηκαν μέσα σε ένα μαντείο, όπου ο Ορφέας έδινε χρησμούς σε όσους το ζητούσαν.
Εκτός όμως από τους γνωστούς – και λιγότερο γνωστούς – μύθους, το πρόσωπο του Ορφέα περιβάλλεται από πλήθος άλλων ιστοριών και θρύλων, που άλλοι τον θέλουν γιό του Απόλλωνα ή γιο του βασιλιά της Θράκης, Οίαγρου και μαθητή του Απόλλωνα. Σύμφωνα με αναφορές του Απολλόδωρου, ο Ορφέας υπήρξε ιδρυτής των Διονυσίων μυστηρίων, των οποίων τα Ορφικά Μυστήρια θεωρείται ότι αποτελούν μεταγενέστερη εξέλιξη. Και στις δύο περιπτώσεις βρίσκουμε εντονότατα μυητικό περιεχόμενο συνυφασμένο με τα μυστήρια του θανάτου και της αναγέννησης με καλλιτεχνικά και τελετουργικά στοιχεία.
Θάνατος του Ορφέα
Σύμφωνα με μία περίληψη της Ύστερης Αρχαιότητας ενός χαμένου έργου του Αισχύλου, ο Ορφέας στο τέλος της ζωής του περιφρόνησε την λατρεία όλων των θεών εκτός από του ήλιου, τον οποίο αποκαλούσε Απόλλωνα. Ένα πρωινό ανέβηκε το όρος Παγγαίον (όπου ο Διόνυσος είχε ένα μαντείο) για να χαιρετήσει τον θεό κατά την ανατολή, αλλά σκοτώθηκε από Θρακικές Μαινάδες, επειδή δεν τιμούσε τον πρώην προστάτη του, το Διόνυσο. Είναι σημαντικό πως ο θάνατός του είναι ανάλογος με το θάνατο του Διονύσου.
Το πιο σίγουρο όμως είναι, ότι ο Ορφέας φονεύθηκε από τις Πιερίδες Μούσες στον Ελικώνα ποταμό βορειοδυτικά του Ολύμπου, στο σημείο όπου αυτός χάνεται στα έγκατα της γης, λίγα χιλιόμετρα από την γενέτειρά του τα Λείβηθρα. Μάλιστα, ευθύς αμέσως μετανιωμένες οι Μούσες για το άγριο έγκλημα που διέπραξαν, θέλησαν να εξαγνιστούν στον ίδιο ποταμό, αλλά ο Ελικών απέστρεψε το πρόσωπό του από αυτές, χάθηκε στη γη, και ξαναβγήκε στο Δίον, με το όνομα Βαφύρας. Βαμμένος δηλαδή, από το αθώο αίμα του Ορφέα.
Ο Οβίδιος (Μεταμορφώσεις XI) επίσης αφηγείται πως οι Θρακικές Μαινάδες, ακόλουθοι του Διονύσου, περιφρονημένες από τον Ορφέα, αρχικά του έριξαν ραβδιά και πέτρες ενώ έπαιζε, αλλά η μουσική του ήταν τόσο όμορφη που ακόμα και οι πέτρες και τα κλαδιά αρνιόντουσαν να τον χτυπήσουν. Εξαγριωμένες οι Μαινάδες τον έσκισαν σε κομμάτια κατά τη φρενίτιδα των Βακχικών τους οργίων. Μεσαιωνικές παραδόσεις έχουν μια άλλη προσθήκη: στο σχέδιο του Albrecht Durer η κορδέλα ψηλά στο δέντρο αναφέρει: Orfeus der erst puseran (Ορφέας, ο πρώτος σοδομίτης).
Το κεφάλι και η λύρα του, ακόμα τραγουδώντας θρηνητικά τραγούδια, επέπλευσαν από τον Έβρο ως την Μεσογειακή ακτή. Εκεί, οι άνεμοι και τα κύματα τα μετέφεραν στη Λεσβιακή ακτή, όπου οι κάτοικοι έθαψαν το κεφάλι του και ένας ναός κατασκευάστηκε προς τιμήν του κοντά στην Άντισσα. Αυτός ο ναός-μαντείο εντοπίστηκε πρόσφατα σε σπήλαιο κοντά στο σημερινό χωριό της Άντισσας. Η λύρα μεταφέρθηκε στον ουρανό από τις Μούσες και τοποθετήθηκε ανάμεσα στα αστέρια. Οι Μούσες συνέλεξαν και τα κομμάτια του κορμιού του και τα έθαψαν κάτω από τον Όλυμπο, όπου τα αηδόνια κελαηδούσαν πάνω από τον τάφο του. Η ψυχή του επέστρεψε στον κάτω κόσμο, όπου επανενώθηκε τελικά με την αγαπημένη του Ευρυδίκη. Όσο για την λύρα του, έγινε αστερισμός στον ουράνιο θόλο.
Στην Αττική κεραμική, ωστόσο, οι γυναίκες που επιτίθενται στον Ορφέα εμφανίζονται να είναι κανονικές Θρακιώτισσες, που εξαγριώθηκαν, επειδή τα τραγούδια του βάρδου είχαν κλέψει τους συζύγους τους μακρυά τους.
Bιβλιογραφία:
Πηγή1
Πηγή2
Πηγή3