Ο Αιγύπτιος ιερέας προς τον Σόλωνα (Πλάτωνος – Τίμαιος παράγραφος 23):
«Θα σου φανερώσω το καλύτερο επίτευγμα από τα έργα τους που κατόρθωσαν οι αρχαίοι συμπολίτες σου πριν από εννέα χιλιάδες χρόνια». Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι τα όσα ανέφερε κατόπιν ο ιερέας στον Σόλωνα ήταν τελείως αληθινά, όπως σημειώνει ο Πλάτωνας (παράγραφος 20):
«`Ακουσε, Σωκράτη, μία πολύ παράξενη ιστορία, τελείως όμως αληθινή, όπως τη διηγήθηκε κάποτε ο ένας από τους επτά σοφούς, ο Σόλωνας».
Λέει, λοιπόν, ο ιερέας στον Σόλωνα (παράγραφοι 24-25):
«Πολλά και μεγάλα έργα της πόλης σας, τα οποία είναι γραμμένα εδώ, θαυμάζονται, ένα, όμως, υπερέχει κατά το μέγεθος και την αρετή. Λένε, λοιπόν, τα γραπτά μας, πόση εχθρική δύναμη κατέστρεψε κάποτε η πόλη σας, δύναμη που με αλαζονεία, αφού εξόρμησε προς τα έξω από τον Ατλαντικό ωκεανό, κατευθυνόταν παράλληλα εναντίον της Ευρώπης και της Ασίας. Γιατί τότε το πέλαγος μπορούσε κάποιος να το περάσει, λόγω του ότι στο στόμιό του, που εσείς ονομάζετε στήλες του Ηρακλή, είχε ένα νησί. Αυτό το νησί ήταν μεγαλύτερο από τη Λιβύη και την Ασία μαζί και ξεκινώντας απ’ αυτό τότε οι άνθρωποι μπορούσαν να αποβιβαστούν στα άλλα νησιά και απ’ αυτά μετέπειτα σε όλη την ήπειρο απέναντι, που βρισκόταν γύρω από τον αληθινό εκείνο ωκεανό.
Γιατί αυτοί οι τόποι που βρίσκονταν στο εσωτερικό του στενού για το οποίο μιλάμε, μοιάζουν με λιμάνι που έχει στενή είσοδο, ενώ εκείνη η θάλασσα είναι πράγματι ωκεανός και η ξηρά που το περιβάλλει δίκαια μπορεί να ονομαστεί ήπειρος. Σ’ αυτό, λοιπόν, το νησί, την Ατλαντίδα, οργανώθηκε μεγάλη και θαυμαστή δύναμη βασιλέων, η οποία κυριαρχούσε σε ολόκληρο το νησί, καθώς και σε πολλά άλλα νησιά και τμήματα της ηπείρου. Εκτός απ’ αυτά, εκείνοι οι βασιλείς εξουσίαζαν από τα εδώ μέρη προς τα μέσα του πορθμού, από τη Λιβύη έως την Αίγυπτο και από την Ευρώπη έως την Τυρρηνία.
`Ολη αυτή η δύναμη, λοιπόν, αφού συγκεντρώθηκε και ενοποιήθηκε, επιχείρησε τότε εξορμώντας να υποδουλώσει και τη δική μας χώρα και τη δική σας, καθώς και όλους όσοι βρίσκονταν στο εσωτερικό του πορθμού. Εκείνη την περίοδο, Σόλωνα, η δύναμη της πόλης σας αναδείχθηκε θαυμαστή ανάμεσα στους ανθρώπους και λόγω της αρετής της και λόγω της ανδρείας της.
Γιατί, εφ’ όσον ξεπέρασε όλους στην ανδρεία και στις πολεμικές τέχνες, είτε ως αρχηγός των Ελλήνων είτε και αναγκαστικά μόνη της, γιατί οι άλλοι την εγκατέλειψαν, αφού έφθασε σε έσχατους κινδύνους, νίκησε τους επιδρομείς. `Εστησε, λοιπόν, τρόπαια εναντίον τους, απέτρεψε να υποδουλωθούν όσοι ακόμη δεν είχαν υποδουλωθεί και απελευθέρωσε, δίχως να παρουσιάσει καμία αξίωση, όλους εμάς τους άλλους που κατοικούμε προς τα μέσα των Ηράκλειων στηλών. Αφού πέρασε αρκετός καιρός, όμως, έγιναν τρομεροί σεισμοί και κατακλυσμοί και στο διάστημα ενός φοβερού ημερονυκτίου όλος ο στρατός σας βυθίστηκε στη γη και εξαφανίστηκε, καθώς βυθίστηκε στη θάλασσα η Ατλαντίδα».
Τη συνέχεια της εξιστόρησης του ιερέα την κατέγραψε ο Πλάτωνας στον Κριτία. Ο ιερέας, στην εξιστόρησή του, αναφέρει τους Ολυμπίους ως ιστορικά πρόσωπα (παράγραφοι 109-110):
«Κάποτε οι θεοί διαμοίρασαν ολόκληρη τη γη με κλήρο κατά περιοχές χωρίς φιλονικία. Γιατί δεν ήταν σωστό να αγνοούν οι θεοί τα ανήκοντα στον καθένα εξ αυτών, ούτε πάλι, ενώ γνωρίζουν ότι κάποιο πράγμα ανήκει περισσότερο στους άλλους, τούτο αυτοί να προσπαθούν να το αποκτήσουν με φιλονικίες. Με δίκαιη, λοιπόν, κλήρωση παίρνοντας ο καθένας το δικό του μέρος, εγκατέστησαν κατοίκους στις χώρες τους και στη συνέχεια, όπως οι βοσκοί τα πρόβατα, μας έτρεφαν ως κτήματα και θρέμματά τους. Δεν ασκούσαν, όμως, στα σώματά μας βία με τις υπάρξεις τους, όπως κάνουν οι ποιμένες που οδηγούν τα κτήνη τους στη βοσκή με χτυπήματα, αλλά προπαντός όπως το ευκολοδιοίκητο ζώο και σαν πλοίο κυβερνώντας μας με το τιμόνι από την πρύμνη, και προσεγγίζοντας με πειθώ την ψυχή μας, σύμφωνα με τη θέλησή τους, έτσι οδηγώντας κυβερνούσαν ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Οι άλλοι, λοιπόν, από τους θεούς, αφού έλαβαν με κλήρο τους διάφορους τόπους τους, τους διακοσμούσαν. Ο `Ηφαιστος και η Αθηνά, έχοντας ίδια φύτρα και όντας συγχρόνως αδέλφια καταγόμενα από τον ίδιο πατέρα, με την ίδια κλίση και αγάπη προς τη φιλοσοφία και την τέχνη, συνέβη και οι δύο να πάρουν με κλήρο αυτή εδώ τη χώρα (την Αττική), η οποία ήταν εκ φύσεως τέτοια ως προς την αρετή και τη φρόνηση που να ταιριάζει με τον χαρακτήρα των θεών αυτών. Σ’ αυτή τη χώρα, αφού δημιούργησαν αγαθούς αυτόχθονες άνδρες, τους ενεφύτευσαν στον νου τη διοργάνωση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Τα ονόματα βεβαίως των κατοίκων εκείνων διασώθηκαν, τα έργα τους, όμως, εξ αιτίας των θανάτων των διαδοχικών γενεών και της μεγάλης χρονικής απόστασης εξαφανίστηκαν. Διότι η εναπομένουσα κάθε φορά γενεά, όπως και προηγουμένως ειπώθηκε, ήταν ορεσίβια και αγράμματη, και μόνο τα ονόματα των παλαιών κυριάρχων της χώρας και μερικά από τα έργα τους διασώθηκαν. Τα ονόματα τα έδιναν στους απογόνους τους από αγάπη προς εκείνους, αλλά τις αρετές και τη νομοθεσία των παλαιοτέρων δεν γνώριζαν εκτός από κάποιες ασαφείς για τον καθένα προφορικές παραδόσεις.
Επειδή, όμως, για πολλές γενεές και αυτοί και τα παιδιά τους στερούνταν των αναγκαίων προς διαβίωση, αυτά που τους έλειπαν είχαν πάντα στον νου τους και γι’ αυτά έκαναν συζήτηση, ενώ αδιαφορούσαν για όσα έγιναν πριν απ’ αυτούς και σε πολύ παλαιότερες εποχές. Διότι τότε η μυθολογία και η αναζήτηση των παλαιών με δυσκολία έρχονταν στις πόλεις, τότε μόνο όταν μερικοί από τους κατοίκους έβλεπαν ότι έχουν εξασφαλίσει τα προς το ζην αναγκαία, όχι όμως πριν απ’ αυτό.
Γι’ αυτούς τους λόγους, λοιπόν, διασώθηκαν τα ονόματα των παλαιών εκείνων ανθρώπων, χωρίς όμως να διασωθούν και τα έργα τους. Λέω αυτά συμπεραίνοντας ότι τα ονόματα του Κέκροπα και του Ερεχθέα και του Εριχθόνιου και του Ερυσίχθονα και τα περισσότερα από τα άλλα, όσα από τα ονόματα των ανθρώπων που έζησαν πριν από τον Θησέα, διατηρήθηκαν στη μνήμη, τα ανέφεραν οι ιερείς όπως είπε ο Σόλωνας».
ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΤΙΜΑΙΟΣ
[20α] ἅμα ἀμφοτέρων φύσει καὶ τροφῇ μετέχον. Τίμαιός τε γὰρ ὅδε, εὐνομωτάτης ὢν πόλεως τῆς ἐν Ἰταλίᾳ Λοκρίδος, οὐσίᾳ καὶ γένει οὐδενὸς ὕστερος ὢν τῶν ἐκεῖ, τὰς μεγίστας μὲν ἀρχάς τε καὶ τιμὰς τῶν ἐν τῇ πόλει μετακεχείρισται, φιλοσοφίας δ’ αὖ κατ’ ἐμὴν δόξαν ἐπ’ ἄκρον ἁπάσης ἐλήλυθεν: Κριτίαν δέ που πάντες οἱ τῇδε ἴσμεν οὐδενὸς ἰδιώτην ὄντα ὧν λέγομεν. τῆς δὲ Ἑρμοκράτους αὖ περὶ φύσεως καὶ τροφῆς, πρὸς ἅπαντα ταῦτ’ εἶναι ἱκανὴν πολλῶν μαρτυρούντων
[20β] πιστευτέον. διὸ καὶ χθὲς ἐγὼ διανοούμενος, ὑμῶν δεομένων τὰ περὶ τῆς πολιτείας διελθεῖν, προθύμως ἐχαριζόμην, εἰδὼς ὅτι τὸν ἑξῆς λόγον οὐδένες ἂν ὑμῶν ἐθελόντων ἱκανώτερον ἀποδοῖεν – εἰς γὰρ πόλεμον πρέποντα καταστήσαντες τὴν πόλιν ἅπαντ’ αὐτῇ τὰ προσήκοντα ἀποδοῖτ’ ἂν μόνοι τῶν νῦν—εἰπὼν δὴ τἀπιταχθέντα ἀντεπέταξα ὑμῖν ἃ καὶ νῦν λέγω. συνωμολογήσατ’ οὖν κοινῇ σκεψάμενοι πρὸς ὑμᾶς
[20γ] αὐτοὺς εἰς νῦν ἀνταποδώσειν μοι τὰ τῶν λόγων ξένια, πάρειμί τε οὖν δὴ κεκοσμημένος ἐπ’ αὐτὰ καὶ πάντων ἑτοιμότατος ὢν δέχεσθαι.
Ἑρμοκράτης
καὶ μὲν δή, καθάπερ εἶπεν Τίμαιος ὅδε, ὦ Σώκρατες, οὔτε ἐλλείψομεν προθυμίας οὐδέν οὔτε ἔστιν οὐδεμία πρόφασις ἡμῖν τοῦ μὴ δρᾶν ταῦτα: ὥστε καὶ χθές, εὐθὺς ἐνθένδε ἐπειδὴ παρὰ Κριτίαν πρὸς τὸν ξενῶνα οὗ καὶ καταλύομεν ἀφικόμεθα, καὶ ἔτι πρότερον καθ’ ὁδὸν αὐτὰ ταῦτ’ ἐσκοποῦμεν.
[20δ] ὅδε οὖν ἡμῖν λόγον εἰσηγήσατο ἐκ παλαιᾶς ἀκοῆς: ὃν καὶ νῦν λέγε, ὦ Κριτία, τῷδε, ἵνα συνδοκιμάσῃ πρὸς τὴν ἐπίταξιν εἴτ’ ἐπιτήδειος εἴτε ἀνεπιτήδειός ἐστι.
Κριτίας
ταῦτα χρὴ δρᾶν, εἰ καὶ τῷ τρίτῳ κοινωνῷ Τιμαίῳ συνδοκεῖ.
Τίμαιος
δοκεῖ μήν.
Κριτίας
ἄκουε δή, ὦ Σώκρατες, λόγου μάλα μὲν ἀτόπου, παντάπασί γε μὴν ἀληθοῦς, ὡς ὁ τῶν ἑπτὰ σοφώτατος
[20ε] Σόλων ποτ’ ἔφη. ἦν μὲν οὖν οἰκεῖος καὶ σφόδρα φίλος ἡμῖν Δρωπίδου τοῦ προπάππου, καθάπερ λέγει πολλαχοῦ καὶ αὐτὸς ἐν τῇ ποιήσει: πρὸς δὲ Κριτίαν τὸν ἡμέτερον πάππον εἶπεν, ὡς ἀπεμνημόνευεν αὖ πρὸς ἡμᾶς ὁ γέρων, ὅτι μεγάλα καὶ θαυμαστὰ τῆσδ’ εἴη παλαιὰ ἔργα τῆς πόλεως ὑπὸ χρόνου καὶ φθορᾶς ἀνθρώπων ἠφανισμένα, πάντων δὲ ἓν μέγιστον,
........
[23α] τοτὲ δὲ ἔλαττον ἀεὶ γένος ἐστὶν ἀνθρώπων. ὅσα δὲ ἢ παρ’ ὑμῖν ἢ τῇδε ἢ καὶ κατ’ ἄλλον τόπον ὦν ἀκοῇ ἴσμεν, εἴ πού τι καλὸν ῂ μέγα γέγονεν ἢ καί τινα διαφοράν ἄλλην ἔχον, πάντα γεγραμμένα ἐκ παλαιοῦ τῇδ’ ἐστὶν ἐν τοῖς ἱεροῖς καὶ σεσωσμένα: τὰ δὲ παρ’ ὑμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις ἄρτι κατεσκευασμένα ἑκάστοτε τυγχάνει γράμμασι καὶ ἅπασιν ὁπόσων πόλεις δέονται, καὶ πάλιν δι’ εἰωθότων ἐτῶν ὥσπερ νόσημα ἥκει φερόμενον αὐτοῖς ῥεῦμα οὐράνιον καὶ τοὺς ἀγραμμάτους
[23β] τε καὶ ἀμούσους ἔλιπεν ὑμῶν, ὥστε πάλιν ἐξ ἀρχῆς οἷον νέοι γίγνεσθε, οὐδὲν εἰδότες οὔτε τῶν τῇδε οὔτε τῶν παρ’ ὑμῖν, ὅσα ἦν ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις. τὰ γοῦν νυνδὴ γενεαλογηθέντα, ὦ Σόλων, περὶ τῶν παρ’ ὑμῖν ἅ διῆλθες, παίδων βραχύ τι διαφέρει μύθων, οἵ πρῶτον μὲν ἕνα γῆς κατακλυσμὸν μέμνησθε πολλῶν ἔμπροσθεν γεγονότων, ἔτι δὲ τὸ κάλλιστον καὶ ἄριστον γένος ἐπ’ ἀνθρώπους ἐν τῇ χώρᾳ παρ’ ὑμῖν οὐκ ἴστε γεγονός, ἐξ ὧν σύ τε καὶ πᾶσα ἡ
[23γ] πόλις ἔστιν τὰ νῦν”
[23c] πόλις ἔστιν τὰ νῦν ὑμῶν, περιλειφθέντος ποτὲ σπέρματος βραχέος, ἀλλ' ὑμᾶς λέληθεν διὰ τὸ τοὺς περιγενομένους ἐπὶ πολλὰς γενεὰς γράμμασιν τελευτᾶν ἀφώνους. ἦν γὰρ δή ποτε, ὦ Σόλων, ὑπὲρ τὴν μεγίστην φθορὰν ὕδασιν ἡ νῦν Ἀθηναίων οὖσα πόλις ἀρίστη πρός τε τὸν πόλεμον καὶ κατὰ πάντα εὐνομωτάτη διαφερόντως: ᾗ κάλλιστα ἔργα καὶ πολιτεῖαι γενέσθαι λέγονται κάλλισται πασῶν ὁπόσων ὑπὸ
[23d] τὸν οὐρανὸν ἡμεῖς ἀκοὴν παρεδεξάμεθα.’ ἀκούσας οὖν ὁ Σόλων ἔφη θαυμάσαι καὶ πᾶσαν προθυμίαν σχεῖν δεόμενος τῶν ἱερέων πάντα δι' ἀκριβείας οἱ τὰ περὶ τῶν πάλαι πολιτῶν ἑξῆς διελθεῖν. τὸν οὖν ἱερέα φάναι: ‘φθόνος οὐδείς, ὦ Σόλων, ἀλλὰ σοῦ τε ἕνεκα ἐρῶ καὶ τῆς πόλεως ὑμῶν, μάλιστα δὲ τῆς θεοῦ χάριν, ἣ τήν τε ὑμετέραν καὶ τήνδε ἔλαχεν καὶ ἔθρεψεν καὶ ἐπαίδευσεν, προτέραν μὲν τὴν παρ'
[23e] ὑμῖν ἔτεσιν χιλίοις, ἐκ Γῆς τε καὶ Ἡφαίστου τὸ σπέρμα παραλαβοῦσα ὑμῶν, τήνδε δὲ ὑστέραν. τῆς δὲ ἐνθάδε διακοσμήσεως παρ' ἡμῖν ἐν τοῖς ἱεροῖς γράμμασιν ὀκτακισχιλίων ἐτῶν ἀριθμὸς γέγραπται. περὶ δὴ τῶν ἐνακισχίλια γεγονότων ἔτη πολιτῶν σοι δηλώσω διὰ βραχέων νόμους, καὶ τῶν ἔργων αὐτοῖς ὃ κάλλιστον ἐπράχθη: τὸ δ' ἀκριβὲς περὶ
[24a] πάντων ἐφεξῆς εἰς αὖθις κατὰ σχολὴν αὐτὰ τὰ γράμματα λαβόντες διέξιμεν. τοὺς μὲν οὖν νόμους σκόπει πρὸς τοὺς τῇδε: πολλὰ γὰρ παραδείγματα τῶν τότε παρ' ὑμῖν ὄντων ἐνθάδε νῦν ἀνευρήσεις, πρῶτον μὲν τὸ τῶν ἱερέων γένος ἀπὸ τῶν ἄλλων χωρὶς ἀφωρισμένον, μετὰ δὲ τοῦτο τὸ τῶν δημιουργῶν, ὅτι καθ' αὑτὸ ἕκαστον ἄλλῳ δὲ οὐκ ἐπιμειγνύμενον δημιουργεῖ, τό τε τῶν νομέων καὶ τὸ τῶν θηρευτῶν τό τε
[24b] τῶν γεωργῶν. καὶ δὴ καὶ τὸ μάχιμον γένος ᾔσθησαί που τῇδε ἀπὸ πάντων τῶν γενῶν κεχωρισμένον, οἷς οὐδὲν ἄλλο πλὴν τὰ περὶ τὸν πόλεμον ὑπὸ τοῦ νόμου προσετάχθη μέλειν: ἔτι δὲ ἡ τῆς ὁπλίσεως αὐτῶν σχέσις ἀσπίδων καὶ δοράτων, οἷς ἡμεῖς πρῶτοι τῶν περὶ τὴν Ἀσίαν ὡπλίσμεθα, τῆς θεοῦ καθάπερ ἐν ἐκείνοις τοῖς τόποις παρ' ὑμῖν πρώτοις ἐνδειξαμένης. τὸ δ' αὖ περὶ τῆς φρονήσεως, ὁρᾷς που τὸν νόμον τῇδε ὅσην ἐπιμέλειαν ἐποιήσατο εὐθὺς κατ' ἀρχὰς περί τε
[24c] τὸν κόσμον, ἅπαντα μέχρι μαντικῆς καὶ ἰατρικῆς πρὸς ὑγίειαν ἐκ τούτων θείων ὄντων εἰς τὰ ἀνθρώπινα ἀνευρών, ὅσα τε ἄλλα τούτοις ἕπεται μαθήματα πάντα κτησάμενος. ταύτην οὖν δὴ τότε σύμπασαν τὴν διακόσμησιν καὶ σύνταξιν ἡ θεὸς προτέρους ὑμᾶς διακοσμήσασα κατῴκισεν, ἐκλεξαμένη τὸν τόπον ἐν ᾧ γεγένησθε, τὴν εὐκρασίαν τῶν ὡρῶν ἐν αὐτῷ κατιδοῦσα, ὅτι φρονιμωτάτους ἄνδρας οἴσοι: ἅτε οὖν φιλοπόλεμός
[24d] τε καὶ φιλόσοφος ἡ θεὸς οὖσα τὸν προσφερεστάτους αὐτῇ μέλλοντα οἴσειν τόπον ἄνδρας, τοῦτον ἐκλεξαμένη πρῶτον κατῴκισεν. ᾠκεῖτε δὴ οὖν νόμοις τε τοιούτοις χρώμενοι καὶ ἔτι μᾶλλον εὐνομούμενοι πάσῃ τε παρὰ πάντας ἀνθρώπους ὑπερβεβληκότες ἀρετῇ, καθάπερ εἰκὸς γεννήματα καὶ παιδεύματα θεῶν ὄντας. πολλὰ μὲν οὖν ὑμῶν καὶ μεγάλα ἔργα τῆς πόλεως τῇδε γεγραμμένα θαυμάζεται, πάντων μὴν
[24e] ἓν ὑπερέχει μεγέθει καὶ ἀρετῇ: λέγει γὰρ τὰ γεγραμμένα ὅσην ἡ πόλις ὑμῶν ἔπαυσέν ποτε δύναμιν ὕβρει πορευομένην ἅμα ἐπὶ πᾶσαν Εὐρώπην καὶ ̓Ασίαν, ἔξωθεν ὁρμηθεῖσαν ἐκ τοῦ Ἀτλαντικοῦ πελάγους. τότε γὰρ πορεύσιμον ἦν τὸ ἐκεῖ πέλαγος: νῆσον γὰρ πρὸ τοῦ στόματος εἶχεν ὃ καλεῖτε, ὥς φατε, ὑμεῖς Ἡρακλέους στήλας, ἡ δὲ νῆσος ἅμα Λιβύης ἦν καὶ Ἀσίας μείζων, ἐξ ἧς ἐπιβατὸν ἐπὶ τὰς ἄλλας νήσους τοῖς τότε ἐγίγνετο πορευομένοις, ἐκ δὲ τῶν νήσων
[25a] ἐπὶ τὴν καταντικρὺ πᾶσαν ἤπειρον τὴν περὶ τὸν ἀληθινὸν ἐκεῖνον πόντον. τάδε μὲν γάρ, ὅσα ἐντὸς τοῦ στόματος οὗ λέγομεν, φαίνεται λιμὴν στενόν τινα ἔχων εἴσπλουν: ἐκεῖνο δὲ πέλαγος ὄντως ἥ τε περιέχουσα αὐτὸ γῆ παντελῶς ἀληθῶς ὀρθότατ' ἂν λέγοιτο ἤπειρος. ἐν δὲ δὴ τῇ Ἀτλαντίδι νήσῳ ταύτῃ μεγάλη συνέστη καὶ θαυμαστὴ δύναμις βασιλέων, κρατοῦσα μὲν ἁπάσης τῆς νήσου, πολλῶν δὲ ἄλλων νήσων καὶ μερῶν τῆς ἠπείρου: πρὸς δὲ τούτοις ἔτι τῶν ἐντὸς τῇδε
[25b] Λιβύης μὲν ἦρχον μέχρι πρὸς Αἴγυπτον, τῆς δὲ Εὐρώπης μέχρι Τυρρηνίας. αὕτη δὴ πᾶσα συναθροισθεῖσα εἰς ἓν ἡ δύναμις τόν τε παρ' ὑμῖν καὶ τὸν παρ' ἡμῖν καὶ τὸν ἐντὸς τοῦ στόματος πάντα τόπον μιᾷ ποτὲ ἐπεχείρησεν ὁρμῇ δουλοῦσθαι. τότε οὖν ὑμῶν, ὦ Σόλων, τῆς πόλεως ἡ δύναμις εἰς ἅπαντας ἀνθρώπους διαφανὴς ἀρετῇ τε καὶ ῥώμῃ ἐγένετο: πάντων γὰρ προστᾶσα εὐψυχίᾳ καὶ τέχναις ὅσαι κατὰ πόλεμον,
[25c] τὰ μὲν τῶν Ἑλλήνων ἡγουμένη, τὰ δ' αὐτὴ μονωθεῖσα ἐξ ἀνάγκης τῶν ἄλλων ἀποστάντων, ἐπὶ τοὺς ἐσχάτους ἀφικομένη κινδύνους, κρατήσασα μὲν τῶν ἐπιόντων τρόπαιον ἔστησεν, τοὺς δὲ μήπω δεδουλωμένους διεκώλυσεν δουλωθῆναι, τοὺς δ' ἄλλους, ὅσοι κατοικοῦμεν ἐντὸς ὅρων Ἡρακλείων, ἀφθόνως ἅπαντας ἠλευθέρωσεν. ὑστέρῳ δὲ χρόνῳ σεισμῶν ἐξαισίων καὶ κατακλυσμῶν γενομένων, μιᾶς
[25d] ἡμέρας καὶ νυκτὸς χαλεπῆς ἐπελθούσης, τό τε παρ' ὑμῖν μάχιμον πᾶν ἁθρόον ἔδυ κατὰ γῆς, ἥ τε Ἀτλαντὶς νῆσος ὡσαύτως κατὰ τῆς θαλάττης δῦσα ἠφανίσθη: διὸ καὶ νῦν ἄπορον καὶ ἀδιερεύνητον γέγονεν τοὐκεῖ πέλαγος, πηλοῦ κάρτα βραχέος ἐμποδὼν ὄντος, ὃν ἡ νῆσος ἱζομένη παρέσχετο.” τὰ μὲν δὴ ῥηθέντα, ὦ Σώκρατες, ὑπὸ τοῦ παλαιοῦ
[25e] Κριτίου κατ' ἀκοὴν τὴν Σόλωνος, ὡς συντόμως εἰπεῖν, ἀκήκοας: λέγοντος δὲ δὴ χθὲς σοῦ περὶ πολιτείας τε καὶ τῶν ἀνδρῶν οὓς ἔλεγες, ἐθαύμαζον ἀναμιμνῃσκόμενος αὐτὰ ἃ νῦν λέγω, κατανοῶν ὡς δαιμονίως ἔκ τινος τύχης οὐκ ἄπο σκοποῦ συνηνέχθης τὰ πολλὰ οἷς Σόλων εἶπεν. οὐ μὴν
[26a] ἐβουλήθην παραχρῆμα εἰπεῖν: διὰ χρόνου γὰρ οὐχ ἱκανῶς ἐμεμνήμην. ἐνενόησα οὖν ὅτι χρεὼν εἴη με πρὸς ἐμαυτὸν πρῶτον ἱκανῶς πάντα ἀναλαβόντα λέγειν οὕτως. ὅθεν ταχὺ συνωμολόγησά σοι τὰ ἐπιταχθέντα χθές, ἡγούμενος, ὅπερ ἐν ἅπασι τοῖς τοιοῖσδε μέγιστον ἔργον, λόγον τινὰ πρέποντα τοῖς βουλήμασιν ὑποθέσθαι, τούτου μετρίως ἡμᾶς εὐπορήσειν. οὕτω δή, καθάπερ ὅδ' εἶπεν, χθές τε εὐθὺς ἐνθένδε ἀπιὼν
ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΤΙΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΑΣ
ΤΙ. Ὡς ἅσμενος, ὦ Σώκρατες, οἷον ἐκ μακρᾶς ἀναπε-
παυμένος ὁδοῦ, νῦν οὕτως ἐκ τῆς τοῦ λόγου διαπορείας
ἀγαπητῶς ἀπήλλαγμαι. τῷ δὲ πρὶν μὲν πάλαι ποτ᾿ ἔργῳ,
νῦν δὲ λόγοις ἄρτι θεῷ γεγονότι προσεύχομαι, τῶν ῥηθέν-
των ὅσα μὲν ἐρρήθη μετρίως, σωτηρίαν ἡμῖν αὐτὸν αὐτῶν
διδόναι, παρὰ μέλος δὲ εἴ τι περὶ αὐτῶν ἄκοντες εἴπομεν,
δίκην τὴν πρέπουσαν ἐπιτιθέναι. δίκη δὲ ὀρθὴ τὸν πλημ-
μελοῦντα ἐμμελῆ ποιεῖν. ἵν᾿ οὖν τὸ λοιπὸν τοὺς περὶ θεῶν
γενέσεως ὀρθῶς λέγωμεν λόγους, φάρμακον ἡμῖν αὐτὸν
τελεώτατον καὶ ἄριστον φαρμάκων ἐπιστήμην εὐχόμεθα
διδόναι, προσευξάμενοι δὲ παραδίδομεν κατὰ τὰς ὁμολογίας
Κριτίᾳ τὸν ἑξῆς λόγον.
ΚΡΙ. Ἀλλ᾿, ὦ Τίμαιε, δέχομαι μέν, ὧ δὲ καὶ σὺ κατ᾿
ἀρχὰς ἐχρήσω, συγγνώμην αἰτούμενος ὡς περὶ μεγάλων
μέλλων λέγειν, ταὐτὸν καὶ νῦν ἐγὼ τοῦτο παραιτοῦμαι,
μειζόνως δὲ αὐτοῦ τυχεῖν ἔτι μᾶλλον ἀξιῶ περὶ τῶν μελ-
λόντων ῥηθήσεσθαι. καίτοι σχεδὸν μὲν οἶδα παραίτησιν
εὖ μάλα φιλότιμον καὶ τοῦ δέοντος ἀγροικοτέραν μέλλων
παραιτεῖσθαι, ῥητέον δὲ ὅμως. ὡς μὲν γὰρ οὐκ εὖ τὰ
παρὰ σοῦ λεχθέντα εἴρηται, τίς ἂν ἐπιχειρήσειεν ἔμφρων
λέγειν; ὅτι δὲ τὰ ῥηθησόμενα πλείονος συγγνώμης δεῖται
χαλεπώτερα ὄντα, τοῦτο πειρατέον πῃ διδάξαι. περὶ θεῶν
γάρ, ὦ Τίμαιε, λέγοντά τι πρὸς ἀνθρώπους δοκεῖν ἱκανῶς
λέγειν ῥᾷον ἢ περὶ θνητῶν πρὸς ἡμᾶς. ἡ γὰρ ἀπειρία καὶ
σφόδρα ἄγνοια τῶν ἀκουόντων περὶ ὧν ἂν οὕτως ἔχωσιν
πολλὴν εὐπορίαν παρέχεσθον τῷ μέλλοντι λέγειν τι περὶ
αὐτῶν. περὶ δὲ δὴ θεῶν ἴσμεν ὡς ἔχομεν. ἵνα δὲ σαφέ-
στερον ὃ λέγω δηλώσω, τῇδέ μοι συνεπίσπεσθε. μίμησιν
μὲν γὰρ δὴ καὶ ἀπεικασίαν τὰ παρὰ πάντων ἡμῶν ῥηθέντα
χρεών που γενέσθαι. τὴν δὲ τῶν γραφέων εἰδωλοποιίαν
περὶ τὰ θεῖά τε καὶ τὰ ἀνθρώπινα σώματα γιγνομένην
ἴδωμεν ῥᾳστώνης τε πέρι καὶ χαλεπότητος πρὸς τὸ τοῖς
ὁρῶσιν δοκεῖν ἀποχρώντως μεμιμῆσθαι, καὶ κατοψόμεθα ὅτι
γῆν μὲν καὶ ὄρη καὶ ποταμοὺς καὶ ὕλην οὐρανόν τε σύμ-
παντα καὶ τὰ περὶ αὐτὸν ὄντα καὶ ἰόντα πρῶτον μὲν ἀγαπῶ-
μεν ἄν τίς τι καὶ βραχὺ πρὸς ὁμοιότητα αὐτῶν ἀπομιμεῖσθαι
δυνατὸς ἦ, πρὸς δὲ τούτοις, ἅτε οὐδὲν εἰδότες ἀκριβὲς περὶ
τῶν τοιούτων, οὔτε ἐξετάζομεν οὔτε ἐλέγχομεν τὰ γεγραμ-
μένα, σκιαγραφίᾳ δὲ ἀσαφεῖ καὶ ἀπατηλῷ χρώμεθα περὶ
αὐτά. τὰ δὲ ἡμέτερα ὁπόταν τις ἐπιχειρῇ σώματα ἀπεικά-
ζειν, ὀξέως αἰσθανόμενοι τὸ παραλειπόμενον διὰ τὴν ἀεὶ
σύνοικον κατανόησιν χαλεποὶ κριταὶ γιγνόμεθα τῷ μὴ πάσας
πάντως τὰς ὁμοιότητας ἀποδιδόντι. ταὐτὸν δὴ καὶ κατὰ
τοὺς λόγους ἰδεῖν δεῖ γιγνόμενον, ὅτι τὰ μὲν οὐράνια καὶ
θεῖα ἀγαπῶμεν καὶ σμικρῶς εἰκότα λεγόμενα, τὰ δὲ θνητὰ
καὶ ἀνθρώπινα ἀκριβῶς ἐξετάζομεν. ἐκ δὴ τοῦ παραχρῆμα
νῦν λεγόμενα, τὸ πρέπον ἂν μὴ δυνώμεθα πάντως ἀποδιδό-
ναι, συγγιγνώσκειν χρεών. οὐ γὰρ ὡς ῥᾴδια τὰ θνητὰ ἀλλ᾿
ὡς χαλεπὰ πρὸς δόξαν ὄντα ἀπεικάζειν δεῖ διανοεῖσθαι.
ταῦτα δὴ βουλόμενος ὑμᾶς ὑπομνῆσαι, καὶ τὸ τῆς συγγνώμης
οὐκ ἔλαττον ἀλλὰ μεῖζον αἰτῶν περὶ τῶν μελλόντων ῥηθή-
σεσθαι, πάντα ταῦτα εἴρηκα, ὦ Σώκρατες. εἰ δὴ δικαίως
αἰτεῖν φαίνομαι τὴν δωρεάν, ἑκόντες δίδοτε.
ΣΩ. Τί δ᾿ οὐ μέλλομεν, ὦ Κριτία, διδόναι; καὶ πρός
γε ἔτι τρίτῳ δεδόσθω ταὐτὸν τοῦτο Ἑρμοκράτει παρ᾿ ἡμῶν.
δῆλον γὰρ ὡς ὀλίγον ὕστερον, ὅταν αὐτὸν δέῃ λέγειν,
παραιτήσεται καθάπερ ὑμεῖς. ἵν᾿ οὖν ἑτέραν ἀρχὴν ἐκπορί-
ζηται καὶ μὴ τὴν αὐτὴν ἀναγκασθῇ λέγειν, ὡς ὑπαρχούσης
αὐτῷ συγγνώμης εἰς τότε οὕτω λεγέτω. προλέγω γε μήν,
ὦ φίλε Κριτία, σοὶ τὴν τοῦ θεάτρου διάνοιαν, ὅτι θαυμαστῶς
ὁ πρότερος ηὐδοκίμηκεν ἐν αὐτῷ ποιητής, ὥστε τῆς συγ-
γνώμης δεήσει τινός σοι παμπόλλης, εἰ μέλλεις αὐτὰ
δυνατὸς γενέσθαι παραλαβεῖν.
ΕΡ. Ταὐτὸν μήν, ὦ Σώκρατες, κἀμοὶ παραγγέλλεις ὅπερ
τῷδε. ἀλλὰ γὰρ ἀθυμοῦντες ἄνδρες οὔπω τρόπαιον ἔστησαν,
ὦ Κριτία. προϊέναι τε οὖν ἐπὶ τὸν λόγον ἀνδρείως χρή,
καὶ τὸν Παίωνά τε καὶ τὰς Μούσας ἐπικαλούμενον τοὺς
παλαιοὺς πολίτας ἀγαθοὺς ὄντας ἀναφαίνειν τε καὶ ὑμνεῖν.
ΚΡ. Ὦ φίλε Ἑρμόκρατες, τῆς ὑστέρας τεταγμένος, ἐπί-
προσθεν ἔχων ἄλλον, ἔτι θαρρεῖς. τοῦτο μὲν οὖν οἷόν
ἐστιν, αὐτό σοι τάχα δηλώσει. παραμυθουμένῳ δ᾿ οὖν καὶ
παραθαρρύνοντί σοι πειστέον, καὶ πρὸς οἷς θεοῖς εἶπες τούς
τε ἄλλους κλητέον καὶ δὴ καὶ τὰ μάλιστα Μνημοσύνην.
σχεδὸν γὰρ τὰ μέγιστα ἡμῖν τῶν λόγων ἐν ταύτῃ τῇ θεῷ
πάντ᾿ ἐστίν. μνησθέντες γὰρ ἱκανῶς καὶ ἀπαγγείλαντες
τά ποτε ῥηθέντα ὑπὸ τῶν ἱερέων καὶ δεῦρο ὑπὸ Σόλωνος
κομισθέντα σχεδὸν οἶδ᾿ ὅτι τῷδε τῷ θεάτρῳ δόξομεν τὰ
προσήκοντα μετρίως ἀποτετελεκέναι. τοῦτ᾿ οὖν αὔτ᾿ ἤδη
δραστέον, καὶ μελλητέον οὐδὲν ἔτι.
Πάντων δὴ πρῶτον μνησθῶμεν ὅτι τὸ κεφάλαιον ἦν
ἐνακισχίλια ἔτη, ἀφ᾿ οὗ γεγονὼς ἐμηνύθη πόλεμος τοῖς θ᾿
ὑπὲρ Ἡρακλείας στήλας ἔξω κατοικοῦσιν καὶ τοῖς ἐντὸς
πᾶσιν. ὃν δεῖ νῦν διαπεραίνειν. τῶν μὲν οὖν ἥδε ἡ πόλις
ἄρξασα καὶ πάντα τὸν πόλεμον διαπολεμήσασα ἐλέγετο,
τῶν δ᾿ οἱ τῆς Ἀτλαντίδος νήσου βασιλῆς, ἣν δὴ Λιβύης
καὶ Ἀσίας μείζω νῆσον οὖσαν ἔφαμεν εἶναί ποτε, νῦν δὲ
ὑπὸ σεισμῶν δῦσαν ἄπορον πηλὸν τοῖς ἐνθένδε ἐκπλέουσιν
ἐπὶ τὸ πᾶν πέλαγος, ὥστε μηκέτι πορεύεσθαι, κωλυτὴν παρα-
σχεῖν. τὰ μὲν δὴ πολλὰ ἔθνη βάρβαρα, καὶ ὅσα Ἑλλήνων
ἦν γένη τότε, καθ᾿ ἕκαστα ἡ τοῦ λόγου διέξοδος οἷον ἀνειλ-
λομένη τὸ προστυχὸν ἑκασταχοῦ δηλώσει. τὸ δὲ Ἀθηναίων
τε τῶν τότε καὶ τῶν ἐναντίων, οἷς διεπολέμησαν, ἀνάγκη
κατ᾿ ἀρχὰς διελθεῖν πρῶτα, τήν τε δύναμιν ἑκατέρων καὶ τὰς
πολιτείας. αὐτῶν δὲ τούτων τὰ τῇδε ἔμπροσθεν προτιμητέον
εἰπεῖν.
Θεοὶ γὰρ ἅπασαν γῆν ποτε κατὰ τοὺς τόπους διελάγ-
χανον_οὐ κατ᾿ ἔριν. οὐ γὰρ ἂν ὀρθὸν ἔχοι λόγον θεοὺς
ἀγνοεῖν τὰ πρέποντα ἑκάστοις αὑτῶν, οὐδ᾿ αὖ γιγνώσκοντας
τὸ μᾶλλον ἄλλοις προσῆκον τοῦτο ἑτέρους αὑτοῖς δι᾿ ἐρίδων
ἐπιχειρεῖν κτᾶσθαι_δίκης δὴ κλήροις τὸ φίλον λαγχάνοντες
κατῴκιζον τὰς χώρας, καὶ κατοικίσαντες, οἷον νομῆς ποίμνια,
κτήματα καὶ θρέμματα ἑαυτῶν ἡμᾶς ἔτρεφον, πλὴν οὐ σώμασι
σώματα βιαζόμενοι, καθάπερ ποιμένες κτήνη πληγῇ νέμοντες,
ἀλλ᾿ ἧ μάλιστα εὔστροφον ζῷον, ἐκ πρύμνης ἀπευθύνοντες,
οἷον οἴακι πειθοῖ ψυχῆς ἐφαπτόμενοι κατὰ τὴν αὐτῶν διά-
νοιαν, οὕτως ἄγοντες τὸ θνητὸν πᾶν ἐκυβέρνων. ἄλλοι μὲν
οὖν κατ᾿ ἄλλους τόπους κληρουχήσαντες θεῶν ἐκεῖνα ἐκό-
σμουν, Ἥφαιστος δὲ κοινὴν καὶ Ἀθηνᾶ φύσιν ἔχοντες, ἅμα
μὲν ἀδελφὴν ἐκ ταὐτοῦ πατρός, ἅμα δὲ φιλοσοφίᾳ φιλο-
τεχνίᾳ τε ἐπὶ τὰ αὐτὰ ἐλθόντες, οὕτω μίαν ἄμφω λῆξιν
τήνδε τὴν χώραν εἰλήχατον ὡς οἰκείαν καὶ πρόσφορον ἀρετῇ
καὶ φρονήσει πεφυκυῖαν, ἄνδρας δὲ ἀγαθοὺς ἐμποιήσαντες
αὐτόχθονας ἐπὶ νοῦν ἔθεσαν τὴν τῆς πολιτείας τάξιν. ὧν
τὰ μὲν ὀνόματα σέσωται, τὰ δὲ ἔργα διὰ τὰς τῶν παραλαμ-
βανόντων φθορὰς καὶ τὰ μήκη τῶν χρόνων ἠφανίσθη. τὸ
γὰρ περιλειπόμενον ἀεὶ γένος, ὥσπερ καὶ πρόσθεν ἐρρήθη,
κατελείπετο ὄρειον καὶ ἀγράμματον, τῶν ἐν τῇ χώρᾳ δυνα-
στῶν τὰ ὀνόματα ἀκηκοὸς μόνον καὶ βραχέα πρὸς αὐτοῖς
τῶν ἔργων. τὰ μὲν οὖν ὀνόματα τοῖς ἐκγόνοις ἐτίθεντο
ἀγαπῶντες, τὰς δὲ ἀρετὰς καὶ τοὺς νόμους τῶν ἔμπροσθεν
οὐκ εἰδότες, εἰ μὴ σκοτεινὰς περὶ ἑκάστων τινὰς ἀκοάς, ἐν
ἀπορίᾳ δὲ τῶν ἀναγκαίων ἐπὶ πολλὰς γενεὰς ὄντες αὐτοὶ
καὶ παῖδες, πρὸς οἷς ἠπόρουν τὸν νοῦν ἔχοντες, τούτων πέρι
καὶ τοὺς λόγους ποιούμενοι, τῶν ἐν τοῖς πρόσθεν καὶ πάλαι
ποτὲ γεγονότων ἠμέλουν. μυθολογία γὰρ ἀναζήτησίς τε
τῶν παλαιῶν μετὰ σχολῆς ἅμ᾿ ἐπὶ τὰς πόλεις ἔρχεσθον,
ὅταν ἴδητόν τισιν ἤδη τοῦ βίου τἀναγκαῖα κατεσκευασμένα,
πρὶν δὲ οὔ. ταύτῃ δὴ τὰ τῶν παλαιῶν ὀνόματα ἄνευ τῶν
ἔργων διασέσωται. λέγω δὲ αὐτὰ τεκμαιρόμενος ὅτι Κέ-
κροπός τε καὶ Ἐρεχθέως καὶ Ἐριχθονίου καὶ Ἐρυσίχθονος
τῶν τε ἄλλων τὰ πλεῖστα ὅσαπερ καὶ Θησέως τῶν ἄνω
περὶ τῶν ὀνομάτων ἑκάστων ἀπομνημονεύεται, τούτων ἐκεί-
νους τὰ πολλὰ ἐπονομάζοντας τοὺς ἱερέας Σόλων ἔφη τὸν
τότε διηγεῖσθαι πόλεμον, καὶ τὰ τῶν γυναικῶν κατὰ τὰ
αὐτά. καὶ δὴ καὶ τὸ τῆς θεοῦ σχῆμα καὶ ἄγαλμα, ὡς κοινὰ
τότ᾿ ἦν τὰ ἐπιτηδεύματα ταῖς τε γυναιξὶ καὶ τοῖς ἀνδράσι
τὰ περὶ τὸν πόλεμον, οὕτω κατ᾿ ἐκεῖνον τὸν νόμον ὡπλι-
σμένην τὴν θεὸν ἀνάθημα εἶναι τοῖς τότε, ἔνδειγμα ὅτι πάνθ᾿
ὅσα σύννομα ζῷα θήλεα καὶ ὅσα ἄρρενα, τὴν προσήκουσαν
ἀρετὴν ἑκάστῳ γένει πᾶν κοινῇ δυνατὸν ἐπιτηδεύειν πέφυκεν.
Ὤικει δὲ δὴ τότ᾿ ἐν τῇδε τῇ χώρᾳ τὰ μὲν ἄλλα ἔθνη
τῶν πολιτῶν περὶ τὰς δημιουργίας ὄντα καὶ τὴν ἐκ τῆς γῆς
τροφήν, τὸ δὲ μάχιμον ὑπ᾿ ἀνδρῶν θείων κατ᾿ ἀρχὰς ἀφο-
ρισθὲν ὤκει χωρίς, πάντα εἰς τροφὴν καὶ παίδευσιν τὰ
προσήκοντα ἔχον, ἴδιον μὲν αὐτῶν οὐδεὶς οὐδὲν κεκτημένος,
ἅπαντα δὲ πάντων κοινὰ νομίζοντες αὑτῶν, πέρα δὲ ἱκανῆς
τροφῆς οὐδὲν ἀξιοῦντες παρὰ τῶν ἄλλων δέχεσθαι πολιτῶν,
καὶ πάντα δὴ τὰ χθὲς λεχθέντα ἐπιτηδεύματα ἐπιτηδεύοντες,
ὅσα περὶ τῶν ὑποτεθέντων ἐρρήθη φυλάκων. καὶ δὴ καὶ
τὸ περὶ τῆς χώρας ἡμῶν πιθανὸν καὶ ἀληθὲς ἐλέγετο, πρῶτον
μὲν τοὺς ὅρους αὐτὴν ἐν τῷ τότ᾿ ἔχειν ἀφωρισμένους πρὸς
τὸν Ἰσθμὸν καὶ τὸ κατὰ τὴν ἄλλην ἤπειρον μέχρι τοῦ
Κιθαιρῶνος καὶ Πάρνηθος τῶν ἄκρων, καταβαίνειν δὲ τοὺς
ὅρους ἐν δεξιᾷ τὴν Ὠρωπίαν ἔχοντας, ἐν ἀριστερᾷ δὲ πρὸς
θαλάττης ἀφορίζοντας τὸν Ἀσωπόν. ἀρετῇ δὲ πᾶσαν γῆν
ὑπὸ τῆς ἐνθάδε ὑπερβάλλεσθαι, διὸ καὶ δυνατὴν εἶναι τότε
τρέφειν τὴν χώραν στρατόπεδον πολὺ τῶν περὶ γῆν ἀργὸν
ἔργων. μέγα δὲ τεκμήριον ἀρετῆς. τὸ γὰρ νῦν αὐτῆς λεί-
ψανον ἐνάμιλλόν ἐστι πρὸς ἡντινοῦν τῷ πάμφορον εὔκαρπόν
τε εἶναι καὶ τοῖς ζῴοις πᾶσιν εὔβοτον. τότε δὲ πρὸς τῷ
κάλλει καὶ παμπλήθη ταῦτα ἔφερεν. πῶς οὖν δὴ τοῦτο
πιστόν, καὶ κατὰ τί λείψανον τῆς τότε γῆς ὀρθῶς ἂν λέ-
γοιτο; πᾶσα ἀπὸ τῆς ἄλλης ἠπείρου μακρὰ προτείνουσα εἰς
τὸ πέλαγος οἷον ἄκρα κεῖται. τὸ δὴ τῆς θαλάττης ἀγγεῖον
περὶ αὐτὴν τυγχάνει πᾶν ἀγχιβαθὲς ὄν. πολλῶν οὖν
γεγονότων καὶ μεγάλων κατακλυσμῶν ἐν τοῖς ἐνακισχιλίοις
ἔτεσι_τοσαῦτα γὰρ πρὸς τὸν νῦν ἀπ᾿ ἐκείνου τοῦ χρόνου
γέγονεν ἔτη_τὸ τῆς γῆς ἐν τούτοις τοῖς χρόνοις καὶ πάθεσιν
ἐκ τῶν ὑψηλῶν ἀπορρέον οὔτε χῶμα, ὡς ἐν ἄλλοις τόποις,
προχοῖ λόγου ἄξιον ἀεί τε κύκλῳ περιρρέον εἰς βάθος
ἀφανίζεται. λέλειπται δή, καθάπερ ἐν ταῖς σμικραῖς νή-
σοις, πρὸς τὰ τότε τὰ νῦν οἷον νοσήσαντος σώματος ὀστᾶ,
περιερρυηκυίας τῆς γῆς ὅση πίειρα καὶ μαλακή, τοῦ λεπτοῦ
σώματος τῆς χώρας μόνου λειφθέντος. τότε δὲ ἀκέραιος
οὖσα τά τε ὄρη γηλόφους ὑψηλοὺς εἶχε, καὶ τὰ φελλέως
νῦν ὀνομασθέντα πεδία πλήρη γῆς πιείρας ἐκέκτητο, καὶ
πολλὴν ἐν τοῖς ὄρεσιν ὕλην εἶχεν, ἧς καὶ νῦν ἔτι φανερὰ
τεκμήρια. τῶν γὰρ ὀρῶν ἔστιν ἃ νῦν μὲν ἔχει μελίτταις
μόναις τροφήν, χρόνος δ᾿ οὐ πάμπολυς ὅτε δένδρων αὐ-
τόθεν εἰς οἰκοδομήσεις τὰς μεγίστας ἐρεψίμων τμηθέντων
στεγάσματ᾿ ἐστὶν ἔτι σᾶ. πολλὰ δ᾿ ἦν ἄλλ᾿ ἥμερα ὑψηλὰ
δένδρα, νομὴν δὲ βοσκήμασιν ἀμήχανον ἔφερεν. καὶ δὴ καὶ
τὸ κατ᾿ ἐνιαυτὸν ὕδωρ ἐκαρποῦτ᾿ ἐκ Διός, οὐχ ὡς νῦν
ἀπολλῦσα ῥέον ἀπὸ ψιλῆς τῆς γῆς εἰς θάλατταν, ἀλλὰ
πολλὴν ἔχουσα καὶ εἰς αὐτὴν καταδεχομένη, τῇ κεραμίδι
στεγούσῃ γῇ διαταμιευομένη, τὸ καταποθὲν ἐκ τῶν ὑψηλῶν
ὕδωρ εἰς τὰ κοῖλα ἀφιεῖσα κατὰ πάντας τοὺς τόπους παρεί-
χετο ἄφθονα κρηνῶν καὶ ποταμῶν νάματα, ὧν καὶ νῦν ἔτι ἐπὶ
ταῖς πηγαῖς πρότερον οὔσαις ἱερὰ λελειμμένα ἐστὶν σημεῖα
ὅτι περὶ αὐτῆς ἀληθῆ λέγεται τὰ νῦν.
Τὰ μὲν οὖν τῆς ἄλλης χώρας φύσει τε οὕτως εἶχε,
καὶ διεκεκόσμητο ὡς εἰκὸς ὑπὸ γεωργῶν μὲν ἀληθινῶν καὶ
πραττόντων αὐτὸ τοῦτο, φιλοκάλων δὲ καὶ εὐφυῶν, γῆν δὲ
ἀρίστην καὶ ὕδωρ ἀφθονώτατον ἐχόντων καὶ ὑπὲρ τῆς γῆς
ὥρας μετριώτατα κεκραμένας. τὸ δ᾿ ἄστυ κατῳκισμένον ὧδ᾿
ἦν ἐν τῷ τότε χρόνῳ. πρῶτον μὲν τὸ τῆς ἀκροπόλεως εἶχε
τότε οὐχ ὡς τὰ νῦν ἔχει. νῦν μὲν γὰρ μία γενομένη νὺξ
ὑγρὰ διαφερόντως γῆς αὐτὴν ψιλὴν περιτήξασα πεποίηκε,
σεισμῶν ἅμα καὶ πρὸ τῆς ἐπὶ Δευκαλίωνος φθορᾶς τρίτου
πρότερον ὕδατος ἐξαισίου γενομένου. τὸ δὲ πρὶν ἐν ἑτέρῳ
χρόνῳ μέγεθος μὲν ἦν πρὸς τὸν Ἠριδανὸν καὶ τὸν Ἰλισὸν
ἀποβεβηκυῖα καὶ περιειληφυῖα ἐντὸς τὴν Πύκνα καὶ τὸν
Λυκαβηττὸν ὅρον ἐκ τοῦ καταντικρὺ τῆς Πυκνὸς ἔχουσα,
γεώδης δ᾿ ἦν πᾶσα καὶ πλὴν ὀλίγον ἐπίπεδος ἄνωθεν.
ᾠκεῖτο δὲ τὰ μὲν ἔξωθεν, ὑπ᾿ αὐτὰ τὰ πλάγια αὐτῆς, ὑπὸ
τῶν δημιουργῶν καὶ τῶν γεωργῶν ὅσοι πλησίον ἐγεώργουν.
τὰ δ᾿ ἐπάνω τὸ μάχιμον αὐτὸ καθ᾿ αὑτὸ μόνον γένος περὶ
τὸ τῆς Ἀθηνᾶς Ἡφαίστου τε ἱερὸν κατῳκήκειν, οἷον μιᾶς
οἰκίας κῆπον ἑνὶ περιβόλῳ προσπεριβεβλημένοι. τὰ γὰρ
πρόσβορρα αὐτῆς ὤκουν οἰκίας κοινὰς καὶ συσσίτια χειμερινὰ
κατασκευασάμενοι, καὶ πάντα ὅσα πρέποντ᾿ ἦν τῇ κοινῇ
πολιτείᾳ δι᾿ οἰκοδομήσεων ὑπάρχειν αὐτῶν καὶ τῶν ἱερῶν,
ἄνευ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου_τούτοις γὰρ οὐδὲν οὐδαμόσε
προσεχρῶντο, ἀλλὰ τὸ μέσον ὑπερηφανίας καὶ ἀνελευθερίας
μεταδιώκοντες κοσμίας ᾠκοδομοῦντο οἰκήσεις, ἐν αἷς αὐτοί τε
καὶ ἐκγόνων ἔκγονοι καταγηρῶντες ἄλλοις ὁμοίοις τὰς αὐτὰς
ἀεὶ παρεδίδοσαν_τὰ δὲ πρὸς νότου, κήπους καὶ γυμνάσια
συσσίτιά τε ἀνέντες οἷα θέρους, κατεχρῶντο ἐπὶ ταῦτα αὐτοῖς.
κρήνη δ᾿ ἦν μία κατὰ τὸν τῆς νῦν ἀκροπόλεως τόπον, ἧς
ἀποσβεσθείσης ὑπὸ τῶν σεισμῶν τὰ νῦν νάματα μικρὰ κύκλῳ
καταλέλειπται, τοῖς δὲ τότε πᾶσιν παρεῖχεν ἄφθονον ῥεῦμα,
εὐκρὰς οὖσα πρὸς χειμῶνά τε καὶ θέρος. τούτῳ δὴ κατῴκουν
τῷ σχήματι, τῶν μὲν αὑτῶν πολιτῶν φύλακες, τῶν δὲ ἄλλων
Ἑλλήνων ἡγεμόνες ἑκόντων, πλῆθος δὲ διαφυλάττοντες ὅτι
μάλιστα ταὐτὸν αὑτῶν εἶναι πρὸς τὸν ἀεὶ χρόνον ἀνδρῶν
καὶ γυναικῶν, τὸ δυνατὸν πολεμεῖν ἤδη καὶ τὸ ἔτι, περὶ δύο
μάλιστα ὄντας μυριάδας.
Οὗτοι μὲν οὖν δὴ τοιοῦτοί τε ὄντες αὐτοὶ καί τινα τοιοῦτον
ἀεὶ τρόπον τήν τε αὑτῶν καὶ τὴν Ἑλλάδα δίκῃ διοικοῦντες,
ἐπὶ πᾶσαν Εὐρώπην καὶ Ἀσίαν κατά τε σωμάτων κάλλη
καὶ κατὰ τὴν τῶν ψυχῶν παντοίαν ἀρετὴν ἐλλόγιμοί τε
ἦσαν καὶ ὀνομαστότατοι πάντων τῶν τότε. τὰ δὲ δὴ τῶν
ἀντιπολεμησάντων αὐτοῖς οἷα ἦν ὥς τε ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐγένετο,
μνήμης ἂν μὴ στερηθῶμεν ὧν ἔτι παῖδες ὄντες ἠκούσαμεν,
εἰς τὸ μέσον αὐτὰ νῦν ἀποδώσομεν ὑμῖν τοῖς φίλοις εἶναι
κοινά.
Τὸ δ᾿ ἔτι βραχὺ πρὸ τοῦ λόγου δεῖ δηλῶσαι, μὴ πολλάκις
ἀκούοντες Ἑλληνικὰ βαρβάρων ἀνδρῶν ὀνόματα θαυμάζητε.
τὸ γὰρ αἴτιον αὐτῶν πεύσεσθε. Σόλων, ἅτ᾿ ἐπινοῶν εἰς τὴν
αὑτοῦ ποίησιν καταχρήσασθαι τῷ λόγῳ, διαπυνθανόμενος τὴν
τῶν ὀνομάτων δύναμιν, ηὗρεν τούς τε Αἰγυπτίους τοὺς πρώ-
τους ἐκείνους αὐτὰ γραψαμένους εἰς τὴν αὑτῶν φωνὴν
μετενηνοχότας, αὐτός τε αὖ πάλιν ἑκάστου τὴν διάνοιαν ὀνό-
ματος ἀναλαμβάνων εἰς τὴν ἡμετέραν ἄγων φωνὴν ἀπεγρά-
φετο. καὶ ταῦτά γε δὴ τὰ γράμματα παρὰ τῷ πάππῳ τ᾿ ἦν
καὶ ἔτ᾿ ἐστὶν παρ᾿ ἐμοὶ νῦν, διαμεμελέτηταί τε ὑπ᾿ ἐμοῦ παιδὸς
ὄντος. ἂν οὖν ἀκούητε τοιαῦτα οἷα καὶ τῇδε ὀνόματα, μηδὲν
ὑμῖν ἔστω θαῦμα. τὸ γὰρ αἴτιον αὐτῶν ἔχετε. μακροῦ δὲ δὴ
λόγου τοιάδε τις ἦν ἀρχὴ τότε.
Καθάπερ ἐν τοῖς πρόσθεν ἐλέχθη περὶ τῆς τῶν θεῶν
λήξεως, ὅτι κατενείμαντο γῆν πᾶσαν ἔνθα μὲν μείζους
λήξεις, ἔνθα δὲ καὶ ἐλάττους, ἱερὰ θυσίας τε αὑτοῖς κατα-
σκευάζοντες, οὕτω δὴ καὶ τὴν νῆσον Ποσειδῶν τὴν Ἀτλαντίδα
λαχὼν ἐκγόνους αὑτοῦ κατῴκισεν ἐκ θνητῆς γυναικὸς γεν-
νήσας ἔν τινι τόπῳ τοιῷδε τῆς νήσου. πρὸς θαλάττης μέν,
κατὰ δὲ μέσον πάσης πεδίον ἦν, ὃ δὴ πάντων πεδίων
κάλλιστον ἀρετῇ τε ἱκανὸν γενέσθαι λέγεται, πρὸς τῷ πεδίῳ
δὲ αὖ κατὰ μέσον σταδίους ὡς πεντήκοντα ἀφεστὸς ἦν ὄρος
βραχὺ πάντῃ. τούτῳ δ᾿ ἦν ἔνοικος τῶν ἐκεῖ κατὰ ἀρχὰς ἐκ
γῆς ἀνδρῶν γεγονότων Εὐήνωρ μὲν ὄνομα, γυναικὶ δὲ συνοικῶν
Λευκίππῃ. Κλειτὼ δὲ μονογενῆ θυγατέρα ἐγεννησάσθην.
ἤδη δ᾿ εἰς ἀνδρὸς ὥραν ἡκούσης τῆς κόρης ἥ τε μήτηρ
τελευτᾷ καὶ ὁ πατήρ, αὐτῆς δὲ εἰς ἐπιθυμίαν Ποσειδῶν
ἐλθὼν συμμείγνυται, καὶ τὸν γήλοφον, ἐν ᾧ κατῴκιστο,
ποιῶν εὐερκῆ περιρρήγνυσιν κύκλῳ, θαλάττης γῆς τε ἐναλλὰξ
ἐλάττους μείζους τε περὶ ἀλλήλους ποιῶν τροχούς, δύο μὲν
γῆς, θαλάττης δὲ τρεῖς οἷον τορνεύων ἐκ μέσης τῆς νήσου,
πάντῃ ἴσον ἀφεστῶτας, ὥστε ἄβατον ἀνθρώποις εἶναι. πλοῖα
γὰρ καὶ τὸ πλεῖν οὔπω τότε ἦν. αὐτὸς δὲ τήν τε ἐν μέσῳ
νῆσον οἷα δὴ θεὸς εὐμαρῶς διεκόσμησεν, ὕδατα μὲν διττὰ
ὑπὸ γῆς ἄνω πηγαῖα κομίσας, τὸ μὲν θερμόν, ψυχρὸν δὲ ἐκ
κρήνης ἀπορρέον ἕτερον, τροφὴν δὲ παντοίαν καὶ ἱκανὴν ἐκ
τῆς γῆς ἀναδιδούς. παίδων δὲ ἀρρένων πέντε γενέσεις διδύ-
μους γεννησάμενος ἐθρέψατο, καὶ τὴν νῆσον τὴν Ἀτλαντίδα
πᾶσαν δέκα μέρη κατανείμας τῶν μὲν πρεσβυτάτων τῷ προ-
τέρῳ γενομένῳ τήν τε μητρῴαν οἴκησιν καὶ τὴν κύκλῳ λῆξιν,
πλείστην καὶ ἀρίστην οὖσαν, ἀπένειμε, βασιλέα τε τῶν ἄλλων
κατέστησε, τοὺς δὲ ἄλλους ἄρχοντας, ἑκάστῳ δὲ ἀρχὴν πολ-
λῶν ἀνθρώπων καὶ τόπον πολλῆς χώρας ἔδωκεν. ὀνόματα
δὲ πᾶσιν ἔθετο, τῷ μὲν πρεσβυτάτῳ καὶ βασιλεῖ τοῦτο οὗ
δὴ καὶ πᾶσα ἡ νῆσος τό τε πέλαγος ἔσχεν ἐπωνυμίαν,
Ἀτλαντικὸν λεχθέν, ὅτι τοὔνομ᾿ ἦν τῷ πρώτῳ βασιλεύσαντι
τότε Ἄτλας. τῷ δὲ διδύμῳ μετ᾿ ἐκεῖνόν τε γενομένῳ, λῆξιν
δὲ ἄκρας τῆς νήσου πρὸς Ἡρακλείων στηλῶν εἰληχότι ἐπὶ
τὸ τῆς Γαδειρικῆς νῦν χώρας κατ᾿ ἐκεῖνον τὸν τόπον ὀνομαζο-
μένης, Ἑλληνιστὶ μὲν Εὔμηλον, τὸ δ᾿ ἐπιχώριον Γάδειρον,
ὅπερ τ᾿ ἦν ἐπίκλην ταύτῃ ὄνομ᾿ ἂ<ν> παράσχοι. τοῖν δὲ
δευτέροιν γενομένοιν τὸν μὲν Ἀμφήρη, τὸν δὲ Εὐαίμονα
ἐκάλεσεν. τρίτοις δέ, Μνησέα μὲν τῷ προτέρῳ γενομένῳ,
τῷ δὲ μετὰ τοῦτον Αὐτόχθονα. τῶν δὲ τετάρτων Ἐλάσιππον
μὲν τὸν πρότερον, Μήστορα δὲ τὸν ὕστερον. ἐπὶ δὲ τοῖς
πέμπτοις τῷ μὲν ἔμπροσθεν Ἀζάης ὄνομα ἐτέθη, τῷ δ᾿ ὑστέρῳ
Διαπρέπης. οὗτοι δὴ πάντες αὐτοί τε καὶ ἔκγονοι τούτων
ἐπὶ γενεὰς πολλὰς ὤκουν ἄρχοντες μὲν πολλῶν ἄλλων κατὰ
τὸ πέλαγος νήσων, ἔτι δέ, ὥσπερ καὶ πρότερον ἐρρήθη, μέχρι
τε Αἰγύπτου καὶ Τυρρηνίας τῶν ἐντὸς δεῦρο ἐπάρχοντες.
Ἄτλαντος δὴ πολὺ μὲν ἄλλο καὶ τίμιον γίγνεται γένος,
βασιλεὺς δὲ ὁ πρεσβύτατος ἀεὶ τῷ πρεσβυτάτῳ τῶν ἐκγόνων
παραδιδοὺς ἐπὶ γενεὰς πολλὰς τὴν βασιλείαν διέσῳζον,
πλοῦτον μὲν κεκτημένοι πλήθει τοσοῦτον, ὅσος οὔτε πω
πρόσθεν ἐν δυναστείαις τισὶν βασιλέων γέγονεν οὔτε ποτὲ
ὕστερον γενέσθαι ῥᾴδιος, κατεσκευασμένα δὲ πάντ᾿ ἦν αὐτοῖς
ὅσα ἐν πόλει καὶ ὅσα κατὰ τὴν ἄλλην χώραν ἦν ἔργον κατα-
σκευάσασθαι. πολλὰ μὲν γὰρ διὰ τὴν ἀρχὴν αὐτοῖς προσῄειν
ἔξωθεν, πλεῖστα δὲ ἡ νῆσος αὐτὴ παρείχετο εἰς τὰς τοῦ βίου
κατασκευάς, πρῶτον μὲν ὅσα ὑπὸ μεταλλείας ὀρυττόμενα
στερεὰ καὶ ὅσα τηκτὰ γέγονε, καὶ τὸ νῦν ὀνομαζόμενον
μόνον_τότε δὲ πλέον ὀνόματος ἦν τὸ γένος ἐκ γῆς ὀρυττό-
μενον ὀρειχάλκου κατὰ τόπους πολλοὺς τῆς νήσου, πλὴν
χρυσοῦ τιμιώτατον ἐν τοῖς τότε ὄν_καὶ ὅσα ὕλη πρὸς τὰ
τεκτόνων διαπονήματα παρέχεται, πάντα φέρουσα ἄφθονα,
τά τε αὖ περὶ τὰ ζῷα ἱκανῶς ἥμερα καὶ ἄγρια τρέφουσα. καὶ
δὴ καὶ ἐλεφάντων ἦν ἐν αὐτῇ γένος πλεῖστον. νομὴ γὰρ τοῖς
τε ἄλλοις ζῴοις, ὅσα καθ᾿ ἕλη καὶ λίμνας καὶ ποταμούς, ὅσα
τ᾿ αὖ κατ᾿ ὄρη καὶ ὅσα ἐν τοῖς πεδίοις νέμεται, σύμπασιν
παρῆν ἅδην, καὶ τούτῳ κατὰ ταὐτὰ τῷ ζῴῳ, μεγίστῳ πεφυκότι
καὶ πολυβορωτάτῳ. πρὸς δὲ τούτοις, ὅσα εὐώδη τρέφει που
γῆ τὰ νῦν, ῥιζῶν ἢ χλόης ἢ ξύλων ἢ χυλῶν στακτῶν εἴτε
ἀνθῶν ἢ καρπῶν, ἔφερέν τε ταῦτα καὶ ἔτρεφεν εὖ. ἔτι δὲ τὸν
ἥμερον καρπόν, τόν τε ξηρόν, ὃς ἡμῖν τῆς τροφῆς ἕνεκά ἐστιν,
καὶ ὅσοις χάριν τοῦ σίτου προσχρώμεθα_καλοῦμεν δὲ αὐτοῦ
τὰ μέρη σύμπαντα ὄσπρια_καὶ τὸν ὅσος ξύλινος, πώματα
καὶ βρώματα καὶ ἀλείμματα φέρων, παιδιᾶς τε ὃς ἕνεκα
ἡδονῆς τε γέγονε δυσθησαύριστος ἀκροδρύων καρπός, ὅσα τε
παραμύθια πλησμονῆς μεταδόρπια ἀγαπητὰ κάμνοντι τίθεμεν,
ἅπαντα ταῦτα ἡ τότε [ποτὲ] οὖσα ὑφ᾿ ἡλίῳ νῆσος ἱερὰ καλά
τε καὶ θαυμαστὰ καὶ πλήθεσιν ἄπειρ᾿ ἔφερεν. ταῦτα οὖν
λαμβάνοντες πάντα παρὰ τῆς γῆς κατεσκευάζοντο τά τε
ἱερὰ καὶ τὰς βασιλικὰς οἰκήσεις καὶ τοὺς λιμένας καὶ τὰ
νεώρια καὶ σύμπασαν τὴν ἄλλην χώραν, τοιᾷδ᾿ ἐν τάξει
διακοσμοῦντες.
Τοὺς τῆς θαλάττης τροχούς, οἳ περὶ τὴν ἀρχαίαν ἦσαν
μητρόπολιν, πρῶτον μὲν ἐγεφύρωσαν, ὁδὸν ἔξω καὶ ἐπὶ τὰ
βασίλεια ποιούμενοι. τὰ δὲ βασίλεια ἐν ταύτῃ τῇ τοῦ θεοῦ
καὶ τῶν προγόνων κατοικήσει κατ᾿ ἀρχὰς ἐποιήσαντο εὐθύς,
ἕτερος δὲ παρ᾿ ἑτέρου δεχόμενος, κεκοσμημένα κοσμῶν,
ὑπερεβάλλετο εἰς δύναμιν ἀεὶ τὸν ἔμπροσθεν, ἕως εἰς ἔκ-
πληξιν μεγέθεσιν κάλλεσίν τε ἔργων ἰδεῖν τὴν οἴκησιν
ἀπηργάσαντο. διώρυχα μὲν γὰρ ἐκ τῆς θαλάττης ἀρχό-μενοι
τρίπλεθρον τὸ πλάτος, ἑκατὸν δὲ ποδῶν βάθος, μῆκος
δὲ πεντήκοντα σταδίων, ἐπὶ τὸν ἐξωτάτω τροχὸν συνέτρησαν,
καὶ τὸν ἀνάπλουν ἐκ τῆς θαλάττης ταύτῃ πρὸς ἐκεῖνον ὡς εἰς
λιμένα ἐποιήσαντο, διελόντες στόμα ναυσὶν ταῖς μεγίσταις
ἱκανὸν εἰσπλεῖν. καὶ δὴ καὶ τοὺς τῆς γῆς τροχούς, οἳ τοὺς
τῆς θαλάττης διεῖργον, κατὰ τὰς γεφύρας διεῖλον ὅσον μιᾷ
τριήρει διέκπλουν εἰς ἀλλήλους, καὶ κατεστέγασαν ἄνωθεν
ὥστε τὸν ὑπόπλουν κάτωθεν εἶναι. τὰ γὰρ τῶν τῆς γῆς
τροχῶν χείλη βάθος εἶχεν ἱκανὸν ὑπερέχον τῆς θαλάττης.
ἦν δὲ ὁ μὲν μέγιστος τῶν τροχῶν, εἰς ὃν ἡ θάλαττα
συνετέτρητο, τριστάδιος τὸ πλάτος, ὁ δ᾿ ἑξῆς τῆς γῆς ἴσος
ἐκείνῳ. τοῖν δὲ δευτέροιν ὁ μὲν ὑγρὸς δυοῖν σταδίοιν πλάτος,
ὁ δὲ ξηρὸς ἴσος αὖ πάλιν τῷ πρόσθεν ὑγρῷ. σταδίου δὲ ὁ περὶ
αὐτὴν τὴν ἐν μέσῳ νῆσον περιθέων. ἡ δὲ νῆσος, ἐν
ἧ τὰ βασίλεια ἦν, πέντε σταδίων τὴν διάμετρον εἶχεν.
ταύτην δὴ κύκλῳ καὶ τοὺς τροχοὺς καὶ τὴν γέφυραν πλε-
θριαίαν τὸ πλάτος οὖσαν ἔνθεν καὶ ἔνθεν λιθίνῳ περιε-
βάλλοντο τείχει, πύργους καὶ πύλας ἐπὶ τῶν γεφυρῶν κατὰ
τὰς τῆς θαλάττης διαβάσεις ἑκασταχόσε ἐπιστήσαντες. τὸν
δὲ λίθον ἔτεμνον ὑπὸ τῆς νήσου κύκλῳ τῆς ἐν μέσῳ καὶ ὑπὸ
τῶν τροχῶν ἔξωθεν καὶ ἐντός, τὸν μὲν λευκόν, τὸν δὲ μέλανα,
τὸν δὲ ἐρυθρὸν ὄντα, τέμνοντες δὲ ἅμ᾿ ἠργάζοντο νεωσοίκους
κοίλους διπλοῦς ἐντός, κατηρεφεῖς αὐτῇ τῇ πέτρᾳ. καὶ τῶν
οἰκοδομημάτων τὰ μὲν ἁπλᾶ, τὰ δὲ μειγνύντες τοὺς λίθους
ποικίλα ὕφαινον παιδιᾶς χάριν, ἡδονὴν αὐτοῖς σύμφυτον
ἀπονέμοντες. καὶ τοῦ μὲν περὶ τὸν ἐξωτάτω τροχὸν τείχους
χαλκῷ περιελάμβανον πάντα τὸν περίδρομον, οἷον ἀλοιφῇ
προσχρώμενοι, τοῦ δ᾿ ἐντὸς καττιτέρῳ περιέτηκον, τὸν δὲ
περὶ αὐτὴν τὴν ἀκρόπολιν ὀρειχάλκῳ μαρμαρυγὰς ἔχοντι
πυρώδεις.
Τὰ δὲ δὴ τῆς ἀκροπόλεως ἐντὸς βασίλεια κατεσκευασμένα
ὧδ᾿ ἦν. ἐν μέσῳ μὲν ἱερὸν ἅγιον αὐτόθι τῆς τε Κλειτοῦς
καὶ τοῦ Ποσειδῶνος ἄβατον ἀφεῖτο, περιβόλῳ χρυσῷ περι-
βεβλημένον, τοῦτ᾿ ἐν ᾧ κατ᾿ ἀρχὰς ἐφίτυσαν καὶ ἐγέννησαν
τὸ τῶν δέκα βασιλειδῶν γένος. ἔνθα καὶ κατ᾿ ἐνιαυτὸν ἐκ
πασῶν τῶν δέκα λήξεων ὡραῖα αὐτόσε ἀπετέλουν ἱερὰ
ἐκείνων ἑκάστῳ. τοῦ δὲ Ποσειδῶνος αὐτοῦ νεὼς ἦν, σταδίου
μὲν μῆκος, εὖρος δὲ τρίπλεθρος, ὕψος δ᾿ ἐπὶ τούτοις
σύμμετρον ἰδεῖν, εἶδος δέ τι βαρβαρικὸν ἔχοντος. πάντα
δὲ ἔξωθεν περιήλειψαν τὸν νεὼν ἀργύρῳ, πλὴν τῶν ἀκρω-
τηρίων, τὰ δὲ ἀκρωτήρια χρυσῷ. τὰ δ᾿ ἐντός, τὴν μὲν ὀροφὴν
ἐλεφαντίνην ἰδεῖν πᾶσαν χρυσῷ καὶ ἀργύρῳ καὶ ὀρειχάλκῳ
πεποικιλμένην, τὰ δὲ ἄλλα πάντα τῶν τοίχων τε καὶ κιόνων
καὶ ἐδάφους ὀρειχάλκῳ περιέλαβον. χρυσᾶ δὲ ἀγάλματα
ἐνέστησαν, τὸν μὲν θεὸν ἐφ᾿ ἅρματος ἑστῶτα ἓξ ὑποπτέρων
ἵππων ἡνίοχον, αὐτόν τε ὑπὸ μεγέθους τῇ κορυφῇ τῆς ὀροφῆς
ἐφαπτόμενον, Νηρῇδας δὲ ἐπὶ δελφίνων ἑκατὸν κύκλῳ_
τοσαύτας γὰρ ἐνόμιζον αὐτὰς οἱ τότε εἶναι_πολλὰ δ᾿ ἐντὸς
ἄλλα ἀγάλματα ἰδιωτῶν ἀναθήματα ἐνῆν. περὶ δὲ τὸν νεὼν
ἔξωθεν εἰκόνες ἁπάντων ἕστασαν ἐκ χρυσοῦ, τῶν γυναικῶν
καὶ αὐτῶν ὅσοι τῶν δέκα ἐγεγόνεσαν βασιλέων, καὶ πολλὰ
ἕτερα ἀναθήματα μεγάλα τῶν τε βασιλέων καὶ ἰδιωτῶν ἐξ
αὐτῆς τε τῆς πόλεως καὶ τῶν ἔξωθεν ὅσων ἐπῆρχον. βωμός
τε δὴ συνεπόμενος ἦν τὸ μέγεθος καὶ τὸ τῆς ἐργασίας ταύτῃ
τῇ κατασκευῇ, καὶ τὰ βασίλεια κατὰ τὰ αὐτὰ πρέποντα μὲν
τῷ τῆς ἀρχῆς μεγέθει, πρέποντα δὲ τῷ περὶ τὰ ἱερὰ κόσμῳ.
ταῖς δὲ δὴ κρήναις, τῇ τοῦ ψυχροῦ καὶ τῇ τοῦ θερμοῦ νάματος,
πλῆθος μὲν ἄφθονον ἐχούσαις, ἡδονῇ δὲ καὶ ἀρετῇ τῶν ὑδάτων
πρὸς ἑκατέρου τὴν χρῆσιν θαυμαστοῦ πεφυκότος, ἐχρῶντο
περιστήσαντες οἰκοδομήσεις καὶ δένδρων φυτεύσεις πρε-
πούσας ὕδασι, δεξαμενάς τε αὖ τὰς μὲν ὑπαιθρίους, τὰς δὲ
χειμερινὰς τοῖς θερμοῖς λουτροῖς ὑποστέγους περιτιθέντες,
χωρὶς μὲν βασιλικάς, χωρὶς δὲ ἰδιωτικάς, ἔτι δὲ γυναιξὶν
ἄλλας καὶ ἑτέρας ἵπποις καὶ τοῖς ἄλλοις ὑποζυγίοις, τὸ
πρόσφορον τῆς κοσμήσεως ἑκάστοις ἀπονέμοντες. τὸ δὲ
ἀπορρέον ἦγον ἐπὶ τὸ τοῦ Ποσειδῶνος ἄλσος, δένδρα παντο-
δαπὰ κάλλος ὕψος τε δαιμόνιον ὑπ᾿ ἀρετῆς τῆς γῆς ἔχοντα,
καὶ ἐπὶ τοὺς ἔξω κύκλους δι᾿ ὀχετῶν κατὰ τὰς γεφύρας
ἐπωχέτευον. οὗ δὴ πολλὰ μὲν ἱερὰ καὶ πολλῶν θεῶν, πολλοὶ
δὲ κῆποι καὶ πολλὰ γυμνάσια ἐκεχειρούργητο, τὰ μὲν ἀνδρῶν,
τὰ δὲ ἵππων χωρὶς ἐν ἑκατέρᾳ τῇ τῶν τροχῶν νήσῳ, τά τε
ἄλλα καὶ κατὰ μέσην τὴν μείζω τῶν νήσων ἐξῃρημένος
ἱππόδρομος ἦν αὐτοῖς, σταδίου τὸ πλάτος ἔχων, τὸ δὲ μῆκος
περὶ τὸν κύκλον ὅλον ἀφεῖτο εἰς ἅμιλλαν τοῖς ἵπποις.
δορυφορικαὶ δὲ περὶ αὐτὸν ἔνθεν τε καὶ ἔνθεν οἰκήσεις ἦσαν
τῷ πλήθει τῶν δορυφόρων. τοῖς δὲ πιστοτέροις ἐν τῷ μικρο-
τέρῳ τροχῷ καὶ πρὸς τῆς ἀκροπόλεως μᾶλλον ὄντι διετέτακτο
ἡ φρουρά, τοῖς δὲ πάντων διαφέρουσιν πρὸς πίστιν ἐντὸς
τῆς ἀκροπόλεως περὶ τοὺς βασιλέας αὐτοὺς ἦσαν οἰκήσεις
δεδομέναι. τὰ δὲ νεώρια τριήρων μεστὰ ἦν καὶ σκευῶν ὅσα
τριήρεσιν προσήκει, πάντα δὲ ἐξηρτυμένα ἱκανῶς. καὶ τὰ
μὲν δὴ περὶ τὴν τῶν βασιλέων οἴκησιν οὕτω κατεσκεύαστο.
διαβάντι δὲ τοὺς λιμένας ἔξω τρεῖς ὄντας ἀρξάμενον ἀπὸ
τῆς θαλάττης ἤειν ἐν κύκλῳ τεῖχος, πεντήκοντα σταδίους
τοῦ μεγίστου τροχοῦ τε καὶ λιμένος ἀπέχον πανταχῇ, καὶ
συνέκλειεν εἰς ταὐτὸν πρὸς τὸ τῆς διώρυχος στόμα τὸ πρὸς
θαλάττης. τοῦτο δὴ πᾶν συνῳκεῖτο μὲν ὑπὸ πολλῶν καὶ
πυκνῶν οἰκήσεων, ὁ δὲ ἀνάπλους καὶ ὁ μέγιστος λιμὴν
ἔγεμεν πλοίων καὶ ἐμπόρων ἀφικνουμένων πάντοθεν, φωνὴν
καὶ θόρυβον παντοδαπὸν κτύπον τε μεθ᾿ ἡμέραν καὶ διὰ
νυκτὸς ὑπὸ πλήθους παρεχομένων.
Τὸ μὲν οὖν ἄστυ καὶ τὸ περὶ τὴν ἀρχαίαν οἴκησιν σχεδὸν
ὡς τότ᾿ ἐλέχθη νῦν διεμνημόνευται. τῆς δ᾿ ἄλλης χώρας
ὡς ἡ φύσις εἶχεν καὶ τὸ τῆς διακοσμήσεως εἶδος, ἀπομνη-
μονεῦσαι πειρατέον. πρῶτον μὲν οὖν ὁ τόπος ἅπας ἐλέγετο
σφόδρα τε ὑψηλὸς καὶ ἀπότομος ἐκ θαλάττης, τὸ δὲ περὶ
τὴν πόλιν πᾶν πεδίον, ἐκείνην μὲν περιέχον, αὐτὸ δὲ κύκλῳ
περιεχόμενον ὄρεσιν μέχρι πρὸς τὴν θάλατταν καθειμένοις,
λεῖον καὶ ὁμαλές, πρόμηκες δὲ πᾶν, ἐπὶ μὲν θάτερα τρισχι-
λίων σταδίων, κατὰ δὲ μέσον ἀπὸ θαλάττης ἄνω δισχιλίων.
ὁ δὲ τόπος οὗτος ὅλης τῆς νήσου πρὸς νότον ἐτέτραπτο,
ἀπὸ τῶν ἄρκτων κατάβορρος. τὰ δὲ περὶ αὐτὸν ὄρη τότε
ὑμνεῖτο πλῆθος καὶ μέγεθος καὶ κάλλος παρὰ πάντα τὰ νῦν
ὄντα γεγονέναι, πολλὰς μὲν κώμας καὶ πλουσίας περιοίκων
ἐν ἑαυτοῖς ἔχοντα, ποταμοὺς δὲ καὶ λίμνας καὶ λειμῶνας
τροφὴν τοῖς πᾶσιν ἡμέροις καὶ ἀγρίοις ἱκανὴν θρέμμασιν,
ὕλην δὲ καὶ πλήθει καὶ γένεσι ποικίλην σύμπασίν τε τοῖς
ἔργοις καὶ πρὸς ἕκαστα ἄφθονον. ὧδε οὖν τὸ πεδίον φύσει
καὶ ὑπὸ βασιλέων πολλῶν ἐν πολλῷ χρόνῳ διεπεπόνητο.
τετράγωνον μὲν αὔθ᾿ ὑπῆρχεν τὰ πλεῖστ᾿ ὀρθὸν καὶ πρόμηκες,
ὅτι δὲ ἐνέλειπε, κατηύθυντο τάφρου κύκλῳ περιορυχθείσης.
τὸ δὲ βάθος καὶ πλάτος τό τε μῆκος αὐτῆς ἄπιστον μὲν
λεχθέν, ὡς χειροποίητον ἔργον, πρὸς τοῖς ἄλλοις διαπονή-
μασι τοσοῦτον εἶναι, ῥητέον δὲ ὅ γε ἠκούσαμεν. πλέθρου
μὲν γὰρ βάθος ὀρώρυκτο, τὸ δὲ πλάτος ἁπάντῃ σταδίου,
περὶ δὲ πᾶν τὸ πεδίον ὀρυχθεῖσα συνέβαινεν εἶναι τὸ μῆκος
σταδίων μυρίων. τὰ δ᾿ ἐκ τῶν ὀρῶν καταβαίνοντα ὑπο-
δεχομένη ῥεύματα καὶ περὶ τὸ πεδίον κυκλωθεῖσα, πρὸς τὴν
πόλιν ἔνθεν τε καὶ ἔνθεν ἀφικομένη, ταύτῃ πρὸς θάλατταν
μεθεῖτο ἐκρεῖν. ἄνωθεν δὲ ἀπ᾿ αὐτῆς τὸ πλάτος μάλιστα
ἑκατὸν ποδῶν διώρυχες εὐθεῖαι τετμημέναι κατὰ τὸ πεδίον
πάλιν εἰς τὴν τάφρον τὴν πρὸς θαλάττης ἀφεῖντο, ἑτέρα
δὲ ἀφ᾿ ἑτέρας αὐτῶν σταδίους ἑκατὸν ἀπεῖχεν. ἧ δὴ τήν
τε ἐκ τῶν ὀρῶν ὕλην κατῆγον εἰς τὸ ἄστυ καὶ τἆλλα δὲ
ὡραῖα πλοίοις κατεκομίζοντο, διάπλους ἐκ τῶν διωρύχων
εἰς ἀλλήλας τε πλαγίας καὶ πρὸς τὴν πόλιν τεμόντες. καὶ
δὶς δὴ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὴν γῆν ἐκαρποῦντο, χειμῶνος μὲν τοῖς
ἐκ Διὸς ὕδασι χρώμενοι, θέρους δὲ ὅσα γῆ φέρει τὰ ἐκ
τῶν διωρύχων ἐπάγοντες νάματα. πλῆθος δέ, τῶν μὲν
ἐν τῷ πεδίῳ χρησίμων πρὸς πόλεμον ἀνδρῶν ἐτέτακτο τὸν
κλῆρον ἕκαστον παρέχειν ἄνδρα ἡγεμόνα, τὸ δὲ τοῦ κλήρου
μέγεθος εἰς δέκα δεκάκις ἦν στάδια, μυριάδες δὲ συμπάντων
τῶν κλήρων ἦσαν ἕξ. τῶν δ᾿ ἐκ τῶν ὀρῶν καὶ τῆς ἄλλης
χώρας ἀπέραντος μὲν ἀριθμὸς ἀνθρώπων ἐλέγετο, κατὰ
δὲ τόπους καὶ κώμας εἰς τούτους τοὺς κλήρους πρὸς τοὺς
ἡγεμόνας ἅπαντες διενενέμηντο. τὸν οὖν ἡγεμόνα ἦν τε-
ταγμένον εἰς τὸν πόλεμον παρέχειν ἕκτον μὲν ἅρματος
πολεμιστηρίου μόριον εἰς μύρια ἅρματα, ἵππους δὲ δύο καὶ
ἀναβάτας, ἔτι δὲ συνωρίδα χωρὶς δίφρου καταβάτην τε
μικράσπιδα καὶ τὸν ἀμφοῖν μετ᾿ ἐπιβάτην τοῖν ἵπποιν
ἡνίοχον ἔχουσαν, ὁπλίτας δὲ δύο καὶ τοξότας σφενδονήτας
τε ἑκατέρους δύο, γυμνῆτας δὲ λιθοβόλους καὶ ἀκοντιστὰς
τρεῖς ἑκατέρους, ναύτας δὲ τέτταρας εἰς πλήρωμα διακοσίων
καὶ χιλίων νεῶν. τὰ μὲν οὖν πολεμιστήρια οὕτω διετέτακτο
τῆς βασιλικῆς πόλεως, τῶν δὲ ἐννέα ἄλλα ἄλλως, ἃ μακρὸς
ἂν χρόνος εἴη λέγειν.
Τὰ δὲ τῶν ἀρχῶν καὶ τιμῶν ὧδ᾿ εἶχεν ἐξ ἀρχῆς διακο-
σμηθέντα. τῶν δέκα βασιλέων εἷς ἕκαστος ἐν μὲν τῷ καθ᾿
αὑτὸν μέρει κατὰ τὴν αὑτοῦ πόλιν τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν
πλείστων νόμων ἦρχεν, κολάζων καὶ ἀποκτεινὺς ὅντιν᾿
ἐθελήσειεν. ἡ δὲ ἐν ἀλλήλοις ἀρχὴ καὶ κοινωνία κατὰ ἐπι-
στολὰς ἦν τὰς τοῦ Ποσειδῶνος, ὡς ὁ νόμος αὐτοῖς παρέ-
δωκεν καὶ γράμματα ὑπὸ τῶν πρώτων ἐν στήλῃ γεγραμμένα
ὀρειχαλκίνῃ, ἣ κατὰ μέσην τὴν νῆσον ἔκειτ᾿ ἐν ἱερῷ Ποσει-
δῶνος, οἷ δὴ δι᾿ ἐνιαυτοῦ πέμπτου, τοτὲ δὲ ἐναλλὰξ ἕκτου,
συνελέγοντο, τῷ τε ἀρτίῳ καὶ τῷ περιττῷ μέρος ἴσον ἀπο-
νέμοντες, συλλεγόμενοι δὲ περί τε τῶν κοινῶν ἐβουλεύοντο
καὶ ἐξήταζον εἴ τίς τι παραβαίνοι, καὶ ἐδίκαζον. ὅτε δὲ
δικάζειν μέλλοιεν, πίστεις ἀλλήλοις τοιάσδε ἐδίδοσαν πρό-
τερον. ἀφέτων ὄντων ταύρων ἐν τῷ τοῦ Ποσειδῶνος ἱερῷ,
μόνοι γιγνόμενοι δέκα ὄντες, ἐπευξάμενοι τῷ θεῷ τὸ κεχα-
ρισμένον αὐτῷ θῦμα ἑλεῖν, ἄνευ σιδήρου ξύλοις καὶ βρόχοις
ἐθήρευον, ὃν δὲ ἕλοιεν τῶν ταύρων, πρὸς τὴν στήλην προσ-
αγαγόντες κατὰ κορυφὴν αὐτῆς ἔσφαττον κατὰ τῶν γραμ-
μάτων. ἐν δὲ τῇ στήλῃ πρὸς τοῖς νόμοις ὅρκος ἦν μεγάλας
ἀρὰς ἐπευχόμενος τοῖς ἀπειθοῦσιν. ὅτ᾿ οὖν κατὰ τοὺς
αὑτῶν νόμους θύσαντες καθαγίζοιεν πάντα τοῦ ταύρου τὰ
μέλη, κρατῆρα κεράσαντες ὑπὲρ ἑκάστου θρόμβον ἐνέβαλλον
αἵματος, τὸ δ᾿ ἄλλ᾿ εἰς τὸ πῦρ ἔφερον, περικαθήραντες τὴν
στήλην. μετὰ δὲ τοῦτο χρυσαῖς φιάλαις ἐκ τοῦ κρατῆρος
ἀρυτόμενοι, κατὰ τοῦ πυρὸς σπένδοντες ἐπώμνυσαν δικάσειν
τε κατὰ τοὺς ἐν τῇ στήλῃ νόμους καὶ κολάσειν εἴ τίς τι
πρότερον παραβεβηκὼς εἴη, τό τε αὖ μετὰ τοῦτο μηδὲν τῶν
γραμμάτων ἑκόντες παραβήσεσθαι, μηδὲ ἄρξειν μηδὲ ἄρ-
χοντι πείσεσθαι πλὴν κατὰ τοὺς τοῦ πατρὸς ἐπιτάττοντι
νόμους. ταῦτα ἐπευξάμενος ἕκαστος αὐτῶν αὑτῷ καὶ τῷ
ἀφ᾿ αὑτοῦ γένει, πιὼν καὶ ἀναθεὶς τὴν φιάλην εἰς τὸ ἱερὸν
τοῦ θεοῦ, περὶ τὸ δεῖπνον καὶ τἀναγκαῖα διατρίψας, ἐπειδὴ
γίγνοιτο σκότος καὶ τὸ πῦρ ἐψυγμένον τὸ περὶ τὰ θύματα
εἴη, πάντες οὕτως ἐνδύντες ὅτι καλλίστην κυανῆν στολήν,
ἐπὶ τὰ τῶν ὁρκωμοσίων καύματα χαμαὶ καθίζοντες, νύκτωρ,
πᾶν τὸ περὶ τὸ ἱερὸν ἀποσβεννύντες πῦρ, ἐδικάζοντό τε
καὶ ἐδίκαζον εἴ τίς τι παραβαίνειν αὐτῶν αἰτιῷτό τινα.
δικάσαντες δέ, τὰ δικασθέντα, ἐπειδὴ φῶς γένοιτο, ἐν χρυσῷ
πίνακι γράψαντες μετὰ τῶν στολῶν μνημεῖα ἀνετίθεσαν.
νόμοι δὲ πολλοὶ μὲν ἄλλοι περὶ τὰ γέρα τῶν βασιλέων
ἑκάστων ἦσαν ἴδιοι, τὰ δὲ μέγιστα, μήτε ποτὲ ὅπλα ἐπ᾿
ἀλλήλους οἴσειν βοηθήσειν τε πάντας, ἄν πού τις αὐτῶν
ἔν τινι πόλει τὸ βασιλικὸν καταλύειν ἐπιχειρῇ γένος, κοινῇ
δέ, καθάπερ οἱ πρόσθεν, βουλευόμενοι τὰ δόξαντα περὶ
πολέμου καὶ τῶν ἄλλων πράξεων, ἡγεμονίαν ἀποδιδόντες
τῷ Ἀτλαντικῷ γένει. θανάτου δὲ τὸν βασιλέα τῶν συγ-
γενῶν μηδενὸς εἶναι κύριον, ὃν ἂν μὴ τῶν δέκα τοῖς ὑπὲρ
ἥμισυ δοκῇ.
Ταύτην δὴ τοσαύτην καὶ τοιαύτην δύναμιν ἐν ἐκείνοις
τότε οὖσαν τοῖς τόποις ὁ θεὸς ἐπὶ τούσδε αὖ τοὺς τόπους
συντάξας ἐκόμισεν ἔκ τινος τοιᾶσδε, ὡς λόγος, προφάσεως.
ἐπὶ πολλὰς μὲν γενεάς, μέχριπερ ἡ τοῦ θεοῦ φύσις αὐτοῖς
ἐξήρκει, κατήκοοί τε ἦσαν τῶν νόμων καὶ πρὸς τὸ συγγενὲς
θεῖον φιλοφρόνως εἶχον. τὰ γὰρ φρονήματα ἀληθινὰ καὶ
πάντῃ μεγάλα ἐκέκτηντο, πρᾳότητι μετὰ φρονήσεως πρός
τε τὰς ἀεὶ συμβαινούσας τύχας καὶ πρὸς ἀλλήλους χρώ-
μενοι, διὸ πλὴν ἀρετῆς πάντα ὑπερορῶντες μικρὰ ἡγοῦντο
τὰ παρόντα καὶ ῥᾳδίως ἔφερον οἷον ἄχθος τὸν τοῦ χρυσοῦ
τε καὶ τῶν ἄλλων κτημάτων ὄγκον, ἀλλ᾿ οὐ μεθύοντες ὑπὸ
τρυφῆς διὰ πλοῦτον ἀκράτορες αὑτῶν ὄντες ἐσφάλλοντο,
νήφοντες δὲ ὀξὺ καθεώρων ὅτι καὶ ταῦτα πάντα ἐκ φιλίας
τῆς κοινῆς μετ᾿ ἀρετῆς αὐξάνεται, τῇ δὲ τούτων σπουδῇ καὶ
τιμῇ φθίνει ταῦτά τε αὐτὰ κἀκείνη συναπόλλυται τούτοις.
ἐκ δὴ λογισμοῦ τε τοιούτου καὶ φύσεως θείας παραμενούσης
πάντ᾿ αὐτοῖς ηὐξήθη ἃ πρὶν διήλθομεν. ἐπεὶ δ᾿ ἡ τοῦ θεοῦ
μὲν μοῖρα ἐξίτηλος ἐγίγνετο ἐν αὐτοῖς πολλῷ τῷ θνητῷ καὶ
πολλάκις ἀνακεραννυμένη, τὸ δὲ ἀνθρώπινον ἦθος ἐπεκράτει,
τότε ἤδη τὰ παρόντα φέρειν ἀδυνατοῦντες ἠσχημόνουν, καὶ
τῷ δυναμένῳ μὲν ὁρᾶν αἰσχροὶ κατεφαίνοντο, τὰ κάλλιστα
ἀπὸ τῶν τιμιωτάτων ἀπολλύντες, τοῖς δὲ ἀδυνατοῦσιν
ἀληθινὸν πρὸς εὐδαιμονίαν βίον ὁρᾶν τότε δὴ μάλιστα
πάγκαλοι μακάριοί τε ἐδοξάζοντο εἶναι, πλεονεξίας ἀδίκου
καὶ δυνάμεως ἐμπιμπλάμενοι. θεὸς δὲ ὁ θεῶν Ζεὺς ἐν
νόμοις βασιλεύων, ἅτε δυνάμενος καθορᾶν τὰ τοιαῦτα,
ἐννοήσας γένος ἐπιεικὲς ἀθλίως διατιθέμενον, δίκην αὐτοῖς
ἐπιθεῖναι βουληθείς, ἵνα γένοιντο ἐμμελέστεροι σωφρονι-
σθέντες, συνήγειρεν θεοὺς πάντας εἰς τὴν τιμιωτάτην αὐτῶν
οἴκησιν, ἣ δὴ κατὰ μέσον παντὸς τοῦ κόσμου βεβηκυῖα
καθορᾷ πάντα ὅσα γενέσεως μετείληφεν, καὶ συναγείρας
εἶπεν_
Πηγή1 / Πηγή2 / Πηγή3
«Θα σου φανερώσω το καλύτερο επίτευγμα από τα έργα τους που κατόρθωσαν οι αρχαίοι συμπολίτες σου πριν από εννέα χιλιάδες χρόνια». Στο σημείο αυτό πρέπει να σημειωθεί ότι τα όσα ανέφερε κατόπιν ο ιερέας στον Σόλωνα ήταν τελείως αληθινά, όπως σημειώνει ο Πλάτωνας (παράγραφος 20):
«`Ακουσε, Σωκράτη, μία πολύ παράξενη ιστορία, τελείως όμως αληθινή, όπως τη διηγήθηκε κάποτε ο ένας από τους επτά σοφούς, ο Σόλωνας».
Λέει, λοιπόν, ο ιερέας στον Σόλωνα (παράγραφοι 24-25):
«Πολλά και μεγάλα έργα της πόλης σας, τα οποία είναι γραμμένα εδώ, θαυμάζονται, ένα, όμως, υπερέχει κατά το μέγεθος και την αρετή. Λένε, λοιπόν, τα γραπτά μας, πόση εχθρική δύναμη κατέστρεψε κάποτε η πόλη σας, δύναμη που με αλαζονεία, αφού εξόρμησε προς τα έξω από τον Ατλαντικό ωκεανό, κατευθυνόταν παράλληλα εναντίον της Ευρώπης και της Ασίας. Γιατί τότε το πέλαγος μπορούσε κάποιος να το περάσει, λόγω του ότι στο στόμιό του, που εσείς ονομάζετε στήλες του Ηρακλή, είχε ένα νησί. Αυτό το νησί ήταν μεγαλύτερο από τη Λιβύη και την Ασία μαζί και ξεκινώντας απ’ αυτό τότε οι άνθρωποι μπορούσαν να αποβιβαστούν στα άλλα νησιά και απ’ αυτά μετέπειτα σε όλη την ήπειρο απέναντι, που βρισκόταν γύρω από τον αληθινό εκείνο ωκεανό.
Γιατί αυτοί οι τόποι που βρίσκονταν στο εσωτερικό του στενού για το οποίο μιλάμε, μοιάζουν με λιμάνι που έχει στενή είσοδο, ενώ εκείνη η θάλασσα είναι πράγματι ωκεανός και η ξηρά που το περιβάλλει δίκαια μπορεί να ονομαστεί ήπειρος. Σ’ αυτό, λοιπόν, το νησί, την Ατλαντίδα, οργανώθηκε μεγάλη και θαυμαστή δύναμη βασιλέων, η οποία κυριαρχούσε σε ολόκληρο το νησί, καθώς και σε πολλά άλλα νησιά και τμήματα της ηπείρου. Εκτός απ’ αυτά, εκείνοι οι βασιλείς εξουσίαζαν από τα εδώ μέρη προς τα μέσα του πορθμού, από τη Λιβύη έως την Αίγυπτο και από την Ευρώπη έως την Τυρρηνία.
`Ολη αυτή η δύναμη, λοιπόν, αφού συγκεντρώθηκε και ενοποιήθηκε, επιχείρησε τότε εξορμώντας να υποδουλώσει και τη δική μας χώρα και τη δική σας, καθώς και όλους όσοι βρίσκονταν στο εσωτερικό του πορθμού. Εκείνη την περίοδο, Σόλωνα, η δύναμη της πόλης σας αναδείχθηκε θαυμαστή ανάμεσα στους ανθρώπους και λόγω της αρετής της και λόγω της ανδρείας της.
Γιατί, εφ’ όσον ξεπέρασε όλους στην ανδρεία και στις πολεμικές τέχνες, είτε ως αρχηγός των Ελλήνων είτε και αναγκαστικά μόνη της, γιατί οι άλλοι την εγκατέλειψαν, αφού έφθασε σε έσχατους κινδύνους, νίκησε τους επιδρομείς. `Εστησε, λοιπόν, τρόπαια εναντίον τους, απέτρεψε να υποδουλωθούν όσοι ακόμη δεν είχαν υποδουλωθεί και απελευθέρωσε, δίχως να παρουσιάσει καμία αξίωση, όλους εμάς τους άλλους που κατοικούμε προς τα μέσα των Ηράκλειων στηλών. Αφού πέρασε αρκετός καιρός, όμως, έγιναν τρομεροί σεισμοί και κατακλυσμοί και στο διάστημα ενός φοβερού ημερονυκτίου όλος ο στρατός σας βυθίστηκε στη γη και εξαφανίστηκε, καθώς βυθίστηκε στη θάλασσα η Ατλαντίδα».
Τη συνέχεια της εξιστόρησης του ιερέα την κατέγραψε ο Πλάτωνας στον Κριτία. Ο ιερέας, στην εξιστόρησή του, αναφέρει τους Ολυμπίους ως ιστορικά πρόσωπα (παράγραφοι 109-110):
«Κάποτε οι θεοί διαμοίρασαν ολόκληρη τη γη με κλήρο κατά περιοχές χωρίς φιλονικία. Γιατί δεν ήταν σωστό να αγνοούν οι θεοί τα ανήκοντα στον καθένα εξ αυτών, ούτε πάλι, ενώ γνωρίζουν ότι κάποιο πράγμα ανήκει περισσότερο στους άλλους, τούτο αυτοί να προσπαθούν να το αποκτήσουν με φιλονικίες. Με δίκαιη, λοιπόν, κλήρωση παίρνοντας ο καθένας το δικό του μέρος, εγκατέστησαν κατοίκους στις χώρες τους και στη συνέχεια, όπως οι βοσκοί τα πρόβατα, μας έτρεφαν ως κτήματα και θρέμματά τους. Δεν ασκούσαν, όμως, στα σώματά μας βία με τις υπάρξεις τους, όπως κάνουν οι ποιμένες που οδηγούν τα κτήνη τους στη βοσκή με χτυπήματα, αλλά προπαντός όπως το ευκολοδιοίκητο ζώο και σαν πλοίο κυβερνώντας μας με το τιμόνι από την πρύμνη, και προσεγγίζοντας με πειθώ την ψυχή μας, σύμφωνα με τη θέλησή τους, έτσι οδηγώντας κυβερνούσαν ολόκληρο το ανθρώπινο γένος.
Οι άλλοι, λοιπόν, από τους θεούς, αφού έλαβαν με κλήρο τους διάφορους τόπους τους, τους διακοσμούσαν. Ο `Ηφαιστος και η Αθηνά, έχοντας ίδια φύτρα και όντας συγχρόνως αδέλφια καταγόμενα από τον ίδιο πατέρα, με την ίδια κλίση και αγάπη προς τη φιλοσοφία και την τέχνη, συνέβη και οι δύο να πάρουν με κλήρο αυτή εδώ τη χώρα (την Αττική), η οποία ήταν εκ φύσεως τέτοια ως προς την αρετή και τη φρόνηση που να ταιριάζει με τον χαρακτήρα των θεών αυτών. Σ’ αυτή τη χώρα, αφού δημιούργησαν αγαθούς αυτόχθονες άνδρες, τους ενεφύτευσαν στον νου τη διοργάνωση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Τα ονόματα βεβαίως των κατοίκων εκείνων διασώθηκαν, τα έργα τους, όμως, εξ αιτίας των θανάτων των διαδοχικών γενεών και της μεγάλης χρονικής απόστασης εξαφανίστηκαν. Διότι η εναπομένουσα κάθε φορά γενεά, όπως και προηγουμένως ειπώθηκε, ήταν ορεσίβια και αγράμματη, και μόνο τα ονόματα των παλαιών κυριάρχων της χώρας και μερικά από τα έργα τους διασώθηκαν. Τα ονόματα τα έδιναν στους απογόνους τους από αγάπη προς εκείνους, αλλά τις αρετές και τη νομοθεσία των παλαιοτέρων δεν γνώριζαν εκτός από κάποιες ασαφείς για τον καθένα προφορικές παραδόσεις.
Επειδή, όμως, για πολλές γενεές και αυτοί και τα παιδιά τους στερούνταν των αναγκαίων προς διαβίωση, αυτά που τους έλειπαν είχαν πάντα στον νου τους και γι’ αυτά έκαναν συζήτηση, ενώ αδιαφορούσαν για όσα έγιναν πριν απ’ αυτούς και σε πολύ παλαιότερες εποχές. Διότι τότε η μυθολογία και η αναζήτηση των παλαιών με δυσκολία έρχονταν στις πόλεις, τότε μόνο όταν μερικοί από τους κατοίκους έβλεπαν ότι έχουν εξασφαλίσει τα προς το ζην αναγκαία, όχι όμως πριν απ’ αυτό.
Γι’ αυτούς τους λόγους, λοιπόν, διασώθηκαν τα ονόματα των παλαιών εκείνων ανθρώπων, χωρίς όμως να διασωθούν και τα έργα τους. Λέω αυτά συμπεραίνοντας ότι τα ονόματα του Κέκροπα και του Ερεχθέα και του Εριχθόνιου και του Ερυσίχθονα και τα περισσότερα από τα άλλα, όσα από τα ονόματα των ανθρώπων που έζησαν πριν από τον Θησέα, διατηρήθηκαν στη μνήμη, τα ανέφεραν οι ιερείς όπως είπε ο Σόλωνας».
Αρχαίο κείμενο
ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΤΙΜΑΙΟΣ
[20α] ἅμα ἀμφοτέρων φύσει καὶ τροφῇ μετέχον. Τίμαιός τε γὰρ ὅδε, εὐνομωτάτης ὢν πόλεως τῆς ἐν Ἰταλίᾳ Λοκρίδος, οὐσίᾳ καὶ γένει οὐδενὸς ὕστερος ὢν τῶν ἐκεῖ, τὰς μεγίστας μὲν ἀρχάς τε καὶ τιμὰς τῶν ἐν τῇ πόλει μετακεχείρισται, φιλοσοφίας δ’ αὖ κατ’ ἐμὴν δόξαν ἐπ’ ἄκρον ἁπάσης ἐλήλυθεν: Κριτίαν δέ που πάντες οἱ τῇδε ἴσμεν οὐδενὸς ἰδιώτην ὄντα ὧν λέγομεν. τῆς δὲ Ἑρμοκράτους αὖ περὶ φύσεως καὶ τροφῆς, πρὸς ἅπαντα ταῦτ’ εἶναι ἱκανὴν πολλῶν μαρτυρούντων
[20β] πιστευτέον. διὸ καὶ χθὲς ἐγὼ διανοούμενος, ὑμῶν δεομένων τὰ περὶ τῆς πολιτείας διελθεῖν, προθύμως ἐχαριζόμην, εἰδὼς ὅτι τὸν ἑξῆς λόγον οὐδένες ἂν ὑμῶν ἐθελόντων ἱκανώτερον ἀποδοῖεν – εἰς γὰρ πόλεμον πρέποντα καταστήσαντες τὴν πόλιν ἅπαντ’ αὐτῇ τὰ προσήκοντα ἀποδοῖτ’ ἂν μόνοι τῶν νῦν—εἰπὼν δὴ τἀπιταχθέντα ἀντεπέταξα ὑμῖν ἃ καὶ νῦν λέγω. συνωμολογήσατ’ οὖν κοινῇ σκεψάμενοι πρὸς ὑμᾶς
[20γ] αὐτοὺς εἰς νῦν ἀνταποδώσειν μοι τὰ τῶν λόγων ξένια, πάρειμί τε οὖν δὴ κεκοσμημένος ἐπ’ αὐτὰ καὶ πάντων ἑτοιμότατος ὢν δέχεσθαι.
Ἑρμοκράτης
καὶ μὲν δή, καθάπερ εἶπεν Τίμαιος ὅδε, ὦ Σώκρατες, οὔτε ἐλλείψομεν προθυμίας οὐδέν οὔτε ἔστιν οὐδεμία πρόφασις ἡμῖν τοῦ μὴ δρᾶν ταῦτα: ὥστε καὶ χθές, εὐθὺς ἐνθένδε ἐπειδὴ παρὰ Κριτίαν πρὸς τὸν ξενῶνα οὗ καὶ καταλύομεν ἀφικόμεθα, καὶ ἔτι πρότερον καθ’ ὁδὸν αὐτὰ ταῦτ’ ἐσκοποῦμεν.
[20δ] ὅδε οὖν ἡμῖν λόγον εἰσηγήσατο ἐκ παλαιᾶς ἀκοῆς: ὃν καὶ νῦν λέγε, ὦ Κριτία, τῷδε, ἵνα συνδοκιμάσῃ πρὸς τὴν ἐπίταξιν εἴτ’ ἐπιτήδειος εἴτε ἀνεπιτήδειός ἐστι.
Κριτίας
ταῦτα χρὴ δρᾶν, εἰ καὶ τῷ τρίτῳ κοινωνῷ Τιμαίῳ συνδοκεῖ.
Τίμαιος
δοκεῖ μήν.
Κριτίας
ἄκουε δή, ὦ Σώκρατες, λόγου μάλα μὲν ἀτόπου, παντάπασί γε μὴν ἀληθοῦς, ὡς ὁ τῶν ἑπτὰ σοφώτατος
[20ε] Σόλων ποτ’ ἔφη. ἦν μὲν οὖν οἰκεῖος καὶ σφόδρα φίλος ἡμῖν Δρωπίδου τοῦ προπάππου, καθάπερ λέγει πολλαχοῦ καὶ αὐτὸς ἐν τῇ ποιήσει: πρὸς δὲ Κριτίαν τὸν ἡμέτερον πάππον εἶπεν, ὡς ἀπεμνημόνευεν αὖ πρὸς ἡμᾶς ὁ γέρων, ὅτι μεγάλα καὶ θαυμαστὰ τῆσδ’ εἴη παλαιὰ ἔργα τῆς πόλεως ὑπὸ χρόνου καὶ φθορᾶς ἀνθρώπων ἠφανισμένα, πάντων δὲ ἓν μέγιστον,
........
[23α] τοτὲ δὲ ἔλαττον ἀεὶ γένος ἐστὶν ἀνθρώπων. ὅσα δὲ ἢ παρ’ ὑμῖν ἢ τῇδε ἢ καὶ κατ’ ἄλλον τόπον ὦν ἀκοῇ ἴσμεν, εἴ πού τι καλὸν ῂ μέγα γέγονεν ἢ καί τινα διαφοράν ἄλλην ἔχον, πάντα γεγραμμένα ἐκ παλαιοῦ τῇδ’ ἐστὶν ἐν τοῖς ἱεροῖς καὶ σεσωσμένα: τὰ δὲ παρ’ ὑμῖν καὶ τοῖς ἄλλοις ἄρτι κατεσκευασμένα ἑκάστοτε τυγχάνει γράμμασι καὶ ἅπασιν ὁπόσων πόλεις δέονται, καὶ πάλιν δι’ εἰωθότων ἐτῶν ὥσπερ νόσημα ἥκει φερόμενον αὐτοῖς ῥεῦμα οὐράνιον καὶ τοὺς ἀγραμμάτους
[23β] τε καὶ ἀμούσους ἔλιπεν ὑμῶν, ὥστε πάλιν ἐξ ἀρχῆς οἷον νέοι γίγνεσθε, οὐδὲν εἰδότες οὔτε τῶν τῇδε οὔτε τῶν παρ’ ὑμῖν, ὅσα ἦν ἐν τοῖς παλαιοῖς χρόνοις. τὰ γοῦν νυνδὴ γενεαλογηθέντα, ὦ Σόλων, περὶ τῶν παρ’ ὑμῖν ἅ διῆλθες, παίδων βραχύ τι διαφέρει μύθων, οἵ πρῶτον μὲν ἕνα γῆς κατακλυσμὸν μέμνησθε πολλῶν ἔμπροσθεν γεγονότων, ἔτι δὲ τὸ κάλλιστον καὶ ἄριστον γένος ἐπ’ ἀνθρώπους ἐν τῇ χώρᾳ παρ’ ὑμῖν οὐκ ἴστε γεγονός, ἐξ ὧν σύ τε καὶ πᾶσα ἡ
[23γ] πόλις ἔστιν τὰ νῦν”
[23c] πόλις ἔστιν τὰ νῦν ὑμῶν, περιλειφθέντος ποτὲ σπέρματος βραχέος, ἀλλ' ὑμᾶς λέληθεν διὰ τὸ τοὺς περιγενομένους ἐπὶ πολλὰς γενεὰς γράμμασιν τελευτᾶν ἀφώνους. ἦν γὰρ δή ποτε, ὦ Σόλων, ὑπὲρ τὴν μεγίστην φθορὰν ὕδασιν ἡ νῦν Ἀθηναίων οὖσα πόλις ἀρίστη πρός τε τὸν πόλεμον καὶ κατὰ πάντα εὐνομωτάτη διαφερόντως: ᾗ κάλλιστα ἔργα καὶ πολιτεῖαι γενέσθαι λέγονται κάλλισται πασῶν ὁπόσων ὑπὸ
[23d] τὸν οὐρανὸν ἡμεῖς ἀκοὴν παρεδεξάμεθα.’ ἀκούσας οὖν ὁ Σόλων ἔφη θαυμάσαι καὶ πᾶσαν προθυμίαν σχεῖν δεόμενος τῶν ἱερέων πάντα δι' ἀκριβείας οἱ τὰ περὶ τῶν πάλαι πολιτῶν ἑξῆς διελθεῖν. τὸν οὖν ἱερέα φάναι: ‘φθόνος οὐδείς, ὦ Σόλων, ἀλλὰ σοῦ τε ἕνεκα ἐρῶ καὶ τῆς πόλεως ὑμῶν, μάλιστα δὲ τῆς θεοῦ χάριν, ἣ τήν τε ὑμετέραν καὶ τήνδε ἔλαχεν καὶ ἔθρεψεν καὶ ἐπαίδευσεν, προτέραν μὲν τὴν παρ'
[23e] ὑμῖν ἔτεσιν χιλίοις, ἐκ Γῆς τε καὶ Ἡφαίστου τὸ σπέρμα παραλαβοῦσα ὑμῶν, τήνδε δὲ ὑστέραν. τῆς δὲ ἐνθάδε διακοσμήσεως παρ' ἡμῖν ἐν τοῖς ἱεροῖς γράμμασιν ὀκτακισχιλίων ἐτῶν ἀριθμὸς γέγραπται. περὶ δὴ τῶν ἐνακισχίλια γεγονότων ἔτη πολιτῶν σοι δηλώσω διὰ βραχέων νόμους, καὶ τῶν ἔργων αὐτοῖς ὃ κάλλιστον ἐπράχθη: τὸ δ' ἀκριβὲς περὶ
[24a] πάντων ἐφεξῆς εἰς αὖθις κατὰ σχολὴν αὐτὰ τὰ γράμματα λαβόντες διέξιμεν. τοὺς μὲν οὖν νόμους σκόπει πρὸς τοὺς τῇδε: πολλὰ γὰρ παραδείγματα τῶν τότε παρ' ὑμῖν ὄντων ἐνθάδε νῦν ἀνευρήσεις, πρῶτον μὲν τὸ τῶν ἱερέων γένος ἀπὸ τῶν ἄλλων χωρὶς ἀφωρισμένον, μετὰ δὲ τοῦτο τὸ τῶν δημιουργῶν, ὅτι καθ' αὑτὸ ἕκαστον ἄλλῳ δὲ οὐκ ἐπιμειγνύμενον δημιουργεῖ, τό τε τῶν νομέων καὶ τὸ τῶν θηρευτῶν τό τε
[24b] τῶν γεωργῶν. καὶ δὴ καὶ τὸ μάχιμον γένος ᾔσθησαί που τῇδε ἀπὸ πάντων τῶν γενῶν κεχωρισμένον, οἷς οὐδὲν ἄλλο πλὴν τὰ περὶ τὸν πόλεμον ὑπὸ τοῦ νόμου προσετάχθη μέλειν: ἔτι δὲ ἡ τῆς ὁπλίσεως αὐτῶν σχέσις ἀσπίδων καὶ δοράτων, οἷς ἡμεῖς πρῶτοι τῶν περὶ τὴν Ἀσίαν ὡπλίσμεθα, τῆς θεοῦ καθάπερ ἐν ἐκείνοις τοῖς τόποις παρ' ὑμῖν πρώτοις ἐνδειξαμένης. τὸ δ' αὖ περὶ τῆς φρονήσεως, ὁρᾷς που τὸν νόμον τῇδε ὅσην ἐπιμέλειαν ἐποιήσατο εὐθὺς κατ' ἀρχὰς περί τε
[24c] τὸν κόσμον, ἅπαντα μέχρι μαντικῆς καὶ ἰατρικῆς πρὸς ὑγίειαν ἐκ τούτων θείων ὄντων εἰς τὰ ἀνθρώπινα ἀνευρών, ὅσα τε ἄλλα τούτοις ἕπεται μαθήματα πάντα κτησάμενος. ταύτην οὖν δὴ τότε σύμπασαν τὴν διακόσμησιν καὶ σύνταξιν ἡ θεὸς προτέρους ὑμᾶς διακοσμήσασα κατῴκισεν, ἐκλεξαμένη τὸν τόπον ἐν ᾧ γεγένησθε, τὴν εὐκρασίαν τῶν ὡρῶν ἐν αὐτῷ κατιδοῦσα, ὅτι φρονιμωτάτους ἄνδρας οἴσοι: ἅτε οὖν φιλοπόλεμός
[24d] τε καὶ φιλόσοφος ἡ θεὸς οὖσα τὸν προσφερεστάτους αὐτῇ μέλλοντα οἴσειν τόπον ἄνδρας, τοῦτον ἐκλεξαμένη πρῶτον κατῴκισεν. ᾠκεῖτε δὴ οὖν νόμοις τε τοιούτοις χρώμενοι καὶ ἔτι μᾶλλον εὐνομούμενοι πάσῃ τε παρὰ πάντας ἀνθρώπους ὑπερβεβληκότες ἀρετῇ, καθάπερ εἰκὸς γεννήματα καὶ παιδεύματα θεῶν ὄντας. πολλὰ μὲν οὖν ὑμῶν καὶ μεγάλα ἔργα τῆς πόλεως τῇδε γεγραμμένα θαυμάζεται, πάντων μὴν
[24e] ἓν ὑπερέχει μεγέθει καὶ ἀρετῇ: λέγει γὰρ τὰ γεγραμμένα ὅσην ἡ πόλις ὑμῶν ἔπαυσέν ποτε δύναμιν ὕβρει πορευομένην ἅμα ἐπὶ πᾶσαν Εὐρώπην καὶ ̓Ασίαν, ἔξωθεν ὁρμηθεῖσαν ἐκ τοῦ Ἀτλαντικοῦ πελάγους. τότε γὰρ πορεύσιμον ἦν τὸ ἐκεῖ πέλαγος: νῆσον γὰρ πρὸ τοῦ στόματος εἶχεν ὃ καλεῖτε, ὥς φατε, ὑμεῖς Ἡρακλέους στήλας, ἡ δὲ νῆσος ἅμα Λιβύης ἦν καὶ Ἀσίας μείζων, ἐξ ἧς ἐπιβατὸν ἐπὶ τὰς ἄλλας νήσους τοῖς τότε ἐγίγνετο πορευομένοις, ἐκ δὲ τῶν νήσων
[25a] ἐπὶ τὴν καταντικρὺ πᾶσαν ἤπειρον τὴν περὶ τὸν ἀληθινὸν ἐκεῖνον πόντον. τάδε μὲν γάρ, ὅσα ἐντὸς τοῦ στόματος οὗ λέγομεν, φαίνεται λιμὴν στενόν τινα ἔχων εἴσπλουν: ἐκεῖνο δὲ πέλαγος ὄντως ἥ τε περιέχουσα αὐτὸ γῆ παντελῶς ἀληθῶς ὀρθότατ' ἂν λέγοιτο ἤπειρος. ἐν δὲ δὴ τῇ Ἀτλαντίδι νήσῳ ταύτῃ μεγάλη συνέστη καὶ θαυμαστὴ δύναμις βασιλέων, κρατοῦσα μὲν ἁπάσης τῆς νήσου, πολλῶν δὲ ἄλλων νήσων καὶ μερῶν τῆς ἠπείρου: πρὸς δὲ τούτοις ἔτι τῶν ἐντὸς τῇδε
[25b] Λιβύης μὲν ἦρχον μέχρι πρὸς Αἴγυπτον, τῆς δὲ Εὐρώπης μέχρι Τυρρηνίας. αὕτη δὴ πᾶσα συναθροισθεῖσα εἰς ἓν ἡ δύναμις τόν τε παρ' ὑμῖν καὶ τὸν παρ' ἡμῖν καὶ τὸν ἐντὸς τοῦ στόματος πάντα τόπον μιᾷ ποτὲ ἐπεχείρησεν ὁρμῇ δουλοῦσθαι. τότε οὖν ὑμῶν, ὦ Σόλων, τῆς πόλεως ἡ δύναμις εἰς ἅπαντας ἀνθρώπους διαφανὴς ἀρετῇ τε καὶ ῥώμῃ ἐγένετο: πάντων γὰρ προστᾶσα εὐψυχίᾳ καὶ τέχναις ὅσαι κατὰ πόλεμον,
[25c] τὰ μὲν τῶν Ἑλλήνων ἡγουμένη, τὰ δ' αὐτὴ μονωθεῖσα ἐξ ἀνάγκης τῶν ἄλλων ἀποστάντων, ἐπὶ τοὺς ἐσχάτους ἀφικομένη κινδύνους, κρατήσασα μὲν τῶν ἐπιόντων τρόπαιον ἔστησεν, τοὺς δὲ μήπω δεδουλωμένους διεκώλυσεν δουλωθῆναι, τοὺς δ' ἄλλους, ὅσοι κατοικοῦμεν ἐντὸς ὅρων Ἡρακλείων, ἀφθόνως ἅπαντας ἠλευθέρωσεν. ὑστέρῳ δὲ χρόνῳ σεισμῶν ἐξαισίων καὶ κατακλυσμῶν γενομένων, μιᾶς
[25d] ἡμέρας καὶ νυκτὸς χαλεπῆς ἐπελθούσης, τό τε παρ' ὑμῖν μάχιμον πᾶν ἁθρόον ἔδυ κατὰ γῆς, ἥ τε Ἀτλαντὶς νῆσος ὡσαύτως κατὰ τῆς θαλάττης δῦσα ἠφανίσθη: διὸ καὶ νῦν ἄπορον καὶ ἀδιερεύνητον γέγονεν τοὐκεῖ πέλαγος, πηλοῦ κάρτα βραχέος ἐμποδὼν ὄντος, ὃν ἡ νῆσος ἱζομένη παρέσχετο.” τὰ μὲν δὴ ῥηθέντα, ὦ Σώκρατες, ὑπὸ τοῦ παλαιοῦ
[25e] Κριτίου κατ' ἀκοὴν τὴν Σόλωνος, ὡς συντόμως εἰπεῖν, ἀκήκοας: λέγοντος δὲ δὴ χθὲς σοῦ περὶ πολιτείας τε καὶ τῶν ἀνδρῶν οὓς ἔλεγες, ἐθαύμαζον ἀναμιμνῃσκόμενος αὐτὰ ἃ νῦν λέγω, κατανοῶν ὡς δαιμονίως ἔκ τινος τύχης οὐκ ἄπο σκοποῦ συνηνέχθης τὰ πολλὰ οἷς Σόλων εἶπεν. οὐ μὴν
[26a] ἐβουλήθην παραχρῆμα εἰπεῖν: διὰ χρόνου γὰρ οὐχ ἱκανῶς ἐμεμνήμην. ἐνενόησα οὖν ὅτι χρεὼν εἴη με πρὸς ἐμαυτὸν πρῶτον ἱκανῶς πάντα ἀναλαβόντα λέγειν οὕτως. ὅθεν ταχὺ συνωμολόγησά σοι τὰ ἐπιταχθέντα χθές, ἡγούμενος, ὅπερ ἐν ἅπασι τοῖς τοιοῖσδε μέγιστον ἔργον, λόγον τινὰ πρέποντα τοῖς βουλήμασιν ὑποθέσθαι, τούτου μετρίως ἡμᾶς εὐπορήσειν. οὕτω δή, καθάπερ ὅδ' εἶπεν, χθές τε εὐθὺς ἐνθένδε ἀπιὼν
ΠΛΑΤΩΝΟΣ - ΤΙΜΑΙΟΣ ΚΑΙ ΚΡΙΤΙΑΣ
ΤΙ. Ὡς ἅσμενος, ὦ Σώκρατες, οἷον ἐκ μακρᾶς ἀναπε-
παυμένος ὁδοῦ, νῦν οὕτως ἐκ τῆς τοῦ λόγου διαπορείας
ἀγαπητῶς ἀπήλλαγμαι. τῷ δὲ πρὶν μὲν πάλαι ποτ᾿ ἔργῳ,
νῦν δὲ λόγοις ἄρτι θεῷ γεγονότι προσεύχομαι, τῶν ῥηθέν-
των ὅσα μὲν ἐρρήθη μετρίως, σωτηρίαν ἡμῖν αὐτὸν αὐτῶν
διδόναι, παρὰ μέλος δὲ εἴ τι περὶ αὐτῶν ἄκοντες εἴπομεν,
δίκην τὴν πρέπουσαν ἐπιτιθέναι. δίκη δὲ ὀρθὴ τὸν πλημ-
μελοῦντα ἐμμελῆ ποιεῖν. ἵν᾿ οὖν τὸ λοιπὸν τοὺς περὶ θεῶν
γενέσεως ὀρθῶς λέγωμεν λόγους, φάρμακον ἡμῖν αὐτὸν
τελεώτατον καὶ ἄριστον φαρμάκων ἐπιστήμην εὐχόμεθα
διδόναι, προσευξάμενοι δὲ παραδίδομεν κατὰ τὰς ὁμολογίας
Κριτίᾳ τὸν ἑξῆς λόγον.
ΚΡΙ. Ἀλλ᾿, ὦ Τίμαιε, δέχομαι μέν, ὧ δὲ καὶ σὺ κατ᾿
ἀρχὰς ἐχρήσω, συγγνώμην αἰτούμενος ὡς περὶ μεγάλων
μέλλων λέγειν, ταὐτὸν καὶ νῦν ἐγὼ τοῦτο παραιτοῦμαι,
μειζόνως δὲ αὐτοῦ τυχεῖν ἔτι μᾶλλον ἀξιῶ περὶ τῶν μελ-
λόντων ῥηθήσεσθαι. καίτοι σχεδὸν μὲν οἶδα παραίτησιν
εὖ μάλα φιλότιμον καὶ τοῦ δέοντος ἀγροικοτέραν μέλλων
παραιτεῖσθαι, ῥητέον δὲ ὅμως. ὡς μὲν γὰρ οὐκ εὖ τὰ
παρὰ σοῦ λεχθέντα εἴρηται, τίς ἂν ἐπιχειρήσειεν ἔμφρων
λέγειν; ὅτι δὲ τὰ ῥηθησόμενα πλείονος συγγνώμης δεῖται
χαλεπώτερα ὄντα, τοῦτο πειρατέον πῃ διδάξαι. περὶ θεῶν
γάρ, ὦ Τίμαιε, λέγοντά τι πρὸς ἀνθρώπους δοκεῖν ἱκανῶς
λέγειν ῥᾷον ἢ περὶ θνητῶν πρὸς ἡμᾶς. ἡ γὰρ ἀπειρία καὶ
σφόδρα ἄγνοια τῶν ἀκουόντων περὶ ὧν ἂν οὕτως ἔχωσιν
πολλὴν εὐπορίαν παρέχεσθον τῷ μέλλοντι λέγειν τι περὶ
αὐτῶν. περὶ δὲ δὴ θεῶν ἴσμεν ὡς ἔχομεν. ἵνα δὲ σαφέ-
στερον ὃ λέγω δηλώσω, τῇδέ μοι συνεπίσπεσθε. μίμησιν
μὲν γὰρ δὴ καὶ ἀπεικασίαν τὰ παρὰ πάντων ἡμῶν ῥηθέντα
χρεών που γενέσθαι. τὴν δὲ τῶν γραφέων εἰδωλοποιίαν
περὶ τὰ θεῖά τε καὶ τὰ ἀνθρώπινα σώματα γιγνομένην
ἴδωμεν ῥᾳστώνης τε πέρι καὶ χαλεπότητος πρὸς τὸ τοῖς
ὁρῶσιν δοκεῖν ἀποχρώντως μεμιμῆσθαι, καὶ κατοψόμεθα ὅτι
γῆν μὲν καὶ ὄρη καὶ ποταμοὺς καὶ ὕλην οὐρανόν τε σύμ-
παντα καὶ τὰ περὶ αὐτὸν ὄντα καὶ ἰόντα πρῶτον μὲν ἀγαπῶ-
μεν ἄν τίς τι καὶ βραχὺ πρὸς ὁμοιότητα αὐτῶν ἀπομιμεῖσθαι
δυνατὸς ἦ, πρὸς δὲ τούτοις, ἅτε οὐδὲν εἰδότες ἀκριβὲς περὶ
τῶν τοιούτων, οὔτε ἐξετάζομεν οὔτε ἐλέγχομεν τὰ γεγραμ-
μένα, σκιαγραφίᾳ δὲ ἀσαφεῖ καὶ ἀπατηλῷ χρώμεθα περὶ
αὐτά. τὰ δὲ ἡμέτερα ὁπόταν τις ἐπιχειρῇ σώματα ἀπεικά-
ζειν, ὀξέως αἰσθανόμενοι τὸ παραλειπόμενον διὰ τὴν ἀεὶ
σύνοικον κατανόησιν χαλεποὶ κριταὶ γιγνόμεθα τῷ μὴ πάσας
πάντως τὰς ὁμοιότητας ἀποδιδόντι. ταὐτὸν δὴ καὶ κατὰ
τοὺς λόγους ἰδεῖν δεῖ γιγνόμενον, ὅτι τὰ μὲν οὐράνια καὶ
θεῖα ἀγαπῶμεν καὶ σμικρῶς εἰκότα λεγόμενα, τὰ δὲ θνητὰ
καὶ ἀνθρώπινα ἀκριβῶς ἐξετάζομεν. ἐκ δὴ τοῦ παραχρῆμα
νῦν λεγόμενα, τὸ πρέπον ἂν μὴ δυνώμεθα πάντως ἀποδιδό-
ναι, συγγιγνώσκειν χρεών. οὐ γὰρ ὡς ῥᾴδια τὰ θνητὰ ἀλλ᾿
ὡς χαλεπὰ πρὸς δόξαν ὄντα ἀπεικάζειν δεῖ διανοεῖσθαι.
ταῦτα δὴ βουλόμενος ὑμᾶς ὑπομνῆσαι, καὶ τὸ τῆς συγγνώμης
οὐκ ἔλαττον ἀλλὰ μεῖζον αἰτῶν περὶ τῶν μελλόντων ῥηθή-
σεσθαι, πάντα ταῦτα εἴρηκα, ὦ Σώκρατες. εἰ δὴ δικαίως
αἰτεῖν φαίνομαι τὴν δωρεάν, ἑκόντες δίδοτε.
ΣΩ. Τί δ᾿ οὐ μέλλομεν, ὦ Κριτία, διδόναι; καὶ πρός
γε ἔτι τρίτῳ δεδόσθω ταὐτὸν τοῦτο Ἑρμοκράτει παρ᾿ ἡμῶν.
δῆλον γὰρ ὡς ὀλίγον ὕστερον, ὅταν αὐτὸν δέῃ λέγειν,
παραιτήσεται καθάπερ ὑμεῖς. ἵν᾿ οὖν ἑτέραν ἀρχὴν ἐκπορί-
ζηται καὶ μὴ τὴν αὐτὴν ἀναγκασθῇ λέγειν, ὡς ὑπαρχούσης
αὐτῷ συγγνώμης εἰς τότε οὕτω λεγέτω. προλέγω γε μήν,
ὦ φίλε Κριτία, σοὶ τὴν τοῦ θεάτρου διάνοιαν, ὅτι θαυμαστῶς
ὁ πρότερος ηὐδοκίμηκεν ἐν αὐτῷ ποιητής, ὥστε τῆς συγ-
γνώμης δεήσει τινός σοι παμπόλλης, εἰ μέλλεις αὐτὰ
δυνατὸς γενέσθαι παραλαβεῖν.
ΕΡ. Ταὐτὸν μήν, ὦ Σώκρατες, κἀμοὶ παραγγέλλεις ὅπερ
τῷδε. ἀλλὰ γὰρ ἀθυμοῦντες ἄνδρες οὔπω τρόπαιον ἔστησαν,
ὦ Κριτία. προϊέναι τε οὖν ἐπὶ τὸν λόγον ἀνδρείως χρή,
καὶ τὸν Παίωνά τε καὶ τὰς Μούσας ἐπικαλούμενον τοὺς
παλαιοὺς πολίτας ἀγαθοὺς ὄντας ἀναφαίνειν τε καὶ ὑμνεῖν.
ΚΡ. Ὦ φίλε Ἑρμόκρατες, τῆς ὑστέρας τεταγμένος, ἐπί-
προσθεν ἔχων ἄλλον, ἔτι θαρρεῖς. τοῦτο μὲν οὖν οἷόν
ἐστιν, αὐτό σοι τάχα δηλώσει. παραμυθουμένῳ δ᾿ οὖν καὶ
παραθαρρύνοντί σοι πειστέον, καὶ πρὸς οἷς θεοῖς εἶπες τούς
τε ἄλλους κλητέον καὶ δὴ καὶ τὰ μάλιστα Μνημοσύνην.
σχεδὸν γὰρ τὰ μέγιστα ἡμῖν τῶν λόγων ἐν ταύτῃ τῇ θεῷ
πάντ᾿ ἐστίν. μνησθέντες γὰρ ἱκανῶς καὶ ἀπαγγείλαντες
τά ποτε ῥηθέντα ὑπὸ τῶν ἱερέων καὶ δεῦρο ὑπὸ Σόλωνος
κομισθέντα σχεδὸν οἶδ᾿ ὅτι τῷδε τῷ θεάτρῳ δόξομεν τὰ
προσήκοντα μετρίως ἀποτετελεκέναι. τοῦτ᾿ οὖν αὔτ᾿ ἤδη
δραστέον, καὶ μελλητέον οὐδὲν ἔτι.
Πάντων δὴ πρῶτον μνησθῶμεν ὅτι τὸ κεφάλαιον ἦν
ἐνακισχίλια ἔτη, ἀφ᾿ οὗ γεγονὼς ἐμηνύθη πόλεμος τοῖς θ᾿
ὑπὲρ Ἡρακλείας στήλας ἔξω κατοικοῦσιν καὶ τοῖς ἐντὸς
πᾶσιν. ὃν δεῖ νῦν διαπεραίνειν. τῶν μὲν οὖν ἥδε ἡ πόλις
ἄρξασα καὶ πάντα τὸν πόλεμον διαπολεμήσασα ἐλέγετο,
τῶν δ᾿ οἱ τῆς Ἀτλαντίδος νήσου βασιλῆς, ἣν δὴ Λιβύης
καὶ Ἀσίας μείζω νῆσον οὖσαν ἔφαμεν εἶναί ποτε, νῦν δὲ
ὑπὸ σεισμῶν δῦσαν ἄπορον πηλὸν τοῖς ἐνθένδε ἐκπλέουσιν
ἐπὶ τὸ πᾶν πέλαγος, ὥστε μηκέτι πορεύεσθαι, κωλυτὴν παρα-
σχεῖν. τὰ μὲν δὴ πολλὰ ἔθνη βάρβαρα, καὶ ὅσα Ἑλλήνων
ἦν γένη τότε, καθ᾿ ἕκαστα ἡ τοῦ λόγου διέξοδος οἷον ἀνειλ-
λομένη τὸ προστυχὸν ἑκασταχοῦ δηλώσει. τὸ δὲ Ἀθηναίων
τε τῶν τότε καὶ τῶν ἐναντίων, οἷς διεπολέμησαν, ἀνάγκη
κατ᾿ ἀρχὰς διελθεῖν πρῶτα, τήν τε δύναμιν ἑκατέρων καὶ τὰς
πολιτείας. αὐτῶν δὲ τούτων τὰ τῇδε ἔμπροσθεν προτιμητέον
εἰπεῖν.
Θεοὶ γὰρ ἅπασαν γῆν ποτε κατὰ τοὺς τόπους διελάγ-
χανον_οὐ κατ᾿ ἔριν. οὐ γὰρ ἂν ὀρθὸν ἔχοι λόγον θεοὺς
ἀγνοεῖν τὰ πρέποντα ἑκάστοις αὑτῶν, οὐδ᾿ αὖ γιγνώσκοντας
τὸ μᾶλλον ἄλλοις προσῆκον τοῦτο ἑτέρους αὑτοῖς δι᾿ ἐρίδων
ἐπιχειρεῖν κτᾶσθαι_δίκης δὴ κλήροις τὸ φίλον λαγχάνοντες
κατῴκιζον τὰς χώρας, καὶ κατοικίσαντες, οἷον νομῆς ποίμνια,
κτήματα καὶ θρέμματα ἑαυτῶν ἡμᾶς ἔτρεφον, πλὴν οὐ σώμασι
σώματα βιαζόμενοι, καθάπερ ποιμένες κτήνη πληγῇ νέμοντες,
ἀλλ᾿ ἧ μάλιστα εὔστροφον ζῷον, ἐκ πρύμνης ἀπευθύνοντες,
οἷον οἴακι πειθοῖ ψυχῆς ἐφαπτόμενοι κατὰ τὴν αὐτῶν διά-
νοιαν, οὕτως ἄγοντες τὸ θνητὸν πᾶν ἐκυβέρνων. ἄλλοι μὲν
οὖν κατ᾿ ἄλλους τόπους κληρουχήσαντες θεῶν ἐκεῖνα ἐκό-
σμουν, Ἥφαιστος δὲ κοινὴν καὶ Ἀθηνᾶ φύσιν ἔχοντες, ἅμα
μὲν ἀδελφὴν ἐκ ταὐτοῦ πατρός, ἅμα δὲ φιλοσοφίᾳ φιλο-
τεχνίᾳ τε ἐπὶ τὰ αὐτὰ ἐλθόντες, οὕτω μίαν ἄμφω λῆξιν
τήνδε τὴν χώραν εἰλήχατον ὡς οἰκείαν καὶ πρόσφορον ἀρετῇ
καὶ φρονήσει πεφυκυῖαν, ἄνδρας δὲ ἀγαθοὺς ἐμποιήσαντες
αὐτόχθονας ἐπὶ νοῦν ἔθεσαν τὴν τῆς πολιτείας τάξιν. ὧν
τὰ μὲν ὀνόματα σέσωται, τὰ δὲ ἔργα διὰ τὰς τῶν παραλαμ-
βανόντων φθορὰς καὶ τὰ μήκη τῶν χρόνων ἠφανίσθη. τὸ
γὰρ περιλειπόμενον ἀεὶ γένος, ὥσπερ καὶ πρόσθεν ἐρρήθη,
κατελείπετο ὄρειον καὶ ἀγράμματον, τῶν ἐν τῇ χώρᾳ δυνα-
στῶν τὰ ὀνόματα ἀκηκοὸς μόνον καὶ βραχέα πρὸς αὐτοῖς
τῶν ἔργων. τὰ μὲν οὖν ὀνόματα τοῖς ἐκγόνοις ἐτίθεντο
ἀγαπῶντες, τὰς δὲ ἀρετὰς καὶ τοὺς νόμους τῶν ἔμπροσθεν
οὐκ εἰδότες, εἰ μὴ σκοτεινὰς περὶ ἑκάστων τινὰς ἀκοάς, ἐν
ἀπορίᾳ δὲ τῶν ἀναγκαίων ἐπὶ πολλὰς γενεὰς ὄντες αὐτοὶ
καὶ παῖδες, πρὸς οἷς ἠπόρουν τὸν νοῦν ἔχοντες, τούτων πέρι
καὶ τοὺς λόγους ποιούμενοι, τῶν ἐν τοῖς πρόσθεν καὶ πάλαι
ποτὲ γεγονότων ἠμέλουν. μυθολογία γὰρ ἀναζήτησίς τε
τῶν παλαιῶν μετὰ σχολῆς ἅμ᾿ ἐπὶ τὰς πόλεις ἔρχεσθον,
ὅταν ἴδητόν τισιν ἤδη τοῦ βίου τἀναγκαῖα κατεσκευασμένα,
πρὶν δὲ οὔ. ταύτῃ δὴ τὰ τῶν παλαιῶν ὀνόματα ἄνευ τῶν
ἔργων διασέσωται. λέγω δὲ αὐτὰ τεκμαιρόμενος ὅτι Κέ-
κροπός τε καὶ Ἐρεχθέως καὶ Ἐριχθονίου καὶ Ἐρυσίχθονος
τῶν τε ἄλλων τὰ πλεῖστα ὅσαπερ καὶ Θησέως τῶν ἄνω
περὶ τῶν ὀνομάτων ἑκάστων ἀπομνημονεύεται, τούτων ἐκεί-
νους τὰ πολλὰ ἐπονομάζοντας τοὺς ἱερέας Σόλων ἔφη τὸν
τότε διηγεῖσθαι πόλεμον, καὶ τὰ τῶν γυναικῶν κατὰ τὰ
αὐτά. καὶ δὴ καὶ τὸ τῆς θεοῦ σχῆμα καὶ ἄγαλμα, ὡς κοινὰ
τότ᾿ ἦν τὰ ἐπιτηδεύματα ταῖς τε γυναιξὶ καὶ τοῖς ἀνδράσι
τὰ περὶ τὸν πόλεμον, οὕτω κατ᾿ ἐκεῖνον τὸν νόμον ὡπλι-
σμένην τὴν θεὸν ἀνάθημα εἶναι τοῖς τότε, ἔνδειγμα ὅτι πάνθ᾿
ὅσα σύννομα ζῷα θήλεα καὶ ὅσα ἄρρενα, τὴν προσήκουσαν
ἀρετὴν ἑκάστῳ γένει πᾶν κοινῇ δυνατὸν ἐπιτηδεύειν πέφυκεν.
Ὤικει δὲ δὴ τότ᾿ ἐν τῇδε τῇ χώρᾳ τὰ μὲν ἄλλα ἔθνη
τῶν πολιτῶν περὶ τὰς δημιουργίας ὄντα καὶ τὴν ἐκ τῆς γῆς
τροφήν, τὸ δὲ μάχιμον ὑπ᾿ ἀνδρῶν θείων κατ᾿ ἀρχὰς ἀφο-
ρισθὲν ὤκει χωρίς, πάντα εἰς τροφὴν καὶ παίδευσιν τὰ
προσήκοντα ἔχον, ἴδιον μὲν αὐτῶν οὐδεὶς οὐδὲν κεκτημένος,
ἅπαντα δὲ πάντων κοινὰ νομίζοντες αὑτῶν, πέρα δὲ ἱκανῆς
τροφῆς οὐδὲν ἀξιοῦντες παρὰ τῶν ἄλλων δέχεσθαι πολιτῶν,
καὶ πάντα δὴ τὰ χθὲς λεχθέντα ἐπιτηδεύματα ἐπιτηδεύοντες,
ὅσα περὶ τῶν ὑποτεθέντων ἐρρήθη φυλάκων. καὶ δὴ καὶ
τὸ περὶ τῆς χώρας ἡμῶν πιθανὸν καὶ ἀληθὲς ἐλέγετο, πρῶτον
μὲν τοὺς ὅρους αὐτὴν ἐν τῷ τότ᾿ ἔχειν ἀφωρισμένους πρὸς
τὸν Ἰσθμὸν καὶ τὸ κατὰ τὴν ἄλλην ἤπειρον μέχρι τοῦ
Κιθαιρῶνος καὶ Πάρνηθος τῶν ἄκρων, καταβαίνειν δὲ τοὺς
ὅρους ἐν δεξιᾷ τὴν Ὠρωπίαν ἔχοντας, ἐν ἀριστερᾷ δὲ πρὸς
θαλάττης ἀφορίζοντας τὸν Ἀσωπόν. ἀρετῇ δὲ πᾶσαν γῆν
ὑπὸ τῆς ἐνθάδε ὑπερβάλλεσθαι, διὸ καὶ δυνατὴν εἶναι τότε
τρέφειν τὴν χώραν στρατόπεδον πολὺ τῶν περὶ γῆν ἀργὸν
ἔργων. μέγα δὲ τεκμήριον ἀρετῆς. τὸ γὰρ νῦν αὐτῆς λεί-
ψανον ἐνάμιλλόν ἐστι πρὸς ἡντινοῦν τῷ πάμφορον εὔκαρπόν
τε εἶναι καὶ τοῖς ζῴοις πᾶσιν εὔβοτον. τότε δὲ πρὸς τῷ
κάλλει καὶ παμπλήθη ταῦτα ἔφερεν. πῶς οὖν δὴ τοῦτο
πιστόν, καὶ κατὰ τί λείψανον τῆς τότε γῆς ὀρθῶς ἂν λέ-
γοιτο; πᾶσα ἀπὸ τῆς ἄλλης ἠπείρου μακρὰ προτείνουσα εἰς
τὸ πέλαγος οἷον ἄκρα κεῖται. τὸ δὴ τῆς θαλάττης ἀγγεῖον
περὶ αὐτὴν τυγχάνει πᾶν ἀγχιβαθὲς ὄν. πολλῶν οὖν
γεγονότων καὶ μεγάλων κατακλυσμῶν ἐν τοῖς ἐνακισχιλίοις
ἔτεσι_τοσαῦτα γὰρ πρὸς τὸν νῦν ἀπ᾿ ἐκείνου τοῦ χρόνου
γέγονεν ἔτη_τὸ τῆς γῆς ἐν τούτοις τοῖς χρόνοις καὶ πάθεσιν
ἐκ τῶν ὑψηλῶν ἀπορρέον οὔτε χῶμα, ὡς ἐν ἄλλοις τόποις,
προχοῖ λόγου ἄξιον ἀεί τε κύκλῳ περιρρέον εἰς βάθος
ἀφανίζεται. λέλειπται δή, καθάπερ ἐν ταῖς σμικραῖς νή-
σοις, πρὸς τὰ τότε τὰ νῦν οἷον νοσήσαντος σώματος ὀστᾶ,
περιερρυηκυίας τῆς γῆς ὅση πίειρα καὶ μαλακή, τοῦ λεπτοῦ
σώματος τῆς χώρας μόνου λειφθέντος. τότε δὲ ἀκέραιος
οὖσα τά τε ὄρη γηλόφους ὑψηλοὺς εἶχε, καὶ τὰ φελλέως
νῦν ὀνομασθέντα πεδία πλήρη γῆς πιείρας ἐκέκτητο, καὶ
πολλὴν ἐν τοῖς ὄρεσιν ὕλην εἶχεν, ἧς καὶ νῦν ἔτι φανερὰ
τεκμήρια. τῶν γὰρ ὀρῶν ἔστιν ἃ νῦν μὲν ἔχει μελίτταις
μόναις τροφήν, χρόνος δ᾿ οὐ πάμπολυς ὅτε δένδρων αὐ-
τόθεν εἰς οἰκοδομήσεις τὰς μεγίστας ἐρεψίμων τμηθέντων
στεγάσματ᾿ ἐστὶν ἔτι σᾶ. πολλὰ δ᾿ ἦν ἄλλ᾿ ἥμερα ὑψηλὰ
δένδρα, νομὴν δὲ βοσκήμασιν ἀμήχανον ἔφερεν. καὶ δὴ καὶ
τὸ κατ᾿ ἐνιαυτὸν ὕδωρ ἐκαρποῦτ᾿ ἐκ Διός, οὐχ ὡς νῦν
ἀπολλῦσα ῥέον ἀπὸ ψιλῆς τῆς γῆς εἰς θάλατταν, ἀλλὰ
πολλὴν ἔχουσα καὶ εἰς αὐτὴν καταδεχομένη, τῇ κεραμίδι
στεγούσῃ γῇ διαταμιευομένη, τὸ καταποθὲν ἐκ τῶν ὑψηλῶν
ὕδωρ εἰς τὰ κοῖλα ἀφιεῖσα κατὰ πάντας τοὺς τόπους παρεί-
χετο ἄφθονα κρηνῶν καὶ ποταμῶν νάματα, ὧν καὶ νῦν ἔτι ἐπὶ
ταῖς πηγαῖς πρότερον οὔσαις ἱερὰ λελειμμένα ἐστὶν σημεῖα
ὅτι περὶ αὐτῆς ἀληθῆ λέγεται τὰ νῦν.
Τὰ μὲν οὖν τῆς ἄλλης χώρας φύσει τε οὕτως εἶχε,
καὶ διεκεκόσμητο ὡς εἰκὸς ὑπὸ γεωργῶν μὲν ἀληθινῶν καὶ
πραττόντων αὐτὸ τοῦτο, φιλοκάλων δὲ καὶ εὐφυῶν, γῆν δὲ
ἀρίστην καὶ ὕδωρ ἀφθονώτατον ἐχόντων καὶ ὑπὲρ τῆς γῆς
ὥρας μετριώτατα κεκραμένας. τὸ δ᾿ ἄστυ κατῳκισμένον ὧδ᾿
ἦν ἐν τῷ τότε χρόνῳ. πρῶτον μὲν τὸ τῆς ἀκροπόλεως εἶχε
τότε οὐχ ὡς τὰ νῦν ἔχει. νῦν μὲν γὰρ μία γενομένη νὺξ
ὑγρὰ διαφερόντως γῆς αὐτὴν ψιλὴν περιτήξασα πεποίηκε,
σεισμῶν ἅμα καὶ πρὸ τῆς ἐπὶ Δευκαλίωνος φθορᾶς τρίτου
πρότερον ὕδατος ἐξαισίου γενομένου. τὸ δὲ πρὶν ἐν ἑτέρῳ
χρόνῳ μέγεθος μὲν ἦν πρὸς τὸν Ἠριδανὸν καὶ τὸν Ἰλισὸν
ἀποβεβηκυῖα καὶ περιειληφυῖα ἐντὸς τὴν Πύκνα καὶ τὸν
Λυκαβηττὸν ὅρον ἐκ τοῦ καταντικρὺ τῆς Πυκνὸς ἔχουσα,
γεώδης δ᾿ ἦν πᾶσα καὶ πλὴν ὀλίγον ἐπίπεδος ἄνωθεν.
ᾠκεῖτο δὲ τὰ μὲν ἔξωθεν, ὑπ᾿ αὐτὰ τὰ πλάγια αὐτῆς, ὑπὸ
τῶν δημιουργῶν καὶ τῶν γεωργῶν ὅσοι πλησίον ἐγεώργουν.
τὰ δ᾿ ἐπάνω τὸ μάχιμον αὐτὸ καθ᾿ αὑτὸ μόνον γένος περὶ
τὸ τῆς Ἀθηνᾶς Ἡφαίστου τε ἱερὸν κατῳκήκειν, οἷον μιᾶς
οἰκίας κῆπον ἑνὶ περιβόλῳ προσπεριβεβλημένοι. τὰ γὰρ
πρόσβορρα αὐτῆς ὤκουν οἰκίας κοινὰς καὶ συσσίτια χειμερινὰ
κατασκευασάμενοι, καὶ πάντα ὅσα πρέποντ᾿ ἦν τῇ κοινῇ
πολιτείᾳ δι᾿ οἰκοδομήσεων ὑπάρχειν αὐτῶν καὶ τῶν ἱερῶν,
ἄνευ χρυσοῦ καὶ ἀργύρου_τούτοις γὰρ οὐδὲν οὐδαμόσε
προσεχρῶντο, ἀλλὰ τὸ μέσον ὑπερηφανίας καὶ ἀνελευθερίας
μεταδιώκοντες κοσμίας ᾠκοδομοῦντο οἰκήσεις, ἐν αἷς αὐτοί τε
καὶ ἐκγόνων ἔκγονοι καταγηρῶντες ἄλλοις ὁμοίοις τὰς αὐτὰς
ἀεὶ παρεδίδοσαν_τὰ δὲ πρὸς νότου, κήπους καὶ γυμνάσια
συσσίτιά τε ἀνέντες οἷα θέρους, κατεχρῶντο ἐπὶ ταῦτα αὐτοῖς.
κρήνη δ᾿ ἦν μία κατὰ τὸν τῆς νῦν ἀκροπόλεως τόπον, ἧς
ἀποσβεσθείσης ὑπὸ τῶν σεισμῶν τὰ νῦν νάματα μικρὰ κύκλῳ
καταλέλειπται, τοῖς δὲ τότε πᾶσιν παρεῖχεν ἄφθονον ῥεῦμα,
εὐκρὰς οὖσα πρὸς χειμῶνά τε καὶ θέρος. τούτῳ δὴ κατῴκουν
τῷ σχήματι, τῶν μὲν αὑτῶν πολιτῶν φύλακες, τῶν δὲ ἄλλων
Ἑλλήνων ἡγεμόνες ἑκόντων, πλῆθος δὲ διαφυλάττοντες ὅτι
μάλιστα ταὐτὸν αὑτῶν εἶναι πρὸς τὸν ἀεὶ χρόνον ἀνδρῶν
καὶ γυναικῶν, τὸ δυνατὸν πολεμεῖν ἤδη καὶ τὸ ἔτι, περὶ δύο
μάλιστα ὄντας μυριάδας.
Οὗτοι μὲν οὖν δὴ τοιοῦτοί τε ὄντες αὐτοὶ καί τινα τοιοῦτον
ἀεὶ τρόπον τήν τε αὑτῶν καὶ τὴν Ἑλλάδα δίκῃ διοικοῦντες,
ἐπὶ πᾶσαν Εὐρώπην καὶ Ἀσίαν κατά τε σωμάτων κάλλη
καὶ κατὰ τὴν τῶν ψυχῶν παντοίαν ἀρετὴν ἐλλόγιμοί τε
ἦσαν καὶ ὀνομαστότατοι πάντων τῶν τότε. τὰ δὲ δὴ τῶν
ἀντιπολεμησάντων αὐτοῖς οἷα ἦν ὥς τε ἀπ᾿ ἀρχῆς ἐγένετο,
μνήμης ἂν μὴ στερηθῶμεν ὧν ἔτι παῖδες ὄντες ἠκούσαμεν,
εἰς τὸ μέσον αὐτὰ νῦν ἀποδώσομεν ὑμῖν τοῖς φίλοις εἶναι
κοινά.
Τὸ δ᾿ ἔτι βραχὺ πρὸ τοῦ λόγου δεῖ δηλῶσαι, μὴ πολλάκις
ἀκούοντες Ἑλληνικὰ βαρβάρων ἀνδρῶν ὀνόματα θαυμάζητε.
τὸ γὰρ αἴτιον αὐτῶν πεύσεσθε. Σόλων, ἅτ᾿ ἐπινοῶν εἰς τὴν
αὑτοῦ ποίησιν καταχρήσασθαι τῷ λόγῳ, διαπυνθανόμενος τὴν
τῶν ὀνομάτων δύναμιν, ηὗρεν τούς τε Αἰγυπτίους τοὺς πρώ-
τους ἐκείνους αὐτὰ γραψαμένους εἰς τὴν αὑτῶν φωνὴν
μετενηνοχότας, αὐτός τε αὖ πάλιν ἑκάστου τὴν διάνοιαν ὀνό-
ματος ἀναλαμβάνων εἰς τὴν ἡμετέραν ἄγων φωνὴν ἀπεγρά-
φετο. καὶ ταῦτά γε δὴ τὰ γράμματα παρὰ τῷ πάππῳ τ᾿ ἦν
καὶ ἔτ᾿ ἐστὶν παρ᾿ ἐμοὶ νῦν, διαμεμελέτηταί τε ὑπ᾿ ἐμοῦ παιδὸς
ὄντος. ἂν οὖν ἀκούητε τοιαῦτα οἷα καὶ τῇδε ὀνόματα, μηδὲν
ὑμῖν ἔστω θαῦμα. τὸ γὰρ αἴτιον αὐτῶν ἔχετε. μακροῦ δὲ δὴ
λόγου τοιάδε τις ἦν ἀρχὴ τότε.
Καθάπερ ἐν τοῖς πρόσθεν ἐλέχθη περὶ τῆς τῶν θεῶν
λήξεως, ὅτι κατενείμαντο γῆν πᾶσαν ἔνθα μὲν μείζους
λήξεις, ἔνθα δὲ καὶ ἐλάττους, ἱερὰ θυσίας τε αὑτοῖς κατα-
σκευάζοντες, οὕτω δὴ καὶ τὴν νῆσον Ποσειδῶν τὴν Ἀτλαντίδα
λαχὼν ἐκγόνους αὑτοῦ κατῴκισεν ἐκ θνητῆς γυναικὸς γεν-
νήσας ἔν τινι τόπῳ τοιῷδε τῆς νήσου. πρὸς θαλάττης μέν,
κατὰ δὲ μέσον πάσης πεδίον ἦν, ὃ δὴ πάντων πεδίων
κάλλιστον ἀρετῇ τε ἱκανὸν γενέσθαι λέγεται, πρὸς τῷ πεδίῳ
δὲ αὖ κατὰ μέσον σταδίους ὡς πεντήκοντα ἀφεστὸς ἦν ὄρος
βραχὺ πάντῃ. τούτῳ δ᾿ ἦν ἔνοικος τῶν ἐκεῖ κατὰ ἀρχὰς ἐκ
γῆς ἀνδρῶν γεγονότων Εὐήνωρ μὲν ὄνομα, γυναικὶ δὲ συνοικῶν
Λευκίππῃ. Κλειτὼ δὲ μονογενῆ θυγατέρα ἐγεννησάσθην.
ἤδη δ᾿ εἰς ἀνδρὸς ὥραν ἡκούσης τῆς κόρης ἥ τε μήτηρ
τελευτᾷ καὶ ὁ πατήρ, αὐτῆς δὲ εἰς ἐπιθυμίαν Ποσειδῶν
ἐλθὼν συμμείγνυται, καὶ τὸν γήλοφον, ἐν ᾧ κατῴκιστο,
ποιῶν εὐερκῆ περιρρήγνυσιν κύκλῳ, θαλάττης γῆς τε ἐναλλὰξ
ἐλάττους μείζους τε περὶ ἀλλήλους ποιῶν τροχούς, δύο μὲν
γῆς, θαλάττης δὲ τρεῖς οἷον τορνεύων ἐκ μέσης τῆς νήσου,
πάντῃ ἴσον ἀφεστῶτας, ὥστε ἄβατον ἀνθρώποις εἶναι. πλοῖα
γὰρ καὶ τὸ πλεῖν οὔπω τότε ἦν. αὐτὸς δὲ τήν τε ἐν μέσῳ
νῆσον οἷα δὴ θεὸς εὐμαρῶς διεκόσμησεν, ὕδατα μὲν διττὰ
ὑπὸ γῆς ἄνω πηγαῖα κομίσας, τὸ μὲν θερμόν, ψυχρὸν δὲ ἐκ
κρήνης ἀπορρέον ἕτερον, τροφὴν δὲ παντοίαν καὶ ἱκανὴν ἐκ
τῆς γῆς ἀναδιδούς. παίδων δὲ ἀρρένων πέντε γενέσεις διδύ-
μους γεννησάμενος ἐθρέψατο, καὶ τὴν νῆσον τὴν Ἀτλαντίδα
πᾶσαν δέκα μέρη κατανείμας τῶν μὲν πρεσβυτάτων τῷ προ-
τέρῳ γενομένῳ τήν τε μητρῴαν οἴκησιν καὶ τὴν κύκλῳ λῆξιν,
πλείστην καὶ ἀρίστην οὖσαν, ἀπένειμε, βασιλέα τε τῶν ἄλλων
κατέστησε, τοὺς δὲ ἄλλους ἄρχοντας, ἑκάστῳ δὲ ἀρχὴν πολ-
λῶν ἀνθρώπων καὶ τόπον πολλῆς χώρας ἔδωκεν. ὀνόματα
δὲ πᾶσιν ἔθετο, τῷ μὲν πρεσβυτάτῳ καὶ βασιλεῖ τοῦτο οὗ
δὴ καὶ πᾶσα ἡ νῆσος τό τε πέλαγος ἔσχεν ἐπωνυμίαν,
Ἀτλαντικὸν λεχθέν, ὅτι τοὔνομ᾿ ἦν τῷ πρώτῳ βασιλεύσαντι
τότε Ἄτλας. τῷ δὲ διδύμῳ μετ᾿ ἐκεῖνόν τε γενομένῳ, λῆξιν
δὲ ἄκρας τῆς νήσου πρὸς Ἡρακλείων στηλῶν εἰληχότι ἐπὶ
τὸ τῆς Γαδειρικῆς νῦν χώρας κατ᾿ ἐκεῖνον τὸν τόπον ὀνομαζο-
μένης, Ἑλληνιστὶ μὲν Εὔμηλον, τὸ δ᾿ ἐπιχώριον Γάδειρον,
ὅπερ τ᾿ ἦν ἐπίκλην ταύτῃ ὄνομ᾿ ἂ<ν> παράσχοι. τοῖν δὲ
δευτέροιν γενομένοιν τὸν μὲν Ἀμφήρη, τὸν δὲ Εὐαίμονα
ἐκάλεσεν. τρίτοις δέ, Μνησέα μὲν τῷ προτέρῳ γενομένῳ,
τῷ δὲ μετὰ τοῦτον Αὐτόχθονα. τῶν δὲ τετάρτων Ἐλάσιππον
μὲν τὸν πρότερον, Μήστορα δὲ τὸν ὕστερον. ἐπὶ δὲ τοῖς
πέμπτοις τῷ μὲν ἔμπροσθεν Ἀζάης ὄνομα ἐτέθη, τῷ δ᾿ ὑστέρῳ
Διαπρέπης. οὗτοι δὴ πάντες αὐτοί τε καὶ ἔκγονοι τούτων
ἐπὶ γενεὰς πολλὰς ὤκουν ἄρχοντες μὲν πολλῶν ἄλλων κατὰ
τὸ πέλαγος νήσων, ἔτι δέ, ὥσπερ καὶ πρότερον ἐρρήθη, μέχρι
τε Αἰγύπτου καὶ Τυρρηνίας τῶν ἐντὸς δεῦρο ἐπάρχοντες.
Ἄτλαντος δὴ πολὺ μὲν ἄλλο καὶ τίμιον γίγνεται γένος,
βασιλεὺς δὲ ὁ πρεσβύτατος ἀεὶ τῷ πρεσβυτάτῳ τῶν ἐκγόνων
παραδιδοὺς ἐπὶ γενεὰς πολλὰς τὴν βασιλείαν διέσῳζον,
πλοῦτον μὲν κεκτημένοι πλήθει τοσοῦτον, ὅσος οὔτε πω
πρόσθεν ἐν δυναστείαις τισὶν βασιλέων γέγονεν οὔτε ποτὲ
ὕστερον γενέσθαι ῥᾴδιος, κατεσκευασμένα δὲ πάντ᾿ ἦν αὐτοῖς
ὅσα ἐν πόλει καὶ ὅσα κατὰ τὴν ἄλλην χώραν ἦν ἔργον κατα-
σκευάσασθαι. πολλὰ μὲν γὰρ διὰ τὴν ἀρχὴν αὐτοῖς προσῄειν
ἔξωθεν, πλεῖστα δὲ ἡ νῆσος αὐτὴ παρείχετο εἰς τὰς τοῦ βίου
κατασκευάς, πρῶτον μὲν ὅσα ὑπὸ μεταλλείας ὀρυττόμενα
στερεὰ καὶ ὅσα τηκτὰ γέγονε, καὶ τὸ νῦν ὀνομαζόμενον
μόνον_τότε δὲ πλέον ὀνόματος ἦν τὸ γένος ἐκ γῆς ὀρυττό-
μενον ὀρειχάλκου κατὰ τόπους πολλοὺς τῆς νήσου, πλὴν
χρυσοῦ τιμιώτατον ἐν τοῖς τότε ὄν_καὶ ὅσα ὕλη πρὸς τὰ
τεκτόνων διαπονήματα παρέχεται, πάντα φέρουσα ἄφθονα,
τά τε αὖ περὶ τὰ ζῷα ἱκανῶς ἥμερα καὶ ἄγρια τρέφουσα. καὶ
δὴ καὶ ἐλεφάντων ἦν ἐν αὐτῇ γένος πλεῖστον. νομὴ γὰρ τοῖς
τε ἄλλοις ζῴοις, ὅσα καθ᾿ ἕλη καὶ λίμνας καὶ ποταμούς, ὅσα
τ᾿ αὖ κατ᾿ ὄρη καὶ ὅσα ἐν τοῖς πεδίοις νέμεται, σύμπασιν
παρῆν ἅδην, καὶ τούτῳ κατὰ ταὐτὰ τῷ ζῴῳ, μεγίστῳ πεφυκότι
καὶ πολυβορωτάτῳ. πρὸς δὲ τούτοις, ὅσα εὐώδη τρέφει που
γῆ τὰ νῦν, ῥιζῶν ἢ χλόης ἢ ξύλων ἢ χυλῶν στακτῶν εἴτε
ἀνθῶν ἢ καρπῶν, ἔφερέν τε ταῦτα καὶ ἔτρεφεν εὖ. ἔτι δὲ τὸν
ἥμερον καρπόν, τόν τε ξηρόν, ὃς ἡμῖν τῆς τροφῆς ἕνεκά ἐστιν,
καὶ ὅσοις χάριν τοῦ σίτου προσχρώμεθα_καλοῦμεν δὲ αὐτοῦ
τὰ μέρη σύμπαντα ὄσπρια_καὶ τὸν ὅσος ξύλινος, πώματα
καὶ βρώματα καὶ ἀλείμματα φέρων, παιδιᾶς τε ὃς ἕνεκα
ἡδονῆς τε γέγονε δυσθησαύριστος ἀκροδρύων καρπός, ὅσα τε
παραμύθια πλησμονῆς μεταδόρπια ἀγαπητὰ κάμνοντι τίθεμεν,
ἅπαντα ταῦτα ἡ τότε [ποτὲ] οὖσα ὑφ᾿ ἡλίῳ νῆσος ἱερὰ καλά
τε καὶ θαυμαστὰ καὶ πλήθεσιν ἄπειρ᾿ ἔφερεν. ταῦτα οὖν
λαμβάνοντες πάντα παρὰ τῆς γῆς κατεσκευάζοντο τά τε
ἱερὰ καὶ τὰς βασιλικὰς οἰκήσεις καὶ τοὺς λιμένας καὶ τὰ
νεώρια καὶ σύμπασαν τὴν ἄλλην χώραν, τοιᾷδ᾿ ἐν τάξει
διακοσμοῦντες.
Τοὺς τῆς θαλάττης τροχούς, οἳ περὶ τὴν ἀρχαίαν ἦσαν
μητρόπολιν, πρῶτον μὲν ἐγεφύρωσαν, ὁδὸν ἔξω καὶ ἐπὶ τὰ
βασίλεια ποιούμενοι. τὰ δὲ βασίλεια ἐν ταύτῃ τῇ τοῦ θεοῦ
καὶ τῶν προγόνων κατοικήσει κατ᾿ ἀρχὰς ἐποιήσαντο εὐθύς,
ἕτερος δὲ παρ᾿ ἑτέρου δεχόμενος, κεκοσμημένα κοσμῶν,
ὑπερεβάλλετο εἰς δύναμιν ἀεὶ τὸν ἔμπροσθεν, ἕως εἰς ἔκ-
πληξιν μεγέθεσιν κάλλεσίν τε ἔργων ἰδεῖν τὴν οἴκησιν
ἀπηργάσαντο. διώρυχα μὲν γὰρ ἐκ τῆς θαλάττης ἀρχό-μενοι
τρίπλεθρον τὸ πλάτος, ἑκατὸν δὲ ποδῶν βάθος, μῆκος
δὲ πεντήκοντα σταδίων, ἐπὶ τὸν ἐξωτάτω τροχὸν συνέτρησαν,
καὶ τὸν ἀνάπλουν ἐκ τῆς θαλάττης ταύτῃ πρὸς ἐκεῖνον ὡς εἰς
λιμένα ἐποιήσαντο, διελόντες στόμα ναυσὶν ταῖς μεγίσταις
ἱκανὸν εἰσπλεῖν. καὶ δὴ καὶ τοὺς τῆς γῆς τροχούς, οἳ τοὺς
τῆς θαλάττης διεῖργον, κατὰ τὰς γεφύρας διεῖλον ὅσον μιᾷ
τριήρει διέκπλουν εἰς ἀλλήλους, καὶ κατεστέγασαν ἄνωθεν
ὥστε τὸν ὑπόπλουν κάτωθεν εἶναι. τὰ γὰρ τῶν τῆς γῆς
τροχῶν χείλη βάθος εἶχεν ἱκανὸν ὑπερέχον τῆς θαλάττης.
ἦν δὲ ὁ μὲν μέγιστος τῶν τροχῶν, εἰς ὃν ἡ θάλαττα
συνετέτρητο, τριστάδιος τὸ πλάτος, ὁ δ᾿ ἑξῆς τῆς γῆς ἴσος
ἐκείνῳ. τοῖν δὲ δευτέροιν ὁ μὲν ὑγρὸς δυοῖν σταδίοιν πλάτος,
ὁ δὲ ξηρὸς ἴσος αὖ πάλιν τῷ πρόσθεν ὑγρῷ. σταδίου δὲ ὁ περὶ
αὐτὴν τὴν ἐν μέσῳ νῆσον περιθέων. ἡ δὲ νῆσος, ἐν
ἧ τὰ βασίλεια ἦν, πέντε σταδίων τὴν διάμετρον εἶχεν.
ταύτην δὴ κύκλῳ καὶ τοὺς τροχοὺς καὶ τὴν γέφυραν πλε-
θριαίαν τὸ πλάτος οὖσαν ἔνθεν καὶ ἔνθεν λιθίνῳ περιε-
βάλλοντο τείχει, πύργους καὶ πύλας ἐπὶ τῶν γεφυρῶν κατὰ
τὰς τῆς θαλάττης διαβάσεις ἑκασταχόσε ἐπιστήσαντες. τὸν
δὲ λίθον ἔτεμνον ὑπὸ τῆς νήσου κύκλῳ τῆς ἐν μέσῳ καὶ ὑπὸ
τῶν τροχῶν ἔξωθεν καὶ ἐντός, τὸν μὲν λευκόν, τὸν δὲ μέλανα,
τὸν δὲ ἐρυθρὸν ὄντα, τέμνοντες δὲ ἅμ᾿ ἠργάζοντο νεωσοίκους
κοίλους διπλοῦς ἐντός, κατηρεφεῖς αὐτῇ τῇ πέτρᾳ. καὶ τῶν
οἰκοδομημάτων τὰ μὲν ἁπλᾶ, τὰ δὲ μειγνύντες τοὺς λίθους
ποικίλα ὕφαινον παιδιᾶς χάριν, ἡδονὴν αὐτοῖς σύμφυτον
ἀπονέμοντες. καὶ τοῦ μὲν περὶ τὸν ἐξωτάτω τροχὸν τείχους
χαλκῷ περιελάμβανον πάντα τὸν περίδρομον, οἷον ἀλοιφῇ
προσχρώμενοι, τοῦ δ᾿ ἐντὸς καττιτέρῳ περιέτηκον, τὸν δὲ
περὶ αὐτὴν τὴν ἀκρόπολιν ὀρειχάλκῳ μαρμαρυγὰς ἔχοντι
πυρώδεις.
Τὰ δὲ δὴ τῆς ἀκροπόλεως ἐντὸς βασίλεια κατεσκευασμένα
ὧδ᾿ ἦν. ἐν μέσῳ μὲν ἱερὸν ἅγιον αὐτόθι τῆς τε Κλειτοῦς
καὶ τοῦ Ποσειδῶνος ἄβατον ἀφεῖτο, περιβόλῳ χρυσῷ περι-
βεβλημένον, τοῦτ᾿ ἐν ᾧ κατ᾿ ἀρχὰς ἐφίτυσαν καὶ ἐγέννησαν
τὸ τῶν δέκα βασιλειδῶν γένος. ἔνθα καὶ κατ᾿ ἐνιαυτὸν ἐκ
πασῶν τῶν δέκα λήξεων ὡραῖα αὐτόσε ἀπετέλουν ἱερὰ
ἐκείνων ἑκάστῳ. τοῦ δὲ Ποσειδῶνος αὐτοῦ νεὼς ἦν, σταδίου
μὲν μῆκος, εὖρος δὲ τρίπλεθρος, ὕψος δ᾿ ἐπὶ τούτοις
σύμμετρον ἰδεῖν, εἶδος δέ τι βαρβαρικὸν ἔχοντος. πάντα
δὲ ἔξωθεν περιήλειψαν τὸν νεὼν ἀργύρῳ, πλὴν τῶν ἀκρω-
τηρίων, τὰ δὲ ἀκρωτήρια χρυσῷ. τὰ δ᾿ ἐντός, τὴν μὲν ὀροφὴν
ἐλεφαντίνην ἰδεῖν πᾶσαν χρυσῷ καὶ ἀργύρῳ καὶ ὀρειχάλκῳ
πεποικιλμένην, τὰ δὲ ἄλλα πάντα τῶν τοίχων τε καὶ κιόνων
καὶ ἐδάφους ὀρειχάλκῳ περιέλαβον. χρυσᾶ δὲ ἀγάλματα
ἐνέστησαν, τὸν μὲν θεὸν ἐφ᾿ ἅρματος ἑστῶτα ἓξ ὑποπτέρων
ἵππων ἡνίοχον, αὐτόν τε ὑπὸ μεγέθους τῇ κορυφῇ τῆς ὀροφῆς
ἐφαπτόμενον, Νηρῇδας δὲ ἐπὶ δελφίνων ἑκατὸν κύκλῳ_
τοσαύτας γὰρ ἐνόμιζον αὐτὰς οἱ τότε εἶναι_πολλὰ δ᾿ ἐντὸς
ἄλλα ἀγάλματα ἰδιωτῶν ἀναθήματα ἐνῆν. περὶ δὲ τὸν νεὼν
ἔξωθεν εἰκόνες ἁπάντων ἕστασαν ἐκ χρυσοῦ, τῶν γυναικῶν
καὶ αὐτῶν ὅσοι τῶν δέκα ἐγεγόνεσαν βασιλέων, καὶ πολλὰ
ἕτερα ἀναθήματα μεγάλα τῶν τε βασιλέων καὶ ἰδιωτῶν ἐξ
αὐτῆς τε τῆς πόλεως καὶ τῶν ἔξωθεν ὅσων ἐπῆρχον. βωμός
τε δὴ συνεπόμενος ἦν τὸ μέγεθος καὶ τὸ τῆς ἐργασίας ταύτῃ
τῇ κατασκευῇ, καὶ τὰ βασίλεια κατὰ τὰ αὐτὰ πρέποντα μὲν
τῷ τῆς ἀρχῆς μεγέθει, πρέποντα δὲ τῷ περὶ τὰ ἱερὰ κόσμῳ.
ταῖς δὲ δὴ κρήναις, τῇ τοῦ ψυχροῦ καὶ τῇ τοῦ θερμοῦ νάματος,
πλῆθος μὲν ἄφθονον ἐχούσαις, ἡδονῇ δὲ καὶ ἀρετῇ τῶν ὑδάτων
πρὸς ἑκατέρου τὴν χρῆσιν θαυμαστοῦ πεφυκότος, ἐχρῶντο
περιστήσαντες οἰκοδομήσεις καὶ δένδρων φυτεύσεις πρε-
πούσας ὕδασι, δεξαμενάς τε αὖ τὰς μὲν ὑπαιθρίους, τὰς δὲ
χειμερινὰς τοῖς θερμοῖς λουτροῖς ὑποστέγους περιτιθέντες,
χωρὶς μὲν βασιλικάς, χωρὶς δὲ ἰδιωτικάς, ἔτι δὲ γυναιξὶν
ἄλλας καὶ ἑτέρας ἵπποις καὶ τοῖς ἄλλοις ὑποζυγίοις, τὸ
πρόσφορον τῆς κοσμήσεως ἑκάστοις ἀπονέμοντες. τὸ δὲ
ἀπορρέον ἦγον ἐπὶ τὸ τοῦ Ποσειδῶνος ἄλσος, δένδρα παντο-
δαπὰ κάλλος ὕψος τε δαιμόνιον ὑπ᾿ ἀρετῆς τῆς γῆς ἔχοντα,
καὶ ἐπὶ τοὺς ἔξω κύκλους δι᾿ ὀχετῶν κατὰ τὰς γεφύρας
ἐπωχέτευον. οὗ δὴ πολλὰ μὲν ἱερὰ καὶ πολλῶν θεῶν, πολλοὶ
δὲ κῆποι καὶ πολλὰ γυμνάσια ἐκεχειρούργητο, τὰ μὲν ἀνδρῶν,
τὰ δὲ ἵππων χωρὶς ἐν ἑκατέρᾳ τῇ τῶν τροχῶν νήσῳ, τά τε
ἄλλα καὶ κατὰ μέσην τὴν μείζω τῶν νήσων ἐξῃρημένος
ἱππόδρομος ἦν αὐτοῖς, σταδίου τὸ πλάτος ἔχων, τὸ δὲ μῆκος
περὶ τὸν κύκλον ὅλον ἀφεῖτο εἰς ἅμιλλαν τοῖς ἵπποις.
δορυφορικαὶ δὲ περὶ αὐτὸν ἔνθεν τε καὶ ἔνθεν οἰκήσεις ἦσαν
τῷ πλήθει τῶν δορυφόρων. τοῖς δὲ πιστοτέροις ἐν τῷ μικρο-
τέρῳ τροχῷ καὶ πρὸς τῆς ἀκροπόλεως μᾶλλον ὄντι διετέτακτο
ἡ φρουρά, τοῖς δὲ πάντων διαφέρουσιν πρὸς πίστιν ἐντὸς
τῆς ἀκροπόλεως περὶ τοὺς βασιλέας αὐτοὺς ἦσαν οἰκήσεις
δεδομέναι. τὰ δὲ νεώρια τριήρων μεστὰ ἦν καὶ σκευῶν ὅσα
τριήρεσιν προσήκει, πάντα δὲ ἐξηρτυμένα ἱκανῶς. καὶ τὰ
μὲν δὴ περὶ τὴν τῶν βασιλέων οἴκησιν οὕτω κατεσκεύαστο.
διαβάντι δὲ τοὺς λιμένας ἔξω τρεῖς ὄντας ἀρξάμενον ἀπὸ
τῆς θαλάττης ἤειν ἐν κύκλῳ τεῖχος, πεντήκοντα σταδίους
τοῦ μεγίστου τροχοῦ τε καὶ λιμένος ἀπέχον πανταχῇ, καὶ
συνέκλειεν εἰς ταὐτὸν πρὸς τὸ τῆς διώρυχος στόμα τὸ πρὸς
θαλάττης. τοῦτο δὴ πᾶν συνῳκεῖτο μὲν ὑπὸ πολλῶν καὶ
πυκνῶν οἰκήσεων, ὁ δὲ ἀνάπλους καὶ ὁ μέγιστος λιμὴν
ἔγεμεν πλοίων καὶ ἐμπόρων ἀφικνουμένων πάντοθεν, φωνὴν
καὶ θόρυβον παντοδαπὸν κτύπον τε μεθ᾿ ἡμέραν καὶ διὰ
νυκτὸς ὑπὸ πλήθους παρεχομένων.
Τὸ μὲν οὖν ἄστυ καὶ τὸ περὶ τὴν ἀρχαίαν οἴκησιν σχεδὸν
ὡς τότ᾿ ἐλέχθη νῦν διεμνημόνευται. τῆς δ᾿ ἄλλης χώρας
ὡς ἡ φύσις εἶχεν καὶ τὸ τῆς διακοσμήσεως εἶδος, ἀπομνη-
μονεῦσαι πειρατέον. πρῶτον μὲν οὖν ὁ τόπος ἅπας ἐλέγετο
σφόδρα τε ὑψηλὸς καὶ ἀπότομος ἐκ θαλάττης, τὸ δὲ περὶ
τὴν πόλιν πᾶν πεδίον, ἐκείνην μὲν περιέχον, αὐτὸ δὲ κύκλῳ
περιεχόμενον ὄρεσιν μέχρι πρὸς τὴν θάλατταν καθειμένοις,
λεῖον καὶ ὁμαλές, πρόμηκες δὲ πᾶν, ἐπὶ μὲν θάτερα τρισχι-
λίων σταδίων, κατὰ δὲ μέσον ἀπὸ θαλάττης ἄνω δισχιλίων.
ὁ δὲ τόπος οὗτος ὅλης τῆς νήσου πρὸς νότον ἐτέτραπτο,
ἀπὸ τῶν ἄρκτων κατάβορρος. τὰ δὲ περὶ αὐτὸν ὄρη τότε
ὑμνεῖτο πλῆθος καὶ μέγεθος καὶ κάλλος παρὰ πάντα τὰ νῦν
ὄντα γεγονέναι, πολλὰς μὲν κώμας καὶ πλουσίας περιοίκων
ἐν ἑαυτοῖς ἔχοντα, ποταμοὺς δὲ καὶ λίμνας καὶ λειμῶνας
τροφὴν τοῖς πᾶσιν ἡμέροις καὶ ἀγρίοις ἱκανὴν θρέμμασιν,
ὕλην δὲ καὶ πλήθει καὶ γένεσι ποικίλην σύμπασίν τε τοῖς
ἔργοις καὶ πρὸς ἕκαστα ἄφθονον. ὧδε οὖν τὸ πεδίον φύσει
καὶ ὑπὸ βασιλέων πολλῶν ἐν πολλῷ χρόνῳ διεπεπόνητο.
τετράγωνον μὲν αὔθ᾿ ὑπῆρχεν τὰ πλεῖστ᾿ ὀρθὸν καὶ πρόμηκες,
ὅτι δὲ ἐνέλειπε, κατηύθυντο τάφρου κύκλῳ περιορυχθείσης.
τὸ δὲ βάθος καὶ πλάτος τό τε μῆκος αὐτῆς ἄπιστον μὲν
λεχθέν, ὡς χειροποίητον ἔργον, πρὸς τοῖς ἄλλοις διαπονή-
μασι τοσοῦτον εἶναι, ῥητέον δὲ ὅ γε ἠκούσαμεν. πλέθρου
μὲν γὰρ βάθος ὀρώρυκτο, τὸ δὲ πλάτος ἁπάντῃ σταδίου,
περὶ δὲ πᾶν τὸ πεδίον ὀρυχθεῖσα συνέβαινεν εἶναι τὸ μῆκος
σταδίων μυρίων. τὰ δ᾿ ἐκ τῶν ὀρῶν καταβαίνοντα ὑπο-
δεχομένη ῥεύματα καὶ περὶ τὸ πεδίον κυκλωθεῖσα, πρὸς τὴν
πόλιν ἔνθεν τε καὶ ἔνθεν ἀφικομένη, ταύτῃ πρὸς θάλατταν
μεθεῖτο ἐκρεῖν. ἄνωθεν δὲ ἀπ᾿ αὐτῆς τὸ πλάτος μάλιστα
ἑκατὸν ποδῶν διώρυχες εὐθεῖαι τετμημέναι κατὰ τὸ πεδίον
πάλιν εἰς τὴν τάφρον τὴν πρὸς θαλάττης ἀφεῖντο, ἑτέρα
δὲ ἀφ᾿ ἑτέρας αὐτῶν σταδίους ἑκατὸν ἀπεῖχεν. ἧ δὴ τήν
τε ἐκ τῶν ὀρῶν ὕλην κατῆγον εἰς τὸ ἄστυ καὶ τἆλλα δὲ
ὡραῖα πλοίοις κατεκομίζοντο, διάπλους ἐκ τῶν διωρύχων
εἰς ἀλλήλας τε πλαγίας καὶ πρὸς τὴν πόλιν τεμόντες. καὶ
δὶς δὴ τοῦ ἐνιαυτοῦ τὴν γῆν ἐκαρποῦντο, χειμῶνος μὲν τοῖς
ἐκ Διὸς ὕδασι χρώμενοι, θέρους δὲ ὅσα γῆ φέρει τὰ ἐκ
τῶν διωρύχων ἐπάγοντες νάματα. πλῆθος δέ, τῶν μὲν
ἐν τῷ πεδίῳ χρησίμων πρὸς πόλεμον ἀνδρῶν ἐτέτακτο τὸν
κλῆρον ἕκαστον παρέχειν ἄνδρα ἡγεμόνα, τὸ δὲ τοῦ κλήρου
μέγεθος εἰς δέκα δεκάκις ἦν στάδια, μυριάδες δὲ συμπάντων
τῶν κλήρων ἦσαν ἕξ. τῶν δ᾿ ἐκ τῶν ὀρῶν καὶ τῆς ἄλλης
χώρας ἀπέραντος μὲν ἀριθμὸς ἀνθρώπων ἐλέγετο, κατὰ
δὲ τόπους καὶ κώμας εἰς τούτους τοὺς κλήρους πρὸς τοὺς
ἡγεμόνας ἅπαντες διενενέμηντο. τὸν οὖν ἡγεμόνα ἦν τε-
ταγμένον εἰς τὸν πόλεμον παρέχειν ἕκτον μὲν ἅρματος
πολεμιστηρίου μόριον εἰς μύρια ἅρματα, ἵππους δὲ δύο καὶ
ἀναβάτας, ἔτι δὲ συνωρίδα χωρὶς δίφρου καταβάτην τε
μικράσπιδα καὶ τὸν ἀμφοῖν μετ᾿ ἐπιβάτην τοῖν ἵπποιν
ἡνίοχον ἔχουσαν, ὁπλίτας δὲ δύο καὶ τοξότας σφενδονήτας
τε ἑκατέρους δύο, γυμνῆτας δὲ λιθοβόλους καὶ ἀκοντιστὰς
τρεῖς ἑκατέρους, ναύτας δὲ τέτταρας εἰς πλήρωμα διακοσίων
καὶ χιλίων νεῶν. τὰ μὲν οὖν πολεμιστήρια οὕτω διετέτακτο
τῆς βασιλικῆς πόλεως, τῶν δὲ ἐννέα ἄλλα ἄλλως, ἃ μακρὸς
ἂν χρόνος εἴη λέγειν.
Τὰ δὲ τῶν ἀρχῶν καὶ τιμῶν ὧδ᾿ εἶχεν ἐξ ἀρχῆς διακο-
σμηθέντα. τῶν δέκα βασιλέων εἷς ἕκαστος ἐν μὲν τῷ καθ᾿
αὑτὸν μέρει κατὰ τὴν αὑτοῦ πόλιν τῶν ἀνδρῶν καὶ τῶν
πλείστων νόμων ἦρχεν, κολάζων καὶ ἀποκτεινὺς ὅντιν᾿
ἐθελήσειεν. ἡ δὲ ἐν ἀλλήλοις ἀρχὴ καὶ κοινωνία κατὰ ἐπι-
στολὰς ἦν τὰς τοῦ Ποσειδῶνος, ὡς ὁ νόμος αὐτοῖς παρέ-
δωκεν καὶ γράμματα ὑπὸ τῶν πρώτων ἐν στήλῃ γεγραμμένα
ὀρειχαλκίνῃ, ἣ κατὰ μέσην τὴν νῆσον ἔκειτ᾿ ἐν ἱερῷ Ποσει-
δῶνος, οἷ δὴ δι᾿ ἐνιαυτοῦ πέμπτου, τοτὲ δὲ ἐναλλὰξ ἕκτου,
συνελέγοντο, τῷ τε ἀρτίῳ καὶ τῷ περιττῷ μέρος ἴσον ἀπο-
νέμοντες, συλλεγόμενοι δὲ περί τε τῶν κοινῶν ἐβουλεύοντο
καὶ ἐξήταζον εἴ τίς τι παραβαίνοι, καὶ ἐδίκαζον. ὅτε δὲ
δικάζειν μέλλοιεν, πίστεις ἀλλήλοις τοιάσδε ἐδίδοσαν πρό-
τερον. ἀφέτων ὄντων ταύρων ἐν τῷ τοῦ Ποσειδῶνος ἱερῷ,
μόνοι γιγνόμενοι δέκα ὄντες, ἐπευξάμενοι τῷ θεῷ τὸ κεχα-
ρισμένον αὐτῷ θῦμα ἑλεῖν, ἄνευ σιδήρου ξύλοις καὶ βρόχοις
ἐθήρευον, ὃν δὲ ἕλοιεν τῶν ταύρων, πρὸς τὴν στήλην προσ-
αγαγόντες κατὰ κορυφὴν αὐτῆς ἔσφαττον κατὰ τῶν γραμ-
μάτων. ἐν δὲ τῇ στήλῃ πρὸς τοῖς νόμοις ὅρκος ἦν μεγάλας
ἀρὰς ἐπευχόμενος τοῖς ἀπειθοῦσιν. ὅτ᾿ οὖν κατὰ τοὺς
αὑτῶν νόμους θύσαντες καθαγίζοιεν πάντα τοῦ ταύρου τὰ
μέλη, κρατῆρα κεράσαντες ὑπὲρ ἑκάστου θρόμβον ἐνέβαλλον
αἵματος, τὸ δ᾿ ἄλλ᾿ εἰς τὸ πῦρ ἔφερον, περικαθήραντες τὴν
στήλην. μετὰ δὲ τοῦτο χρυσαῖς φιάλαις ἐκ τοῦ κρατῆρος
ἀρυτόμενοι, κατὰ τοῦ πυρὸς σπένδοντες ἐπώμνυσαν δικάσειν
τε κατὰ τοὺς ἐν τῇ στήλῃ νόμους καὶ κολάσειν εἴ τίς τι
πρότερον παραβεβηκὼς εἴη, τό τε αὖ μετὰ τοῦτο μηδὲν τῶν
γραμμάτων ἑκόντες παραβήσεσθαι, μηδὲ ἄρξειν μηδὲ ἄρ-
χοντι πείσεσθαι πλὴν κατὰ τοὺς τοῦ πατρὸς ἐπιτάττοντι
νόμους. ταῦτα ἐπευξάμενος ἕκαστος αὐτῶν αὑτῷ καὶ τῷ
ἀφ᾿ αὑτοῦ γένει, πιὼν καὶ ἀναθεὶς τὴν φιάλην εἰς τὸ ἱερὸν
τοῦ θεοῦ, περὶ τὸ δεῖπνον καὶ τἀναγκαῖα διατρίψας, ἐπειδὴ
γίγνοιτο σκότος καὶ τὸ πῦρ ἐψυγμένον τὸ περὶ τὰ θύματα
εἴη, πάντες οὕτως ἐνδύντες ὅτι καλλίστην κυανῆν στολήν,
ἐπὶ τὰ τῶν ὁρκωμοσίων καύματα χαμαὶ καθίζοντες, νύκτωρ,
πᾶν τὸ περὶ τὸ ἱερὸν ἀποσβεννύντες πῦρ, ἐδικάζοντό τε
καὶ ἐδίκαζον εἴ τίς τι παραβαίνειν αὐτῶν αἰτιῷτό τινα.
δικάσαντες δέ, τὰ δικασθέντα, ἐπειδὴ φῶς γένοιτο, ἐν χρυσῷ
πίνακι γράψαντες μετὰ τῶν στολῶν μνημεῖα ἀνετίθεσαν.
νόμοι δὲ πολλοὶ μὲν ἄλλοι περὶ τὰ γέρα τῶν βασιλέων
ἑκάστων ἦσαν ἴδιοι, τὰ δὲ μέγιστα, μήτε ποτὲ ὅπλα ἐπ᾿
ἀλλήλους οἴσειν βοηθήσειν τε πάντας, ἄν πού τις αὐτῶν
ἔν τινι πόλει τὸ βασιλικὸν καταλύειν ἐπιχειρῇ γένος, κοινῇ
δέ, καθάπερ οἱ πρόσθεν, βουλευόμενοι τὰ δόξαντα περὶ
πολέμου καὶ τῶν ἄλλων πράξεων, ἡγεμονίαν ἀποδιδόντες
τῷ Ἀτλαντικῷ γένει. θανάτου δὲ τὸν βασιλέα τῶν συγ-
γενῶν μηδενὸς εἶναι κύριον, ὃν ἂν μὴ τῶν δέκα τοῖς ὑπὲρ
ἥμισυ δοκῇ.
Ταύτην δὴ τοσαύτην καὶ τοιαύτην δύναμιν ἐν ἐκείνοις
τότε οὖσαν τοῖς τόποις ὁ θεὸς ἐπὶ τούσδε αὖ τοὺς τόπους
συντάξας ἐκόμισεν ἔκ τινος τοιᾶσδε, ὡς λόγος, προφάσεως.
ἐπὶ πολλὰς μὲν γενεάς, μέχριπερ ἡ τοῦ θεοῦ φύσις αὐτοῖς
ἐξήρκει, κατήκοοί τε ἦσαν τῶν νόμων καὶ πρὸς τὸ συγγενὲς
θεῖον φιλοφρόνως εἶχον. τὰ γὰρ φρονήματα ἀληθινὰ καὶ
πάντῃ μεγάλα ἐκέκτηντο, πρᾳότητι μετὰ φρονήσεως πρός
τε τὰς ἀεὶ συμβαινούσας τύχας καὶ πρὸς ἀλλήλους χρώ-
μενοι, διὸ πλὴν ἀρετῆς πάντα ὑπερορῶντες μικρὰ ἡγοῦντο
τὰ παρόντα καὶ ῥᾳδίως ἔφερον οἷον ἄχθος τὸν τοῦ χρυσοῦ
τε καὶ τῶν ἄλλων κτημάτων ὄγκον, ἀλλ᾿ οὐ μεθύοντες ὑπὸ
τρυφῆς διὰ πλοῦτον ἀκράτορες αὑτῶν ὄντες ἐσφάλλοντο,
νήφοντες δὲ ὀξὺ καθεώρων ὅτι καὶ ταῦτα πάντα ἐκ φιλίας
τῆς κοινῆς μετ᾿ ἀρετῆς αὐξάνεται, τῇ δὲ τούτων σπουδῇ καὶ
τιμῇ φθίνει ταῦτά τε αὐτὰ κἀκείνη συναπόλλυται τούτοις.
ἐκ δὴ λογισμοῦ τε τοιούτου καὶ φύσεως θείας παραμενούσης
πάντ᾿ αὐτοῖς ηὐξήθη ἃ πρὶν διήλθομεν. ἐπεὶ δ᾿ ἡ τοῦ θεοῦ
μὲν μοῖρα ἐξίτηλος ἐγίγνετο ἐν αὐτοῖς πολλῷ τῷ θνητῷ καὶ
πολλάκις ἀνακεραννυμένη, τὸ δὲ ἀνθρώπινον ἦθος ἐπεκράτει,
τότε ἤδη τὰ παρόντα φέρειν ἀδυνατοῦντες ἠσχημόνουν, καὶ
τῷ δυναμένῳ μὲν ὁρᾶν αἰσχροὶ κατεφαίνοντο, τὰ κάλλιστα
ἀπὸ τῶν τιμιωτάτων ἀπολλύντες, τοῖς δὲ ἀδυνατοῦσιν
ἀληθινὸν πρὸς εὐδαιμονίαν βίον ὁρᾶν τότε δὴ μάλιστα
πάγκαλοι μακάριοί τε ἐδοξάζοντο εἶναι, πλεονεξίας ἀδίκου
καὶ δυνάμεως ἐμπιμπλάμενοι. θεὸς δὲ ὁ θεῶν Ζεὺς ἐν
νόμοις βασιλεύων, ἅτε δυνάμενος καθορᾶν τὰ τοιαῦτα,
ἐννοήσας γένος ἐπιεικὲς ἀθλίως διατιθέμενον, δίκην αὐτοῖς
ἐπιθεῖναι βουληθείς, ἵνα γένοιντο ἐμμελέστεροι σωφρονι-
σθέντες, συνήγειρεν θεοὺς πάντας εἰς τὴν τιμιωτάτην αὐτῶν
οἴκησιν, ἣ δὴ κατὰ μέσον παντὸς τοῦ κόσμου βεβηκυῖα
καθορᾷ πάντα ὅσα γενέσεως μετείληφεν, καὶ συναγείρας
εἶπεν_
Πηγή1 / Πηγή2 / Πηγή3