Ως κυριότερη και πιο θεμελιώδη αρετή, λοιπόν, ο Επικούρειος ορίζει τη Φρόνηση (που αποδίδεται επίσης και ως «σοφία» ή «σωφροσύνη»). Το να ζεις σοφά, κατά τα επικούρεια πρότυπα, σημαίνει να προσγειώνεις πάνω στο δύσκολο έδαφος της καθημερινής σου ύπαρξης την πλατειά γνώση της πραγματικότητας (γνώση, για την κατάκτηση της οποίας, προϋπόθεση είναι η χρήση των κριτηρίων της αλήθειας ή, αλλιώς, του επικούρειου Κανόνα.
Αυτή η γνώση είναι που θα μας επιτρέψει ν’ ανακαλύψουμε τους περιορισμούς της φύσης αλλά και του εαυτού μας, κι έτσι να ορίσουμε το πλαίσιο για τη σοφή λήψη αποφάσεων – δηλαδή για τη διαδικασία μετατροπής της διορατικότητας σε προνοητικότητα.
Πώς πραγματώνεται η σοφή διαβίωση στο επίπεδο της καθημερινότητάς μας; Η έμπρακτη άσκησή της χαρακτηρίζεται από μια σειρά αλληλοσυνδεόμενες στάσεις: επιμένουμε να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στα γεγονότα και στις γνώμες είμαστε πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσουμε τα δεδομένα της πραγματικότητας, ακόμη κι αν αρχικά μας ενοχλούν, αντί να τα αρνούμαστε ή να αντιμαχόμαστε την ύπαρξή τους συνεχώς κατά περιόδους αξιολογούμε τη συναισθηματική μας ζωντάνια , διακρίνοντας την όποια κυρίαρχη ροπή μας για το καλύτερο ή το χειρότερο.
Θεωρούμε πολύ σημαντικό το να θυμούμαστε την αντιστοιχία ανάμεσα στις κάθε λογής πράξεις μας και στα αποτελέσματα που επιφέρουν’ αναγνωρίζουμε την αποτελεσματικότητα που έχει η δύναμη της ελεύθερης βούλησης, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουμε και τα όρια της κάθε δύναμης, είτε αυτό μας ευνοεί είτε όχι δίνουμε στην παρούσα κατάστασή μας την προσοχή που της αξίζει’ εστιαζόμαστε στα θέματα όπου μπορούμε να παίξουμε κεντρικό ρόλο, χωρίς να μας πιάνει εμμονή με θέματα που βρίσκονται πέρα από τη δυνατότητά μας να τα ελέγξουμε.
Δίνουμε προτεραιότητα στην εκπλήρωση επιθυμιών που είναι όντως αναγκαίες για την ευδαιμονία μας, έναντι εκείνων που δεν είναι αναγκαίες’ αρνούμαστε να επιβαρυνθούμε με τις ακατάπαυστες και αντιφατικές επιθυμίες που επιβάλλει η κυρίαρχη κουλτούρα’ αναλογιζόμαστε με ευγνωμοσύνη τις ηδονές που ζήσαμε στο παρελθόν, κι αντλούμε απ’ αυτές παρηγοριά και ψυχική αντοχή προσβλέπουμε στο μέλλον χωρίς να θυσιάζουμε το παρόν για χάρη του μέλλοντος — ούτε το αντίστροφο.
Τα παραπάνω θα παραμένουν κενό γράμμα, αν δεν έχουμε κατακτήσει την δεύτερη θεμελιώδη αρετή, την Εγκράτεια -δηλαδή την εξουσία της φρόνησις μας πάνω στα πάθη μας:
Δεν είναι επιθυμητή αυτή καθαυτή η Εγκράτεια’ αλλά την ενστερνιζόμαστε διότι προσφέρει ψυχική ηρεμία και κατευνάζει τις καρδιές με ένα αίσθημα αρμονίας. Γιατί δεν αρκεί απλώς να κρίνουμε τι είναι σωστό να κάνουμε και τι όχι’ χρειάζεται και να εμμείνουμε στην κρίση μας.
Όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν αντοχή’ κι οι αποφάσεις τους χάνουν τη δύναμή τους κι υποχωρούν, ευθύς μόλις εμφανιστούν μπρος στα μάτια τους οι όμορφες όψεις των ηδονών, και παραδίνονται αιχμάλωτοι στα πάθη τους μη μπορώντας να προβλέψουν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα.
Για χάρη μιας μικρής και μη αναγκαίας ηδονής —που θα μπορούσαν είτε να την εξασφαλίσουν με άλλο τρόπο είτε να την απαρνηθούν ολωσδιόλου χωρίς κανένα πόνο—, θα πάθουν μια σοβαρή αρρώστια ή θα χάσουν την περιουσία τους ή θα εξευτελιστούν, και δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου κινδυνεύουν να υποστούν τιμωρίες που επιβάλλουν οι νόμοι και τα δικαστήρια.
Από την άλλη μεριά, όσοι είναι αποφασισμένοι να χαίρονται τις ηδονές στον βαθμό που μπορούν ν’ αποφεύγουν όλες τις επώδυνες συνέπειές τους, και διατηρούν την ικανότητα να κρίνουν και δεν παρασύρονται σε μια πορεία που και οι ίδιοι τη θεωρούν λανθασμένη, αυτοί δρέπουν την υψηλότερη ηδονή απέχοντας από τις ηδονές. Και με τον ίδιο τρόπο, συχνά υπομένουν τον πόνο με τη θέλησή τους, ώστε να μην εκτεθούν σε χειρότερους πόνους αν δεν το κάνουν.
Αυτό αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι η Παραλυσία δεν είναι από μόνη της ανεπιθύμητη, ακριβώς όπως η Εγκράτεια είναι επιθυμητή όχι επειδή αποκηρύσσει τις ηδονές αλλά γιατί εξασφαλίζει μεγαλύτερες ηδονές.
Βιβλογραφία:
Λούκιος Τορκουάτος, στο Defitnibus του Κικέρωνα
Eric Anderson – Ο Επίκουρος στον 21ο αιώνα. Εκδόσεις Θύραθεν
Πηγή
Αυτή η γνώση είναι που θα μας επιτρέψει ν’ ανακαλύψουμε τους περιορισμούς της φύσης αλλά και του εαυτού μας, κι έτσι να ορίσουμε το πλαίσιο για τη σοφή λήψη αποφάσεων – δηλαδή για τη διαδικασία μετατροπής της διορατικότητας σε προνοητικότητα.
Πώς πραγματώνεται η σοφή διαβίωση στο επίπεδο της καθημερινότητάς μας; Η έμπρακτη άσκησή της χαρακτηρίζεται από μια σειρά αλληλοσυνδεόμενες στάσεις: επιμένουμε να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στα γεγονότα και στις γνώμες είμαστε πρόθυμοι ν’ αντιμετωπίσουμε τα δεδομένα της πραγματικότητας, ακόμη κι αν αρχικά μας ενοχλούν, αντί να τα αρνούμαστε ή να αντιμαχόμαστε την ύπαρξή τους συνεχώς κατά περιόδους αξιολογούμε τη συναισθηματική μας ζωντάνια , διακρίνοντας την όποια κυρίαρχη ροπή μας για το καλύτερο ή το χειρότερο.
Θεωρούμε πολύ σημαντικό το να θυμούμαστε την αντιστοιχία ανάμεσα στις κάθε λογής πράξεις μας και στα αποτελέσματα που επιφέρουν’ αναγνωρίζουμε την αποτελεσματικότητα που έχει η δύναμη της ελεύθερης βούλησης, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουμε και τα όρια της κάθε δύναμης, είτε αυτό μας ευνοεί είτε όχι δίνουμε στην παρούσα κατάστασή μας την προσοχή που της αξίζει’ εστιαζόμαστε στα θέματα όπου μπορούμε να παίξουμε κεντρικό ρόλο, χωρίς να μας πιάνει εμμονή με θέματα που βρίσκονται πέρα από τη δυνατότητά μας να τα ελέγξουμε.
Δίνουμε προτεραιότητα στην εκπλήρωση επιθυμιών που είναι όντως αναγκαίες για την ευδαιμονία μας, έναντι εκείνων που δεν είναι αναγκαίες’ αρνούμαστε να επιβαρυνθούμε με τις ακατάπαυστες και αντιφατικές επιθυμίες που επιβάλλει η κυρίαρχη κουλτούρα’ αναλογιζόμαστε με ευγνωμοσύνη τις ηδονές που ζήσαμε στο παρελθόν, κι αντλούμε απ’ αυτές παρηγοριά και ψυχική αντοχή προσβλέπουμε στο μέλλον χωρίς να θυσιάζουμε το παρόν για χάρη του μέλλοντος — ούτε το αντίστροφο.
Τα παραπάνω θα παραμένουν κενό γράμμα, αν δεν έχουμε κατακτήσει την δεύτερη θεμελιώδη αρετή, την Εγκράτεια -δηλαδή την εξουσία της φρόνησις μας πάνω στα πάθη μας:
Δεν είναι επιθυμητή αυτή καθαυτή η Εγκράτεια’ αλλά την ενστερνιζόμαστε διότι προσφέρει ψυχική ηρεμία και κατευνάζει τις καρδιές με ένα αίσθημα αρμονίας. Γιατί δεν αρκεί απλώς να κρίνουμε τι είναι σωστό να κάνουμε και τι όχι’ χρειάζεται και να εμμείνουμε στην κρίση μας.
Όμως οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν αντοχή’ κι οι αποφάσεις τους χάνουν τη δύναμή τους κι υποχωρούν, ευθύς μόλις εμφανιστούν μπρος στα μάτια τους οι όμορφες όψεις των ηδονών, και παραδίνονται αιχμάλωτοι στα πάθη τους μη μπορώντας να προβλέψουν το αναπόφευκτο αποτέλεσμα.
Για χάρη μιας μικρής και μη αναγκαίας ηδονής —που θα μπορούσαν είτε να την εξασφαλίσουν με άλλο τρόπο είτε να την απαρνηθούν ολωσδιόλου χωρίς κανένα πόνο—, θα πάθουν μια σοβαρή αρρώστια ή θα χάσουν την περιουσία τους ή θα εξευτελιστούν, και δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις όπου κινδυνεύουν να υποστούν τιμωρίες που επιβάλλουν οι νόμοι και τα δικαστήρια.
Από την άλλη μεριά, όσοι είναι αποφασισμένοι να χαίρονται τις ηδονές στον βαθμό που μπορούν ν’ αποφεύγουν όλες τις επώδυνες συνέπειές τους, και διατηρούν την ικανότητα να κρίνουν και δεν παρασύρονται σε μια πορεία που και οι ίδιοι τη θεωρούν λανθασμένη, αυτοί δρέπουν την υψηλότερη ηδονή απέχοντας από τις ηδονές. Και με τον ίδιο τρόπο, συχνά υπομένουν τον πόνο με τη θέλησή τους, ώστε να μην εκτεθούν σε χειρότερους πόνους αν δεν το κάνουν.
Αυτό αποδεικνύει ξεκάθαρα ότι η Παραλυσία δεν είναι από μόνη της ανεπιθύμητη, ακριβώς όπως η Εγκράτεια είναι επιθυμητή όχι επειδή αποκηρύσσει τις ηδονές αλλά γιατί εξασφαλίζει μεγαλύτερες ηδονές.
Βιβλογραφία:
Λούκιος Τορκουάτος, στο Defitnibus του Κικέρωνα
Eric Anderson – Ο Επίκουρος στον 21ο αιώνα. Εκδόσεις Θύραθεν
Πηγή