Προς τον Φίλιππο, επιστολή πρώτη
Γνωρίζω ότι όλοι συνηθίζουν να χρωστούν μεγαλύτερη χάρη σε όσους τους επαινούν, παρά σε όσους τους συμβουλεύουν, ιδιαίτερα όταν κάποιος το επιχειρεί χωρίς να του ζητήσουν να το κάνει. Εγώ, αν δεν συνέβαινε να σου είχα απευθύνει και παλαιότερα παραινέσεις69 με πολύ ευνοϊκή διάθεση, οι οποίες θεωρούσα ότι θα σε ωθούσαν να πράξεις αυτά που έπρεπε, ίσως να μην επιχειρούσα τώρα ν’ αποφανθώ γιά όσα σου συνέβησαν70. Επειδή, όμως, είχα την διάθεση να φροντίσω γιά τα ζητήματά σου, και γιά χάρη τής δικής μου πόλης και γιά χάρη των άλλων Ελλήνων, θα ντρεπόμουν αν παρουσιαζόμουν να σε συμβουλεύω γιά τα λιγότερο αναγκαία, χωρίς να κάνω κανέναν λόγο γιά τα περισσότερο κατεπείγοντα, γνωρίζοντας ότι οι πρώτες παραινέσεις αφορούσαν την δόξα σου, ενώ οι επόμενες αφορούν την σωτηρία σου, την οποία φαίνεται ότι παραμελείς, όπως λένε όλοι όσοι άκουσαν δυσάρεστες ειδήσεις γιά σένα71.
Κανείς δεν υπάρχει72 που να μην σε κατηγορεί ότι διακινδυνεύεις περισσότερο απ’ όσο ταιριάζει σε βασιλιά και ότι σ’ ενδιαφέρουν περισσότερο οι έπαινοι γιά την ανδρεία σου, παρά το σύνολο των ενασχολήσεών σου. Παρόμοια ντροπιαστικό, όμως, είναι να μην διαφέρεις από τους άλλους, όταν σε περικυκλώνουν οι πολέμιοι και όταν ρίχνεσαι – χωρίς να υπάρχει καμμία ανάγκη – σε τέτοιου είδους αγώνες, στους οποίους δεν θα κατορθώσεις τίποτε σημαντικό αν πράξεις τα μέγιστα, αλλά θα συμπαρασύρεις στην καταστροφή όλη την υπάρχουσα ευδαιμονία73 αν τελευτήσεις τον βίο σου. Δεν πρέπει να εκλαμβάνεις ως ωραίους όλους τους θανάτους που συμβαίνουν στους πολέμους, αλλά να θεωρείς αξιέπαινους τους θανάτους γιά χάρη τής πατρίδας, των γονέων και των παιδιών, ενώ τους θανάτους, που βλάπτουν όλα τούτα και καταρρυπαίνουν τα παλαιότερα κατορθώματα, να τους θεωρείς ντροπιαστικούς και να τους αποφεύγεις ως αιτία μεγάλης ατίμωσης.
Νομίζω ότι σε συμφέρει να μιμηθείς τον τρόπο με τον οποίον οι πόλεις διοικούν τα πολεμικά ζητήματα, επειδή όλες, όταν στέλνουν τον στρατό τους σε πόλεμο, συνηθίζουν να καθιστούν ασφαλή την κεντρική εξουσία και όσους την συμβουλεύουν γιά τα τρέχοντα ζητήματα74, γι’ αυτό και συμβαίνει να μην αναιρείται η δύναμή τους όταν επέλθει μιά ατυχία, αλλά να δύνανται να υποφέρουν πολλές συμφορές και, μετά από αυτές, ν’ αναλαμβάνουν δυνάμεις, κάτι στο οποίο πρέπει κ’ εσύ ν’ αποσκοπείς και να μην εκλαμβάνεις ως μέγιστο αγαθό κανένα άλλο, παρά την σωτηρία σου75, ώστε να εκμεταλλεύεσαι αποτελεσματικά τις νίκες που σου προκύπτουν, και να δύνασαι να επανορθώνεις στις ατυχίες που επέρχονται.
Μπορείς να δεις και στους Λακεδαιμόνιους πόσο πολύ επιμελούνται την σωτηρία των βασιλιάδων τους, καθιστώντας φύλακες αυτών τους πιό ένδοξους πολίτες76, οι οποίοι θεωρούν μεγαλύτερη ντροπή ν’ αφήσουν εκείνους να σκοτωθούν, παρά να ρίξουν τις ασπίδες τους. Αλλά δεν έχεις ξεχάσει, βέβαια, και όσα συνέβησαν στον Ξέρξη, που θέλησε να υποδουλώσει τους Έλληνες77, και στον Κύρο, που αμφισβήτησε τον βασιλιά78. Ο πρώτος, λοιπόν, αν και περιέπεσε σε τόσο μεγάλες ήττες και συμφορές, που τέτοιες κανείς δεν είδε να συμβαίνουν σε άλλους, επειδή φρόντιζε γιά την ζωή του79, διατήρησε την βασιλεία του και την παρέδωσε στα παιδιά του, διοικώντας με τέτοιον τρόπο την Ασία, ώστε αυτή να μην είναι λιγότερο φοβερή γιά τους Έλληνες, απ’ όσο ήταν πρωτύτερα. Ο Κύρος, όμως, που νίκησε όλες τις δυνάμεις τού βασιλιά και επικράτησε, εξαιτίας τής απερισκεψίας του όχι μόνον τον εαυτό του αποστέρησε από τόσο μεγάλη εξουσία, αλλά εξώθησε στις έσχατες συμφορές και όσους τον ακολούθησαν.
Θα μπορούσα να σου πω γιά πάρα πολλούς ανθρώπους, οι οποίοι έγιναν ηγεμόνες μεγάλων στρατευμάτων αλλά, εξαιτίας τού πρόωρου θανάτου τους, έγιναν υπαίτιοι γιά πολλές μυριάδες θανάτων. Αυτά πρέπει να θυμάσαι και να μην προτιμάς εκείνη την ανδρεία, η οποία γεννιέται από την αλόγιστη ανοησία και την άκαιρη φιλοτιμία, ούτε – ενώ υπάρχουν πολλοί ιδιαίτεροι κίνδυνοι γιά τις μοναρχίες80 – να βρίσκεις γιά τον εαυτό σου και άλλους, άδοξους και στρατιωτικούς, ούτε να συναγωνίζεσαι όσους θέλουν ν’ απαλλαγούν από την δυστυχία τού βίου τους81 ή επιλέγουν αλόγιστα τους κινδύνους γιά να λάβουν μεγαλύτερο μισθό82, ούτε να επιθυμείς τέτοια δόξα, σαν αυτή που αποκτούν πολλοί Έλληνες και βάρβαροι, αλλά εκείνη την μεγάλη δόξα, την οποία μόνος εσύ θα μπορούσες ν’ αποκτήσεις μεταξύ όσων ανθρώπων σήμερα υπάρχουν, ούτε ν’ αγαπάς πολύ αυτές τις αρετές, στις οποίες συμμετέχουν και οι φαύλοι83, αλλά εκείνες, τις οποίες κανείς πονηρός δεν θ’ αποκτούσε, ούτε να διεξάγεις άδοξους και δύσκολους πολέμους, αφού μπορείς να διεξάγεις έντιμους και εύκολους, ούτε πολέμους που θα επιφέρουν λύπες και στενοχώριες στους πιό οικείους σου ανθρώπους, ενώ θα δώσουν μεγάλες ελπίδες στους εχθρούς σου, σαν και τούτες που τώρα τους έδωσες, αλλά στους βάρβαρους, τους οποίους τώρα πολεμάς, να επικρατήσεις σε τέτοιο σημείο, όσο είναι αρκετό γιά να εξασφαλίσεις την δική σου χώρα84, επιχειρώντας να καταλύσεις την δύναμη τού βασιλιά που τώρα προσαγορεύεται «μέγας85», ώστε να κάνεις μεγαλύτερη την δική σου δόξα και να υποδείξεις στους Έλληνες ποιόν πρέπει να πολεμούν86.
Θα προτιμούσα να σου είχα στείλει αυτή την επιστολή πολύ πριν από την εκστρατεία σου ώστε, αν σε έπειθα, να μην είχες περιπέσει σε τέτοιον κίνδυνο, ενώ αν δεν σε έπειθα, να μην φαινόμουν ότι σε συμβουλεύω γιά τα ίδια, όσα ήδη όλοι έχουν μάθει εξαιτίας τού παθήματός σου, αφού το συμβάν θα μαρτυρούσε ότι οι λόγοι, που θα σου είχα απευθύνει γι’ αυτά τα θέματα, είναι σωστοί. Αν και πολλά έχω
να σου πω, λόγω τής φύσης τού διαπραγματευόμενου ζητήματος, θα σταματήσω εδώ, επειδή νομίζω ότι κ’ εσύ και οι σπουδαιότεροι εταίροι87 σου εύκολα θα προσθέτατε όσα θέλατε σ’ αυτά που είπα. Επιπλέον φοβάμαι την ακαταλληλότητα τής χρονικής στιγμής, επειδή και τώρα, προχωρώντας σιγά-σιγά, παρασύρθηκα, εξοκέλλοντας ως προς το μέτρο και δίνοντας διαστάσεις λόγου σε μία επιστολή.
Παρ’ όλ’ αυτά, καίτοι έτσι έχουν τα πράγματα, δεν θα παραλείψω τα ζητήματα τής πόλης μου88, αλλά θ’ αποπειραθώ να σε παρακαλέσω να διατηρήσεις την οικειότητα και τις σχέσεις σου μ’ αυτήν. Πιστεύω ότι είναι πολλοί εκείνοι που σου στέλνουν αναφορές89 και σου λένε όχι μόνον τα πλέον δυσάρεστα απ’ όσα εδώ λέγονται γιά σένα, αλλά προσθέτουν και τα δικά τους90, στα οποία δεν ταιριάζει να δίνεις προσοχή, γιατί θα ήταν ατόπημά σου αν έψεγες τον δικό μας λαό γιά το ότι εύκολα πείθεται από τους διαβολείς, ενώ εσύ θα φαινόσουν να πιστεύεις όσους κατέχουν την τέχνη τής διαβολής και να μην αναγνωρίζεις ότι, όσο περισσότερο σού παρουσιάζουν την πόλη μας να παρασύρεται από τους τυχόντες δημαγωγούς91, τόσο περισσότερο συμφέρουσα σού την αναδεικνύουν αφού, αν αυτοί που είναι τέτοιοι,
ώστε τίποτε αγαθό να μην πράττουν, μέσω των λόγων τους καταφέρνουν οτιδήποτε θελήσουν, σ’ εσένα, που δύνασαι πολύ να ευεργετήσεις με τα έργα σου92, αληθινά ταιριάζει να μην αποτύχεις σε οτιδήποτε προέρχεται από εμάς93.
Νομίζω, λοιπόν, ότι προς αυτούς που με πικρά λόγια κατηγορούν την πόλη μας, πρέπει ν’ αντιτάξεις εκείνους που λένε ότι έτσι έχουν τα γεγονότα και που αποφαίνονται ότι η πόλη μας δεν προέβη ούτε σε μεγάλες ούτε σε μικρές αδικίες. Εγώ, όμως, τίποτε τέτοιο δεν θα έλεγα, επειδή θα ντρεπόμουν να τολμούσα να έλεγα ότι ποτέ η πόλη μας δεν διέπραξε κανένα πλημμέλημα, εφόσον υπάρχουν άνθρωποι που δεν θεωρούν αναμάρτητους ούτε τους ίδιους τους Θεούς94. Ωστόσο, γιά την πόλη μας έχω να πω τ’ ακόλουθα: ότι δεν θα βρεις ούτε γιά τα ελληνικά ούτε γιά τα προσωπικά συμφέροντά σου πόλη πιό χρήσιμη από αυτή. Σ’ αυτά, λοιπόν, συγκέντρωσε την μεγαλύτερη προσοχή τού νου σου, γιατί η πόλη μας θα σου γίνει αιτία πολλών αγαθών, όχι μόνον ως συναγωνίστριά σου, αλλά και μόνον με το να φαίνεται ότι είναι φιλική απέναντί σου, επειδή σ’ αυτούς, που τώρα βρίσκονται υπό την εξουσία σου, θα επικρατήσεις ευκολότερα, αν δεν ξέρουν πού να στραφούν γιά βοήθεια95, ενώ από τους βαρβάρους, όσους θελήσεις, ταχύτερα θα καταστρέψεις.
Μήπως, λοιπόν, δεν χρειάζεται να ορέγεσαι πρόθυμα μιά τέτοια εύνοια, μέσω τής οποίας και την υπάρχουσα εξουσία ασφαλώς θα διατηρήσεις, αλλά και πολλή άλλη χωρίς κίνδυνο θ’ αποκτήσεις; Έκπληκτος βλέπω αυτούς, που έχουν δύναμη, να καταβάλλουν τους μισθούς των ξενιτευομένων στρατευμάτων και να δαπανούν πολλά χρήματα, γνωρίζοντας ότι αυτά τα στρατεύματα περισσότερους ζημίωσαν, παρά έσωσαν, από αυτούς που τα εμπιστεύθηκαν, ενώ δεν αποπειρώνται να φροντίσουν την πόλη μας, που έχει αποκτήσει τόσο μεγάλη δύναμη και που ήδη έχει σώσει πολλές φορές καθεμιά από τις άλλες πόλεις, αλλά και ολόκληρη την Ελλάδα96. Θυμήσου ότι σε πολλούς φάνηκε σωστή η απόφασή σου ν’ αντιμετωπίσεις με δικαιοσύνη τους Θεσσαλούς97 – άνδρες όχι ευμεταχείριστους, αλλά γενναιόψυχους και επαναστατικούς – και σύμφωνα με τα συμφέροντά τους. Χρειάζεται, λοιπόν, ν’ αποπειραθείς να φερθείς παρόμοια και σ’ εμάς, γνωρίζοντας ότι ενώ οι Θεσσαλοί συνορεύουν μαζί σου ως προς την χώρα, εμείς τυχαίνει να συνορεύουμε μαζί σου ως προς την δύναμη98, την οποία ζήτα να προσελκύσεις με κάθε τρόπο, επειδή είναι πολύ καλλίτερο να κατακτάς την εύνοια, παρά τα τείχη των πόλεων, αφού αυτό το τελευταίο όχι μόνον επισύρει φθόνο99, αλλά είναι και έργο που αποδίδεται στα στρατεύματα, ενώ αν μπορέσεις ν’ αποκτήσεις την οικειότητα και την εύνοια, όλοι θα επαινέσουν την δική σου διάνοια100.
Δίκαια θα εμπιστευόσουν όσα σου είπα γιά την πόλη μας, επειδή θα φανεί ότι δεν είμαι συνηθισμένος ούτε να την κολακεύω στους λόγους μου, αλλά να την επιτιμώ περισσότερο απ’ όλους, ούτε να επιδοκιμάζομαι από τους πολλούς και απ’ όσους κρίνουν αλόγιστα, αλλά να αγνοούμαι και να φθονούμαι απ’ αυτούς, όπως ακριβώς κ’ εσύ101. Ωστόσο, διαφέρουμε μεταξύ μας: σ’ εσένα φέρονται έτσι λόγω τής δύναμης και τής ευδαιμονίας σου, ενώ σ’ εμένα φέρονται έτσι γιατί προσπαθώ να σκέφτομαι καλλίτερα απ’ τους ίδιους και γιατί βλέπουν ότι οι περισσότεροι θέλουν να συνομιλήσουν μαζί μου102, παρά μαζί τους. Θα επιθυμούσα να ήταν και γιά τους δυό μας ομοίως εύκολο να ξεφύγουμε από την γνώμη που αυτοί103 έχουν γιά εμάς. Τώρα, βέβαια, γιά σένα δεν θα είναι δύσκολο να την εξαλείψεις, αν το θελήσεις, ενώ εγώ πρέπει να την υπομείνω κατ’ ανάγκη και λόγω γήρατος και γι’ άλλους πολλούς λόγους104. Δεν νομίζω να πρέπει να πω κάτι επιπλέον, εκτός από το ότι είναι καλό να εναποθέσεις την υπάρχουσα βασιλεία και την ευδαιμονία σας105 στην εύνοια των Ελλήνων.
Προς τον Φίλιππο, επιστολή δεύτερη
Πολλοί, λοιπόν, με ρωτούν αν εγώ σε παρακίνησα να κάνεις την εκστρατεία εναντίον των βαρβάρων ή αν εσύ το σκέφτηκες κ’ εγώ συμφώνησα, αλλά εγώ αποκρίνομαι ότι δεν γνωρίζω την σαφή απάντηση, επειδή δεν σε συνάντησα πρωτύτερα, καίτοι νομίζω ότι εσύ είχες αποφασίσει γι’ αυτά κ’ εγώ συνυποστήριξα τις επιθυμίες σου114. Αυτά ακούγοντας, όλοι115 με παρακαλούσαν να σε παρακινήσω και να σε προτρέψω να επιμείνεις σ’ αυτά που έχεις αποφασίσει, αφού ουδέποτε θα γίνονταν ούτε καλύτερα ούτε ωφελιμότερα έργα γιά τους Έλληνες, ούτε θα παρουσιαζόταν καταλληλότερη ευκαιρία.
Αν, λοιπόν, είχα την ίδια με παλαιότερα δύναμη και αν δεν ήμουν εντελώς εξασθενημένος116, δεν θα σου μιλούσα μέσω επιστολής, αλλά θα ήμουν ο ίδιος παρών γιά να σε παροτρύνω και να σε παρακαλέσω να πράξεις αυτά. Τώρα, όμως, όσο δύναμαι σε προτρέπω να μην τα παραμελήσεις πριν τα περατώσεις. Δεν είναι, βέβαια, καλό να είναι κάποιος άπληστος και γιά άλλα πράγματα, επειδή μεταξύ των πολλών ευδοκιμούν οι μετριοπαθείς117, αλλά το να επιθυμεί κάποιος μεγάλη και ωραία δόξα και ουδέποτε να ικανοποιείται πλήρως, ταιριάζει σ’ όσους πολύ υπερέχουν έναντι των άλλων, όπως ακριβώς συμβαίνει μ’ εσένα. Σκέψου, λοιπόν, ότι τότε θ’ αποκτήσεις ανυπέρβλητη και αντάξια των πεπραγμένων σου δόξα, όταν αναγκάσεις τους βάρβαρους – εκτός από εκείνους που θ’ αγωνιστούν μαζί σου118 – να ειλωτεύουν119 στους Έλληνες, και όταν κάνεις τον βασιλιά, που τώρα προσαγορεύεται «μέγας120», να πράττει οτιδήποτε εσύ τού προστάζεις121. Τίποτε άλλο, λοιπόν, δεν θ’ απομένει ακόμη, παρά να γίνεις θεός122.
Η περάτωση αυτών των πραγμάτων από το σημείο που βρίσκεσαι τώρα είναι πολύ ευκολότερη απ’ όσο ήταν η άνοδός σου από την βασιλεία – που εξ αρχής σας ανήκε123 – προς την δύναμη και την δόξα που έχεις τώρα. Μόνον αυτή την χάρη χρωστώ στα γηρατειά124 μου: ότι ο βίος μου έφτασε σ’ αυτό το σημείο ώστε από εκείνα, που όντας νέος σκεφτόμουν κ’ επιχείρησα να γράψω και στον Πανηγυρικό λόγο125 και στον λόγο126 που σου έστειλα, κάποια παρατηρώ τώρα ήδη να πραγματοποιούνται μέσω των πράξεών σου, και κάποια άλλα ελπίζω ότι θα πραγματοποιηθούν.
Εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια και παραρτήματα:
Αθανάσιος Α. Τσακνάκης Φιλόλογος – Θεολόγος Ξάνθη 2012
Αρχαίο Κείμενο "ΙΣΟΚΡΑΤΗΣ, ΦΙΛΙΠΠΟΣ"
----------------------------------------------
69 Πρόκειται γιά τις επανειλημμένες προτροπές-συμβουλές τού Ισοκράτη προς τον Φίλιππο, σχετικά με την επείγουσα ανάγκη συνένωσης όλων των ελληνικών πόλεων και οργάνωσης πανελλήνιας εκστρατείας εναντίον των Περσών.
70 Ο Φίλιππος τραυματίστηκε στην διάρκεια τής εκστρατείας του εναντίον τού βασιλιά Πλευράτου των Ιλλυριών, την άνοιξη τού 344 π.Χ. Στην ίδια μάχη τραυματίστηκαν και εκατόν πενήντα ιππείς, οι οποίοι αποτελούσαν την βασιλική σωματοφυλακή.
71 Υπονοείται ο πρόσφατος τραυματισμός τού Φιλίππου (βλέπε παραπάνω).
72 Η υπερβολή είναι εμφανέστατη. Είναι βέβαιο ότι ο τραυματισμός τού Φιλίππου – καθώς και οι έντονες φήμες ότι είχε σκοτωθεί – είχαν χαροποιήσει πολύ όσους δεν επιθυμούσαν την συνένωση όλων των Ελλήνων κάτω από το μακεδονικό στέμμα, αλλά προτιμούσαν την ανεξαρτησία των πόλεων-κρατών τής Ελλάδας. Μεταξύ αυτών υπήρχαν και αρκετοί επιφανείς Έλληνες πολιτικοί και στρατιωτικοί ηγέτες.
73 Ως «υπάρχουσα ευδαιμονία» θα πρέπει να εννοήσουμε τις επιτυχημένες απόπειρες (ειρηνικές ή βίαιες) συνένωσης των ελληνικών πόλεων υπό την ηγεσία τού Φιλίππου, με σκοπό την εκστρατεία εναντίον των Περσών.
74 Η ίδια – μάλλον απαραίτητη – αρχή ισχύει μέχρι την εποχή μας. Η ανώτατη ηγεσία τού στρατεύματος προστατεύεται πάντοτε κατά τον καλύτερο τρόπο, ώστε να δύναται με ασφάλεια να παρατηρεί, να συσκέπτεται και ν’ αποφασίζει γιά την πορεία τού πολέμου.
75 Την ακατάσχετη ορμητικότητα τού Φιλίππου – μέσα στην μάχη, στην πρώτη γραμμή – φαίνεται ότι κληρονόμησε και ο γιός και διάδοχός του, Αλέξανδρος ο Μέγας. Η γενναιότητά τους, κατά τις πολεμικές επιχειρήσεις, υπήρξε αντικείμενο μεγάλου θαυμασμού από φίλους και αντιπάλους.
76 Πρόκειται γιά την σπαρτιατική βασιλική σωματοφυλακή, την οποία αποτελούσαν τριακόσιοι επίλεκτοι ιππείς.
77 Κατά την αποτυχημένη εκστρατεία τού 480 π.Χ., όταν ο περσικός στόλος υπέστη επώδυνη ήττα στην ναυμαχία τής Σαλαμίνας.
78 Ο Κύρος επαναστάτησε εναντίον τού αδελφού του, Αρταξέρξη, βασιλιά των Περσών. Στο πλευρό των επαναστατών μάχονταν και χιλιάδες Έλληνες μισθοφόροι. Μετά την ήττα τού Κύρου, ο οποίος σκοτώθηκε εξαιτίας τής ορμητικότητας και τής απερισκεψίας του κατά την μάχη στα Κούναξα (401 π.Χ.), οι Έλληνες στρατιώτες υπέστησαν πολλά δεινά και μεγάλες ταλαιπωρίες. Η περιπετειώδης επιστροφή τους στην Ελλάδα περιγράφεται στην περίφημη «Κάθοδο των Μυρίων» (βλέπε και στο παράρτημα Δ΄).
79 Εγκατέλειψε εγκαίρως το στράτευμά του και επέστρεψε στις Σάρδεις, αφήνοντας στην θέση του τον στρατηγό Μαρδόνιο.
80 Υπονοούνται οι δολοπλοκίες των αυλικών, οι συνομωσίες των αξιωματούχων, οι προδοσίες των συμβούλων και όλα τα συναφή προβλήματα.
81 Ο «δυστυχής βίος» ενίοτε κατασκευάζει ήρωες. Σε τούτες τις περιπτώσεις, η εξαιρετική ανδρεία και η αχαλίνωτη ορμητικότητα καλύπτουν μία «τάση αυτοκτονίας». Ο «δυστυχισμένος» επιλέγει τον ηρωικό θάνατο κατά την μάχη, όχι αποκλειστικά και μόνον γιά να δοξαστεί ή γιά να εκτελέσει το πατριωτικό καθήκον του, αλλά περισσότερο γιά ν’ απαλλαγεί «ένδοξα» από την «δυστυχία» τού καθημερινού βίου του. Μέσα στα κείμενά του, ο Ισοκράτης μάς παρέχει πάντοτε λαμπρά δείγματα βαθύτατων ψυχολογικών γνώσεων.
82 Η φράση αφορά τους επαγγελματίες πολεμιστές (μισθοφόρους) κάθε εποχής.
83 Η αλήθεια είναι πικρή, αλλά ο Ισοκράτης την εκθέτει με ξεκάθαρο λόγο: ούτε ο «δυστυχής» ούτε ο «μισθοφόρος» καθαγιάζονται αποκλειστικά και μόνον με τον θάνατό τους στο πεδίο τής μάχης.
84 Η ιδέα ενός πολέμου «μέχρις εσχάτων» βρίσκει τον Ισοκράτη εντελώς αντίθετο.
85 Βλέπε στην Β΄ επιστολή προς τον Φίλιππο, στην τέταρτη παράγραφο.
86 Εννοείται: ώστε να πάψουν να πολεμούν μεταξύ τους.
87 «Εταίροι»: οι Μακεδόνες ευγενείς, οι οποίοι συγκροτούσαν το συμβούλιο τού
βασιλιά και ο αριθμός τους έφτανε τους οχτακόσιους.
88 Η επιστολή θα μπορούσε ν’ αρχίζει από αυτό το σημείο, εάν αποστολέας της δεν ήταν ο διπλωματικότατος Ισοκράτης και παραλήπτης της ο σκληροτράχηλος βασιλιάς Φίλιππος.
89 Είτε έμμισθοι πράκτορες είτε αυτόκλητοι σύμβουλοι είτε υστερόβουλοι κόλακες.
90 Εννοείται ότι προσθέτουν υπερβολές και ψεύδη, ανάλογα με το μέγεθος τής κακής προαίρεσής τους ή με το κέρδος που προσδοκούν.
91 Ο Ισοκράτης χαρακτηρίζει «δημαγωγούς» τους ρήτορες που δεν ασπάζονται τις ιδέες του. Το ίδιο ισχυρίζονταν και οι αντίπαλοί του γιά τον Ισοκράτη.
92 Ο Ισοκράτης έμμεσα παρακινεί τον Φίλιππο να ευεργετήσει την Αθήνα.
93 Σ’ αυτές τις γραμμές, η ρητορική δεινότητα τού μεγάλου διπλωμάτη αγγίζει το αποκορύφωμά της.
94 Η Αθήνα παρουσιάζεται να είναι τόσο «αμαρτωλή», όσο ακριβώς είναι καθεμιά ελληνική πόλη. Κινείται, δηλαδή, στα πλαίσια τού «φυσιολογικού» και δεν τα ξεπερνάει, οπότε δεν υπάρχει λόγος να δεχτεί κάποια ξεχωριστή τιμωρία.
95 Εννοείται: αφού η Αθήνα θα είναι σύμμαχός σου.
96 Το εγκώμιο τής Αθήνας στηρίζεται στο κλέος τού παρελθόντος της. Η πραγματική κατάστασή της – στην εποχή κατά την οποία συντάσσεται η επιστολή – ήταν διαφορετική. Τότε η Αθήνα παρήκμαζε και συνεχώς αποδυναμωνόταν.
97 Ο Φίλιππος εισέβαλε στην Θεσσαλία με σκοπό να καταλύσει την τυραννική εξουσία των Φερών. Κατά το έτος 352 π.Χ., οι τύραννοι των Φερών, Λυκόφρων και Πειθόλαος, δέχτηκαν ν’ αποσυρθούν από την πόλη, υπό τον όρο να πορευτούν ανενόχλητοι, μαζί με τον μισθοφορικό στρατό τους, προς οποιαδήποτε κατεύθυνση επιθυμούσαν.
98 Και εδώ είναι προφανής η υπερβολή.
99 Σ’ αυτό το σημείο, ο ρήτορας έχει απόλυτο δίκαιο.
100 Όχι ως στρατιωτικού, αλλά ως ικανού και μορφωμένου διπλωμάτη.
101 Σ’ αυτή την παράγραφο ο Ισοκράτης κολακεύει διακριτικά τον εαυτό του, αλλά ο απώτερος στόχος του είναι να εξασφαλίσει την εύνοια τού Φιλίππου έναντι τής πόλης των Αθηνών. Ωστόσο, πέφτει σε μία ελαφριά αντίφαση («…ούτε να επιδοκιμάζομαι από τους πολλούς…» και «…οι περισσότεροι θέλουν να συνομιλήσουν μαζί μου…»): τελικά τον επιδοκιμάζουν και τον συμβουλεύονται ή δεν τον επιδοκιμάζουν και δεν τον συμβουλεύονται οι πολλοί;
102 Υπονοούνται οι Αθηναίοι, οι οποίοι αγωνιούσαν γιά το μέλλον τής πόλης τους, επιθυμούσαν να πληροφορηθούν τις προθέσεις τού Φιλίππου και στήριζαν τις ελπίδες τους στην διπλωματική και ρητορική ικανότητα τού Ισοκράτη. Ακόμη και αν αυτοί δεν ήταν «οι περισσότεροι», η ειλικρινής αγάπη τού Ισοκράτη γιά τους συμπολίτες του μάς επιβάλλει να του συγχωρήσουμε και αυτή την υπερβολή.
103 Εύκολα μπορούμε να υποθέσουμε ότι ο Φίλιππος μάλλον δεν ενδιαφερόταν γιά την γνώμη των «πολλών», ούτε αγωνιούσε να τους μεταπείσει.
104 Ίσως οι «πολλοί άλλοι λόγοι», οι οποίοι δεν αναφέρονται, να μην υπάρχουν καθόλου. Αυτή η φράση επίτηδες αποπνέει έναν απροσδιόριστο «συγκινησιακό μυστικισμό». Ο Ισοκράτης μάλλον επιχειρεί να συγκινήσει τον Φίλιππο, ώστε να τον πείσει να δεχτεί τις προτάσεις του υπέρ των Αθηνών.
105 Εννοείται: τού μακεδονικού βασιλείου.
106 Ο Αντίπατρος επισκέφτηκε την Αθήνα αρκετό καιρό μετά από την Μάχη τής
Χαιρώνειας.
107 Εννοείται η Αθήνα.
108 Γι’ αυτόν τον λόγο η παρούσα επιστολή παρουσιάζει φραστικές ομοιότητες με τον «Φίλιππο». Βλέπε και την σημείωση που ακολουθεί.
109 Πρόκειται γιά τον ισοκρατικό λόγο που επιγράφεται «Φίλιππος» και σώζεται μέχρι
110 Τελικά οι πόλεις δεν πείστηκαν και ακολούθησε η οδυνηρή λύση τής εμφύλιας ένοπλης σύγκρουσης.
111 Εννοείται η Μάχη τής Χαιρώνειας, που έγινε στα 338 π.Χ., όταν ο πανίσχυρος στρατός τού Φιλίππου συγκρούστηκε με τον συμμαχικό στρατό των λοιπών Ελλήνων. Η ήττα των συμμαχικών δυνάμεων και η επικράτηση τού Φιλίππου τού επέτρεψε να ενώσει – επιτέλους – υπό τις διαταγές του ολόκληρο τον Ελληνισμό γιά ν’ αντιμετωπίσει την περσική απειλή.
112 Η αναφορά τού ρήτορα στις σχέσεις «μανίας» και «πλεονεξίας», που χαρακτήριζαν τις ελληνικές πόλεις κράτη, είναι απολύτως αληθής και σαφώς δεν ενέχει το στοιχείο τής υπερβολής.
113 Η «εξαγωγή τού πολέμου στην Ασία», δηλαδή η προσπάθεια διεξαγωγής του μέσα σε εχθρικό έδαφος και όχι μέσα στην Ελλάδα, υπήρξε μία ευφυέστατη στρατηγική σύλληψη, αφού κρατούσε τον άμαχο πληθυσμό, τις ελληνικές πόλεις και την καλλιεργημένη ύπαιθρο μακριά από τις στρατιωτικές συγκρούσεις και τις δυσάρεστες συνέπειές τους.
114 Ολόκληρη η πρώτη περίοδος αυτής τής παραγράφου αποτελεί ενδιαφέρον δείγμα διπλωματικής αντιμετώπισης ενός φιλικού, αλλά πάντοτε ισχυρότερου και ίσως ευμετάβλητου, προσώπου.
115 Είναι βέβαιο ότι αυτοί που «παρακαλούσαν» τον Ισοκράτη δεν ήταν «όλοι», αλλά ίσως οι περισσότεροι πολίτες τής Αθήνας. Ωστόσο, πέρα από τις τέτοιου είδους υπερβολές, τις οποίες συχνά συναντούμε στις επιστολές τού ρήτορα, οφείλουμε να παραδεχτούμε ότι – χωρίς να έχει απολύτως καμμία προσωπική ανάγκη και χωρίς να επιδιώκει κάποια προσωπικά οφέλη – καταβάλλει μεγάλες προσπάθειες γιά να πείσει τον Φίλιππο να διατηρήσει την εύνοιά του προς όλους τους Αθηναίους, ανεξαιρέτως των φιλομακεδονικών ή αντιμακεδονικών αντιλήψεών τους.
116 Ο Ισοκράτης ήδη βρίσκεται σε μεγάλη ηλικία.
117 Ίσως η «ευδοκίμηση των μετριοπαθών» να αποτελούσε χαρακτηριστικό των δημοκρατικών πολιτευμάτων, και κάτι τέτοιο σαφώς δεν απασχολούσε τον πολέμαρχο Φίλιππο.
118 Θα πρέπει να θεωρηθεί δεδομένο ότι ο Φίλιππος – ως ικανότατος ηγεμόνας και στρατηγός – οπωσδήποτε θα φρόντιζε γιά την ευνοϊκή αντιμετώπιση των βάρβαρων συμμάχων των Ελλήνων. Ωστόσο, το γεγονός ότι ο Ισοκράτης θυμήθηκε και αυτούς ακόμη τους ανθρώπους στην συγκεκριμένη επιστολή του, τον τιμά ιδιαιτέρως και τον καταξιώνει ως καλό σύμβουλο και ως δίκαιο και έντιμο σύμμαχο.
119 Ειλωτεύω: είμαι ή συμπεριφέρομαι σαν είλωτας, είμαι ή γίνομαι δούλος, υποδουλώνομαι.
120 «Μέγας Βασιλεύς»: ο βασιλιάς των Περσών. Η ειρωνική διάθεση τού ρήτορα είναι σαφής. Η χρήση τού επιθέτου «μέγας», πριν από την λέξη «βασιλιάς», ήταν αντικείμενο συχνού χλευασμού εκ μέρους μεγάλων φιλοσόφων τής Αρχαίας Ελλάδας, μεταξύ των οποίων και τού Σωκράτη (βλέπε και στο παράρτημα Ι΄).
121 Η στρατιωτική πρακτική τής ολοκληρωτικής εξόντωσης τού εχθρού, δηλαδή τής βιολογικής εξαφάνισής του, βρίσκει τον Ισοκράτη εντελώς αντίθετο.
122 Η πρόταση αυτή αποτελεί μία «προτροπή διά τής υπερβολής» και γιά κανέναν λόγο δεν θα έπρεπε να θεωρήσουμε ότι ο Ισοκράτης πίστευε στην θεοποίηση των θνητών, έστω και αν αυτοί ήταν βασιλιάδες.
123 Το Βασίλειο τής Μακεδονίας ήταν το ισχυρότερο ελληνικό κράτος εκείνης τής εποχής.
124 Από τις συχνές αναφορές του στην μεγάλη ηλικία του, διαπιστώνουμε ότι τα προβλήματα τού γήρατος απασχολούσαν πολύ τον Ισοκράτη.
125 Ο «Πανηγυρικός» λόγος σώζεται μέχρι τις μέρες μας.
126 Βλέπε την 41η υποσημείωση.
¨
Επιλογή Ελληνόγλωσσης Βιβλιογραφίας:
1. Βαρβιτσιώτης Θ., Λεξικόν Αρχαίων Ελλήνων, Αθήνα, 1997.
2. Buchwald W. – Hohlweg A. – Prinz Ot., Tusculum – Λεξικόν, Εκδ.:
Αθανάσιος Φουρλάς, Αθήνα, 1993.
3. Θεοδωρίδης Χ., Εισαγωγή στη Φιλοσοφία (ανατύπωση), Αθήνα, 2000.
4. Ιστορία τού Ελληνικού Έθνους, Εκδ.: Εκδοτική Αθηνών Α.Ε., Αθήνα, 1971-1979.
5. Κοραής Α., Ισοκράτους λόγοι και επιστολαί μετά σχολίων παλαιών, Παρίσι, 1807.
6. Kroh P., Λεξικό Αρχαίων Συγγραφέων, Εκδ.: University Studio Press, Θεσσαλονίκη, 1996.
7. Λέσκυ Α., Ιστορία τής Αρχαίας Ελληνικής Λογοτεχνίας, Εκδ.: Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 1990.
8. Λωρέντης Ν., Λεξικόν των Αρχαίων Μυθολογικών, Ιστορικών και Γεωγραφικών Κυρίων Ονομάτων, Βιέννη, 1837.
9. Μανδηλαράς Β., Ισοκράτης – Άπαντα, Εκδ.: Κάκτος, Αθήνα, 1993.
10. Ματσούκας Ν., Ιστορία τής Φιλοσοφίας, Θεσσαλονίκη, 1993.
11. Μερακλής Μ. Γ., Πλούταρχος ο Χαιρωνεύς – Η ζωή και το έργο του, Εκδ.:ΟΕΣΒ, Αθήνα, 1966.
12. Συκουτρής Ι., Αρχαία Επιστολογραφία, Αθήνα, 1988.
13. Τσέλλερ-Νέστλε, Ιστορία τής Ελληνικής Φιλοσοφίας, Αθήνα, 2000.
Επιλογή Ξενόγλωσσης Βιβλιογραφίας:
1. Blass G. E. – Benselers G. E., Isokratis orationes, Editio altera stereotypa, Leipzig, 1913.
2. Cloché P., Isocrate et son temps, Paris, 1963.
3. Desideri A., Storia e storiografia, Εκδ.: G. D’ Anna, Milano, 1989.
4. Dobson J. F., The Greek Orators, London, 1919.
5. Drerup E., Isokratis opera omnia, Leipzig, 1906.
6. Jebb R. C., The Attic Orators From Antiphon to Isaios, New York, 1962.
7. Kennedy G., The Art of Persuasion in Greece, Princeton, 1963.
8. Mathieu G. – Bremond E., Isocrate discours: Texte établi et traduit, Paris, 1928-1986.
9. Nouhaud M., L’ Utilisation de l’ Histoire par les Orateurs Attiques, Paris, 1982.
10. Rhodes P. J., The Athenian Boule, Oxford, 1972.
11. Schiappa E., The Beginnings of Rhetorical Theory in Classical Greece, New Haven, 1999.
12. Too Y. L., The Rhetoric of Identity in Isocrates: Text, power, pedagogy, Cambridge, 1995.
13. Usher S., Greek Oratory: Tradition and Originality, Oxford, 1999.
Πηγή